Scroll Top

Δημήτρης Βαρβαρήγος – Η ναυμαχία της Σάμου

Δερμάτινο πορτοφόλι με ιδιόγραφες σημειώσεις του Iωάννη Πύρλα, από την Tριπολιτσά.
… Στις 24 Σεπτέμβρη κάναμε το ρεσάλτο Tριπολιτσάς …
Iστορικό Αρχείο «Ευγενίας Αντωνίου Σκιαθά». 

Το κατώγι του παπά-Φώτη ήταν γεμάτο καπεταναίους. Φούμαραν και μετρούσαν με αγωνία -τρεις γεμάτες ώρες- την κατάσταση. Δεν φοβόντουσαν τον Τούρκο, τον είχαν γραμμένο, άλλωστε είχαν αποδείξει το θάρρος και την τόλμη τους σε άλλες ναυμαχίες που είχαν δώσει.
Αυτό που τους ανησυχούσε ήταν να επιτύχουν άλλο ένα καίριο χτύπημα και λόγιαζαν τα πάντα και κατέστρωναν σχέδια με κάθε λεπτομέρεια.
Τώρα που οι αδελφοί Έλληνες απ’ τη Σάμο με αρχηγό τον Καρμανιόλο Λυκούργο Λογοθέτη που σήκωναν κεφάλι κατά των Οθωμανών, ήταν η ευκαιρία να επέμβουν και δεν έπρεπε να τους αφήσουν μόνους και αβοήθητους.
-Ωρέ αδέλφια ένας ψυχωμένος άντρας όρθωσε το ανάστημα του φέρνοντας αυτονομία στη Σάμο, λίγα μίλια από τις ακτές της Μικράς Ασίας. Είναι εύκολος στόχος για το ναυτικό του Σουλτάνου· κι όμως σήκωσε μπαϊράκι με μια φούχτα αντρειωμένους. Φτάνουν μαντάτα στ’ αφτιά μου πως ο Μαχμούτ έβαλε πρώτο στόχο την ανακατάληψη του νησιού. Πρέπει να προκάμουμε να βρεθούμε στο πλευρό τους και να βοηθήσουμε τον αγώνα. Είναι χρέος μας στην πατρίδα.
-Έχει δίκιο ο καπετάν Γιώργης Σαχτούρης, δεν πρέπει να αφήσουμε τον Μαχμούτ να καταστρέψει και τη Σάμο, όπως κατάστρεψε τα Ψαρά. Μαύρος Ιούνης και δεν ξεχνιέται, άλλον να μην ξαναζήσουμε, βροντοφώναξε ο Κωνσταντίνος Κανάρης.
-Το πρώτο χτύπημα έδωσε στους Τούρκους ο Κωνσταντής Λαχανάς, αλλά είχε απέναντί του και αυτή τη φάρα των κοτζαμπάσηδων*, που στράφηκαν εναντίον του, λες και είναι Έλληνες από βρώμικη ράτσα βγαλμένοι, ζητώντας από τον τοπάρχη της Ασίας Ελέζογλου, πασά της Ρόδου, χίλιους στρατιώτες και ναυτικό. Μάλιστα, τούτα τα πουλημένα σκουλήκια συγκρότησαν ένα σώμα εκατό μισθοφόρων για να φυλάει τον αρμοστή Αχμέτ Σελαχόρ, μαζί βέβαια και τα συφέροντα τους, τις περιουσίες και τα γρόσια τους, λες μωρέ και θα τα πάρουν οι παραδόπιστοι μαζί τους. Γι’ αυτό βροντοφωνάζω, πρέπει να λευτερώσουμε το νησί. Μια τέτοια νίκη θα φουσκώσει τον αέρα της λευτεριάς σε όλη τη χώρα, πρόσθεσε ο Σαχτούρης.
-Πέντε κανόνια είχε όλα κι όλα ο Λογοθέτης κι έκανε τα μεμέτια να πηδούνε σα βατράχια να κρυφτούν.
-Μήτε μπαρούτι είχαν. Ας είναι καλά ο δάσκαλος Ιγνάντιος, που με μερικούς γέροντες βοηθούς, το έφτιαχναν από κουτσουλιές πουλιών.
Ξέσπασε στα γέλια η ομήγυρη. Δεν χρειάζονταν άλλα λόγια. Καπεταναίοι με πείρα πολεμική ήταν όλοι τους. Ικανοί Μπουρλοτιέρηδες, ψυχωμένοι άντρες και κάθε λόγος τους ήταν και μια σιγουριά για τον αγώνα.
Ανάμεσα τους ήταν κι ο Λευτέρης, ένα αμούστακο παλικαρόπουλο, ο μικρότερος σε ηλικία σε όλα τα πληρώματα, μόλις 16 χρόνων. Μόλις σώπασαν οι οπλαρχηγοί και πάρθηκε η απόφαση του απόπλου, πετάχτηκε επάνω και φώναξε: «Μεμέτια ερχόμαστε!»
Μικρός σε ηλικία, αλλά είχε το χάρισμα να είναι ο πρώτος σκοπευτής στο μπρίκι του Σαχτούρη. Ο μικρότερος μπουρλοτιέρης που δεν του ξέφευγε στόχος όταν βρισκόταν πλεούμενο μπροστά στο κανόνι του.
Το ίδιο βράδυ ετοίμασαν τα καράβια τους και το ξημέρωμα της 30ης Ιουλίου του 1824 απέπλευσαν με τον ούριο άνεμο της λευτεριάς να φουσκώνει άρμπουρα και στήθια.

