Δε θα μπορούσε να υπάρχει πιο εύστοχη ερώτηση από αυτή του Μπρεχτ: Γιατί σωπαίναν οι ποιητές τους; Αυτή η διάσημη ερώτηση του μεγάλου μαρξιστή δημιουργού επανέρχεται πιο επίμονα σε εποχές όπου η αγριότητα των εκμεταλλευτών φτάνει στην κορύφωσή της. Ο Μπρεχτ έζησε σε μια εποχή όπου ο καπιταλισμός για να καταφέρει να επιζήσει, αφαίρεσε το ειρηνικό του προσωπείο αφού αδυνατούσε να σταθεροποιήσει την σχετικά, οικονομική σταθερότητά του όπως στην εποχή της Μπελ Επόκ (1871-1914). Έζησε τα μεγάλα κραχ του καπιταλισμού, τον πρώτο και τον δεύτερο παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό πόλεμο, έζησε τη νίκη της Οκτωβριανής Επανάστασης στη Ρωσία αλλά και την ήττα της Νοεμβριανής Επανάστασης στη Γερμανία όπως και την άνοδο των ναζί, καθώς και την προσπάθεια της σοσιαλιστικής οικοδόμησης στο ανατολικό κομμάτι της πατρίδας του.
Τώρα ζούμε κι εμείς μια εποχή με όμοια χαρακτηριστικά. Φαίνεται ότι η οικονομική σταθερότητα του καπιταλισμού στην Ευρώπη έχει και πάλι αδυνατίσει και στην καρδιά της έχει ξεσπάσει, εδώ κι ένα χρόνο ένας νέος πόλεμος, ο ρωσο-ουκρανικός, ένας πόλεμος δύσκολος κι ανησυχητικός που μπορεί και να γενικευτεί.
Πριν τον πόλεμο έχουν προηγηθεί Μεγάλα Αλυσιδωτά Γεγονότα με οδυνηρές συνέπειες στο σώμα και στην ψυχή της εργατικής τάξης (κρίση, πανδημία, νέα κρίση, πόλεμος), γεγονότα που χτυπάνε με ένταση τις πόρτες των συνειδήσεων κάποιων ποιητών. Γράφουν γι’ αυτά οι ποιητές μας; Προσπαθούν μέσω της γραφής να επιδράσουν και στη συνείδηση του αναγνώστη, να εξάγει ουσιαστικά συμπεράσματα που θα τον ωφελήσουν να καταλάβει την πολυπλοκότητα των παραπάνω γεγονότων; Η απάντηση είναι ότι κάποιοι ποιητές προσπαθούν να επιδράσουν στη συνείδηση του αναγνώστη (ορισμένες κριτικές αναφορές για τα έργα κάποιων δημιουργών υπάρχουν και στο προφίλ μου στη biblionet) και κάποιοι άλλοι (οι περισσότεροι) συνεχίζουν να γράφουν καλαίσθητη κι ενδιαφέρουσα ποίηση με κυρίαρχο περιεχόμενο το αυτοαναφορικό ή και αυτοβιογραφικό στοιχείο.
Είναι αλήθεια, ότι για να γράψεις και για τα Μεγάλα Γεγονότα, χρειάζεται εκτός απ’ το συγγραφικό ταλέντο και άλλες γνώσεις πιο «εξωκαλλιτεχνικές», όπως γνώσεις φιλοσοφίας, ιστορίας και πολιτικής οικονομίας και μάλιστα υπό το πρίσμα της υλιστικής διαλεκτικής μεθοδολογίας. Επίσης, χρειάζεται από την πλευρά του ποιητή, συμμετοχή στους ταξικούς αγώνες, για να συνδέεται και να επαληθεύεται η θεωρία μέσω της πράξης. Ο ποιητής ανεξάρτητα ταξικής καταγωγής, επαγγέλματος, φύλου ή σεξουαλικής προτίμησης, οφείλει ν’ αποφασίσει συνειδητά με ποιους θα πάει και ποιους θ’ αφήσει. Η απόφαση αυτή οφείλει να είναι από τον ίδιο τον ποιητή συνειδητή κι εθελοντική, δε γίνεται να του επιβληθεί από κάποιο κόμμα ή κάποια ένωση ποιητών.
