Scroll Top

«7 + 1 στιχουργοί για τον Μάιο του 2020 στο Culture Book»

7 + 1 στιχουργοί για το Culture Book. Ένας καταξιωμένος στιχουργός (Μπρούχος Δημήτρης), μία σημαντική τραγουδίστρια (Βεληβασάκη Γεωργία), ένας αξιόλογος μουσικός και τραγουδοποιός (Τόλιος Δημήτρης), ένας συνθέτης και μουσικός της νέας γενιάς (Νάσκος Δημήτρης), δύο νεότερες γυναικείες φωνές, φοιτήτριες του Μεταπτυχιακού Προγράμματος Σπουδών «Δημιουργική Γραφή» (Γρηγορούδη Σοφία και Σαρταρτίδου Αγγελική), ένας βαθύς γνώστης και μελετητής του ελληνικού τραγουδιού (Αραβανής Σπύρος) και ο υποφαινόμενος, όλοι τους μάς καταθέτουν στίχους που αξίζει να διαβαστούν. Στίχοι με διαφορετική θεματολογία και ύφος, συγκλίσεις και αποκλίσεις αλλά στίχοι καλογραμμένοι και ορισμένοι ήδη μελοποιημένοι.
Να σημειώσουμε πως θεωρήσαμε υποχρέωσή μας (πώς αλλιώς άλλωστε όταν ομιλούμε για καλλιτεχνική δημιουργία) να αποδεχτούμε τον τρόπο χρήσης των σημείων στίξης και των γραμματικοσυντακτικών κανόνων του κάθε συγγραφέα.Καλή ανάγνωση!
Τριαντάφυλλος Η. Κωτόπουλος

Αραβανής Σπύρος

Ευτυχία

Είμαι εγώ η ευτυχία μα την κυνηγώ
Σαν μικρή δροσοσταλίδα σε καιρό ζεστό

Είμαι εγώ η ευτυχία μα δεν την κρατώ
Σαν δεντράκι την ανθίζω και φυλλοροώ

Έρχομαι απ’ τ’όνομά μου και εκεί πηγαίνω
Και ας το σώμα που φοράω το φωνάζουν «Ξένο»

Είμαι εγώ η ευτυχία κι όλο λαχταρώ
Άλλο να μην μ’ ερμηνεύω, να μην εξηγώ

Είμαι εγώ η ευτυχία κι ένα επιθυμώ
Αν ποτέ θα ημερέψω, να μη μαραθώ

Έρχομαι απ’ τ’όνομά μου και εκεί πηγαίνω
Και ας το σώμα που φοράω το φωνάζουν «Ξένο»

Αραβανής Σπύρος

Ο παντογνώστης

Έχω γνώμη που σαλεύει
Και τα πάντα σφάζει
Ένα πρόβατο δεμένο
Που κραυγή βελάζει

Αγιασθήτω η φωνή μου
Και η κάθε άποψη
Και αςβλέπω τη ζωή μου
Μοναχά σαν κάτοψη

Έχω δάκτυλα τα πλήκτρα
Και για μάτια οθόνη
Ένα πνεύμα γαντζωμένο
Σε τηλε-αγχόνη

Αγιασθήτω η φωνή μου
Και η κάθε αντίληψη
Και ας ζήσω τη ζωή μου
Σαν μια αντισύλληψη 

 §

Βεληβασάκη Γεωργία 

Της άνοιξης ο χειμώνας
Ο τόπος βουίζει εντός μου
νυχτώνει με γεύση δυόσμου
πού να ‘στε στερνοί γειτόνοι
κι απόμεινα πάλι μόνη.

Ελιά και βασιλικέ μου
κι εσύ αγέννητε γιε μου
ποιας άνοιξης να ‘στε δώρα
που ανθίζει μακριά απ’ το τώρα

Ποια μοίρα με κυνηγάει
της δείχνω κι αλλού με πάει
ροδόσταγμα κι ανεμώνη
μ’ ακόμα δεν ξημερώνει.

Ποια μοίρα το φως μου κρύβει
το πιο της ζωής μου στολίδι
ροδόσταγμα να τη ράνω
να δω την αυγή κι ας πεθάνω

Του έρωτα ο θησαυρός μου
κοντά μα ποτέ δικός μου
μικρή και κρυφή μου ελπίδα
φιλί τη ζωή μου είδα.