Με Υδραίικα και Σπετσιώτικα πλοία έπλεε στα ανοιχτά της Ικαρίας ο στόλος, με στραμμένη την προσοχή μην και φανούν απ’ τα παράλια της Πόλης, τούρκικα πλοία. Η έμπειρη αρχηγία του Υδραίου Γεωργίου Σαχτούρη και τον Ψαριανού Κωνσταντίνου Κανάρη, φούσκωναν σε όλους την εμπιστοσύνη ότι θα πετύχουν το στόχο τους. Αποφασισμένοι για τη νίκη. Αποφασισμένοι για τον θάνατο αν ήταν γραφτό να πέσουν για την πατρίδα, παρέμεναν κάθε στιγμή έτοιμα τα πληρώματα για την επερχόμενη συνάντηση.
Ο Λευτέρης με σφιγμένα δόντια και στραμμένη την προσοχή στον ορίζοντα, μουρμούριζε παρακάλια στον Αι Νικόλα να ξεμυτίσουν τα τούρκικα πυρπολικά για να τα βυθίσει.
Σουρούπωνε όταν έφταναν στο Καρλόβασι δίχως κάποια περιπέτεια ή εμπόδιο. Όσο πλησίαζαν όμως τα παράλια, μέσα στις ασάφειες των σκιών ξεχώρισαν μερικά καράβια τούρκικα να αποβιβάζουν στρατεύματα.
Η ευχή του Λευτέρη είχε πιάσει. Τώρα θα έδινε αυτός και οι υπόλοιποι ένα καλό μάθημα στους αλλόθρησκους.
Άλλη εκδοχή δεν υπήρχε εκτός από την επίθεση. Αιφνίδια επιτέθηκαν. Η μάχη που δώσανε ήταν σφοδρή και πιάσανε στο ύπνο την τούρκικη αρμάδα. Η μάχη στέφθηκε με επιτυχία και έτρεψαν τους Τούρκους σε άτακτη φυγή.
Αργά το βράδυ, σύσσωμη δίχως καμιά απώλεια έφτασε η ελληνική αρμάδα, στη Σάμο. Το αναπτερωμένο ηθικό των πληρωμάτων σκόρπιζε αισιοδοξία για την επιτυχή έκβαση της αποστολής τους.
Εκεί, ο στόλος του Γεωργίου Σαχτούρη με τα ψαριανά πυρπολικά του Κανάρη και του Νικόδημου συναντήθηκε με τον καρμανιόλο Λυκούργο Λογοθέτη. Γεμάτοι τόλμη και αποφασιστικότητα κατέστρωσαν σχέδια κι ετοιμάστηκαν για επίθεση. Τα πλοία με γεμάτα τα κανόνια θα ξεκινούσαν το χάραμα πριν προκάμει ο Τούρκος να ετοιμαστεί. Συμφώνησαν να φέρουν το ένα χτύπημα μετά το άλλο και ποιος ξέρει, ίσως και να βάζανε πόδι στα τούρκικα παράλια. Τόση μεγάλη ήταν η φλόγα που έκαιγε στα στήθια τους για λευτεριά.

