Scroll Top

Αφιέρωμα σε Έλληνες και Ελληνίδες Λογοτέχνες της Γενιάς του ’80 | Αλεξάνδρα Μπακονίκα | Γράφει η Ιφιγένεια Σιαφάκα

Επιμέλεια αφιερώματος: Αγγελική Πεχλιβάνη

Το  culturebook, συνεπές στην προσπάθειά του να φέρει τους αναγνώστες σε επαφή με τη νεότερη Ελληνική ποίηση και πεζογραφία και πιστό στο όραμά του να κοινωνεί την καλή λογοτεχνία, σχεδιάζει ένα φιλόδοξο –και ίσως ανεφάρμοστο στην ολότητά του– αφιέρωμα σε σύγχρονους Έλληνες και Ελληνίδες λογοτέχνες, που θα αντληθούν, κυρίως, από τη δεξαμενή της ενδιαφέρουσας γενιάς του’80. Το αφιέρωμα θα περιλαμβάνει συνεντεύξεις, κριτικά δοκίμια, ανέκδοτα κείμενα και φωτογραφικό υλικό και φυσικά θα «εκδιπλωθεί» σε βάθος χρόνου δεδομένου ότι ο αριθμός των λογοτεχνών είναι μεγάλος και  η δυσκολία του εγχειρήματος τεράστια. Κάποιος θα αναρωτηθεί τί θα εξυπηρετήσει αυτή η προσπάθεια, μια ακόμα προσπάθεια, ένα ακόμα αφιέρωμα, όταν υπάρχει πληθώρα –για να μην πω πληθωρισμός– λογοτεχνίας και κριτικής. Η απάντησή μας είναι κρυστάλλινη και αταλάντευτη: Η καλή λογοτεχνία ποτέ δεν είναι αρκετή.

Μετά την παρουσίαση του ποιητή Γιάννη Τζανετάκη και του πεζογράφου  Βαγγέλη Ραπτόπουλου, συνεχίζουμε τον μήνα Αύγουστο με την ποιήτρια Αλεξάνδρα Μπακονίκα.


Σας ευχαριστώ

Η επιμελήτρια

Αγγελική  Πεχλιβάνη

Αλεξάνδρα Μπακονίκα | Η στιβαρότητα της γυνακείας γραφής

Γράφει η Ιφιγένεια Σιαφάκα

Αν προσπαθούσαμε να δώσουμε εν περιλήψει το γενικό στίγμα της ποίησης της Αλεξάνδρας Μπακονίκα –έντεκα ποιητικές συλλογές εδώ και σαράντα χρόνια (1984-2024), πρώτη εμφάνιση το 1984 στη Διαγώνιο με την ποιητική συλλογή Ανοικτή γραμμή– ο καλύτερος τρόπος θα ήταν να επιλεγούν κατ’ αρχάς κάποια ποιήματα ή/και στίχοι με τα οποία αυτοαναφορικά και με εξομολογητική διάθεση μάς παρουσιάζει η ίδια τον τρόπο με τον οποίο επιλέγει να αναφερθεί στην πραγματικότητα.

Σε παλαιότερο κριτικό σημείωμα[1] είχα σχολιάσει κυρίως την τεχνική των ποιημάτων της εκ παραλλήλου με τη γυναικεία θέση. Στην παρούσα προσέγγιση, θα επανέλθω στη γυναικεία υπόθεση από διαφορετικό όμως δρόμο, εστιάζοντας κυρίως στον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιείται η γλώσσα για να διαγραφεί η ερωτική επιθυμία, η σεξουαλική σχέση, η αγάπη αλλά και η κοινωνική θέση της γυναίκας.

Οι συλλογές που βρέθηκαν στο επίκεντρο της μελέτης –ως οι πλέον αντιπροσωπευτικές σε σχέση με τη θεματική τους– είναι οι ακόλουθες: Η τελετουργία του χορού (Κουκκίδα, 2023), Ντελικάτη γυναίκα (Πόλις, 2021), Ο κόσμος απροκάλυπτα (Εντευκτήριο, 2018), Το τραγικό και το λημέρι των αισθήσεων (Σαιξπηρικόν, 2012).  Στο πλαίσιο δε μιας πιο συνολικής οπτικής του έργου της σταχυολογήθηκαν, στην παρούσα εργασία, στίχοι από μία ευρεία γκάμα ποιημάτων, ικανών να μεταφέρουν την ποιητική δυναμική της Μπακονίκα και να καταστήσουν εμφανείς στον αναγνώστη τους λόγους που καθιστούν ιδιαίτερη την ποίησή της.

ΒΑΣΙΚΟΙ ΘΕΜΑΤΙΚΟΙ ΑΞΟΝΕΣ

Έτσι το ποίημα «Ενέργεια» (Η τελετουργία του χορού)[2] συνιστά πυξίδα για την οπτική της ποιήτριας και την εκρηκτική θέση που επιφυλάσσει στον έρωτα:  «Το συνονθύλευμα των παθών μου είμαι./Όσο τίποτα άλλο με εμπλουτίζει ο έρωτάς μας./Κάθε πνοή ζωής συμπυκνώνει./Έρωτας ανυπότακτα ορμητικός,/που δραπετεύει από περιορισμούς/και παρασέρνει./Μια ενέργεια χαώδης./Το συνονθύλευμα των παθών μου είμαι». Εκ παραλλήλου, ο σοφόκλειος απόηχος του αήττητου και της ακαταμάχητης εξουσίας του έρωτα καταγράφεται στο ποίημα «Αδιαφιλονίκητη εξουσία» (Ντελικάτη γυναίκα): «Φεγγοβολάει ο έρωτας,/ακμαίος, άλκιμος./Με ασύγκριτο θάμβος άγει και φέρει./Άλκιμος, όμως στην πορεία/λαβωματιές αφήνει./Διαφεντεύει, σφυρηλατεί,/διαπλάθει ο έρωτας./Απτή, αδιαφιλονίκητη η εξουσία του», ενώ η αέναη και ζωτική  γυναικεία επιθυμία τού να είναι αντικείμενο ερωτικής επιθυμίας διαφαίνεται στο ποίημα «Φλεγόμενος» (Η τελετουργία του χορού): «Όπως δεν χορταίνουμε τις ηλιόλουστες μέρες/έτσι ποτέ δεν χορταίνουμε να μας επιθυμούν». Το πέρασμα από τον έρωτα στη μεστότητα, την απλότητα, τη διάρκεια και το ιδανικό της αγάπης μέσα από τη γυναικεία οπτική θα δοθεί με πολύ ιδιαίτερο τρόπο στο ποίημα «Φανελάκι» (Το τραγικό και το λημέρι των αισθήσεων): Έγειρα στην αγκαλιά σου/και το φανελάκι σου μοσχοβολούσε,/καθαρό, φρεσκοπλυμένο ρούχο./Η μυρωδιά του μού άναψε τις αισθήσεις./Και η αγάπη μας ανθηρή, πεντακάθαρη είναι χωρίς σκιές και ραγίσματα./ Δοσμένοι ο ένας στον άλλο, τη λαμπρότητα της αγάπης μας απολαμβάνουμε». Η ποιήτρια «απολογείται» επίσης για το σχολιασμό της ευδαιμονίας και της χαράς στον έρωτα στο ποίημα «Υπόδειξη» (Η τελετουργία του χορού): «Το κακό με εμπάθεια αναφύεται, επιβουλεύεται,/αχόρταγα μακελεύει./Γι’ αυτό ακόμα κι ένα ψιχίο ευδαιμονίας/με ζέση το συλλέγω και το περιθάλπω στους στίχους μου». Στο ποίημα, τέλος, «Τα κτυπήματα» (Το τραγικό και το λημέρι των αισθήσεων), βρίσκουμε τον τρόπο με τον οποίο αιτιολογεί η ίδια τη λιτή φόρμα και την επιγραμματική γραφή της: «Για ήττες και προδοσίες που πληθαίνουν/και απανωτά μού δίνουν κτυπήματα,/σε εγρήγορση βρίσκομαι/να εντοπίσω, να πετάξω από τους στίχους μου/μελοδραματισμούς, ασάφειες και μισές αλήθειες», ενώ στο ποίημα «Τι να αποκομίσω» (Ντελικάτη γυναίκα) ο τελευταίος επιγραμματικός στίχος «Το μαρτύριο δεν ρητορεύει» συνοψίζει ακόμη μία φορά τη λογική της φόρμας της.

