Γράφει η Κατερίνα Γκιουλέκα για την γλώσσα του Παντελή Μπουκάλα
ΚΙ ΑΣ ΕΠΙΜΕΝΕΙ Η ΓΛΩΣΣΑ ΝΑ ΓΥΡΝΑΕΙ ΛΕΞΕΙΣ ΚΑΙ ΜΟΥΣΙΚΕΣ ΣΑΝ ΞΟΡΚΙΑ
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ
Με την ερασιτεχνική ματιά της ανήσυχης αναγνώστριας μοιράζομαι εδώ κάποιες σκέψεις για τον μαγνητισμό που ασκεί η γραφή του Παντελή Μπουκάλα.
Αυτό που γίνεται άμεσα αντιληπτό στη γραφή του Π. Μπ. είναι η σε παράλληλη πορεία εξέλιξη των εργαλείων του. Την ίδια ώρα που επεξεργάζεται και εξελίσσει τα νοητικά του εργαλεία (τον στοχασμό του και την διακινδύνευση απόφανσης), την ίδια στιγμή δεν λαμβάνει ως δεδομένα τα τυπικά τεχνικά φυλλάδια της γλώσσας. Κερδίζοντας μάλιστα έτσι και στα δύο μέτωπα, ρωτάει τη γλώσσα για τις δικές της δυνατότητες, να ανοίξει δρόμο στη σκέψη και το νόημα. Δεν είναι ο πρώτος. Ωστόσο στον Π. Μπ. κάνει πρωτίστως εντύπωση όχι η (εξαιρετική) χρήση της γλώσσας, αλλά ο τρόπος που την αφουγκράζεται και βεβαίως την χαίρεται και την προ(σ)φέρει. Την απολαμβάνει, δεν τη θέτει απλώς στην υπηρεσία της σκέψης του. Την απολαμβάνει ως άκουσμα, ποίκιλμα, θρόισμα, ρυθμό και ηχώ. Με άλλα λόγια ως μουσική. Γι’ αυτό και η συγκίνηση του απ’ το (δημοτικό πρωτίστως) τραγούδι. Και συλλέγοντας ευλαβικά αυτής της αίσθησής του τα δώρα, βάζει τον κόπο της και στον στοχασμό του.
Η επιτυχημένη ώσμωση ίσης αξίας αποτελεσμάτων στον στοχασμό και την ιδιοπρόσωπη γλώσσα του Μπουκάλα καθιστούν τον δοκιμιακό του λόγο πλούσιο σε επίγευση και εορταστικά χορταστικό, όπως εκείνων των απαράμιλλων δασκάλων, οι οποίοι εξακολουθούν να στρέφουν πολλούς σπουδαστές τους στην ουσία των γραμμάτων, της τέχνης και του πολιτισμού και απλώνοντάς τους το χέρι, να τους παρασύρουν στην διαρκή αναγνώριση των αξιών των ως άνω πεδίων, στην επίπονη προσπάθεια της διακονίας τους.
Η ΓΛΩΣΣΑ ΣΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΠΑΝΤΕΛΗ ΜΠΟΥΚΑΛΑ
Αυτή η θρεπτικά απολαυστική επίγευση της γραφής του Π. Μπ. δικαιώνεται θριαμβικά στην ποίησή του. Επειδή πρωτίστως είναι ποιητής είναι και κάθε πεζό κείμενό του κυριολεκτικά θεσπέσιο κι όχι αντίστροφα.
Δεν γράφει ποίηση ο Μπουκάλας επειδή είναι σπουδαίος στοχαστής, μεταφραστής της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, δοκιμιογράφος, δημοσιογράφος, ερανιστής και κατά συνέπεια χειριστής της γλώσσας. Γράφει γιατί από πολύ παλιά την αφουγκράζεται με προσήλωση.
