Γράφει ο Ι. Δ. Πασιάς
«Απομαγεύοντας» την καθημερινότητα …
Ένα αφιέρωμα στα χρονογραφήματα του Βαγγέλη Αυδίκου
Ο συγγραφέας Αυδίκος πιστεύει ότι «η σχέση με την παράδοση πρέπει να είναι δημιουργική, ένα κοινό σημείο συνάντησης του παρελθόντος με το παρόν και το μέλλον». Την επικρατούσα άποψη σήμερα ότι θα πρέπει να εναποθέτουμε ευλαβικά στο εικονοστάσι οτιδήποτε αφορά την παράδοση, ο Αυδίκος τη θεωρεί υπερβολική «γιατί όταν μένει κανείς προσκολλημένος στο παρελθόν, στρέφει τις πλάτες του στο παρόν και στο μέλλον» Συμφωνώντας έμμεσα με τον Χρ. Μποκόρο που σε ανύποπτο χρόνο είχε δηλώσει «όλες οι λέξεις κι οι σκέψεις μας έχουν πάντα ένα παρελθόν, πού μας ξεπερνάει …και με αυτή την έννοια το παρελθόν είναι το συνεχές παρόν μέσα μας»
Ο χρονικογράφος Αυδίκος υπηρετεί άοκνα αυτό το πρωτοεισαχθέν στην Ελλάδα στα μέσα του 19ου αιώνα είδος έντεχνου λόγου από τον Κωνσταντίνο Πωπ . Μαζί με μια Dream Team εκλεκτών προσωπικοτήτων τού λόγου και της τέχνης (αναφέρω ενδεικτικά μεταξύ άλλων την Πέπη Ρηγοπούλου, τον Αριστείδη Καλάργαλη, τον Δημήτρη Παναγιώτατο, την Ελένη Καρασσαβίδου, τον Αδάμ Αδαμόπουλο, τον Μανώλη Πιμπλή) (δια)κοσμούν τακτικά με τα γραπτά τους κείμενα τα τελευταία χρόνια την … καθοριστική τελευταία σελίδα της Εφημερίδας των Συντακτών
Μέσα από τα [Επιλεκτικά και την Τρίτη ματιά] ο έντιμος στοχαστής Αυδίκος εφαρμόζει αυστηρά την «αξιολογική ουδετερότητα» του Μαξ Βέμπερ, «ζωγραφίζοντας» στο λεκτικό καμβά την τρέχουσα πραγματικότητα. Χωρίς ‘τσιμπήματα’ «θεματοπραγματευτών», όπως παραδεχόταν ότι δεχόταν ένας διάσημος εκπρόσωπος του είδους Σπύρος Μελάς, χωρίς δεσμεύσεις, χωρίς κομματικές παρωπίδες, με άψογες σιωπές όταν η περίσταση το απαιτεί. Στα κείμενά του σε μια μοναδική συνταγή τέλειας ώσμωσης η πραγματικότητα αναμειγνύεται μέσω εισπήδησης με την παράδοση χωρίς μοδάτους «γκρουβαλισμούς»,με την ιστορική μνήμη χωρίς «γδικιωμούς», με την κοινωνιολογία, με την ποίηση…
Διαχρονικά η διαπίστωση τού μετρ του είδους Παύλου Νιρβάνα στον εισιτήριο ακαδημαϊκό λόγο του στις 8 Μαρτίου 1928 για το χρονογράφημα “πώς από ένα μικρόν, καθημερινόν γεγονός εκπηγάζει μία μεγάλη φιλοσοφία και πώς εις τα παροδικά φαινόμενα συλλαμβάνεται ο βαθύτερος παλμός μιάς ζωής” φαίνεται να ισχύει απόλυτα και σήμερα, στη τρέχουσα, εύθραυστη κοινωνικά, δυστοπική περίοδο που διανύουμε. Με την κουλτούρα βαλτωμένη στο «ημίφως τής υπερπληροφόρησης», όπου πλειοδοτεί η εκ προθέσεως απόκρυψη και ελλοχεύει μεταμφιεσμένη η λογοκρισία, τα χρονογραφήματα τού Αυδίκου μαρμαίρονται με πολυάριθμους συνδυασμούς ρηξικέλευθων αποχρώσεων τού φωτός ! Γιατί το φως μπορεί να γίνει επαναστατικό, μπορεί να αλλάξει τα πάντα, έστω κι αν ενοχλεί…