Είναι επίσης αλήθεια ότι σε σχέση με το μυθιστόρημα ή με τον θεατρικό λόγο, η ποίηση ίσως έχει λιγότερες δυνατότητες να εισχωρήσει στο βάθος των νομοτελειών της ιστορικής κίνησης, όμως έχει μεγάλη σχέση με τη φιλοσοφία. Ναι, η ποίηση λειτουργεί σε μεγάλο βαθμό αισθητικά, μορφοποιείται με λέξεις, αλλά οι λέξεις αποτελούν τη γλώσσα και η γλώσσα έχει άμεση σχέση με τη δραστηριότητα της σκέψης. Άρα περισσότερα από άλλα είδη τέχνης (ζωγραφική, χορός, γλυπτική) η ποίηση έχει τεράστια ιδεολογική επίδραση.
Πιο συγκεκριμένα: Ο ποιητής που επιθυμεί να εμπλουτίσει ή να συνδέσει τα ατομικά του βιώματα με τα κοινωνικά, θα πρέπει να αρνηθεί την αστική ιδεολογία και τις διάφορες εκφράσεις της πάνω στην κίνηση της πραγματικότητας. Κατά μία έννοια ένας ποιητής θέλει δε θέλει, έρχεται σε σύγκρουση με την πραγματικότητα, διότι η πραγματικότητα που ζούμε, λειτουργεί με γνώμονα το κέρδος. Το κέρδος αντλείται από τη πιο σκληρή εκμετάλλευση και καταπίεση, ο ίδιος ο εργαζόμενος μετατρέπεται σ’ ένα πράμα. Ιδιαίτερα στη σημερινή εποχή, όπου η γενική παιδεία έχει αποδυναμωθεί σε σχέση με τις προηγούμενες δεκαετίες και συναντάς είτε τους πολύ θεωρητικούς είτε τους υπερβολικά τεχνοκράτες, η ποίηση δύσκολα προσαρμόζεται στον καπιταλιστικό καταμερισμό της εργασίας και στις επιταγές της αγοράς.
Άρα και τα ίδια τα βιώματα του ποιητή διαμορφώνονται μέσα στην πραγματικότητα, από πολυποίκιλους παράγοντες (οικογενειακές σχέσεις, κοινωνική τάξη, παιδεία, επάγγελμα, φύλο, σεξουαλική προτίμηση κ.α). Ανεξάρτητα των ατομικών βιωμάτων του κάθε ποιητή, το βαθμό διαφοράς τους ακόμη και με τους «δικούς» του ανθρώπους, οφείλει κατά τη διάρκεια της ζωής του,ν’ αποκτήσει καλή γνώση των νόμων της Διαλεκτικής για να μπορεί να συνδέει το μερικό με το γενικό. Η Διαλεκτική είναι μία μέθοδος που αν χρησιμοποιηθεί από έναν ταλαντούχο ποιητή μπορεί να προκαλέσει πολυποίκιλα αισθήματα όπως το χιούμορ και έκπληξη. Η Διαλεκτική δίνει ιστορικό πρόσημο στην σκέψη όπως και στα αισθήματα. Ο άνθρωπος της φεουδαρχικής κοινωνίας αγαπούσε και σκεπτόταν με διαφορετικό τρόπο από τον άνθρωπο της καπιταλιστική. Η γενίκευση στη σημερινή καπιταλιστική μεταμοντέρνα εποχή είναι ίσως περισσότερο απαραίτητη από ποτέ αναγκαία, διότι ο σημερινός άνθρωπος είναι ίσως πιο απομονωμένος από τον άλλο άνθρωπο, εξαιτίας και της τεχνολογίας, (η οποία χρησιμοποιείται για να εντατικοποιείται η εργασία κι όχι για να απαλλάσσεται ο άνθρωπος από τις μονότονες πνευματικές εργασίες) και άρα κι από τον εαυτό του σε σχέση με τις προηγούμενες δεκαετίες κι αυτό σημαίνει