Ήδη το 1979, στο περιοδικό Ο ΠΟΛΙΤΗΣ τεύχος 29 σε άρθρο του με τίτλο:
ΠΑΛΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΙΝΕΣ ΑΝΗΣΥΧΙΕΣ, που αποτελεί απάντηση σε άρθρο στην Πρωινή, στο οποίο επιρρίπτεται λεκτική ξετσιπωσιά και ασάφεια στην (τότε) σύγχρονη ποιητική παραγωγή, ο Π. Μπ. απαντά:
«Όταν το πράγμα τορπιλίζεται από διευκολυντικές μυθοπλασίες, όταν οι μύθοι εκπίπτουν, πώς η βοή η μυστική των πλησιαζόντων γεγονότων και πώς η μνήμη η αισθητική θα σαρκωθούν και θα αρθρωθούνε;», παίρνοντας το μέρος των (αιχμηρών) λέξεων και της σύγχρονης γλωσσικής έκφρασης που οφείλει εξελισσόμενη και με εξειδικεύσεις να παρακολουθεί την εποχή της.
Πώς λοιπόν, αφουγκράζεται ο Μπουκάλας τη γλώσσα; Ακολουθούν κάποια δείγματα με παράδειγμα στίχους από την βραβευμένη με Κρατικό Βραβείο Ποίησης (2010) ποιητική συλλογή ΡΗΜΑΤΑ (Άγρα). Οι στίχοι παρατίθενται στην αυθεντική πολυτονική τους γραφή. Σε παρένθεση ο εκάστοτε τίτλος του ποιήματος.
(Με την παράθεση παραδειγμάτων θέλουμε να επισημάνουμε την συγχρονία των ιδιαίτερων τρόπων στη χρήση της γλώσσας στην ίδια συλλογή.)
«Ακούει» και αξιοποιεί στη γραφή του παρηχήσεις :
–Φθίνω καὶ φθείρω,/ασήμαντη ἀπόσταση τὰ γράμματα/ [Ραγδαία ἀκινησία]
–Τὴ μαγγανεία αὐτὴ ἄλλοι τὴν εἶπαν ποίηση /στὴ γλῶσσα τους/κι ἄλλοι ἄλλα σ’ ἄλλες/ [Ἄλλ’ ἄλλος ἄλλῳ]
–τὸ τρέμουλο τοῦ πρώτου ἀγγίγματος/ τὸν τρόμο τοῦ στερνοῦ/ [Καπνὸς αἱ ἡμέραι μου]
–μέσα στὴν ἄφραστη πυρά σου νὰ ἀπειρώνομαι/ [Κύκλος].
Επεξεργάζεται και νοηματοδοτεί συνηχήσεις :
-Νάτος. Ο θα./ Ο θά-/ Νάτος./ Το μέλλον μου όλο. Νάτο. Θα…/ [Ανάποδο]
-και συντριμμένη καταντάς να λες το ανάγωγο/ ότι για πλάκα ζούμε/ ώσπου μια πλάκα να μας περιλάβει/ [Αντίγραφο]).
Παίζει με ομόηχες λέξεις παράγοντας νόημα:
-Βροτοί εκ βροτών/ Ώστε βρωτοί/ [Ραγδαία ακινησία]
-Στον έρωτά μου προχωρώ δίχως εξάρτυση/ στην πιο βαθιά ποθώντας να δοθώ εξάρτηση/ – ότι το βλέμμα σου με ναυπηγεί με πλήρη εξάρτιση/ [Τριπλή παραλλαγή]) .
Αναγνωρίζει συγγένειες και στοχεύει στο οπτικό αποτέλεσμα της γραφής κατά την ανάγνωση:
–Νὰ ὁδεύω πρὸς ὅ,τι ὑποτίθεται/ πὼς κορο(ϊ)δεύω [Κρίματα]
(η παρένθεση στη λέξη κορο(ϊ)δεύω είναι της συντάκτριας)
–Μὰ ποιός τὸ εἶπε πὼς ὁ βίος νῆμα/ Ἕνα ὑφαντό./ Ἀκόμα καὶ στὸ ξήλωμά του,/ νόημα αἱμορραγεῖ καὶ ἀνασαίνει/ [Τιμαλφῆ]
-Δίας καὶ Ἅδης ἰσώνυμοι στὴ μικροδιαφορά τους [Σίσυφος].
Τον διακρίνει εντυπωσιακή ευστοχία στην λεξιπλασία:
–Ἡ νυχταεσὺ φέγγει στὰ χέρια μου,/ [Κύκλος]
–καὶ γέννησαν τὸ χρῶμα τὸ ἠλιοσέληνο/ [Τὸ κορίτσι μὲ τοὺς βόλους]
–ἐκεῖ ἀκριβῶς ὅπου ἡ θάλασσα οὐρανίζεται/ [Ζούμ-]
-προσπαθώς [Προσπαθώς].