Η ΓΥΝΑΙΚΑΙ ΚΑΙ  Η ΒΙΩΣΗ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ ΩΣ ΖΩΟΦΟΡΟΥ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ

Η γυναίκα στην ποίηση της Μπακονίκα δεν απαντά στο στερεοτυπικό μοντέλο της υποταγής, της εξάρτησης, της παιδικής εντέλει θέσης που της επιφυλάσσει η πατριαρχική κατασκευή.  Αντιθέτως, είναι ελεύθερη, ανεξάρτητη, αγαπά το σώμα της, αναζητά τον έρωτα, το πάθος, την ψυχική ανάταση, υμνεί την αγάπη και εκφράζει χωρίς αναστολές την ερωτική της επιθυμία ** Κίνηση πρόκλησης/για τον άνδρα δίπλα της […] να τα προσκυνήσει [τα πόδια], άνευ όρων να παραδοθεί (Άνευ όρων/Η τελετουργία του χορού).

Η φαντασία της, πανταχού παρούσα, ανακαλεί το ερωτικό της αντικείμενο χωρίς αναστολές ** Με τη φαντασία εφόρμησα/να προσεταιριστώ την ικμάδα σου. (Προσηλυτισμός/ Η τελετουργία του χορού) ** Πρόσωπα των ερώτων μου έβγαιναν από τα δένδρα/και με φιλούσαν. […] Με καλούσαν σε μία συνεχή κραιπάλη/φιλιών […] Με τη φαντασία μου αποχαλινωμένη,/ένα σύμπλεγμα αφροδισιακών οραμάτων/ήταν η διαδρομή από την αρχή μέχρι το τέλος (Διαδρομή/Ντελικάτη γυναίκα) **

Ο δε επιθυμητός άντρας στην ποίησή της είναι μια σπινθηρίζουσα νότα ζωής, μια δυναμική, έντονη, ευχάριστη, εξωστρεφής, ευαίσθητη και ειλικρινής παρουσία **  Συνδύαζες εξωστρέφεια, δυναμισμό/και μια καίρια ευαισθησία/Ένα ξεμυάλισμα με πιάνει (Δεν εξαλείφεται/Το τραγικό και το λημέρι των αισθήσεων)  **  Ένα από τα πιο όμορφα στοιχεία του χαρακτήρα σου/είναι ότι δεν φοβάσαι να δοθείς ασυγκράτητα στον έρωτα,/ευθαρσώς να δηλώσεις ότι καίγεσαι (Το στοιχείο/Η τελετουργία του χορού)  ** Ευθυτενής και με ζωηρό βήμα/περπατούσες στο απέναντι πεζοδρόμιο./Είσαι η επιτομή για ό,τι μου αρέσει σ’ έναν άνδρα (Σαν οπτασία/Ντελικάτη γυναίκα)  **  Τη δεκαετία του ’60 […] Ένα ηχόχρωμα ανδρισμού που δήλωνε/δυναμική παρουσία,/δήλωνε τραχύτητα κι επιβεβαίωση […] Η εξωστρέφεια της αντρικής ταυτότητας (Μετά τα μεσάνυχτα/ Η τελετουργία του χορού) **

Αναζητά να σαγηνεύσει και να σαγηνευτεί και εν συνεχεία να παραδοθεί σε έναν άντρα άξιο της εμπιστοσύνης της, να αφεθεί στην εκρηκτική ενεργοποίηση των αισθήσεων και στην εκπλήρωση της βαθύτατης επιθυμίας της να αγαπηθεί και να αγαπήσει ** Στο στενό δρομάκι σου άρχιζαν τα προεόρτια/για το λάγνο μάγεμα που μου ετοίμαζες,/την ιδανική αποπλάνηση,/την παράδοσή μου σε σένα (Λάγνο μάγεμα/Ο κόσμος απροκάλυπτα)  ** Η ακτινοβολία σου τυφλώνει,/εκπλήσσει, ευαγγελίζεται,/κι ανακυκλώνει το θερμό ερωτικό μυστήριο (Ευαγγελίζεται/Ο κόσμος απροκάλυπτα) ** Αειθαλής ομορφιά και άνθος μου,/με οδηγείς στην κοσμογονία της αγάπης (Ξεκλειδώνεις/Η τελετουργία του χορού)  **  Το εξαίσιο που μας δοξάζει,/η ασπαίρουσα αγαλλίαση στον έρωτά μας: […] Στη μαρμαρυγή της παρουσίας σου δίπλα μου να αφομοιώνομαι  (Ασπαίρουσα/Ο κόσμος απροκάλυπτα) **

Στην ποίηση της Μπακονίκα η αγάπη λαμβάνει χωροχρονικές προεκτάσεις, θεάται ως το απόλυτο συμβάν που επαναπροσδιορίζει την ύπαρξη, και επιφέρει αλλαγές στη σύλληψη του χώρου και του χρόνου. Το υποκείμενο «αναγεννιέται», μέσα από «μεγατόνους ερωτικής επιθυμίας» που λαμβάνει από τον σύντροφό του, «μεθάει», επανευρίσκεται ως νεογνό σ’ έναν συμπαντικό χώρο «ενέργειας και φωτεινότητας». Η ποιήτρια χρησιμοποιεί το ρήμα «διαστέλλομαι», το οποίο αποδίδει με εύστοχο τρόπο την αίσθηση της διεύρυνσης του ίδιου του ανθρώπινου σώματος και της εισόδου της συνείδησης σε έναν άλλον ενεργειακό «κόσμο […] αυτόκλητα μυθικό».