Ο τόπος βουίζει εντός μου
νυχτώνει με γεύση δυόσμου
με πέτυχε κατά μόνας
της άνοιξης ο χειμώνας.

Βεληβασάκη Γεωργία 


Μοιρολόι
Ας ήμουνα μικρό πουλί, φτεράκι να πετάξω
άχνα κι ανεμοψίθυρος, του δρόμου σου να φτάξω
να δω τι κήπο ορέγεσαι και τι ανθούς θερίζεις
και τίνος συνερίζεσαι και πίσω δε γυρίζεις.

Ήσουνα ματζουράνα μου και ρίζα μου του κόσμου
μα έγινε στάχτη ο καιρός κι εθάμπωσέ σε φως μου.
Ήσουνα ταίρι της ζωής, τσ’ αγάπης η εικόνα
κάθε σου αυλάκι ευχόντανε κανείς να μην επόνα.

Στο πεζουλάκι κάθουσουν, μαντιναδολογούσες
κι αν έχει πίκρες η ζωή γλυκιά τηνε θωρούσες
και μολογούσες σιγανά «του Χάρου δεν θα δώσω
‘θελα θωρώ τη νιότη μου ‘θελα τηνε σκλαβώσω».

Όνειρο σ’ είδα μάθια μου το πείσμα να σ’ απλώνω
μα εσύ να μου χαμογελάς και να μ’ αφήνεις μόνο.
Όνειρο σ’ είδα μάθια μου σε κήπους κι επορπάτεις
κι απέ τα μάθια σφάλιξες κι ανέμισες κι εχάθης.

Να ‘μουνα λέει μικρό πουλί ψηλά για να πετάξω
θα μήναγα τον ουρανό του δρόμου σου ν’ αλλάξω.
Κι αν δεν καταδεχόσουνα τα πίσω να πορίζεις
θα γένουμουν του ονείρου σου λουλούδι να μυρίζεις.

§

Γρηγορούδη Σοφία

Ωδή στη Μυστική Αγάπη


Η Αγάπη την καρδιά
σε μια ξύλινη γωνιά
απ’ το σώμα της βροχής
αγκαλιάζει την πληγή.
Το νερό το τρυφερό
ροδοκόκκινος παλμός
η Αγάπη η μυστική
στο βαμβάκι μιας χορδής.Αν μια μέρα σου χτυπήσει
να την πάρεις παρακόρη
να την πάρεις να στεγνώνει
σαν μαγιάτικο στεφάνι.
Πώς γυρίζει θα σου μάθει
τι γυρεύει μες στ’ αγκάθια
κι αν το γέρμα σου γεράσει
άφησε την να βουλιάξει.

Άφησε την να βουλιάξει
κι αν το γέρμα σου γεράσει
τι γυρεύει μες στ’ αγκάθια
πώς γυρίζει θα σου μάθει.
Σαν μαγιάτικο στεφάνι
να την πάρεις να στεγνώνει
να την πάρεις παρακόρη
αν μια μέρα σου χτυπήσει.

Στο βαμβάκι μιας χορδής
η Αγάπη η μυστική
ροδοκόκκινος παλμός
το νερό το τρυφερό
Αγκαλιάζει την πληγή
απ’ το σώμα της βροχής
σε μια ξύλινη γωνιά
η Αγάπη την καρδιά.
Αν μια μέρα σου χτυπήσει η αγάπη την καρδιά
να την πάρεις παρακόρη σε μια ξύλινη γωνιά.
Να την πάρεις να στεγνώνει απ’ το σώμα της βροχής
σαν μαγιάτικο στεφάνι ν’ αγκαλιάζει την πληγή.

Πώς γυρίζει θα σου μάθει το νερό το τρυφερό
τι γυρεύει μες στ’ αγκάθια ροδοκόκκινος παλμός
Κι αν το γέρμα σου γεράσει η Αγάπη η μυστική
άφησέ την να βουλιάξει στο βαμβάκι μιας χορδής.

