Scroll Top

Λίλα Τρουλινού | Νουρ

Υπεύθυνη στήλης | Ηρώ Νικοπούλου

Η στήλη αυτή ασχολείται αποκλειστικά με το μικρό διήγημα, που τις τελευταίες τρεις τουλάχιστον δεκαετίες έχει αγαπηθεί για την αμεσότητα και την σπιρτάδα του, ανταποκρίνεται στους ρυθμούς της ψηφιακής εποχής και έχει αναδειχθεί ως νέο λογοτεχνικό είδος. Αποτελεί αντικείμενο μελέτης και θεωρητικής προσέγγισης πολλών Διεθνών Συνεδρίων. Μικρό διήγημα, μικροδιήγημα, μικροαφήγημα, ιστορία μπονζάι, flash fiction, short story, minicuento, nanocuento κ.ά ορίζουν τον τρόπο και τον στόχο της μικρής σε αριθμό λέξεων μυθοπλαστικής φόρμας, που χαρακτηρίζεται από πλοκή και χαρακτήρες, από υπαινικτικότητα και αφαίρεση, συχνά έχει ανοιχτό τέλος και πάντοτε ζητά την ενεργή συμμετοχή του αναγνώστη, που καλείται να συμπληρώσει την πλοκή, όπως φαίνεται καθαρά στην πιο γνωστή σύντομη ιστορία του 20ου αιώνα, που αποδίδεται στον Χέμινγουέι: «Προς πώληση: βρεφικά παπούτσια εντελώς αφόρετα».

Η στήλη θα φιλοξενεί κάθε μήνα ένα συγγραφέα με τρία αδημοσίευτα διηγήματά του, το αφιέρωμα θα ολοκληρώνεται με μία συνέντευξή του την τέταρτη εβδομάδα.

Νουρ

Ο ήλιος του φθινοπώρου φωτίζει ψυχρά τον κήπο του σχολείου. Τριανταφυλλιές και λεβάντες, πορτοκαλιές και δύο μικρές δάφνες. Μια σειρά νεραντζιές. Και ένα παρτέρι με κατάλευκους κρίνους. Ένα παιδί περιπλανιέται εκεί γλυκά, πάντα το ίδιο και πάντα μόνο, σφυρίζοντας  ανατολίτικους λυπητερούς σκοπούς. Τον φαντάζομαι σαν Βασιλιά του Κήπου, λεπτό δεντράκι με πουλιά στα κλαδιά. Κουνάει τα χέρια και τινάζει τα νεκρά φύλλα. Χτυπάει το κουδούνι. Το αγόρι σφυρίζει για μία ακόμα φορά και ταΐζει τα πουλιά με θρύμματα από το σουσαμένιο κουλούρι. Τώρα τον συναντώ στον διάδρομο, ανεβαίνει τις σκάλες για τον πάνω όροφο. Είναι ο Νουρ Κοβατλί, μου λένε τα παιδιά του Α3. Σύριος. Ήρθε από τον πόλεμο. Σώθηκε μόνο η μικροθεία του κι αυτός.

Στην τάξη κάθεται τελείως ανέκφραστος. Τι μεγάλα μάτια που έχει! Σταχτιά, παγερά σταχτιά, σαν το ασήμι της σελήνης. Να ’ταν πάντα τόσο ψυχρά; Πού και πού θα θόλωναν, όταν ο άνεμος έτρεχε ανάμεσα στα δέντρα και βούιζε το δάσος πάνω στο βουνό. Το πρόσωπό του θα χλόμιαζε από μελαγχολία, όταν τα νερά του ποταμού ανέβαιναν και μια νέα ριπή ανέμου ψιθύριζε πάλι για τον πόλεμο, για τις νάρκες, για τις οβίδες. Όταν ο άνεμος περνούσε βιαστικά πάνω από το νεκροταφείο, πλάι στο βομβαρδισμένο χωριό του.

Χθες ήρθαν οι κηδεμόνες του Νουρ, η αδελφή της μάνας του και ένας Έλληνας ναυτικός, φίλος της οικογένειας από παλιά. Η γυναίκα μελαχρινή, ντελικάτη, λέει, ναι, όχι. Δεν ξέρει άλλες λέξεις. Ο άντρας, ένας στιβαρός νάνος, με μυτερή γενειάδα. «Αχ το καημένο το παιδί, που έχει χάσει τη μανούλα του. Άραγε τι θα έχουν δει τα μάτια του», λέει η φυσικός μας. «Σιγά, τι να έχει δει; Το παιδί δεν έχει πρόβλημα και δεν είναι καθόλου καημένο», διαμαρτύρεται εκείνος. «Μια χαρά περνάει μαζί μας. Του πήραμε και δάσκαλο και κάνει ιδιαίτερα στη γλώσσα». «Ναι», χαμογελάει αχνά η γυναίκα.

Την επομένη εμφανίζεται η καθηγήτρια της Ειδικής Αγωγής. Έχει πέντε παιδιά στο τμήμα του Νουρ να φροντίσει. Σύλβια Βεργέτη, τη συστήνω στην τάξη. Έντονα βαμμένο πρόσωπο, σιέλ βλεφαρίδες, μαργαριταρένιο χαμόγελο, μια τρυφερή ευσαρκία στο βάδισμά της, στην κίνησή της. Στοργική μητέρα, σκύβει πάνω από το καθένα απ’ τα παιδιά της. Στα μάτια όμως του Βασιλιά του Κήπου το κρύο έχει μόνιμα φωλιάσει. Χειμώνας μέσα. Ο άνεμος, η θύελλα λυσσομανάνε. Η λάμπα σβήνει, οι παγωμένοι κρύσταλλοι κρέμονται ανάποδα από τα τόξα των φρυδιών του.

Η καθηγήτρια της Ένταξης με το αρωματισμένο της θρόισμα στέκεται και τον κοιτά. Κάτω απ’ τις μακριές βλεφαρίδες της, το βλέμμα της θωπευτικό τον διαπερνάει. «Τώρα είσαι εδώ, μαζί μας. Χαμογέλα λίγο!» του ψιθυρίζει και τακτοποιεί με φιλαρέσκεια μια ατίθαση μπούκλα της. «Έχεις διαβεί τη θάλασσα του πολέμου». Και τότε συμβαίνει κάτι παράξενο. Η χιονένια ομίχλη διαλύεται. Οι σταλακτίτες λειώνουν από τη στέγη. Στο γκρίζο σατέν των ματιών του μια οργισμένη φωτιά. Τρίζουν ξερά κλαδιά. Ξεσπάει πυρκαγιά. Παντού κίνδυνος. Πουθενά προστασία. Μέσα στον κήπο σκάνε οι διάσπαρτες νάρκες κάτω από τα ξερά φύλλα, τα σαπισμένα νεράντζια. Στη θανατερή αγκαλιά των κρίνων με τη δηλητηριώδη γύρη ψυχορραγούνε τα πουλιά. 

Βιογραφικό Λίλα Τρουλινού

Βιογραφικό Ηρώ Νικοπούλου