Και είναι ακριβώς αυτή η προσέγγιση που δίνει δύναμη στους στίχους της –στίχους ζωοφόρους, έντονους, «επιθετικούς»–, που εξακοντίζουν τον κίνδυνο της «ροζ» διέλευσης μέσα από μια εισροή ενέργειας που λειτουργεί παθητικά και «ισοπεδώνει» τον δέκτη της. Στην ερωτική ποίηση καραδοκεί πάντοτε ο κίνδυνος των γλυκερών συναισθημάτων· αυτών που εμφανίζουν το υποκείμενο υποταγμένο και αδύναμο σε μια ηδονική οδύνη, περισσότερο δηλαδή διαστροφικό παρά εύσαρκο και ευσταλές απέναντι σε μια ισότιμη ανταλλαγή συναισθημάτων. Σ’ αυτή την περίπτωση, αφενός η αγάπη υποτιμάται, καθώς εμφανίζεται μέσα από έναν παραμορφωτικό καθρέφτη με αποφάνσεις που δεν της αντιστοιχούν, αφετέρου το ίδιο το υποκείμενο ακυρώνεται ακόμη και μέσα στην αναγκαία επώδυνη και υπαρκτή συνθήκη του ανθρώπινου άλγους. Η συναισθηματολογία δεν είναι κακή επειδή υπερ/ομιλεί τον πόνο (ή το όποιο συναίσθημα), αλλά επειδή υπο/ομιλεί τον πρωταγωνιστή του, ο οποίος υποτίθεται ότι βρίσκεται εντός του λόγου για να ομιλήσει τον εαυτό του ευθαρσώς και ως συνειδητός συμπαίχτης. Επομένως, η συναισθηματολογία είναι κακή, διότι είναι απλώς ψευδής, καθώς αναφέρεται σ’ ένα επιφανειακό επίπεδο σύλληψης των συναισθημάτων· σε μια ομιχλώδη σύλληψη της πραγματικότητας, όπου υποκείμενο και συναίσθημα συνιστούν δύο διαφορετικές οντότητες· όπου η κατάσταση περιτριγυρίζεται χωρίς, τελικά, να ονοματίζεται. Τέτοιου είδους αποφάνσεις πώς μπορεί να είναι χρήσιμες στη λογοτεχνία, όταν επαναλαμβάνουν παραμορφωτικές/αδούλευτες όψεις της πραγματικότητας;

Αντίθετα, στην ποίηση της Μπακονίκα, καθώς προσκόμματα και παράσιτα συναισθηματικής ανακρίβειας βρίσκονται στο περιθώριο, ο λόγος της είναι πηγαίος και αληθινός ** Τα υπέροχα από εδώ ξεκινούν:/ότι αγαπήθηκε (Εύνοια/Ντελικάτη γυναίκα) ** Σαν από άμυνα,/για να διατηρεί τη σπίθα της ζωής μέσα της,/γύρισε τη συζήτηση στο αίνιγμα του έρωτα,/με αναφορές σε δυνατές εμπειρίες της (Σπίθα/Ντελικάτη γυναίκα) ** Είναι σπάνιο το απόλυτο πάθος,/η απόλυτη αγάπη,/ώστε διαστέλλεται/ σ’ έναν κόσμο μαγεμένο, μυθικό,/ αυτόκλητα μυθικό (Το σπάνιο/Ντελικάτη γυναίκα) ** Καλοτύχισα τον εαυτό μου – με αγαπάς κι η ζωή χαρμόσυνα διαστέλλεται (Σαν οπτασία/ Ντελικάτη γυναίκα)  ** Συνειδητοποίησα πόσο εξαρτημένη ήμουν,/πόσο είχα απόλυτη ανάγκη να δέχομαι, να μεθάω,/από το μεγαλείο της ενέργειας και φωτεινότητάς σου (Ακροθαλασσιά/Η τελετουργία του χορού) ** Μεγατόνους ερωτικής επιθυμίας μού στέλνεις,/ Στ’ αστέρια και στους γαλαξίες σου αναγεννιέμαι (Ασύλληπτο/Η τελετουργία του χορού) ** Κοιμόσουν δίπλα μου/κι έπαιρνα δύναμη (Έπαιρνα δύναμη/Η τελετουργία του χορού) **

Στο πλαίσιο αυτό δεν θα διστάσει να χρησιμοποιήσει και λεξιλόγιο λαϊκό, που λειτουργεί ακόμη πιο καίρια και περιγράφει με τρόπο μοναδικό το συναίσθημα. Θα μπορούσαμε να πούμε μάλιστα ότι η ποιήτρια «παραβαίνει» τους κανόνες της αντρικής κυριαρχίας και εισέρχεται ισότιμα στο σύστημά της, υιοθετώντας ένα «βαρύ» λεξιλόγιο που είναι συνδεδεμένο με στίχους του ρεμπέτικου ** Ολοφάνερα τού ρίχτηκε με αυτόν τον τρόπο./Όμως ήταν μια επίσπευση των κινήσεων να κάνουν έρωτα για πρώτη φορά (Το πρόσχημα/Ντελικάτη γυναίκα) ** Έστω και μόνο για μια στιγμή σε λιμπίζομαι,/σε λιμπίζομαι για το παρελθόν […] όσο κι αν καθόλου δεν ξεχνώ ότι ήσουν επιπόλαιος κι άσχημα μού φέρθηκες (Μια αναστάτωση/Η τελετουργία του χορού) **  ξάπλωσα σε μια άκρη του κρεβατιού/από αβάστακτο  σεκλέτι, από νταλκά για σένα (Σεκλέτι/Ο κόσμος απροκάλυπτα) **

ΤΟ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑ ΩΣ ΙΔΙΑΙΤΕΡΗ ΣΤΙΓΜΗ ΕΝ/ΤΥΠΩΣΗΣ ΣΤΟ ΣΩΜΑ

Έτσι, το λεξιλόγιο αφορά στην ακριβή και απόλυτη λέξη που θα καταγράψει με σαφήνεια το  συναίσθημα με έναν ιδιαίτερο τρόπο, που δίνει άλλωστε και το στίγμα στην ποίηση της Μπακονίκα. Πιο συγκεκριμένα, το συναίσθημα στην ποίησή της δεν εμφανίζεται ως καταγραφή μίας απλώς αναγνωρίσιμης ψυχολογικής κατάστασης (π.χ. θλίψης, χαράς, ενθουσιασμού, ευχαρίστησης, δυσαρέσκειας, απογοήτευσης κ.λπ.). Στο κέντρο του ενδιαφέροντός της δεν στέκει το ανθρώπινο πάθος ή/και πάθημα ως ένας ψυχολογίζων σχολιασμός δοκιμιακού/φιλοσοφικού χαρακτήρα ή/και ως «μηχανισμός» γραπτής και ναρκισσευόμενης ανταπάντησης στην εξωτερική πραγματικότητα– ένας σχολιασμός, που επί της ουσίας παραμένει ασαφής και γενικόλογος, τουτέστιν αφηρημένος, εφόσον το πραγματικό του αντικείμενο δεν είναι ορατό (και πιθανώς μη προσβάσιμο και από τον γράφοντα). Στο ποίημα «Τι να αποκομίσω» (Ντελικάτη γυναίκα) διαβάζουμε: «Στο μαράζι της ήττας, της ματαίωσης κι αποτυχίας/βασίζονται τα ποιήματά σου./Όμως τι να αποκομίσω από τον πόνο σου,/η άρτια τεχνική σου δεν αρκεί./Διολισθαίνεις σε βερμπαλισμούς και ρητορείες./Το μαράζι της ήττας κι αποτυχίας/είναι μαρτύριο, πτώση από γκρεμό,/σακάτεμα, γδάρσιμο ψυχής./Το μαρτύριο δεν ρητορεύει». Είναι εμφανής λοιπόν η στάση της ποιήτριας όσον αφορά την ποιητική της, και είναι ακριβώς αυτή η λογική εξαιτίας της οποίας το συναίσθημα «δεν ρητορεύει» στην ποίησή της, αλλά αντιθέτως συνιστά μία πολύ ιδιαίτερη στιγμή εν/τύπωσης στο σώμα. Ήδη στο προηγούμενο εμμέσως αυτοαναφορικό ποίημα, οι λέξεις «διολισθαίνεις», «σακάτεμα», «γδάρσιμο», «μαράζι» παραπέμπουν πάραυτα στη σωματική κακουχία και στις εν/τυπώσεις και σωματικές αποτυπώσεις της. Είναι πλείστες οι στιγμές στην ποίησή της όπου το σώμα «ζει» εν εγρηγόρσει –«Κι εγώ μια ζωή διάτρητη από ήττες και δοκιμασίες,/καταφεύγω στη γαλήνη των αισθήσεων» (Πορφυρό δειλινό/Η τελετουργία του χορού)– και πολύ συχνά μέσω μίας και συγκεκριμένης αίσθησης που μπαίνει στον φακό κάθε φορά και μεγεθύνεται:

ΑΦΗ: Η αγκαλιά./Το πιο αρχετυπικό σχήμα είναι η αγκαλιά,/κι η αγωνία για την απόκτησή της (Εισιτήρια/Ο κόσμος απροκάλυπτα) ** το σώμα μου ακόμα υγρό από το λούσιμο. […] έμοιαζε να ενσωματώνεται, να συμμετέχει,/να εμβαπτίζεται στην ύψιστη/τρυφερότητα της αγκαλιάς  μας (Ύψιστη τρυφερότητα/Ο κόσμος απροκάλυπτα) ** Χώνομαι στην αγκαλιά σου,/θεσπέσια τα μυστικά της αφής.[…] Θελκτικά, ονειρεμένα τα μυστικά της αφής (Σφραγίζουν/Ο κόσμος απροκάλυπτα) ** Αφή κι έρωτας συνταυτίζονται (Η κορωνίδα/Ντελικάτη γυναίκα) ** Με την αφή ανιχνεύω/και σε χαίρομαι (Δοξασμένο/Η τελετουργία του χορού) ** Σαν ηλιαχτίδα που θωπεύει/–που κράτησα κι αποθαύμασα–/η ανέλπιστη τρυφερότητά του (Σαν ηλιαχτίδα/Ντελικάτη γυναίκα) ** OΣΦΡΗΣΗ: ** Έγειρα στην αγκαλιά σου/και το φανελάκι σου μοσχοβολούσε,/καθαρό, φρεσκοπλυμένο ρούχο (Φανελάκι/Το τραγικό και το λημέρι των αισθήσεων) ** Η μυρωδιά του μού άναψε τις αισθήσεις./Και η αγάπη μας ανθηρή, πεντακάθαρη/χωρίς σκιές και ραγίσματα. Δοσμένοι ο ένας στον άλλο,/τη λαμπρότητα της αγάπης μας απολαμβάνουμε  (Φανελάκι/ Το τραγικό και το λημέρι των αισθήσεων) ** Κάθε φορά που περπατούσα στον διάδρομο/μέχρι την πόρτα σου,/η μυρωδιά μού φούντωνε τον αισθησιασμό (Η μυρωδιά/Ο κόσμος απροκάλυπτα) ** ΟΡΑΣΗ: Βλέμμα τόσο δικό σου,/θηρευτής ηδυπάθειας/που δεν κρύβεται (Σαν άγγιγμα/Η τελετουργία του χορού) ** Για τα πύρινα πράσινα μάτια της/ερωτοπαθής ικέτης, γονυπετής ικέτης (Φωτοσκιάσεις/Ντελικάτη γυναίκα) ** ΑΚΟΗ: Ο ήχος της φωνής σου/άγγιξε, ηλέκτρισε με έρωτα όλο το σώμα μου./Ένα ντελίριο./Εκτυφλωτικός και πανίσχυρος ο έρωτάς μας (Ηλέκτρισε/Το τραγικό και το λημέρι των αισθήσεων) ** Ο φημισμένος τραγουδιστής/αδιάλειπτα μαγνήτιζε με την ιδιόρρυθμη φωνή του,/ερωτισμό εξέπεμπε (Ξεχνούσε τη μιζέρια/Ο κόσμος απροκάλυπτα) **  Η ίδια η υπόσταση, το σώμα, η ζωή μου/ήταν για μένα οι κτύποι της καρδιάς σου./Τόσο απόλυτα (Οι κτύποι/Το τραγικό και το λημέρι των αισθήσεων) **

ΤΟ ΣΩΜΑ

Όπως θα παρατηρήσουμε και στους επόμενους σταχυολογημένους στίχους, το λεξιλόγιο που αναφέρεται στο σώμα είναι απόλυτο (π.χ. απαρασάλευτη/μέχρι θανάτου/ένθεη), και δεν διαφαίνεται καμία απολύτως ρωγμή που να επιτρέπει την οποιαδήποτε απόδραση.  Απόλυτες επίσης είναι και οι αντιθέσεις (στέρησε ~ καύμα που άναβε), ενώ τα ρήματα που επιλέγονται είναι ρήματα δράσης που υπαινίσσονται μιαν αμετάκλητη βιαιότητα για ένα γεγονός επίσης καταλυτικό, εφόσον δεν υπάρχει περιθώριο αντίστασης ή διαφυγής (π.χ. επελαύνει το παρανάλωμα). Επιπλέον, συνειρμικές επιλογές (διάπυρη η έλξη ~ λαβώθηκα > λάβα/love), υπόγειες αντιθέσεις (βακχεία ~ απαρασάλευτη > σαλεύω/σάλεμα) και υπέρτατες καταστάσεις (ένθεη)  επιφέρουν ακόμη μεγαλύτερη ένταση και παγιώνουν το συναίσθημα ** Κατακόρυφα ανέβαινε η θερμοκρασία/της κάψας μέσα του/για τα πόδια, τα γυμνά της πέλματα,/για την ασύγκριτη χάρη του λικνίσματος/της μέσης και των γοφών της (Λίκνισμα/Η τελετουργία του χορού) ** σε θερμοκρασία ανάφλεξης με φέρνεις./Το παρανάλωμα εντός μου επελαύνει (Ανάφλεξη/Ο κόσμος απροκάλυπτα) ** Έφερνες τον πυρετό της αμοιβαίας έλξης,/βακχεία απαρασάλευτη ανάμεσά μας (Φορέας/Η τελετουργία του χορού) ** Διάπυρη η έλξη,/μέχρι θανάτου λαβώθηκα./Η ομορφιά σου με κυκλώνει,/ένθεη γίνομαι. (Αναζωπυρώσεις/Ο κόσμος απροκάλυπτα) ** Μου στέρησε το καύμα που άναβε/και μόνο με την παρουσία του» (Προαίσθημα/Η τελετουργία του χορού) **