Σχολιάζει συχνά στους στίχους του την ιδιαίτερη δική του σχέση με τη γλώσσα :
–Θάλασσα οἱ λέξεις,/κι αὐτός, πέτρα βουνοῦ,/δεν ἤξερε ἀπὸ ἀρμυρὰ ταξίδια,/ βυθιζόταν/ [Τὸ λάθος]
-Χορτάρι λένε πὼς καπνίζουμε/ ἢ χαρτὶ/ Λέξεις καπνίζουμε/ [Καπνὸς αἱ ἡμέραι μου].
Σχολιάζει την ενσώματη υπόσταση της γλώσσας:
–Παιδιὰ παιδάκια οἱ λέξεις μας. Σώματα ποὺ λυγίζουν/ ,,,/ ψυχοῦλες ποὺ τοὺς δόθηκε πάντοτε νὰ διψᾶνε/ [Λεξείω]
–Φορὲς τὶς λέξεις μόνο κόκκαλα τὶς ἀπαρτίζουν/ αἰχμηρά: φωνήεντα/ Ἄλλες ὑπάρχουν μὲς τὴ σάρκα τῶν συμφώνων/ την ἀσπαίρουσα/ [Κρόνος])
Εστιάζει στις ιστορικές καταβολές της:
–Νταλκάς, σεβντὰς καὶ ντέρτι καὶ σεκλέτι/ – ἅ, γλῶσσα ὡραία, πλούσια ἡ ἑλληνική/ [Νταλκάς]),
καυτηριάζοντας παράλληλα αυταπάτες περί δήθεν γλωσσικής καθαρότητας.
Αναγνωρίζει με σεβασμό το ήθος της γλώσσας
-καὶ μόνο ὁ θάνατος δὲν ὑποκορίζεται [ἐπιλογικὸ ἐπίγραμμα])
Μέχρι που παίζει με τη γλώσσα θυμίζοντας γλωσσοδέτη:
-Φιλῶ τὴ μνήμη τοῦ φιλιοῦ σου / καὶ τὴ φυλάω πορφυρὴ στὰ φύλλα τῆς καρδιᾶς/ [Ἔπος ὀδόντων])
Στο δοκιμιακό του έργο ο Π. Μπ. αλιεύει ξεχασμένες λέξεις, κάποιες από τις οποίες αξιοποιεί πλάι σε σύγχρονες ή τις μελετά ώστε να διδάσκεται από το λεξιπλαστικό τους μοτίβο (αναμαλλαρέα [βλ.[14], [15], φακιολίζομαι (βλ. [3]σελ. 340), γιουρουστάω (βλ. [3] σελ. 369), γλυκομασώ (βλ. [3] σελ. 489) κ.α.). Καταγράφει ξόρκια, χαμένες εκφορές ή επισημαίνει ντοπιολαλιές κυρίως βέβαια στην μεθοδική του εργασία πάνω στο δημοτικό τραγούδι, που το χαρακτηρίζει «ελευθερόφωνο και ελευθερόγνωμο» και του οποίου η «αδογμάτιστη πολυφωνία είναι εδώ, για όποιον θα ήθελε να τη διαβάσει – και κυρίως να την ακούσει.», (βλ. [3] σελ. 566).
Στη μελέτη του πάνω στο δημοτικό τραγούδι ο Παντελής Μπουκάλας κορφολογεί (και μαθαίνει από τα) γλωσσικά ευφάνταστα «ακληρήματα, …αμοιβαίους υποτιμητικούς χαρακτηρισμούς και σατιρικά προσωνύμια μεταξύ χωριών, πόλεων … και εθνών», π.χ. Αυγοζύγηδες, Νεραντζόκωλοι, Ψαρόμυαλοι (Ο ΈΡΩΣ και το ΈΘΝΟΣ Οι φυλές, οι θρησκείες και η δημοτική ποίηση της αγάπης, τόμος Α’).
