Γράφει η Γεωργία Τριανταφυλλίδου
Ταξιδεύοντας με τον ΠΑΟΚ
Στον Δημήτρη Κάζη
Δεν είμαι ΠΑΟΚ. Ούτε ΑΡΗΣ. Παρακολουθώ ποδόσφαιρο επειδή κάνει ευτυχισμένους τους φίλους μου. Μου αρέσει να τους βλέπω ευτυχισμένους. Οι περισσότεροι έχουν «διαρκείας». Όταν η ομάδα παίζει σε κάποια χώρα της Βαλκανικής, την ακολουθούν, συνήθως, με λεωφορεία που ναυλώνει ο σύλλογος ειδικά γι’ αυτόν τον σκοπό. Οι φίλοι μου είναι ΠΑΟΚ. Η πρόταση έπεσε απρόσμενα στο τραπέζι από τον κολλητό μου.
-Θέλεις να έρθεις στο Βουκουρέστι; Δεν θα σου κοστίσει τίποτε. 100 ευρώ πηγαινέλα . Άσε που θα μείνουμε το βράδυ σε γαμάτο ξενοδοχείο- η λέξη γαμάτο κάπως ακούστηκε. Τιμή ειδικά για τους φιλάθλους του ΠΑΟΚ.
Ο Στέλιος ήξερε πόσο μου αρέσουν τα ταξίδια με αυτοκίνητο. Ήξερε επίσης ότι δεν είχα επισκεφτεί ποτέ το Βουκουρέστι και θεώρησε τη συγκυρία ιδανική.
-Πάω να πάρω τσιγάρα, μέχρι να γυρίσω, να έχεις αποφασίσει. Α, παίζουμε με την Ραπίντ.
Το είχα κιόλας αποφασίσει με το που γύρισε την πλάτη του κατευθυνόμενος προς το περίπτερο. Ο κολλητός μου είναι ΠΑΟΚ. Του αρέσει να με βλέπει ευτυχισμένο.
Μπήκαμε στο Βουκουρέστι μόλις χάραζε η μέρα. Το ημερολόγιο έδειχνε 1 Δεκεμβρίου 2005. Είχα διαβάσει ότι ο Τσαουσέσκου «γοητευμένος από τη δόμηση της Πιονγκ Γιανγκ της Βόρειας Κορέας, ονειρευόταν μια πόλη με ογκώδη δημόσια κτίρια και πολυκατοικίες εκατοντάδων ισόποσων διαμερισμάτων». Κατεδάφισε ολόκληρες γειτονιές μέσα σε ένα 24ωρο και στη θέση τους ύψωσε αυτά τα θηριώδη συγκροτήματα. Παντού πανύψηλες πολυκατοικίες σοβιετικού τύπου. Το μέλος κάθε οικογένειας εδικαιούτο, λέει, 8 τ.μ. Φαντάστηκα του γονείς μου, εμένα και τον ετεροθαλή αδερφό μου σε ένα διαμέρισμα 35 τετραγωνικών και σφίχτηκε το στομάχι μου. Στο μεταξύ έβρεχε ασταμάτητα. Όλα φάνταζαν καφετιά και καταθλιπτικά. Κι ενώ ο Τσαουσέσκου ήταν πια παρελθόν, τα κτίρια παρέμεναν στη θέση τους κακοσυντηρημένα. Κι εγώ δεν ξέρω για πόσα χιλιόμετρα έβλεπα από το παράθυρο πανομοιότυπες πολυκατοικίες στη σειρά, αφημένες στη φθορά του χρόνου.
Ο Στέλιος δίπλα μου κοιμόταν του καλού καιρού. Δεν άντεξα. Άρχισα να τον σκουντάω μέχρι που άνοιξε τα μάτια του.
Ήμασταν σταματημένοι σε φανάρι. Κόλλησα την πλάτη μου στο κάθισμα για να του επιτρέψω να δει καλύτερα και με το δάχτυλο χτύπησα το τζάμι στα αριστερά μου σε μια προσπάθεια να κατευθύνω την προσοχή του. Ο Στέλιος καθόταν από την έξω πλευρά.
Φτάσαμε; με ρώτησε. Πριν προλάβω να απαντήσω οτιδήποτε, γούρλωσε τα μάτια του και ξεστόμισε στο δευτερόλεπτο:
-Mαλάκα μου, αυτή είναι πολυκατοικία για κάλαντα!
Ήταν το τελευταίο πράγμα που περίμενα να ακούσω. Έπαψα να γελάω μόνο όταν το λεωφορείο σταμάτησε στον ειδικό χώρο στάθμευσης μπροστά από το ξενοδοχείο. Ο Στέλιος είδε δάκρυα να κυλούν από τα μάγουλά μου, τόσο πολύ είχα γελάσει και «σε καλό να μας βγουν» είπε ανήσυχος. Ο ΠΑΟΚ ηττήθηκε 1-0 από την Ραπίντ με γκολ του Μαλνταρασάνου στη λήξη του πρώτου ημιχρόνου. Κι εγώ πέρασα, όπως ήταν αναμενόμενο, τα Χριστούγεννα του γρουσούζη.