Τα καλοκαίρια στο Αιγαίο είναι τόσο όμορφα λες και χέρι θεϊκό κάθε μέρα αφήνει ένα φρόνιμο χάδι. Ξημέρωνε η τελευταία ημέρα του Ιουλίου. Μόνο οι πετεινοί ακούγονταν όσο τα καράβια γλιστρούσαν αθόρυβα στα καταγάλανα νερά προς τα τουρκικά παράλια, στο στενό της Μυκάλης. Εκεί που γνώριζαν οι καπετάνιοι πως θα συγκεντρώνονταν τα τούρκικα στρατεύματα για την ανακατάληψη της Σάμου.
Σαν αόρατα φαντάσματα μέσα στο λυκόφως εμφανίστηκε ξαφνικά ο ελληνικός στόλος μπροστά στους έντρομους· και για ακόμη μια φορά απροετοίμαστους για μάχη Τούρκους.
Λες κι έδωσε ο ίδιος το πρόσταγμα για πυρ, μόλις άκουσε τον καπετάν Σαχτούρη να δίνει το πρόσταγμα, η πρώτη μπάλα έφυγε από το κανόνι του Λευτέρη. Ξέσπασε σε φωνές ενθουσιασμού που είδε να ανοίγει μια μεγάλη τρύπα στην πρώρα της ξακουστής φρεγάτας «Μπρουλότ-Κορκμάζ» ο Ατρόμητος στο Πυρπολικό, όπως το ονόμαζαν οι Τούρκοι από τις επιτυχίες του σε ναυμαχίες.
-Τώρα έχεις το Λευτέρη μπροστά σου, και δεν γλιτώνεις με τίποτα, φώναξε περιχαρής όσο να γεμίσουν με μπαρούτι και την βαριά σιδερόμπαλα οι βοηθοί του, το ευθύβολο κανόνι του.
Πνίγηκε ο τόπος στον καπνό και την αντάρα. Κραυγές φόβου και απελπισίας διαχέονταν στον αέρα από τους Τούρκους που πιάστηκαν ανέτοιμοι για μάχη.
Όλα τα ελληνικά πλοία με τα πληρώματα τους σε έξαψη ενεπλάκησαν σε δυνατές αψιμαχίες. Τρεις μέρες άγρυπνοι και σχεδόν νηστικοί πολεμούσαν οι Έλληνες στην προσπάθεια τους να ματαιώσουν τις κινήσεις των Τούρκων για αντεπίθεση.
Η αριθμητική υπεροχή των Τούρκων έκανε όμως τη διαφορά.
-Πόσοι είναι μα τον Αλλάχ και τον Μωάμεθ τους, μόνο παιδιά γεννάνε που όσους και να στείλω στο άλλο κόσμο· άλλοι τόσοι και περισσότεροι ξεφυτρώνουν, φώναζε βρίζοντας ο Λευτέρης.
Και δεν είχε άδικο. Όλα τα πληρώματα καταπονημένα πλέον και με λιγοστά πολεμοφόδια δεν είχαν την ίδια επιθετικότητα όσο τις τρεις πρώτες μέρες.
Στις 5 Αυγούστου, ο εχθρικός στόλος πραγματοποίησε μεγάλης κλίμακας εξόρμηση κατά των ελληνικών πλοίων, που τον υποδέχθηκαν με σφοδρό κανονιοβολισμό.