§

Κωτόπουλος Η. ΤριαντάφυλλοςΤα καλοκαίρια μου

Καθώς θολώνω σε αντικρύζω να μου γελάς
και προσκυνάει και υποτάσσεται κάθε νοτιάς

Μπορείς να βάλεις τα καλοκαίρια μου σε μια σειρά
φεύγουν, γλιστράν μέσα απ’ τα χέρια μου, μικρή κυρά

Και να φροντίσεις τα μεσημέρια μας, τις Κυριακές
Σαν να ‘ταν άγιες να με προσέχεις μαζί μ’ αυτές

Κωτόπουλος Η. Τριαντάφυλλος

Η βεγγέρα

Πέφτουν κομμάτια απ’ το σπίτι μας γνωστά
Η εποχή θυμίζει μαύρη καλημέρα
Και αδελφώνει μες στα μάτια μας μπροστά
Όλη η γη σε μια παράξενη βεγγέρα

Στο φιλντισένιο μου τασάκι
Κρυμμένοι στίχοι και ζορμπάδες
Φυσάνε μέσα του οι δράκοι
Κι οι καπνισμένες μας αράδες

Τώρα στα διπλανά μπαλκόνια έχει φως
Και οι πλατείες είναι άδειες θυγατέρες
Τώρα ανταμώνει και η τέχνη μας αλλιώς
Στις λανθασμένες τις ανθρώπινες τις μέρες

§
 

Μπρούχος Δημήτρης


«ΕΛΛΑΔΑ»

Μουσική: Δημήτρης Παπαδημητρίου 

Ερμηνεία – α΄ εκτέλεση: Φωτεινή Δάρρα

Τι πάει να πει ορμή και γενναιότητα
Οι Έλληνες το πλήρωσαν με αίμα
Κρατώντας την αρχαία τους ταυτότητα
Πολέμησαν μ’ αλήθεια και με ψέμμα
Tι πάει να πει αλύγιστη συνείδηση
Και σβέρκος τον ζυγό που δεν σηκώνει
Απ’ τους αιώνες έρχεται σαν είδηση
Θεριό στα σωθικά που δε μερώνει
                   Ρεφρέν
Ελλάδα, που κρατάς ψηλά περήφανη
Το σύνθημα γι’ αντίσταση και πάλη
Χίλια σπαθιά ας κραδαίνουν οι ανίκανοι
Τριγύρω σου απ’ το άσκυφτο κεφάλι
Ελλάδα… Ελλάδα…
«Μολών Λαβέ», η αιώνια απάντηση
Εκείνων που φυλάγουν Θερμοπύλες
Στα μαρμαρένια αλώνια η συνάντηση
Κι οι Αρχάγγελοι κρατούν γερά τις πύλες
Απάτητη ψυχή, που δεν σκυλεύεται,
Που γέρνει ξαποσταίνοντας στο πλάι
Παλεύει και με ό,τι δεν παλεύεται
Κι ευλαβικά με τον Θεό μιλάει
                   Ρεφρέν
Ελλάδα, που κρατάς ψηλά περήφανη
Το σύνθημα γι’ αντίσταση και πάλη
Χίλια σπαθιά ας κραδαίνουν οι ανίκανοι
Τριγύρω σου απ’ το άσκυφτο κεφάλι
Ελλάδα… Ελλάδα…
Περιλαμβάνεται στο έργο μου: «Ο Χαλασμός της Νάουσας 1822 μ. Χ.- Ελληνική ραψωδία, το οποίο εκδόθηκε με ΙSBN 978-960-93-3208-8
you tube: https://www.youtube.com/watch?v=7ZWPqv_Tdig&t=22s

Μπρούχος Δημήτρης

Μουσική: Μίμης Πλέσσας

Eρμηνεία – α΄ εκτέλεση: Μελίνα Ασλανίδου

Άλλαξε χρώμα ο καιρός
Κι ο στεναγμός ο βροχερός τι να σημαίνει
Μείνανε πίσω οι κραυγές
Μα εμείς ακόμα απ’ τις πληγές ερειπωμένοι

Ρεφρέν

Κλειστό της μοίρας το λευκό κοχύλι
Και το παράπονο στεγνό στα χείλη
Μείναν μονάχα οι λυγμοί
Μ’ αίμα βαμμένη η στιγμή

Μείναν μονάχα οι λυγμοί
Μ’ αίμα βαμμένη η στιγμή

———

Κρατώ το χέρι σου σφιχτά
Γύρω μου κλάματα πνιχτά, ζωή κομμάτια
Οι λύπες σαν σκιές πηδούν
Κι εγώ τις κρύβω μην τις δουν τα ξένα μάτια

Ρεφρέν

Κλειστό της μοίρας το λευκό κοχύλι
Και το παράπονο πικρό στα χείλη
Μείναν μονάχα οι λυγμοί
Μ’ αίμα βαμμένη η στιγμή

Μείναν μονάχα οι λυγμοί
Μ’ αίμα βαμμένη η στιγμή.