Ο χρονικογράφος Αυδίκος επιλέγει να χρησιμοποιεί σφικτή δομή στα κείμενά του, μοναδικής λακωνικής απλότητας, πού διανθίζεται από διαλειμματικές λάμψεις λεξιπλασίας, φρεσκάροντας και ομαλοποιώντας τη ροή της αφήγησης. Η στρατηγική του αυτή οδηγεί στην «αιχμαλωσία» τής προσοχής τού αναγνώστη σε τέτοιο βαθμό πού δέν επιτρέπει την παραμικρή διάσπαση της αναγνωστικής συγκέντρωσης έως το τέλος του χρονογραφήματος. Εκεί τον αναγνώστη περιμένει η καθοριστική τελευταία πρόταση, που αφήνει ανεξίτηλο νοητικό αποτύπωμα, ανοίγοντας αβίαστα ανυπόμονη «πίστωση» για την επόμενη Τρίτη ματιά, για τα επόμενα Επιλεκτικά τής επερχόμενης Τρίτης !
«Ο χρόνος, ο πιο ανελέητος καλλιτέχνης, αφήνει το στίγμα του παντού : στα πρόσωπα, στα χέρια, στο σώμα, ακόμα και στη ίδια τη φύση… μπορεί να λέει περισσότερα απ’ όσα μπορούν να διηγηθούν οι λέξεις» υποστηρίζει η Μαρία Μαθιουδάκη («συγκάτοικός» του στην ίδια θέση της εφημερίδας).Ο συνιδρυτής της Νέας Δημοσιογραφίας Νόρμαν Μέιλερ ήταν ξεκάθαρος πολλά χρόνια πριν : «ο δημοσιογράφος και, κυρίως ο χρονικογράφος, έχει αντιπαλότητα με το χρόνο». Ο χρονικογράφος-χειριστής τής γλώσσας, ο χρονικογράφος-δαμαστής τών λέξεων, ο χρονικογράφος-συγκριτικός φιλόλογος των εννοιών έχει να επιτελέσει το τιτάνιο έργο του με τον πανδαμάτορα χρόνο να πιέζει αφόρητα …
Ο Αυδίκος υποδύεται έναν αλχημιστή, καθώς μετουσιώνει την εμπειρία και τις γνώσεις του σε λέξεις, αντλώντας από τη δεξαμενή τών «καυτών» θεμάτων της καθημερινότητας.. Με μικρές, κομψές, προτάσεις, τα χρονογραφήματά του εμπλουτίζονται με έννοιες-κλειδιά. Σπέρνει λέξεις που φυτρώνουν δημιουργικά στο εκχερσωμένο χωράφι του καθημερινού αλλά αναμφίβολα περιορισμένου λεξιλογίου, πού χρησιμοποιεί ο σύγχρονος αναγνώστης. Αποσκοπώντας «να του ξεθαμπώσει το βλέμμα από τον αστιγματισμό του δανεισμού βλέμματος». Ταυτιζόμενος με την άποψη του θρυλικού Θεσσαλού φωτογράφου Τάκη Τλούπα …μάθε να βλέπεις… Και το επιτυγχάνει γενναιόδωρα, αφού τα κείμενά του πείθουν με την αυθεντικότητά τους, αναβλύζουν ελληνικότητα, είναι ξέχειλα από δροσοσταλίδες επιλεγμένης λαογραφικής παράδοσης, ενυδατώνουν με ποιητική δροσιά την πνευματική αφυδάτωση των καιρών που διανύουμε. Με τις λεκτικές φερορμόνες τού κειμένου του ερεθίζει καλαίσθητα το ενδιαφέρον τού αναγνώστη, προσφέροντας αβίαστα καθαρή πνευματική απόλαυση