Εξοικειώνεται με τις συναρπαστικές γλωσσικές παρηχήσεις που αναλαμβάνουν τη νουθεσία των αναγνωστών, π.χ. σε δημοτικό τραγούδι της Ηλείας και στους στίχους:
« … Φυλάν σού πίνουν το νερό, φιλούν τα μαύρα μάτια./ Φυλάξου θυγατέρα μου, μαύρος μη σε φιλήσει.»/ (βλ. [3], σελ. 153)
Απολαμβάνει να παραθέσει τα δοσίματα, ονομασίες ποικίλων εισφορών, τελών και δικαιωμάτων, οι οποίες διδάσκουν ιστορία μέσα από τη γλώσσα, χαράτσια, όπως: αλατιάτικο, γρασιδιάτικο, κρασιάτικο, πανθιάτικο, εισφορά χιονιού, τέλος φονικού (βλ.[3], σελ. 226) και εξοπλίζεται έτσι διαρκώς για τη δική του λεξιπλασία .
Συνεπακόλουθα ο Μπουκάλας δεν εμπίπτει στην κατηγορία εκείνων που το γλωσσικό «εργαλείο» τους αναδεικνύει ως μάστορες – στοχαστές. Λειτουργεί ως μάστορας – συντάκτης φρέσκου, εξελιγμένου γλωσσικού εγχειριδίου, τέτοιου που του επιτρέπει να αναδομεί και να προάγει απρόσκοπτα την εμβριθή του σκέψη, αλλά και την λεξικεντρική ποιητική περιγραφή της εμπειρίας του. Η γλώσσα του σφύζει ως ζωντανός οργανισμός. Όλα αυτά στην υπηρεσία μιας διακινδύνευσης να ψελλίσει γραπτά τα ονόματα του άρρητου.
Ενώ ωστόσο υπηρετεί με τη γραφή του αδιάλειπτα τα ως άνω, δεν παραβλέπει πως:
Ἀλλὰ τὰ πράγματα/ πιὸ ζόρικα ἀπ’ τὰ γράμματα / κι ἀπὸ τὰ παιχνιδίσματά τους / καὶ δὲν ἀρκεῖ ἡ μηχανὴ τοῦ ἤχου/ [Παιγνίων παίγνια].
Για το περιεχόμενο και το νόημα των κειμένων του Π. Μπ. έχουν γραφεί πολύ διεισδυτικά κείμενα από καταλληλότερους μελετητές. Εδώ η εστίαση είναι στη γλώσσα, όπως αυτή σαγηνεύει την απλή αναγνώστρια.
ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΠΑΝΤΕΛΗ ΜΠΟΥΚΑΛΑ ΓΙΑ ΤΗ ΓΛΩΣΣΑ
Το ισχυρό του ενδιαφέρον για τη γλώσσα πιστοποιείται και από πληθώρα άρθρων του για γλωσσικά ζητήματα. Ενδεικτικά παραθέτουμε κάποιους τίτλους άρθρων του Π. Μπ. στον τύπο, οι οποίοι πιστοποιούν το χαρακτηριστικό ενδιαφέρον του για τα θέματα της γλώσσας:
-ΓΛΩΣΣΙΚΑ ΛΑΘΗ ΚΑΙ ΧΡΗΣΙΜΟΙ ΟΔΗΓΟΙ/ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 15/5/2007
-ΤΟ ΓΕΦΥΡΙ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ/ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 21//02/2016
-ΤΟ ΛΥΤΡΙΣΜΙΚΟ ΚΑΙ Η ΑΝΤΟΧΗ ΤΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ / ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 9/7/2017
-ΤΗ ΓΛΩΣΣΑ ΜΑΣ ΤΗ ΦΤΙΑΧΝΟΥΜΕ ΕΛΛΗΝΙΚΗ/ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 22/03/2020
-ΠΑΡΑΓΛΩΣΣΙΚΑ ΝΑΝΟΓΙΛΕΚΑ/ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ / ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 31/3/2023
-ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ ΤΩΝ ΓΛΩΣΣΩΝ (από το Αναγνωστικό Γ’ Λυκείου)
ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΣΤΗ ΓΛΩΣΣΑ ΤΟΥ ΠΑΝΤΕΛΗ ΜΠΟΥΚΑΛΑ
Η σχέση του με τη γλώσσα έχει σχολιαστεί σε κριτικά κείμενα, αναγνώσεις μελετητών, συνεντεύξεις του ίδιου του ποιητή και προλογικά σημειώματα Παρατίθενται ενδεικτικά αποσπάσματα:
(Ο ίδιος ο Παντελής Μπουκάλας ομολογεί):
«Τίποτε πιὸ δύσκολο ἀπὸ τὴν ἁπλότητα. Ἀργεῖς πολὺ νὰ τὴν κατακτήσεις, καὶ μπορεῖ νὰ μὴν τὸ πετύχεις καὶ ποτέ. Χρειάζεται ὀξύτατη ἀκοή, ν’ ἀκοῦς γύρω σου, τὴ μάνα σου, τοὺς συντοπῖτες σου, τὸν κόσμο γενικῶς. Ἡ ὅραση, σὰν διάκονος τῆς ἀνάγνωσης, μπορεῖ καὶ νὰ σὲ μπλέξει, ἂν σὲ ὁδηγήσει γητεμένο σὲ δρόμους μιμήσεως περίπλοκων γραφῶν.» (βλ. [23])
«τὸ ἔνστικτο τοῦ γλωσσικοῦ κοινοτικοῦ ἐργαστηρίου εἶναι ἰδιαίτερα ἀναπτυγμένο, καλλιεργημένο θὰ ἔλεγα» (βλ. [21]). Εδώ ο ποιητής δείχνει πως αναγνωρίζει και μελετά την «εργαστηριακή» εξέλιξη της γλώσσας.
«..μερογράφι, ἔτσι μοῦ ἀρέσει νὰ συνοψίζω ὅλη αὐτὴ τὴ λεξιβορία μου, ποὺ μὲ ἀφήνει πάντα πεινασμένο.» (βλ. [22])
«Προτιμῶ νὰ γράφω πρῶτα μὲ τὴ φωνή, δηλαδὴ περπατῶντας κι ἀπαγγέλλοντας ἢ τραγουδῶντας σιωπηρά, γιατί ἡ ποίηση δὲν νοεῖται δίχως τὴ φωνή της.» (βλ. [20])
«Δὲν νιώθω κερματισμένος ἢ πολυπολικός. Ὅλες αὐτὲς οἱ ἰδιότητες συνυπάρχουν. Εἶναι ἀλληλοπεριχωρούμενες. Καὶ δὲν πιστεύω ὅτι κάποια ἀπὸ αὐτὲς εἶναι εὐγενέστερη ἀπὸ τὶς ὑπόλοιπες.» (βλ. [24])
Στο αφιέρωμα «Στην καθημερινή της αρτίωσης τριβή, Ο ποιητής Παντελής Μπουκάλας», περιοδικό ΚΑΡΥΟΘΡΑΥΣΤΙΣ, τχ 10-11, (βλ. [5]) υπό την διεύθυνση των Γιώργου Δελιόπουλου και Κώστα Θ. Ριζάκη και με την επιμέλεια της Λίλιας Τσούβα αναφέρονται ειδικά στο θέμα της ιδιαίτερης χρήσης της γλώσσας από τον Παντελή Μπουκάλα οι:
Γιώργος Βέης, Γιώργος Δελιόπουλος, Ευσταθία Δήμου, Χριστίνα Καραντώνη και Ηλίας Κεφάλας. Σχετικά αποσπάσματα που ξεχώρισα από τα κριτικά τους κείμενα βρίσκονται πιο κάτω στην παραπομπή [5].
Στο ίδιο ως άνω αφιέρωμα της Καρυοθραύστιδος και στα κείμενα των ως άνω, αλλά και των Κυριακή Λυμπέρη, Δημήτρη Παπακωνσταντίνου, Γιώργου Ρούσκα και Γιάννη Στρούμπα συνάντησα, όσο έψαχνα να τεκμηριώσω στοιχεία της ανάγνωσής μου συγγενείς παρατηρήσεις για τη γλώσσα και την ποιητική του Μπουκάλα, κατά περίπτωση μάλιστα πάνω στους ίδιους ακριβώς χαρακτηριστικούς στίχους που μου εντυπώθηκαν. Ωφείλω να αναγνωρίσω, ότι τους βρήκα εκεί κατά περίπτωση εμπειρότερα σχολιασμένους και τοποθετημένους στο ευρύτερο κριτικό πλαίσιο πάνω στο έργο του ποιητή.
