Με τον Γιώργο Μαρκόπουλο έτυχε και καθίσαμε στο ίδιο θρανίο, στο φροντιστήριο Τζουγανάτου, στην Αθήνα το 1969, προκειμένου να ετοιμαστούμε για τις εισαγωγικές εξετάσεις στο Πανεπιστήμιο. Γίναμε φίλοι, ταίριασαν τα χνώτα μας, από την πρώτη ώρα.
Ο Γιώργος είχε εκδώσει, πολυγραφημένα, την πρώτη του συλλογή Έβδομη Συμφωνία έναν χρόνο πριν όντας μαθητής της τελευταίας τάξης του γυμνασίου. Μέναμε κοντά, εκείνος στη Βικτώρια κι εγώ στη Βάθη. Αποφασίσαμε κάποτε, επειδή ήμασταν και οι δύο φτωχά παιδιάφανατικά για μάθηση κι αγαπούσαμε τη λογοτεχνία, αλλά δεν έφτανε η τσέπη μας να αγοράσουμε βιβλία, αποφασίσαμε και ζητήσαμε δουλειά εκείνος στις εκδόσεις Κάλβος του Γιώργου Χατζόπουλου κι εγώ στον Κέδρο της Νανάς Καλλιανέση. Μας προσέλαβαν και με τα δύο αντίτυπα από κάθε τίτλο που εθιμικά έπαιρναν οι υπάλληλοι ξεκινήσαμε τις βιβλιοθήκες μας δίνοντας ο ένας το δεύτερο αντίτυπο στον άλλον. Όμως το μεγαλύτερο κέρδος ήταν η επαφή μας με τους συγγραφείς, αφού γνώρισα και συναναστράφηκα πλείστους όσους: Βάρναλη, Ρίτσο, Τσίρκα, Αξιώτη, Αυγέρη, Αλεξίου, κ.ά. και τους νεότερους: Κουμανταρέα, Χάκα, Αμπατζόγλου, Κωσταβάρα, κ.ά.
Εν κατακλείδι η εφηβική μου συνάντηση με τον Γιώργο Μαρκόπουλο, κορυφαίο ποιητή της γενιάς μου, με μπόλιασε ευεργετικά μιας και όχι η ποιητική του μονάχα αλλά και η σύνολη υπόστασή του είναι δώρο ζωής.