Scroll Top

 Panayiotis Nikolaides, Cyprus

HOW CAN YOU LOVE A POEM

The Poems

HOW CAN YOU LOVE A POEMHow can you love a poem
when the deepest meaning
of poetry
is neither useful
nor fancy
and among those written
no poem
was ever really necessary
for survival.
How can you rest your hand
upon an infant poem
when each word doubles
as secret burial ground
where the dead
and the living engage
like two trains
running in opposite directions
then cross
for a moment
as the trees around them
come to a standstill.
How can you look in the eyes
of a child poem
when it sobs with fright
in the war
or grows dim,
a starveling child
paper-thin,
as you grab
a frozen beer from the fridge
or a shiny pack of potato chips
engulfed
in the warm flow
of your private time?
How can you smell in the street
a black dough poem
when Mister Chauvin
crushes the neck of Floyd
(right in front of you)
with a hammering knee
even as you walk among the crowd
alone
and horizontal
like a still air bubble
within a common spirit level?
How can you kiss
a poem on the lips
in the midst of Covid-19
before first spraying disinfectant
on each and every line
(haven’t I said this somewhere before?)
and if you’re not convinced
that a poet’s mouth
is not just a verdant pasture
but also a dangerous place?
How can we truly love
a poem
when the air pressure
in the head
does not rhyme
with the gale blowing
outside
over the visible skin of life
and perhaps this is why
we are all
kind to the dead
as we turn our eyes
upon everything

including monstrous nothingness.

*

ΠΩΣ Ν’ ΑΓΑΠΗΣΕΙΣ ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ
    στον Β. Τασιόπουλο

Πώς ν’ αγαπήσεις ένα ποίημα
αφού το βαθύτερο νόημα
της ποίησης
δεν είναι χρήσιμο
ή μαγικό
ούτε κανένα ποίημα
που γράφτηκε ποτέ
είναι στ’ αλήθεια απαραίτητο
για να επιβιώσεις;
Πώς ν’ ακουμπήσεις
ένα βρέφος ποίημα
αφού η κάθε λέξη λειτουργεί
σαν μυστικός τόπος ταφής
όπου νεκροί
και ζωντανοί συνομιλούν
σαν δύο τρένα
που κινούνται αντίθετα
αλλά διασταυρώνονται
για μια στιγμή
καθώς τα γύρω δέντρα
στέκονται ακύμαντα;
Πώς να κοιτάξεις
ένα ποίημα παιδί
όταν δακρύζει τρομαγμένο
μες στον πόλεμο
ή τσαλακώνεται απ’ την πείνα
σαν χαρτί
καθώς τσιμπάς
μια παγωμένη μπίρα απ’ το ψυγείο
ή μια γυαλιστερή συσκευασία τσιπς
εγκλωβισμένος
μέσα στη ζεστή ροή
του ιδιωτικού σου χρόνου;
Πώς να μυρίσεις
ένα μαύρο ποίημα ψωμί
όταν ο κάθε αστυΤσόβιν
συνθλίβει τον λαιμό του Φλόιντ
(ακριβώς μπροστά σου)
μ’ ένα γόνατο σφυρί
καθώς κινείσαι μες στο πλήθος
μόνος
κι οριζόντιος
σαν φυσαλίδα αδιάφορη
σ’ ένα κοινό αλφάδι;
Πώς να φιλήσεις
ένα ποίημα στα σείλη
εν μέσω covid-19
αν δεν ψεκάσεις πρώτα
κάθε στίχο με οινόπνευμα
(κάπου το έχω ξαναπεί αυτό)
κι αν δεν πεισθείς
ότι το στόμα κάθε ποιητή
δεν είναι μόνο τόπος χλοερός
αλλά και τόπος επικίνδυνος;
Πώς ν’ αγαπήσουμε στ’ αλήθεια
ένα ποίημα
όταν η πίεση του αέρα
στο κεφάλι
δεν ομοιοκαταληκτεί
με τον αέρα που φυσάει
έξω απ’ αυτό
στην ορατή επιδερμίδα της ζωής
κι ίσως γι’ αυτό
είμαστε όλοι
στοργικοί με τους νεκρούς
καθώς
κοιτάζουμε τα πάντα

και το θηριώδες τίποτα.

σείλη= χείλη

* * *

COLLATERAL DAMAGE

Ebru Timtik
only 42, barely 32k.
For 238 days
you ground your molars into a pulp
to crack open the leaden sky of Turkey.
Your eyes firmly fixed
upon something unseen, outlying;
you carried your weight
within hordes of impending
glooms
then like a child
holding tight to a fine toy
with its little hand
you closed your great
engraved mouth
the way a gust of ancient wind
sweeps the hollow roofs off
our humiliated, galvanized lives.
In truth, what is a soul, you asked,
against the light
against that constant ironing out
of consciousness?
In truth, where’s truth and freedom
along the endless avenues
of tears?
Ebru Timtik
into our plasticized nostrils
you surged like a scent from the Orient afar
against a scorching horizon
even as the migratory
unmitigated birds
of your bleeding race
made their way back to twigs in bloom
and your bitter mother alone
dipped her bitter bread
into rancid oil.
Ebru Timtik
beloved daughter of Kurdistan
Ebru Timik
of marble as though a bust
in a deranged world.
Ebru Timtik
I, an insignificant poet
will carve your name
upon a river.