μεγαλύτερη δυσκολία να ανιχνεύσει τις αιτίες των φαινομένων και των καταστάσεων που τον περιβάλλουν οπότε υπάρχει και μεγαλύτερος κίνδυνος να ολισθήσει σε παράλογα κι αντιεπιστημονικά συμπεράσματα.. Όλοι ξέρουμε ότι στον καπιταλισμό οι ανθρώπινες σχέσεις αδειάζουν από οποιοδήποτε ανθρώπινο άρα και ουσιαστικό περιεχόμενο Ερχόμαστε αντιμέτωποι μ’ έναν καταιγισμό πληροφοριών και ειδήσεων που δε προκαλούν μόνο σύγχυση στη λογική αλλά και στο συναίσθημα. Ο Ρίτσος είχε πει ότι «Οι ποιητές, είναι οι οργανωτές του κοινωνικού συναισθήματος, και οι αρχιτέκτονες της ανθρώπινης ψυχής». Ο ποιητής με τη γενίκευση, δεν αποκρύπτει τις αντιφάσεις της ατομικής προσωπικότητας, ούτε προσπερνά τις ιδιαιτερότητές της. Το ίδιο ισχύει και για την πραγματικότητα, η οποία κατά τη διάρκεια της κίνησης της ή και της φαινομενικής ακινησίας της παρουσιάζεται με πολλά αινίγματα. Πολλά από αυτά όταν εξηγηθούν επιστημονικά, κλονίζουν τις πεποιθήσεις μας. Υπό αυτή το πρίσμα ο ποιητής αποκτά επιστημονικό βλέμμα, όταν κατανοεί πως η πραγματικότητα δεν είναι ακλόνητη, ότι κινείται και μετακινείται διαρκώς και μάλιστα η κατεύθυνση της κίνησης εξαρτάται κι από τη δικιά μας στάση. Άρα ο ποιητής εμπλουτίζει τη σχέση του με την πραγματικότητα αν την παρουσιάζει ως ένα κινούμενο πανόραμα, γιατί έτσι τονίζει αυτό που πρέπει και μπορεί ιστορικά να ξεπεραστεί η να ενισχυθεί από την επαναστατική δραστηριότητα, ώστε η ανθρωπότητα να καταφέρει να ζήσει καλύτερες εποχές.
Σήμερα που αρκετοί και αρκετές προβληματίζονται και ανησυχούν κυρίως λόγω της πτώσης του βιοτικού και πολιτιστικού τους επιπέδου, αλλά και των τεράστιων κλυδωνισμών σε όλους τους τομείς της ζωής μας, σήμερα που οι μύθοι περί ευμάρειας στο έδαφος του καπιταλισμού καταρρέουν, ίσως αυτό το έδαφος να ‘ναι πιο γόνιμο στο ν’ ανθίσουν ποιητικά έργα με κριτικό, επαναστατικό και ρεαλιστικό περιεχόμενο, παρόλο που οι δημιουργοί και τα έργα τους περιβάλλονται από ένα αγοραίο, ασφυκτικό περιβάλλον, όπου η λογοκρισία και μέσω της αδιαφορίας κι έλλειψης αναγνωστικού κενού, έχει εκσυγχρονίσει τα μέσα επιβολή της.
Το μεγάλο ανθρωπιστικό ερώτημα που θέτω στην κρίση των αναγνωστών και των ποιητών για να κλείσω τη σύντομη τοποθέτηση μου είναι το εξής:
Μπορεί η ανθρωπότητα του 21ου αιώνα να ξεπεράσει τους πολέμους, την πείνα και την εκμετάλλευση ή αποδεχόμαστε πως είναι στη φύση του ανθρώπου να εκμεταλλεύεται και να πολέμα τον άλλον άνθρωπο;
Παναγιώτης Μηλιώτης – Ο ποιητής οφείλει ν’ αποφασίσει συνειδητά με ποιους θα πάει και ποιους θ’ αφήσει
Από CULTURE BOOK
08/03/2023