Η ΕΙΚΟΝΑ ΩΣ ΚΑΔΡΟ

Κατ’ αυτόν τον τρόπο λοιπόν η εικόνα δεν έχει κυρίαρχο ρόλο στην ποίηση της Μπακονίκα, όσο και αν σε πρώτη ματιά η επιγραμματική καταγωγή της ποίησής της και τα καλοφτιαγμένα κινηματογραφικά ενσταντανέ[3] οδηγούν προς το συμπέρασμα αυτό. Ασφαλώς και σκηνοθετεί, ασφαλώς και περιγράφει: «Τη συνταράζει η αναμονή,/με  ακατάπαυστα σκιρτήματα/ούτε στιγμή δεν φεύγει από το παράθυρο» (Σκιρτήματα/Ο κόσμος απροκάλυπτα). Αυτή η διαδικασία όμως ανήκει περισσότερο στη σφαίρα της τεχνικής και δεν συνιστά αυτοσκοπό των ποιημάτων της. Δεν χρησιμοποιεί δηλαδή την εικόνα ως βασικό άξονα της ποιητικής της. Αυτό σημαίνει ότι η Μπακονίκα δεν μιλάει μέσα από την εικόνα ως φορέα μιας δεύτερης πραγματικότητας με συμβολικές ή άλλου τύπου προεκτάσεις. Η εικόνα λειτουργεί απλώς ως ένα λιτό, σταθερό και άκρως ρεαλιστικό κάδρο για να ενσωματώσει το συναίσθημα (συνταράζει, ακατάπαυστα σκιρτήματα) με τον τρόπο που προηγουμένως αναπτύχθηκε. Η ίδια γράφει: «Στον απομυθοποιημένο κόσμο μας/έχω αυθόρμητη την τάση, την αισθητική/να λειαίνω, να απογυμνώνω τη γραφή μου» (Αισθητική/O κόσμος απροκάλυπτα). Προφανώς και αναφέρεται  στο αυστηρά σκηνοθετημένο πλαίσιο των ενσταντανέ της. Είναι αλήθεια όμως ότι ο κόσμος των ποιημάτων της είναι «απομυθοποιημένος» και «απογυμνωμένος»; Μπορεί να θεωρηθεί ότι το λιτό εικονοποιητικό πλαίσιο επηρεάζει την αισθητική της ποιητικής της; Πώς λειτουργεί η φόρμα και το περιεχόμενο στην ποίησή της;

Το στοιχείο που παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον είναι μία οξύμωρη γειτνίαση στο ποιητικό της έργο. Η υφή τού (ρεαλιστικού και χωρίς εξάρσεις) κάδρου, η οποία στέκεται στον αντίποδα μιας έντονα βιωμένης εσωτερικής πραγματικότητας. Αν ο κόσμος για την οπτική της Μπακονίκα είναι «απομυθοποιημένος», τουτέστιν παγερός και αδιάφορος, εκείνη υψώνει ένα τείχος για να περισώσει κάθε συναίσθημα που διαπερνά την ανθρώπινη ύπαρξη. Ανταπαντά, επί της ουσίας, με μία κραυγή που αναδύεται από τα έγκατα της ανθρώπινης ύπαρξης, αποκαλύπτοντας μια σφοδρή και καταλυτική πραγματικότητα, η οποία δεν είναι ορατή διά γυμνού οφθαλμού. Υπό την έννοια  αυτή, βρισκόμαστε πέραν της ρεαλιστικής φωτογράφισης του κόσμου. Ας παρατηρήσουμε τους επόμενους στίχους οι οποίοι περιγράφουν την εσωτερική ένταση ** ατέλειωτες σπίθες από τη ρίζα της ζωής/με ορμή ξεχύθηκαν, ηλέκτρισαν τον χώρο (Ο πίνακας/Η τελετουργία του χορού) ** Εστίαζε στο βαθύ/κι ακαταπόνητο κοίτασμα της σεξουαλικότητας (Υπόγειο ρεύμα/Η τελετουργία του χορού) ** η λατρεμένη μορφή σου εγκαταβιώνει μέσα μου –/στο πιο μύχιο του εαυτού μου/την έχω ενσωματώσει/για να με εκστασιάζει (Εγκαταβιώνει/Ο κόσμος απροκάλυπτα) ** Αναδύθηκες από το πιο βαθύ και αδιάσπαστο είναι μου (Το πιο βαθύ/Ο κόσμος απροκάλυπτα) ** Το σαγηνευτικά επικίνδυνο/που μπορεί να έχεις,/με εκσφενδονίζει σε άγνωστα σκοτάδια (Χαμηλό φως στο μπαρ/Ο κόσμος απροκάλυπτα) ** Οι ιλιγγιώδεις ρυθμοί του πάθους,/η καταβύθιση στον πυρήνα του,/εκεί εύρισκε τον εαυτό της (Ιλιγγιώδεις ρυθμού/Η τελετουργία του χορού) **

Aκολούθως, θα λέγαμε πως η ποίηση της Μπακονίκα από άποψη περιεχομένου είναι πολύ περισσότερο διονυσιακή παρά απολλώνια, και γι’ αυτό συγκινεί, αφού έχει άμεσο αντίκτυπο στο συναίσθημα του αναγνώστη. Θα ήταν άτοπο να υποστηρίξουμε πως διακινεί τον αναγνώστη επειδή είναι λιτή, ρεαλιστική και άμεσα κατανοητή. Το ρεαλιστικό μοτίβο συγκρατεί, αν μπορούμε να το πούμε έτσι, το οικοδόμημα. Ορίζει απλώς το θέμα, δεν είναι το θέμα. Υπάρχουν πάμπολλες ποιητικές απόπειρες με ρεαλιστικό, απτό, άμεσα προσλήψιμο περιεχόμενο, οι οποίες δεν έχουν αντίκτυπο στον αναγνώστη. Οι γραφές αυτές δεν βιώνουν τη γραφή μέσα από το σώμα. Αντιθέτως, καταγράφουν απλώς καταστάσεις με πεζολογικό τρόπο. Όπως (από την άλλη πλευρά) υπάρχουν και άλλες μη ρεαλιστικές γραφές οι οποίες διακινούν το φαντασιακό του αναγνώστη με διαφορετικούς τρόπους.