Οι λέξεις έχουν … ήχο ! Και ο ‘μαέστρος’ Αυδίκος συντονίζει τα όργανα-λέξεις τής γραφής-ορχήστρας του με την μπαγκέτα-γραφίδα ιδανικά, καθορίζοντας το tempo τους, καλλιεργώντας με φραστική λεπτομέρεια εξεζητημένες φωτοσκιάσεις έκφρασης του ήχου αυτού του τεράστιου λεκτικού πλούτου, πού αδιαμφισβήτητα κατέχει και επιθυμεί ολοφάνερα να μοιραστεί. Εξοπλισμένος με ‘Μαστοροχωρίτικη’ τεχνική κατάρτιση χειρισμού λεκτικών λογοτεχνικών και λαογραφικών συνδυασμών με άφταστη δεξιοτεχνία τον ενσωματώνει στο κείμενο. Ο ίδιος στο κείμενό του «Λέξεις μάσκες» περιγράφει τις λέξεις σαν τη «μάσκα του Στάνλεϊ Ιπκις, του τραπεζικού υπαλλήλου, πού, όταν φορούσε τη μάσκα του, μεταμορφωνόταν»(από την ταινία του 1994 ‘Η Μάσκα’)
«Μέσα στην ίδια τη γραφή ενυπάρχουν ζωγραφική και μουσική, τα δέ αποτελέσματα των χρωματισμών και των αντηχήσεων ανυψώνονται πάνω από τις λέξεις» τονίζει ο Ζιλ Ντελέζ. Ο Σάμουελ Μπέκετ, μάς θυμίζει, επιζητούσε «να ανοίξουμε τρύπες» στη γραφή για να μπορέσουμε να ακούσουμε και να δούμε «εκείνο που φωλιάζει απειλητικά από πίσω». Ο Αυδίκος, όχι μόνο υλοποιεί την προτροπή, αλλά απλόχερα το προσφέρει ολοζώντανα παλλόμενο στους αναγνώστες του
Ο χρονικογράφος Αυδίκος παίρνει στα σοβαρά την Σωκρατική προτροπή για το καθήκον του διανοούμενου και … γίνεται μια αλογόμυγα πού τσιμπάει τα άλογα όταν αδρανούν, όταν κοιμούνται, όταν τεμπελιάζουν… αποκαλύπτοντας τον πνευματικό δάσκαλο σε όλο το Ηπειρώτικο μεγαλείο του. Υλοποιώντας παλληκαρήσια το Αριστοτέλειον «φιλάνθρωπον» μέσω της διδασκαλίας, όπως μας υπενθυμίζει ο Ευάγγελος Παπανούτσος
Ας βαδίσουμε λέξη-λέξη, βήμα-βήμα σε κάποια αποσπάσματα των Επιλεκτικών και της Τρίτης Ματιάς
Αρχίζοντας με το «ο Μαραντόνα και ο Καμύ». Με αφορμή τις άστοχες δηλώσεις (και όχι για πρώτη φορά είναι η αλήθεια τα τελευταία χρόνια) ενός διάσημου, αμφιλεγόμενου, υπέργηρου ζωγράφου για το νωπό χαμό του διασημότερου (ίσως) ποδοσφαιριστή του κόσμου. Ο Αυδίκος αποδομεί κόσμια (αν και δέν υπάρχει αγενής γλώσσα) την άποψη τού ζωγράφου ότι το ποδόσφαιρο δέν συμπεριλαμβάνεται στις τέχνες. Επιχειρηματολογεί εύστοχα γιατί αξίζει στον ποδοσφαιριστή μια θέση στο Πάνθεον, αφού …χάρισε (στον κόσμο) τη δυνατότητα να ονειρεύεται …σε καιρούς τυποποίησης, χάρισε τη φαντασία ως αντίδοτο… Αναγνωστική διαπίστωση : χρονικογράφος – ζωγράφος σημειώσατε 1 !
