Γιώργος Καλοζώης
ΛΕΥΚΩΣΙΑ 1974
Η πόλη μου είναι το μεγάλο οικόπεδο
που παίζαμε μπάλα όταν είχαμε
διακοπές
τα τέρματα δεν είχαν δοκάρια ούτε
βέβαια δίχτυα ούτε γκαζόν εννοείται
τα τέρματα ήταν σημαδεμένα με
μεγάλες πέτρες
κανένας δεν ήξερε να πασάρει καλά
καμιά ομάδα δεν έπαιζε με σύστημα
κανένας παίχτης δεν είχε μια σταθερή
θέση όλοι έτρεχαν πάνω στη μπάλα
ούτε κανονισμοί υπήρχαν όπως το
οφσάιντ οι επιθετικοί που κάποτε ήταν
πολλοί και άλλοτε ένας ήταν
αγκυροβολημένοι δίπλα στον αντίπαλο
πορτάρη οι λεγόμενοι κλούβατζηδες
δεν είχαμε διαιτητή ούτε γιατρό μα
τι λέω τώρα ούτε βέβαια προπονητή
μόνο έναν παγωτάρη που πουλούσε
εκτός από παγωτά αναψυκτικά και νερά
που ερχόταν όμως αργά το απόγευμα
με το βαν του και με ένα μεγάφωνο
στην οροφή του που έκανε πάντα τον
ίδιο μονότονο ήχο κλιν κλον
μετά στο οικόπεδο αυτό χτίστηκε το
δημοτικό μέγαρο της συνοικίας μας
όμως πιο πριν έγινε ο πόλεμος και το
ποδόσφαιρο σταμάτησε τα περισσότερα
πράγματα σταμάτησαν η χαρά πέταξε
σαν πουλί που του άνοιξαν επίτηδες
τη πόρτα του κλουβιού του μακριά
κι εμείς φύγαμε από την πόλη για να
κρυφτούμε στα χωριά που δεν μας
άρεσαν καθόλου γιατί εμείς ήμασταν
παιδιά της πόλης
όταν επιστρέψαμε το νέο μας παιχνίδι
ήταν να ψάχνουμε και να μαζεύουμε
από κάτω κάλυκες και σφαίρες
το κάθε παιδί είχε τη συλλογή του κι
ό,τι μας υπολειπόταν το ανταλλάσσαμε
μεταξύ μας
οι πιο περιζήτητες σφαίρες ήταν εκείνες
των αεροπλάνων
κάποιοι από μας οι πιο μάγκες τρυπούσαν
τις σφαίρες και περνούσαν από μέσα ένα
κορδόνι που το κρέμαγαν στον λαιμό
οι γονείς τότε δεν έλεγαν τίποτα τι να
πουν είχαν όλοι καταπιεί το σάλιο τους
έμειναν για πολλά χρόνια μουγκοί
αφού έχασαν τον παράδεισό τους κι ό,τι
πριν ήταν απίστευτο τώρα ήταν πέρα για
πέρα πιστευτό
πολλοί άρχισαν τα ψυχοφάρμακα ήταν τα
βάλιουμ τότε της μόδας
πολλοί παραιτήθηκαν από τη ζωή κι η ζωή
τους το ανταπέδωσε
αυτό συνέβηκε και στη μια και στην άλλη
πλευρά της πόλης που μοιράστηκε
η πόλη μου που τότε μου φαινόταν η πιο
ωραία πόλη του κόσμου αφού δεν ήξερα
άλλη έγινε μια άσχημη κακότροπη γριά
ίσως επειδή θυμόταν την παλιά ομορφιά
της τη ζωή της που ήταν έκπαγλη αλλά
όχι πια