Ο Μιχάλης Μακρόπουλος γράφει στην Bookpress αναφερόμενος στο «Ὅταν τὸ ρῆμα γίνεται ὄνομα» : «Η γλώσσα εδώ είναι προνύμφη, όχι νεκρή πεταλούδα καρφιτσωμένη σε φελλό, και επί τούτω κατασκευασμένες λέξεις («μίας χρήσης» πολλές), «λάθος» τύποι, παρετυμολογίες, παρελαύνουν σε κυριολεκτικώς χιλιάδες παραδείγματα –αποσπάσματα δημοτικών τραγουδιών ή και τραγούδια αυτούσια, μα και παραδείγματα από τη νεοελληνική ποίηση και την αρχαιοελληνική γραμματεία–, φτάνοντας ως μια κατανοητή υπερβολή, όπως στριμώχνονται το ένα πλάι στ’ άλλο, γιατί αν μπορούσε ο συγγραφέας ίσως δε θα άφηνε ούτε ένα να χαθεί, σαν Νώε των λέξεων μες στην Κιβωτό του.» (βλ. [12])
Τέλος η Κατερίνα Τσιτσεκλή στο Στίγμα Λόγου διαπιστώνει εύστοχα: «Η ποίησή του προβάλλει την ομορφιά και τον πλούτο της ελληνικής γλώσσας για να υπερασπιστεί όλες τις γλώσσες και προπάντων τη γλώσσα της ποίησης που φέρνει στο φως το άρρητο» (βλ/ [18]), αυτό που πολιορκεί ο Παντελής Μπουκάλας ξανά και ξανά, μ’ επιμονή που καμουφλάρει στους στίχους του:
Πόσα τραγούδια θ’ ἀπομείνουν ἀτραγούδιστα
καὶ πόσοι στάσιμοι χοροί
ματαιωμένοι.
Κι ἂς ἐπιμένει ἡ γλῶσσα
νὰ γυρνάει λέξεις καὶ μουσικὲς σὰν ξόρκια
[Ανώνυμο, ΡΗΜΑΤΑ, απόσπασμα]
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Α. Βιβλία
- Παντελής Μπουκάλας, ΡΗΜΑΤΑ, ΑΓΡΑ 2010
- Παντελής Μπουκάλας, ΜΙΛΙΑ ΜΟΥ ΑΜΙΛΗΤΗ, ΑΓΡΑ 2019
- Παντελής Μπουκάλας, Ο ΕΡΩΣ και ΤΟ ΕΘΝΟΣ – Οι φυλές, οι θρησκείες και η δημοτική ποίηση της αγάπης Α’ Έλληνες, Μαύροι, Βλάχοι, Αρβανίτες, Τούρκοι , ΑΓΡΑ 2022
Β. Περιοδικά
- Ο ΠΟΛΙΤΗΣ , τεύχος 1979, Π. Μπουκάλας, ΠΑΛΑΙΟΣ ΛΟΓΟΣ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΙΝΕΣ ΑΝΗΣΥΧΙΕΣ
- Καρυθραύστις – Τετραμηνιαία περιοδική έκδοση Λόγου και Τέχνης, τεύχος 10/11. Απρίλιος 2022 – αφιέρωμα: «Στην Καθημερινή της αρτίωσης τριβή Ο ΠΟΙΗΤΗΣ Π. ΜΠΟΥΚΑΛΑΣ» (επιμέλεια Λ. Τσούβα).
Αποσπάσματα από το ως άνω αφιέρωμα πάνω στο θέμα της γλώσσας του Π. Μπ.:
Γιώργος Βέης: «..Επισημαίνω ότι συχνά πυκνά η καλώς σχεδιασμένη προσφυγή σε μάλλον απρόβλεπτους, σε ελαφρώς διαταραγμένους γλωσσικούς τύπους ή και σε επινοημένα υβρίδια ομιλημάτων υποστηρίζει την εκ του ασφαλούς διεύρυνσης ποιητικής συνείδησης...» και πιο κάτω χαρακτηρίζει την πολιτική των στίχων του Π. Μπουκάλα ρυθμοκεντρική.