Ας δώσουμε την δέουσα προσοχή σε ένα συγκεκριμένο δημιούργημα της Τρίτης ματιάς , τον «Γιατρό της Παργινόσκαλας» – όπου ο Πρεβεζάνος και συνάμα aficionado τής ανάδειξης τής ιστορικής μνήμης Αυδίκος, αποτίνει φόρο τιμής στους αθώους (κοντά 50 τον αριθμό) συμ-πολίτες του, ανάμεσά τους 15 μαθητές τού Γυμνασίου, πού, χωρίς καμιά δίκη, εκτελέσθηκαν στις 23 Σεπτεμβρίου 1944… μια ανθρωποθυσία προληπτικής τιμωρίας, μια τραγωδία πριν από τον Δεκέμβρη του 1944, ένα προγύμνασμα για ότι (δυστυχώς για την χώρα μας) ακολούθησε…Κι ανάμεσά τους ο γιατρός (Χρήστος ΜΑΪΔΑΤΣΗΣ), πού ανήκε στη χορεία των ανθρωπιστών τής ιατρικής, που τιμούσε τον Όρκο του Ιπποκράτη…που έβλεπε μόνο την αρρώστια… Σιωπή στην πόλη. Όχι μόνο τότε αλλά και πολλές δεκαετίες μετά … Ο χρονικογράφος σε μια de profundis κατάθεση ψυχής επιχειρηματολογεί γιατί επιχειρεί να ξεθάψει τη βαθιά θαμμένη μνήμη, ολοκληρώνοντας με ένα ποίημα απ’ όπου βγαίνουν …ματωμένες οι τσέπες μας από τους στίχους του… Στίχους αλγεσίδωρους, πού, παρ’ όλη την πικρία που είναι νοτισμένοι, επιτρέπουν να απολαύσεις τη μουσική μαγεία του κειμένου !
Ας εστιάσουμε σε κάποιες λέξεις και έννοιες-κλειδιά των τίτλων : ‘Το κρίκετ πού …βρυχάται’ [για τον υποβόσκοντα αλλά, δυστυχώς, πάντα ενεργό ρατσισμό των νεο-Ελλήνων …], ‘Αγιοζούμι τυροζούμι’ [η Σαρακοστή ως πρώιμη ανάβαση στον Γολγοθά τής καθημερινότητας χωρίς… ξεβγαρτή], ‘Το πολιτικό σιωπητήριο & το ιδιότυπο σιωπητήριο στα ΜΜΕ’ [που δέν συνάδει με μια δημοκρατική κοινωνία], ‘την αστική αυτοπεποίθηση’ [«αφιερωμένο» στον πρώην υπουργό Οικονομικών, κ. Ευκλείδη Τσακαλώτο, στιγματίζει ανεξίτηλα τον υπαινιγμό του ότι η αυτοπεποίθηση καλλιεργείται πρωτίστως ανάμεσα σε αυτούς που έχουν τέτοιου είδους-βρετανική- εκπαίδευση ή αντίστοιχη καταγωγή…], ‘Τα πάθη ενός ατέλειωτου Μεγαλοβδόμαδου’ [τιμώντας τον πρόσφατα αποδημήσαντα Περικλή Κοροβέση και όσους αντιστέκονται στην ισοπέδωση της ανθρωπιάς από τους «Ανθρωποφύλακες» και, με αφορμή τής συγκυρίας τού κορονοϊού, να ζυγίζει τον πολιτισμό μας και να τον βρίσκει …ελλιποβαρή], ‘Ήπειρος, μια περιφέρεια σε αμηχανία’ [όπου τα ορεινά χωριά αφυδατώθηκαν από τη ζωντάνια των νέων γενιών…και τα Γιάννινα έχουν γίνει ένα πολύ μεγάλο κεφάλι στο πολύ αδύνατο σώμα της υπόλοιπης Ηπείρου], ‘Λιντσάρισμα στην Ερμού’ [με εισαγωγή