Τραγούδι της βραβευμένης τηλεοπτικής σειράς της ΝΕΤ «Τα παιδιά της Νιόβης»
Περιλαμβάνεται επίσης στο cd: «ΑΓΙΕΣ ΜΝΗΜΕΣ» και στην ομώνυμη έκδοση συλλογής τραγουδιών μου με ISBN 978-618-80459-0-3

you tube:https://www.youtube.com/watch?v=Nu1FXJG0eTI

§

Νάσκος Δημήτρης


Ο γρίφος του κόσμου

Πίσω από τα όνειρα τη χώρα του Ποτέ
Πίσω από τ’ απέραντο της θάλασσας το μπλε
Κοιμάται ο γρίφος του κόσμου κοιμάται
Πίσω από τα δάση τα πυκνά των ξωτικών
Πίσω από τα χιόνια των ψηλότερων βουνών
Κοιμάται ο γρίφος του κόσμου κοιμάταιΠίσω από τους βασιλιάδες και τους ποιητές
Πίσω από τη μνήμη που είναι ο φύλακας του χτες
Κοιμάται ο γρίφος του κόσμου κοιμάται

Λεωφορείο για τον γαλαξία
Στη ζωή τι έχει σημασία
Η μοναξιά μεγάλη των πραγμάτων
Ακούγεται ορχήστρα των χρωμάτων
Ρέκβιεμ για όσα βγήκαν πλάνη
Σαν το μυστηριώδες καραβάνι
Με θύελλες τυλίγεται μουσώνες
Το αίνιγμα υπάρχει στους αιώνες

Πίσω απ’ την ομίχλη πίσω απ’ τη μελαγχολία
Πίσω από τις ώρες που κυλάνε με μανία
Κοιμάται ο γρίφος του κόσμου κοιμάται
Πίσω από τ’ ατέλειωτα και μακρινά ταξίδια
Πίσω από τους κεραυνούς που κρέμονται σαν φίδια
Κοιμάται ο γρίφος του κόσμου κοιμάται

Πίσω απ’ τους πολέμους τα ηφαίστεια τη σκόνη
Πίσω από τη μοίρα που σκορπίζει και ενώνει
Κοιμάται ο γρίφος του κόσμου κοιμάται

Νάσκος Δημήτρης


Μεταμορφώσεις
Φαντάζομαι πως είμαι μια ψηλή βουνοκορφή
Κοντά στα σύννεφα της γης που ζει η ελευθερία
Επάνω από την πόλη της ασφάλτου την μικρή
Αλλάζει των πραγμάτων εντελώς η σημασία

Φαντάζομαι πως γίνομαι γαλάζιος ποταμός
Σ’ ωκεανούς που χύνεται φυγής απεγνωσμένα
Θυμίζει λίμνες στάσιμες ετούτος ο καιρός
Υπνοβατεί μια εποχή πηγαίνει στα χαμένα

Φαντάζομαι πως είμαι ένας αγέρας που φυσά
Γεμάτος απ’ ατέλειωτα και μακρινά ταξίδια
Χαρίζω στα λουλούδια το φιλί και τη δροσιά
Για αλλού πάντα σηκώνομαι δεν κάθομαι στα ίδια

Φαντάζομαι πως γίνομαι χιλιάδες πυρκαγιές
Το νέο τ’ αδοκίμαστο αχόρταγα ζητάνε
Αυτές οι αδιάφορες και κρύες εποχές
Ως πότε μες τις φλέβες των ανθρώπων θα κυλάνε

§

Σαρταρίδου Αγγελική


Η καρδερίνα
Στη λεύκα φώλιασε μια καρδερίνα –
κρυμμένη μες της φυλλωσιάς το σάλι,
έχει καμάρι κι ομορφιά μεγάλη.
Κοιμάται σ’ ένα στρώμα από κρίνα

Τον ήλιο κάθε μέρα ατενίζει
και τους αιθέρες σχίζει σαν πετάει.
Η πλάση όλη την γλυκοκοιτάει,
σαν τραγουδά η καρδιά δροσιά γεμίζει

Δε λογαριάζει διόλου καταιγίδες,
μα τρέμει του Ηλία τις παγίδες
Πουλί δεν πεταρίζει, δε γελάει

μες το κλουβί˙ μαυρίζει, μαραζώνει,
σαν σε λιοστάσι λίγο – λίγο λιώνει.
Χωρίς φτερά η ψυχή δεν κελαηδάει

Σαρταρίδου Αγγελική


A Little Sparrow

A little sparrow spread its wings
and flew above the land and seas,
trying to touch the Moon and stars,
the heavenly bodies illuminating us.
It flew and flew, but never knew
the dangers lurking when mildew
covers the ferns where insects nest,
if absent are their predators.Its will was strong, its curiosity more,
urged to discover an unknown world,
revealed in dreams and visions only;
when Reason’s dormant, what reigns is Folly!

