Αδημοσίευτα κείμενα της Μαρίας Στασινοπούλου από μελλοντική συλλογή
Η τελευταία φροντίδα
Συνταξιούχος πια, εδώ και τρία χρόνια, κοιτάζω μια παλιά σχολική φωτογραφία και μετράω απώλειες. Δεν είναι και λίγοι οι φευγάτοι. Και να σκεφτείς ότι, για τους πιο πολλούς απ’ αυτούς, υπέγραψα το πιστοποιητικό θανάτου τους, ως χειρουργός σε μεγάλο κρατικό νοσοκομείο. Καθώς μου διηγείται αυτά ο παλιός μου μαθητής ήρθε στο νου μου ο στίχος του Μανόλη Αναγνωστάκη «Σ’ όλα τα παλιά περιοδικά όλοι πια πεθαμένοι»[1]
Απουσία
Στα νιάτα τους είχαν ζήσει έναν παράφορο έρωτα. Τον συνάντησε χρόνια μετά, συνταξιούχο, γωνία Σταδίου και Αμερικής. Αγκαλιάστηκαν τρυφερά. Της μίλαγε συνέχεια για τα παιδιά του. Εκείνη ήταν μόνη, από επιλογή.
-Σύζυγος υπάρχει; Τον ρώτησε
Ναι, υπάρχει… δηλαδή, όχι. Της απάντησε, κοιτώντας την με νοσταλγία στα μάτια.
Άντρες, πεταμένα λεφτά
Με τη γυναίκα του δεν είχαν τίποτα κοινό. Δεν ταίριαζαν πουθενά. «Πώς και γιατί την πήρες, αφού δεν σας έδενε τίποτα», τον ρώτησα κάποια στιγμή. «Ήταν η πρώτη και η μόνη γυναίκα που μου ζήτησε να την παντρευτώ. Δεν ήθελα να της χαλάσω το χατίρι», μου είπε.
«Άντρες, πεταμένα λεφτά», θα σχολίαζε η θυμόσοφη Άσπα. Και η γιαγιά μου θα συμπλήρωνε: «Και η πιο χαζή γυναίκα είναι εξυπνότερη από τον πιο έξυπνο άντρα».
[1] Μανόλης Αναγνωστάκης: ΥΓ., Εκδόσεις Νεφέλη, Αθήνα 1992, σ. 21