στον Ουίλιαμ Μπλέικ, ποιητή και ζωγράφο, για τη σχέση των δημιουργών με τη δαιμονική όψη του κόσμου και του πολιτισμού, εστιάζοντας στο παρ’ ολίγον … θύμα Αλέξανδρο Σούτσο, πού είχε διαπράξει το… αδίκημα να σατιρίσει την τότε κυβέρνηση -1844 – για να καταλήξει επαγωγικά ότι δύο πράγματα είναι αδιαπραγμάτευτα και δέν χωρούν εκπτώσεις, η δημόσια υγεία και η δημοκρατία], ‘Ο τόπος βούλιαξε’ [για την τίσιν της φύσης και για την διαχρονική ολιγωρία τών αρχόντων-ηθικών αυτουργών, που στρογγυλοκάθονταν μόνο στην ανάγκη να μαζέψουν ψήφους, αφήνοντας τίς (προειδοποιητικές) μελέτες στα συρτάρια], ‘Λούνα’ [μια Εβραιοπούλα, πού έζησε τότε που το ατσάλι έλιωνε στα κρεματόρια τής (κατακτημένης) Πολωνίας και της Γερμανίας μέσα από ένα δοκίμιο ιστορικής βιογραφίας τής Ρίκας Μπενβενίστε, που εξιστορεί τη ζωή των απλών ανθρώπων. Των ταπεινών και καταφρονεμένων. Πού σ’ όλη τους τη ζωή αναμετρήθηκαν με τις στερήσεις, τον αγώνα για την επιβίωση. Πού οι συνθήκες τούς επιφύλαξαν να γίνουν μάρτυρες σημαντικών στιγμών]…
Ο κατάλογος, ευτυχώς για μάς τούς αναγνώστες, αρίφνητος, η έμπνευση ατέρμονη, η διάθεση αστείρευτη !
Ο Αυδίκος πιλοτάρει σε νήδυμη πτήση ένα αόρατο, ατμοσφαιρικό, αιθέριο, drone, εξοπλισμένο με αισθητήρες ενσυναίσθησης μεγάλου βεληνεκούς και σκανάρει ακούραστα την ελληνική επικράτεια. Περιφέρεται και πάνω από τις πακτωμένες ασφυκτικά από ανθρώπινες μάζες αστικές περιοχές και πάνω από την ερημωμένη ύπαιθρο, μελαγχολική και εγκαταλελειμμένη, ξεσκονίζοντας στην πορεία τη μνήμη και καταγγέλλοντας στη διαδρομή τούς «παράταιρους δεσμούς γραβάτας με σώβρακο» Μάριου Χάκκα
Ο χρονικογράφος Αυδίκος
ρηματοποιεί τον άσκαυλο (και τον εντάσσει όχι μόνο στα Εξάρχεια, σχηματοποιώντας τήν διαμάχη μεταξύ τής εισαγωγής μιας άλλης μουσικής, με ήχους προερχόμενους από ένα αρχέγονο πολιτισμό, σε μια προσπάθεια πολιτισμικής πρόσμειξης σε μια αστική περιοχή – Εξάρχεια – πού, παρ’ όλο που πρεσβεύει την αντισυμβατικότητα της πρωτεύουσας, αποτυγχάνει ‘ασκαυλίζοντας’ να φέρει τα πάνω-κάτω…)
περιδιαβαίνει τον δρόμο με τις ολάνθιστες κουτσουπιές (όπου βρήκε το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων λίγο πριν από τη δικτατορία του 1967. Το Ίδρυμα πού έγινε πνευματική κουτσουπιά, η οποία άνθιζε όλο το χρόνο, τώρα κουφάρι…δυστυχώς ακόμη μια ηχηρή απώλεια ενός ιστορικού «κυματοθραύστη» ανάσχεσης της αμάθειας [«Αμάθεια, άσπλαχνη Θεά, τη δύναμή σου τρέμω» μάς προειδοποιεί, προφανώς ανεπιτυχώς, ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα ο Κεφαλλονίτης ποιητής Μικέλης Άβλιχος]