Γιώργος Δελιόπουλος; «..Εκκινώντας από την παραδοχή της μεροληψίας του κριτικού (ο Π.Μ.) .. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό το ότι δεν προσπερνά το μέτρο, τον ρυθμό ή την γλώσσα, στοιχεία που συνήθως η κριτική τα υποσκελίζει έναντι του περιεχομένου… Γι’ αυτό και διαφωνεί με την μεταφορά έργων της καθαρεύουσας στη δημοτική…»
Ευσταθία Δήμου: «…Πάνω απ’ όλα, όμως καταδεικνύει τη δύναμη και τη δυναμική της ποίησης και του ίδιου του ποιητή να χειρίζεται και να δομεί τη γλώσσα διαφορετικά, αντισυμβατικά, ανατρεπτικά, απροσδόκητα και μέσα από αυτόν τον χειρισμό να πλάθει μια νέα γλώσσα, τη γλώσσα της ποίησης, αλλά και μια νέα πραγματικότητα, την πραγματικότητα της ποίησης.»
Χριστίνα Καραντώνη: (Με αφορμή το ποίημα Παιγνίων παίγνια), «…ο Παντελής Μπουκάλας διερευνά τη σχέση λέξεων και πραγμάτων, λόγου και πράξης, «λέγειν» και «γίγνεσθαι» ή «ποιείν» αλλιώς – την τελεστική τρόπον τινά λειτουργία της γλώσσας-, τη διαφορετική σχέση «λέγειν» και «είναι».
Ηλίας Κεφάλας: «Ο ποιητής φέρει τη μαγεία και τον όλο ζωντανό οργανισμό της γλώσσας μέσα του, τη ζει ως ένα εγγενές φαινόμενο …τη σπουδάζει και τη μελετά αυτοβούλως και αδιαλείπτως, επειδή είναι ο εκ των προτέρων ταγμένος κόσμος του.» και πιο κάτω «.. Ο μόνος θεραπευτής στην φθορά της ύλης είναι ο λόγος, η αμετάκλητη πρώτη Αρχή και ο λόγος είναι πάντα το εύπλαστο ρήμα και το ρήμα η ποίηση. Βλέπουμε, έτσι, αυτό το οραματικό πεδίο του Παντελή Μπουκάλα να «αλλομορφομεταβάλλεται»,…, δηλαδή να υπόκειται στις μορφικές εναλλαγές των λέξεων, με τις οποίες συλλαμβάνεται και διατυπώνεται,» (!)
Στο κείμενο της Χρύσας Φάντη στο ίδιο αφιέρωμα υπογραμμίζεται η δύναμη της γλώσσας, όπως τονίζεται από τον ίδιο τον ποιητή στον πρόλογο του έργου του ΜΙΛΙΑ ΜΟΥ ΑΜΙΛΗΤΗ, ΑΓΡΑ 2019: «Ὄχι γιὰ νὰ ἑρμηνευτεῖ (..ἡ φρίκη), εἶναι ὕβρις νὰ θεωροῦμε εὔκολη τὴν ἑρμηνεία της, ἀλλὰ τοὐλάχιστον νὰ ἐξημερωθεῖ ἡ νὰ ξορκιστεί. Καὶ ἡ ποίηση, ἀνέκαθεν, ἔχει στενότατη σχέση μὲ τὸ ξόρκι καὶ τὴ μαγγανεία.»
Γ. Άρθρα από το διαδίκτυο (ψηφιοποιημένα ή σε πρώτη δημοσίευση)
- Π. Μπουκάλας, γλωσσικά λάθη και χρήσιμοι οδηγοί/ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ / 15/5/2007
- Ε. Μπίστικα, Ρήματα και θραύσματα/ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 04//06/2009. Εδώ η Ελένη Μπίστικά τον κατονομάζει: «ένας ποιητής ρεπόρτερ, που «φωτογραφίζει» με τις λέξεις».