Εκείνο που μπορεί να μας διδάξει η ποίηση της Μπακονίκα (για όσους κινούνται σε παρόμοιες οδούς) είναι πως η απλή ρεαλιστική παρατήρηση δεν δημιουργεί ποίηση, δημιουργεί επιστήμη/δημοσιογραφία/μανιφέστο, και συνεπώς δεν χαρακτηρίζεται από αισθητική. Θα μπορούσαμε να το πούμε ίσως και κάπως διαφορετικά, ότι η Μπακονίκα περι/γράφει ρεαλιστικά το παράλογο, φέρνοντάς το ως θήραμα των αισθήσεων στο τραπέζι του σπιτιού μας. Είναι λοιπόν η αισθητηριακή πρωτοκαθεδρία που τοποθετεί τα ποιήματά της σε διαφορετική διάσταση και κάνει μοναδική στο είδος την ποίησή της. Και είναι αυτή η διάσταση η οποία «επαναμυθοποιεί» την πραγματικότητα, επανευρίσκοντας τον απολεσθέντα παράδεισο, με λέξεις –όπως ναρκώθηκα, εγκολπώθηκα λυσσαλέα, αφηνιασμένοι, οίστρος, ξεφαντώνει, ακαταμάχητη, περιδίνηση, κατακλυσμιαίο κ.λπ.–, που «χτυπούν», κινητοποιούν, αναστατώνουν τον αναγνώστη με την ορμητικότητα και τη δύναμή τους ** Ο πόθος που με διέλυε […] Ναρκώθηκα· το όνειρο εγκολπώθηκα (Φωτεινοί αιθέρες/ Ντελικάτη γυναίκα) ** Ίμερος που λυσσαλέα μοιραζόμαστε (Πέπλο/Η τελετουργία του χορού) ** Λιώμα, αφηνιασμένοι ήμασταν να σμίξουμε (Ραντεβού/Ντελικάτη γυναίκα) ** Με τον οίστρο μας ασυγκράτητο να ξεφαντώνει/σαν τους πρωτόπλαστους μοιάζαμε (Σαν τους πρωτόπλαστους/Ντελικάτη γυναίκα) ** Ακαταμάχητη,/χορός και ζάλη του οίστρου μου (Ακαταμάχητη/Η τελετουργία του χορού) ** Όπως ένας παραδομένος,/στην περιδίνηση του έρωτα βρίσκομαι (Περιδίνηση/Ντελικάτη γυναίκα) ** Κατακλυσμιαίο το κύμα της αφροδισίας/που τους αγκάλιασε (Σπονδή/Ντελικάτη γυναίκα) ** Σαν σκοτεινή σπηλιά και κρησφύγετο κολασμένων/έμοιαζε το δωμάτιό σου,/σε συνδυασμό με την ηδονή στο κρεβάτι (Το κρησφύγετο/ Το τραγικό και το λημέρι των αισθήσεων) ** Στον ηδονισμό συμπλέουμε/ερωτοφιλημένοι (Συμπλέουμε/Η τελετουργία του χορού) **Λάστιχο έγινε το σώμα μου […] Την πιο θεϊκή χορογραφία/τη δίνει ο έρωτας (Χορογραφία/Η τελετουργία του χορού) ** Ακούμπησα το πρόσωπό μου στα γεννητικά σου όργανα/κι έβαλα τον φαλλό σου στο στόμα μου. […] Η ψυχή και το σώμα αξεδιάλυτα (Η στάση/Η τελετουργία του χορού) ** Στο απόγειο του οργασμού,/κάθε πόρος στο δέρμα μου ολάνθιστος τόπος (Άνθιζε/Η τελετουργία του χορού) **

ΟΙ ΠΟΛΥ/ΚΕΙΜΕΝΕΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΕΣ

Η ερωτική επιθυμία έχει την τιμητική της στον ποιητικό λόγο, καθώς ο έρωτας και ο θάνατος είναι τα δύο μεγάλα θέματα της λογοτεχνίας. Προφανώς όμως και δεν είναι ισότιμες οι φράσεις «Λιώναμε από τον πόθο» (τυχαίο παράδειγμα) και «Ίμερος που λυσσαλέα μοιραζόμαστε» στο ποίημα της Μπακονίκα (Πέπλο/Η τελετουργία του χορού). Υπάρχει ορατή απόσταση ανάμεσα σε μια αφηρημένη και παθητική φλυαρία (στην πρώτη περίπτωση) και μια έντονη δράση/αλληλεπίδραση, όπου οι λέξεις «ίμερος» με την τριπλή νοηματοδότηση (ίμερος, ιμ~έρως/ήμερος), με την επόμενη ηχητική αντίθεση και την εικόνα της λύσσας (ήμερος ~ λυσσαλέα) και το «μοιραζόμαστε» με τα παράλληλα ακούσματα των λέξεων (μοίρα~ζω) απογειώνουν. Πόσο ρεαλιστική μπορεί να είναι αυτή η αφήγηση; Καθόλου! Το επίπεδο των νοημάτων βρίσκεται σε άλλη σφαίρα (στην ενεργειακή σφαίρα για την οποία μιλά η ποιήτρια και πασχίζει να καταγράψει), παράγοντας παράλληλες πραγματικότητες και πολλαπλά κείμενα, τα οποία και συνδέονται νοηματικά μεταξύ τους. Αυτό δηλώνει πως η ασυνείδητη ροή[4] (και η αληθής ποιητική κατάθεση) είναι εντός του κειμένου, υπό/κειται δηλαδή στο κείμενο – πράγμα που πιστοποιεί (το πλέον γνωστό) ότι η ποίηση είναι σκηνοθεσία λέξεων και ότι γράφεται με λέξεις (αληθινές κι όχι μεταλλαγμένες προς άγραν εντυπωσιασμού και κενότητας ή άκρως παραληρηματικές), ανεξαρτήτως φόρμας και αισθητικών επιλογών.

Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΑΠΡΟΚΑΛΥΠΤΑ

Κάποιοι αναγνώστες πιθανώς να αποδώσουν «ωμότητα» ή και «σκληρότητα» στην τόσο αποκαλυπτική ** «Βρήκα την αιτία γιατί αρχίζουν οι λαχτάρες:/επειδή με ποθείς σε ποθώ,/καύμα μου μεταδίδεις./Ο ναρκισσισμός μου βγήκε στο προσκήνιο» (Αιτία/Η τελετουργία του χορού) ** ειλικρινή «Εγκατέλειπα έναν έρωτα για να πάω σ’ έναν άλλο./Μεταίχμιο,/πυρακτωμένη μετάβαση» (Μεταίχμιο/Η τελετουργία του χορού)  ** εξομολογητική «Έκανα λάθος να παριστάνω την αδιάφορη […] Γιατί κι εγώ για εκείνον από έρωτα έκλαιγα στα κρυφά» (Ασυγχώρητο/Η τελετουργία του χορού) ** και εκ βαθέων ποίηση της Μπακονίκα «Σ’ ερωτεύτηκα,/και το λάγγεμα απύθμενο,/ίμερος ολοκληρωτικός» (Πέρα από τις δυνάμεις μου/Το τραγικό και το λημέρι των αισθήσεων).