Ebru Timtik, lawyer of Kurdish descent, died on 27/08/2020 on a long hunger strike in protest against the violation of human rights in Turkey. She demanded a fair trial.

*

ΠΑΡΑΠΛΕΥΡΗ ΑΠΩΛΕΙΑ

Εμπρού Τιμτίκ
μόνο 42 ετών και 32 κιλά
για 238 μέρες
έσφιγγες σαν τανάλια τους γομφίους σου
ώσπου ο μολυβένιος ουρανός της Τουρκίας
να ραγίσει.
Με τη ματιά στραμμένη πάντα
σε κάτι αόρατο και μακρινό
στάθηκες όρθια
μες στις οργιές των σκοταδιών
που έρχονται
κι ύστερα σαν παιδί
που σφίγγει το καλό παιχνίδι
στο χεράκι του
έκλεισες το μεγάλο
κοντυλένιο στόμα σου
εξευτελίζοντας τις γαλβανισμένες μας ζωές
όπως σαρώνει όλες τις κούφιες στέγες
ένας αρχαίος άνεμος.
Τι είναι στ’ αλήθεια είπες μια ψυχή
μπροστά στο φως
μπροστά σ’ αυτό το διαρκές σιδέρωμα
των συνειδήσεων
πού είναι στ’ αλήθεια είπες
η αλήθεια κι η ελεύθερη ζωή
μέσα στις ατελείωτες λεωφόρους
των δακρύων;
Εμπρού Τιμτίκ
μες στα πλαστικοποιημένα μας ρουθούνια
εισέβαλες σαν άρωμα της μακρινής Ανατολής
σε φλογισμένο ορίζοντα
καθώς τ’ αποδημητικά
κι ανυποχώρητα πουλιά
της ματωμένης ράτσας σου
επέστρεφαν στα πράσινα κλαριά
κι η πικραμένη μάνα σου
βουτούσε το πικρό ψωμί της μοναχή
σε λάδι ταγκεμένο.
Eμπρού Τιμτίκ
αγαπημένη κόρη του Κουρδιστάν
Eμπρού Τιμτίκ
μαρμάρινη σαν προτομή
σ’ έναν τρελό κόσμο
Εμπρού Τιμτίκ
εγώ
ένας ασήμαντος ποιητής
θα γράψω τ’ όνομά σου
στο ποτάμι.

H κουρδικής καταγωγής δικηγόρος Ebru Timtik πέθανε στις 27/08/2020 μετά από μακρόχρονη απεργία πείνας διαμαρτυρόμενη για τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Τουρκία. Αίτημά της ήταν μια δίκαιη δίκη.

The Poet

Panayiotis Nikolaides (Nicosia 1974) is a poet and literary critic and works as a philologist in secondary education. He has published six poetic collections, three studies and finally he participated as an editor, with George Christodoulides in the Anthology of Cypriot Poetry 1960-2018 (Kyma, Athens 2018). He has published the poetry collections the poetry collections Mirror like an Iamb (Planodion, Athens 2009, State Prize for a New Writer), I emigrate with a vowel (Planodion, Athens 2012), Oinopoiesis, 66 haikus on wine and poetry (self-publication, Nicosia, 2014), Paralogē (Gutenberg, Athens 2016), One on the white and two on the black. Sonata about abstraction (Thraka, Athens 2017, with Michalis Papadopoulos), and finally the poetic collection The bride of July (Smili, Athens 2020). His last composite poem The bride of July was awarded the “Jean Moreas” prize for the best poetic collection of 2019 in Greece and was concluded in the Short List of the Greek State Prize for the best poetic collection in the same year.

*

O Νικολαΐδης Παναγιώτης (Λευκωσία 1974) είναι ποιητής, κριτικός και εργάζεται ως φιλόλογος στη Μέση Εκπαίδευση. Έχει εκδώσει έξι ποιητικές συλλογές, τρεις μελέτες για τη λογοτεχνία και τέλος μαζί με τον Γιώργο Χριστοδουλίδη την Ανθολογία Κυπριακής Ποίησης 1960-2018 (Κύμα 2018). Δημοσίευσε τις ποιητικές συλλογές Σαν ίαμβος καθρέφτης (Πλανόδιον 2009, Κρατικό βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου λογοτέχνη), Ξενιτεύομαι μ’ ένα φωνήεν (Πλανόδιον 2012), Οινοποίηση, 66 χαϊκού για το κρασίν τζαι την ποίησην (Λευκωσία 2014), Παραλογή (Gutenberg 2016), Μια στο λευκό και δυο στο μαύρο (Θράκα 2017, μαζί με τον Μιχάλη Παπαδόπουλο) και τέλος Η νύφη του Ιούλη (Σμίλη 2019, Βραβείο Jean Moreas για την καλύτερη ποιητική συλλογή στην Ελλάδα το 2019 και στη βραχεία λίστα των Κρατικών βραβείων Ελλάδας).