στήνει το Αυτί ανοιχτά (τότε που υπήρχε πρωτοκαθεδρία τής αίσθησης αυτής – το σαλόνι του μυαλού – στις συναντήσεις τών λογίων τής Αρχαίας Αθήνας σαν ένας πρόναος της δημοκρατίας… «το μάτι βλέπει τέσσερις κατευθύνσεις, το αυτί ακούει οκτώ κατευθύνσεις» επιβεβαιώνει η κινέζικη παράδοση… Στην εποχή μας, αντίθετα, καλλιεργούνται παθητικοί ακροατές, με το μάτι να συνηθίζει και να εισπνέει το φόβο… Χωρίς δισταγμό ο Αυδίκος κομματιάζει με την κοφτερή – σαν σπαθί κατάνα – πένα του «στο πάγκο του χασάπη» Διονύση Σαββόπουλου το σκάνδαλο των υποκλοπών – επισυνδέσεων και τη μονόπλευρη κακοποιητική ενημέρωση των αργυρώνητων ΜΜΕ, που προσπαθούν να δημιουργήσουν παθητικούς ακροατές, χωρίς λόγο, χωρίς κρίση)
καταγγέλλει την Εγκατόρυξη της υποκρισίας, της ανευθυνότητας, της προχειρολογίας και της αναξιοκρατίας, που καταλήγει να θάβει τα νέα παιδιά, θυσιάζοντας παράλληλα το μέλλον της χώρας μας
καταγράφει πιστά αυτά πού η Κάμερα περιπλανώμενη πάνω στα ερείπια συλλαμβάνει στο απλανές βλέμμα αυτών που επέζησαν, που στέκουν αμήχανοι και ανήμποροι να συνειδητοποιήσουν το μέγεθος της καταστροφής. Η κάμερα προσπαθεί να τρυπώσει στις σχισμές, τρέφεται από την υλική μαρτυρία, από σώματα που ψυχορραγούν
σατιρίζει εύστοχα μέσω των αποσυνάγωγων Τζιτζικιών, πού κοινωνικά δέν χωρούν στην ηθική της κοινωνίας συγκρινόμενα με τα εργατικά και στοχοπροσηλωμένα Μυρμήγκια, τα κενά του συστήματος, πού αφήνει κάποια τζιτζίκια να κόβουν δρόμο, ιππεύοντας ισχυρά, κοινωνικά οχήματα (δακτυλοδείχνοντας τη δήθεν αξιοκρατία του επιτελικού κράτους)
παρακολουθεί και αναλύει με τον δικό του μοναδικό τρόπο μια θεατρική ‘ Άλλη αναπαράσταση’ (τον Οιδίποδα Τύραννο του Σοφοκλή) για τη δύναμη των αρχετυπικών εννοιών, που κουβαλάει η ιστορία μέσω του κοχλασμού της μυθολογίας
θέτει τον δάκτυλο επί τον τύπο των ήλων των πρόσφατων γυναικοκτονιών (φεύ … προδιαγεγραμμένων) με καρδιοπονόθλιβο μήνυμα μέσα από το’ Ένα μέτρο από το κουβούκλιο’ (…του αστυνομικού, που γίνηκε το σύνορο με την ηθική του Χότζα… αναφωνώντας επιτακτικά : Σώνει..)