Αντιθέτως, αδίστακτη είναι η ίδια η πραγματικότητα και ακόμη σκληρότερη η διαχείρισή της από εμάς τους ίδιους. Εάν ίσως κάτι «ενοχλεί» όσους συντάσσονται με αυτή την άποψη είναι ότι τα κείμενα αυτά υπενθυμίζουν τραυματικές εμπειρίες που οι συγκεκριμένοι αναγνώστες θα προτιμούσαν να παραμείνουν απωθημένες. Η ποιήτρια όμως δεν είναι ούτε θύτης ούτε οπαδός του σαδισμού, αλλά αντιθέτως βρίσκεται στον αντίποδα όλων αυτών ως θύμα μιας σκληρής πραγματικότητας που μάς την αποκαλύπτει και μας την υπενθυμίζει καταγγέλλοντάς την και συμπάσχοντας, όχι εκφοβίζοντάς μας: Στο άλγος της ωμής σκληρότητας/άμαθη δεν είμαι (Με μια κίνηση/Ο κόσμος απροκάλυπτα) ** Το συνονθύλευμα των παθών μου είμαι (Ενέργεια/Η τελετουργία του χορού) ** Τα πάνδεινα έπαθα./Προστρέχω, υμνώ τη χαρά (Εν πλήρει γνώσει/Ο κόσμος απροκάλυπτα) **

ΓΥΝΑΙΚΕΙΕΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΕΣ

Έτσι, πέρα από τα ιλιγγιώδη ερωτικά βιώματα, τον ύμνο της ζωής και της αγάπης, στο έργο της Μπακονίκα θα βρούμε και την επώδυνη πλευρά της πραγματικότητας, και μάλιστα με τρόπο δίκαιο και αντικειμενικό. Η ποιήτρια ξεσκεπάζει και καταγγέλλει την πατριαρχική κοινωνία και τη δευτερεύουσα υποτιμητική θέση που επιφυλάσσει στη γυναίκα –στο πλαίσιο όχι μόνο της ερωτικής σχέσης αλλά και της κοινωνικής σχέσης– η αντρική κυριαρχία μέσα από κακοποιητικές πρακτικές, ενδοοικογενειακή βία, προσβολές και ψυχολογική βία, όπως επίσης και ως φαλλική κοινωνική αποτίμηση/υπερτίμηση είτε στον επαγγελματικό χώρο, στο ποίημα «Σκοτεινό πρόσωπο» είτε σε μία γυναίκα που δεν απαντά στις ανδρικές ερωτικές προκλήσεις, στο ποίημα «Η επισκέπτρια» **  Και διασκέδαζες να είμαι ένα τίποτα […] μου άρπαξες ένα εσώρουχο να το έχεις φετίχ από μένα (Φετίχ/Το τραγικό και το λημέρι των αισθήσεων) ** Σαν καταπέλτης που διαχωρίζει γραμμές,/τη στοιχειώνει εκείνη η φράση του./Φράση της απόρριψης (Προοίμιο/Η τελετουργία του χορού) ** Η ψύχρα της απόρριψης, με ασυναγώνιστο κυνισμό,/μπροστά στα μάτια της (Δυσοίωνο/Η τελετουργία του χορού) ** Το αγόρι, ένας θηριώδης/για το τίποτα ξυλοφόρτωνε την αδερφή του/και ύστερα την έκλεινε σε μια ντουλάπα./Από την κακομεταχείριση λιποθυμούσε  (Η ντουλάπα/ Το τραγικό και το λημέρι των αισθήσεων ** ούτε ελέγχει ούτε κρύβει τον φθόνο του. Εκεί που μπορεί καταπιέζει (Σκοτεινό πρόσωπο/Το τραγικό και το λημέρι των αισθήσεων) ** Την έβγαλε έξω με άγριες  φωνές/επειδή δεν κτύπησε την πόρτα (Η επισκέπτρια/Το τραγικό και το λημέρι των αισθήσεων) **

Την ίδια στιγμή θα φέρει στο προσκήνιο και θα καταγγείλει και τη γυναίκα επίσης ως φορέα ενός πατριαρχικού στερεοτυπικού λόγου, καθώς έχει και η ίδια ευθύνη για τη συμμετοχή της σε αυτή την προβληματική κοινωνική πραγματικότητα και τη διαιώνισή της ** Ανήκες στην κατηγορία των ωραίων και των σκληρών./Σε λίγο καιρό μού συμπεριφερόσουν/σαν να ήμουν αντικείμενο./Ντράπηκα για τον εαυτό μου./Όταν τηλεφώνησες για ραντεβού/έτοιμη άρνηση σου έδωσα (Το δάσος/Το τραγικό και το λημέρι των αισθήσεων) **  Είχε βάλει τα δυνατά της να αρέσει […] Ο σκηνοθέτης την πάγωσε με την αδιαφορία του […] το προκλητικό ντύσιμο της γνωστής μου ήταν για λύπη (Ο σκηνοθέτης/Ο κόσμος απροκάλυπτα) **

Δεν θα παραλείψει επίσης να αναφερθεί στην κακοποιητική και ανταγωνιστική γυναίκα είτε εντός της ερωτικής σχέσης, είτε σε σχέση με άλλες γυναίκες, είτε στον επαγγελματικό τομέα. Η Μπακονίκα, με αυτόν τον τρόπο, σπάζει το πατριαρχικό στερεότυπο που θέλει τη γυναίκα απλώς υποταγμένη και «ρομαντικά» πλασμένη, δείχνοντας όχι μόνο τη φαλλική πλευρά της αλλά και το λυσσαλέο πάθος της για εξουσία ** Έκδηλη η τάση ή η ανάγκη της/να τον έχει υποταγμένο (Αδημονία, Το τραγικό και το λημέρι των αισθήσεων) ** Αν και δεν έχουμε τίποτα να χωρίσουμε,/ούτε σε πειράζω,/ως αντίζηλη με βλέπεις, γυναίκα προς γυναίκα […] Παγερά ανιχνεύεις/τις κρυφές πληγές μου (Ένα σημάδι/Ντελικάτη γυναίκα) ** Φαρμακερό το βλέμμα της επάνω μου/–οι υπέρμετρες φιλοδοξίες της ήταν ο λόγος– […] θα σε ταπεινώσω (Απροκάλυπτα/Ο κόσμος απροκάλυπτα) ** Η ιδιοκτήτρια που διευθύνει παλιοχαρακτήρας,/με ελάχιστη αφορμή με έχει κάνει κουρέλι (Συνθήκες/ Το τραγικό και το λημέρι των αισθήσεων) **