- Τ. Δημητρούλια, Ποίηση εξομολογητική και πιο καθολική παρά ποτέ./ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 31//01/2010….«πάνω από όλα, ποιητής», αποφαίνεται η Τιτίκα Δημητρούλια στο άρθρο της αυτό για τη συλλογή ΡΗΜΑΤΑ
- Π. Μπουκάλας, το γεφύρι της γλώσσας ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 21//02/2016
- Ανθούλα Δανιήλ, Όταν το ρήμα γίνεται όνομα – κριτική / ΦΡΕΑΡ 15.01/2017
- Μια φορά κι έναν καιρό/ Η ΑΥΓΗ 19/03/2017 (ανυπόγραφο κείμενο στην διαδικτυακή έκδοση των Ένθετων της Αυγής). Εδώ βρίσκουμε γραμμένο για τον ποιητή: «Επιπλέον, τα κείμενα προσανατολίζονται χάρη σε μιαν ενδογλωσσική πυξίδα, κι έτσι βρίσκουν το στίγμα τους – όσον αφορά είτε το γεωγραφικό πλάτος της αδιάσπαστης, τρισχιλιετούς ελληνικής γλώσσας είτε το γεωγραφικό μήκος της ετυμολογίας.» (βλ/ [11])
- Μιχάλης Μακρόπουλος, Η δημοτική γλωσσική Κιβωτός (κι ο Νώε της)/ BOOKPRESS 22/03/2017
- Π. Μπουκάλας, Το λυτρισμικό και η αντοχή της γλώσσας / ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 9/7/2017
- Π. Μπουκάλας, Περί βλασφημίας και πολυπολιτισμικότητας/ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 13/01/2019
- Π. Μπουκάλας Πρέπει η γυνή «περικαλύπτεσθαι το πρόσωπον» / ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 20/01/2019
- Π. Μπουκάλας, τη γλώσσα μας τη φτιάχνουμε ελληνική/ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 22/03/2020
- Π. Μπουκάλας, παραγλωσσικά νανογιλέκα/ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ / ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 31/3/2023
- Κατερίνα Τσιτσεκλή, «Αρχαία προσωπεία σε ιστορίες σύγχρονες: Το υφαντό της γλώσσας στην ποίηση του Παντελή Μπουκάλα», ΣΤΙΓΜΑ ΛΟΓΟΥ 09/11/2023
- Π. Μπουκάλας, Το καλοκαίρι των γλωσσών (Αναγνωστικό Γ’ Λυκείου)
Δ. Συνεντεύξεις δημοσιευμένες στο διαδίκτυο
- Ο Παντελής Μπουκάλας αφηγείται τη ζωή του στη LIFO, Από τον Θοδωρή Aντωνόπουλο, LIFO 04/06/2014
- Παντελής Μπουκάλας: συνέντευξη στον Ελπιδοφόρο Ιντζέμπελη, DIASTIXO 30/09/2017
- Παντελής Μπουκάλας: «Αν γύρω μας πληθαίνει ο πόνος, δεν μας ταιριάζει η ανεμελιά», Συνέντευξη στην Ασημίνα Ξηρογιάννη, fractal 3/10/2023
- Ο (και) ποιητής Παντελής Μπουκάλας εκ βαθέων στο libre: Πώς θα σχολίαζε ο Καραϊσκάκης την επικαιρότητα;, με τη Συντακτική ομάδα του Libre, LIBRE 23/10/2023
- Παντελής Μπουκάλας: Συνομιλία με την Δήμητρα Καραγιάννη στο paremvasiculture.gr . και
- ΧΡΥΣΑ ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟΥ Παντελής Μπουκάλας, “Ρήματα” , Κρατικό Βραβείο Ποίησης 2010. (Κείμενο αναδημοσιευμένο στο ιστολόγιο Lignes de faille με πηγή την ιστοσελίδα της εφημερίδας τα ΝΕΑ, που δεν κατέστη δυνατόν να ιχνηλατηθεί, όπου «Οι λέξεις έχουν μεγάλη σημασία στην ποίηση του Μπουκάλα, όχι ως υλικά που χρησιμοποιούνται για τη δημιουργία του στίχου, αλλά ως ανεξάρτητα σώματα που συμπληρώνουν την ανθρώπινη υπόσταση.» και «Οι συλλαβές, οι λέξεις για τον ποιητή είναι κομμάτι του σώματος του, μια προέκταση της ύπαρξής του.»)