So, as it travelled its own path,
the fairies stole the eggs it hatched,
they gave them to nasty elves
and all its progeny was lost.

And once the sparrow reached the skies
– its destination fulfilled,
like Icarus its wings were broken
and down the Earth the bird was fallen.

“Alas, my God, how fool I’ve been
to chase things I should not see!
High on a throne I placed myself
and now I’m left with just a curse.”

And then a bright light appeared,
warming its heart, wiping its tears,
and hence, the sparrow realised
what precious knowledge it acquired…

§

Τόλιος Δημήτρης


Στοπ – Καρέ
Εσύ που πάντα υπέγραφες με πένα την ματιά σου, Και έδινες αυτόγραφα πριν καν σου ζητηθούν,
Ποτέ δεν συλλογίστηκες ποιοι μπαίνουν στα νερά σου, Και του πυρός το βάπτισμα μαζί σου προσδοκούν.

Εσύ που η ανάσα σου ζεσταίνει τον Χειμώνα,
Και στου κορμιού τις όχθες σου συρρέουνε πιστοί, Ποτέ δε συλλογίστηκες το πως περνούν τα χρόνια, Κι η φτέρνα του Αχιλλέα θα βραχεί κάποια στιγμή.

Και όσο πλησιάζεις πιο κοντά σ’ έναν καθρέφτη, Το χνώτο σου θαμπώνει την εικόνα που κοιτάς.
Στολίδια όσα κι αν πλέξεις θα ΄ναι πάντα ένα φορτίο, Γιατί τον εαυτό σου σε βοηθούν να ξεγελάς.

Εσύ που πάντα ήξερες συμφέρον σου τι είναι,
Και κάβα τους ανθρώπους ήθελες να διατηρείς. Ποτέ δε συλλογίστηκες πώς τόσες εξισώσεις, Δεν βγάζουν αποτέλεσμα που όλο επιθυμείς.

Εσύ που την πραμάτεια σου στη διαπασών φωνάζεις, Φωνή βοώντος σ’ έρημο που θέλει ν’ ακουστεί,
Ποτέ δε συλλογίστηκες ποια είσαι και πώς μοιάζεις Σε στοπ- καρέ οι μέρες σου ζητούν διαφυγή.

Τόλιος Δημήτρης

Διάδρομος μακρύς

Ποια στιχάκια να διαλέξω για να σου τα πω… Για να σου δείξω ότι ακόμα σ’ αγαπώ;
Σε πόσες λέξεις θα πρέπει να σταθώ… Στην καρδιά σου αν θέλω για να μπω;

Είχα τώρα μία διαίσθηση απόψε, Πως μαζί θα είμαστε το ιδανικό.
Πώς μπορώ αυτό να σου τ’ αποδείξω, Για να μου πεις το «Σ’ αγαπώ»;

Δείξε μου μια πόρτα απ’ την καρδιά σου, Για να τη χτυπήσω και να μπω.

Είναι διάδρομος μακρύς όλα τα βήματα σου Και φοβάμαι μην πέσω και χαθώ.
Έλα λύσε μου λιγάκι τα μαλλιά σου, Μήπως μπορέσω και πιαστώ.
Είναι διάδρομος μακρύς όλα τα βήματα σου Και φοβάμαι μην πέσω και χαθώ.

Σε ποια ρυάκια του μυαλού σου είμαι ξεχασμένος Σε ποια απόμερη γωνιά περιμένω την αυγή;
Μα εσύ είσαι τυφλή κι εγώ ένας μεθυσμένος Απ’ τα λόγια τα ωραία που μου ‘χεις πει.

https://www.youtube.com/watch?v=JwwXFQFrmEo

 
 
 
Πίνακας: Μοναξιά, 1907-1912 , Θάλεια Φλωρά-Καραβία, Ελαιογραφία σε χαρτόνι