Εκ παραλλήλου θα φωτίσει πλευρές της γυναικείας ψυχολογίας, όπως τον γυναικείο ναρκισσισμό ως ψυχική άμυνα μπρος στη φθορά του χρόνου στο ποίημα «Σούρουπο» ή ως μία διαρκή ανάγκη επιβεβαίωσης· την αλαζονική στάση ως μέσο σαγήνης· την αδυναμία, τον πόνο, την παραίτηση μπροστά σε δύσκολες στιγμές, αλλά και το ψυχικό σθένος και την ωριμότητα προκειμένου να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων και να υπερβεί τα εμπόδια ** μ’ έναν εξωστρεφή ναρκισσισμό/που εκείνη τη στιγμή διόλου δεν κρυβόταν/συνέχεια τού ζητούσε να τη φωτογραφίσει (Σούρουπο/Το τραγικό και το λημέρι των αισθήσεων) ** Όταν μπαίνουν στο ασανσέρ/στρέφονται και κοιτάζουν τον εαυτό τους/ στον καθρέφτη,/ιδίως οι γυναίκες./Στοιχείο αδάμαστο ο ναρκισσισμός (Το είδωλο/Ο κόσμος απροκάλυπτα) ** η αλαζονεία της τη συγκεκριμένη στιγμή/σαν μια πρόκληση τον ξετρέλαινε (Ψηφίδα/Το τραγικό και το λημέρι των αισθήσεων) **  Θερμό, ορμητικό θρόισμα ο νταλκάς/με τις κρυφές μανίες του. […] Σε κατάσταση αποσάθρωσης/με έφερε η απώλεια  (Όλο το στερέωμα/Η τελετουργία του χορού)  ** «Μου έρχεται να πέσω από το μπαλκόνι,/να τελειώσω, να με πάρει το μαύρο σκοτάδι»./ Φρόντιζε το διανοητικά καθυστερημένο παιδί της./Ο άνδρας της αδιάφορος (Οδύνη/Ο κόσμος απροκάλυπτα) ** Καθαρίστρια σε σκάλες, σπίτια, ταβέρνες […] «Σε ανήλιο περιθώριο η ζωή μου./Τα βάσανα κερνάνε θάνατο./Σκέβρωσα, μπούκωσα από θάνατο» (Περιθώριο/Ο κόσμος απροκάλυπτα) ** Διαχειρίζομαι το πιο σκληρό,/διαχειρίζομαι τον πόνο της μοναξιάς (Ήττα/Το τραγικό και το λημέρι των αισθήσεων) ** Ακόμη και σε μεγάλη ηλικία γοητευτική […] απολαμβάνει τη μοναχικότητα/συμφιλιωμένη με τον εαυτό της (Μέσα στην ησυχία/Η τελετουργία του χορού) ** Σαν του αετού το βλέμμα της,/δυνατό κι απείθαρχο μπροστά στον θάνατο (Απείθαρχο/Ντελικάτη γυναίκα) **  Όμως δεν χάνομαι,/έχω τα στηρίγματά μου/κι άλλη εκλεκτή ερωτική αγκαλιά (Η μνήμη του σώματος/Η τελετουργία του χορού) **

Η γυναικεία αξιοπρέπεια μετά το τέλος μιας σχέσης (η οποία αντίκειται σε στερεοτυπικές αντιλήψεις πλήρους αδυναμίας και εξευτελισμού), όπως και η γυναικεία συνειδητοποίηση και ο απεγκλωβισμός από κάθε ενοχοποιητική πρακτική υπό τον μανδύα «θλίψης ή οίκτου» για παλαιούς δυνάστες (θέση που αντίκειται σε ηθικοπλαστικές προσταγές) ** Σαν το κεράκι φλέγεται από τον πόθο,/όμως δεν θα πάει κοντά του,/πριν από έναν χρόνο την παράτησε  (Νύχτα/Το τραγικό και το λημέρι των αισθήσεων) ** Ούτε μια στάλα δεν τον λυπήθηκα./Μου είχε μαυρίσει την ψυχή κάποτε,/όπως το συνήθιζε (Σε μια άκρη/ Το τραγικό και το λημέρι των αισθήσεων)  **

Ο γυναικείος δυναμισμός, οι αρετές της γυναίκας, αλλά και η κατά μέτωπον αντιμετώπιση της σκληρής πραγματικότητας μέσα από την κοινωνικοποίησή της στον επαγγελματικό τομέα θα σχολιαστούν είτε στρέφοντας το βλέμμα προς τη γυναίκα ελεύθερη επαγγελματία στο ποίημα «Θετική ενέργεια» είτε προς τη γυναίκα της βιοπάλης στο ποίημα «Από πρώτο χέρι» ** εξέπεμπε θετική ενέργεια και ζωτικότητα […] αστείρευτη χάρη/κι ευελιξία στην ομιλία της/εφηβικό αυθορμητισμό, γερό ένστικτο, έναν εξαιρετικό συνδυασμό αντιδράσεων, κινήσεων και λόγου (Θετική ενέργεια/Το τραγικό και το λημέρι των αισθήσεων)  ** πήρα μαθήματα από ολέθριους,/μέχρι τελικής εξόντωσης ανταγωνισμούς [αντιμέτωπη αναγκαστικά και χωρίς επιλογές με] το τέρας/που λέγεται πραγματικότητα (Από πρώτο χέρι/ Το τραγικό και το λημέρι των αισθήσεων) **

Συμπερασματικά θα λέγαμε ότι μεγάλο μέρος της ποίησης της Αλεξάνδρας Μπακονίκα ανήκει στη λεγόμενη γυναικεία γραφή, διότι ως κέντρο της θεματικής της έχει τη γυναίκα, τον τρόπο που θεωρεί και αναθεωρεί τον κόσμο, τον τρόπο που εντάσσεται μέσα σε αυτόν, τον τρόπο που ανταπαντά στα στερεότυπα. Πρόκειται για μία ποίηση συνεπή στον εαυτό της μέσα στον χρόνο (η οποία συνεχίζει την παράδοση της Διαγωνίου στη Θεσσαλονίκη), με άρτια τεχνική, στιβαρό λόγο, καίριο σχολιασμό, ευαισθησία, ειλικρίνεια και έγνοια για την κοινωνική πραγματικότητα· μια ποίηση διακριτή, φωτεινή και προεξέχουσα στην αισθητική κατεύθυνση που υπηρετεί.

[1] Ιφιγένεια Σιαφάκα, «Δομικά χαρακτηριστικά και το “γυναικείο” στην ποίηση της Αλεξάνδρας Μπακονίκα», Στάχτες, 28/07/2013.

[2] Εντός παρενθέσεων γίνεται αναφορά στην εκάστοτε ποιητική συλλογή, όταν το ποίημα βρίσκεται εκτός παρένθεσης και εντός εισαγωγικών.

[3]Ό.π. Ιφιγένεια Σιαφάκα, «Δομικά χαρακτηριστικά και το “γυναικείο” στην ποίηση της Αλεξάνδρας Μπακονίκα», Στάχτες, 28/07/2013.

[4] Καθόλου δεν σημαίνει ότι οι παρατηρήσεις των παραπάνω ακουσμάτων είναι συνειδητές (ολοκληρωτικά ή μερικώς) από μέρους του δημιουργού. Κι αυτό γιατί παρατηρούνται εσωτερικές συνδέσεις διά μέσου των ήχων, οι οποίες (αν και λειτουργούν στο ασυνείδητο του αναγνώστη) δεν γίνονται άμεσα αντιληπτές. Αυτό συνιστά έναν δείκτη αυθεντικότητας στη γραφή ή αλλιώς ένα από τα χαρακτηριστικά αυτού που ονομάζουμε «ταλέντο». Διαφορετικά, είναι αυτό που «έρχεται» κατά τη διαδικασία της γραφής, ελέγχεται εν συνεχεία, έχει λογική σε σχέση με αυτό που επιθυμούμε να δηλώσουμε, ενώ ταυτόχρονα δίνει και διπλούς ήχους τους οποίους δεν τους συνειδητοποιούμε άμεσα.

Βιογραφικό Αλεξάνδρα Μπακονίκα

Βιογραφικό Ιφιγένεια Σιαφάκα

Βιογραφικό Αγγελική Πεχλιβάνη