ασχολείται με τη Θωράκιση (την κοινωνική, που απουσιάζει στην εποχή μας…με την απαξίωση των συλλογικών θεσμών που σκαλίζουν την κοινωνικότητα. Ο χρονικογράφος ιδανικά «παντρεύει» τις διαδικασίες της κοινωνικής θωράκισης με αυτές της μαγειρικής τέχνης, αντιδιαστέλλοντας το σοτάρισμα από το τσιγάρισμα και την επίδρασή τους στη ψυχοσύνθεση του σύγχρονου-άοπλου ανθρώπου, τονίζοντας την ανάγκη για σοτάρισμα και όχι τσιγάρισμα της εξουσίας)
επισημαίνει την απουσία των Σπαθιών της Πίστης (από τη ζωή μας στον ανθρωπισμό, στην ανεξιθρησκία. Τη σημασία σεβασμού όλων των πίστεων. Και πότε, αλήθεια ; Το Ψυχοσάββατο, όταν οι άνθρωποι δυσκολεύονται να αποδεχθούν τον αμετάκλητο χωρισμό από όσους & όσες πήραν το πριάρι του Αχέροντα) …
ξεμπροστιάζει την μαυλίστρα Κοινωνία μας, όπου οι κερδοδιψείς μεγαλέμποροι κάνουν (φυσικά επώνυμα και επιδεικτικά) δωρεές σε φιλόπτωχα, σκορπίζοντας σκόπιμα το «μελάνι της σύγχυσης» στην ατομική προσπάθεια αλίευσης των θεμελιωδών διαφορών μεταξύ ελεημοσύνης και αλληλεγγύης
κοροϊδεύει την αναμέτρηση τής ξενόφερτης Black Friday με τα ντόπιας… παραγωγής White Pockets (άδειες τσέπες), ευρηματικά σκιαγραφώντας πώς οι βεβαιότητες για τον κόσμο που φοράμε κατάσαρκα αποκτούν τις ιδιότητες του πουκαμίσου του Νέσσου, πώς δηλητηριάζουν την ύπαρξή μας και μας οδηγούν σε αυτοκαταστροφικές επιλογές, τονίζοντας το σύγχρονο Κενό…
ειρωνεύεται τις πολιτικές επιλογές των υποψηφίων για τις Ευρωεκλογές, αριστουργηματικά συνδέοντας το ζήτημα με την επιλογή του υποψηφίου για τη Γιουροβίζιον. Έννοιες που συναντώνται στο θέαμα. Γνώμονας της πολιτικής επιλογής : η ψηφοσυλλεκτική ικανότητα τών υποψηφίων, που είναι κατά πλειοψηφία άνθρωποι του θεάματος με τηλεοπτική μόνον αναγνωρισιμότητα (influencers τουτέστιν ‘δημιουργοί… ανύπαρκτου περιεχομένου’…) και, δυστυχώς, κραυγαλέα άγνοια γνώσης τού αντικειμένου. Απευθυνόμενος προς εμάς, τους τηλεκαμένους (!) ψηφοφόρους, μάς οικτίρει, αφού οδηγούμαστε συν-ενοχικά να ψηφίσουμε ξώκαρδα …τρώγοντας τσιπς
Τελειώνοντας, θα χρησιμοποιήσω ένα τετράστιχο του Edmond Rostand από τον «Συρανό ντε Μπερζεράκ» :
… δεν πολεμάω, φίλε μου, μονάχα για τη νίκη
Μ’ αρέσει ν’ αγωνίζομαι κι ας ξέρω πώς θα χάσω
Όσο κι αν είναι ανώφελο
ΕΓΩ θα διασκεδάσω …
Έως την επόμενη Τρίτη, λοιπόν …
Ι. Δ. ΠΑΣΙΑΣ
Ιητήρ = ιατρός [από πήλινη πινακίδα της Γραμμικής Β΄ από τα ανακτορικά αρχεία της Πύλου περί το 1200 π. Χ]
Φωτογραφία: Με τον ποιητή Κώστα Λάνταβο, Λογοτεχνική Γωνιά, Λάρισα, 2023.