Ο Κωνσταντίνος Κανάρης προσπάθησε να πυρπολήσει την τούρκικη ναυαρχίδα αλλά απέτυχε. Τότε, μαζί με άξιους συμπαραστάτες, τον Δημήτριο Τσάπελη, Λέκα Ματρόζο, Δημήτριο Ραφαλιά, Αναστάσιο Ρομπότση και Ιωάννη Βατικιώτη, άρχισαν με ελιγμούς να κυκλώνουν μεμονωμένο κάποιο καράβι και να το καταστρέφουν. Κατόρθωσαν να κάψουν τρία εχθρικά πλοία: Ένα φρεγαδόνι Τριπολίνικον, ένα μεγάλο Τουνεζίδικο βρίκι· και να αποτελειώσουν τη φρεγάτα «Μπρουλότ-Κορκμάζ, που είχε πρώτος χτυπήσει ο Λευτέρης.
Τα Υδραίικα και Σπετσιώτικα πλοία με τα πυροβόλα τους εμπόδισαν τον εχθρό να προχωρήσει. Μάλιστα, σε κάποια φάση της αναμέτρησης -για λίγο όμως-, πέρασαν στην αντεπίθεση, με επικεφαλής τον Ανάργυρο Λεμπέση.

Ο Χοσρέφ Πασάς, διαπιστώνοντας τον αποσυντονισμό του στόλου του, και με φόβο την ολική πανωλεθρία προτίμησε -περασμένα μεσάνυχτα- να τερματίσει τη ναυμαχία και να οπισθοχωρήσει, προς το Αγαθονήσι.
Με αυτή την τακτική κατάφεραν οι Έλληνες να ματαιώσουν την μαζική έφοδο του εχθρού που μέσα στον πανικό της ήττας οπισθοχώρησε άτακτα.

Μεγάλες ήταν οι απώλειες για το τουρκικό ναυτικό. Η θάλασσα είχε γεμίσει καμένα ξύλα και τούρκικα κουφάρια. Εκτός από τα τρία πλοία και τα 100 κανόνια ήταν και περίπου 1000 άνδρες που χάθηκαν.
Ανάμεικτα όμως ήταν τα συναισθήματα των Ελλήνων καπεταναίων και πληρωμάτων για τον θάνατο τριών αξιόμαχων μπουρλοτιέρηδων.
Χαρά για την νίκη, θρήνος μαζί και περηφάνια για την λεβεντιά, την τόλμη και την αξιοσύνη των τριών παλικαριών.
Ο Λευτέρης δεν θα έπαιρνε μέρος στη ναυμαχία του Γέροντα που ακολούθησε 4 μέρες αργότερα, στις 29 Αυγούστου 1824.
Ημερομηνία ορόσημο που διασφάλισε την ανεξαρτησία του νησιού καθ’ όλη την διάρκεια του αγώνα και θα έπνεε στα χώματα του άνεμος ελευθερίας από τη γενναιοψυχία του αμούστακου Λευτέρη.

Παρ’ όλο αυτό τον αγώνα, η Σάμος δεν ενσωματώθηκε στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος. Οι Μεγάλες Δυνάμεις το παρέδωσαν σε αυτόνομη ηγεμονία, φόρου υποτελείας στο σουλτάνο.
Έπρεπε να περάσουν 90 χρόνια για να ενσωματωθεί στις 2 Μαρτίου 1913 κατά τη διάρκεια του Α’ Βαλακανικού πολέμου, στον εθνικό κορμό.

* O Δημήτρης Βαρβαρήγος σπούδασε ηλεκτρονικά, σεναριογραφία, θέατρο και λογοτεχνία και είναι  ένας εκ των τεσσάρων ιδρυτών του λογοτεχνικού περιοδικού “Ίαμβος”.