Scroll Top

«Να ‘τανε το ΄21…» – Της Κλεονίκης Δρούγκα

Η σεναριακή αναπαράσταση της επανάστασης του ’21 μέσα από αποσπάσματα σεναρίων των: Ανδρίκου-Χαριτίδου Σοφία, Βιολιτζή Γεωργία, Ευσταθίου Αλέξανδρο, Λαγάνη Αθανάσιο, Χαλκιά Κουτσονίκο Ηλία

Ενηλικιωμένοι -πια- οι Έλληνες πολίτες αλλά και όλο το ελληνικό έθνος γιορτάζουμε τα 200 χρόνια από την επανάσταση του ’21 με σεβασμό στον «άλλο», έμπρακτη δημοκρατική συνείδηση, ευθύνη, πλουραλισμό, περιφρούρηση των δικαιωμάτων όλων και «επανάσταση» σε ό,τι τα αντιστρατεύεται και τα ευτελίζει.

Μία από τις δράσεις του Τμήματος Κινηματογράφου ΑΠΘ στην κατεύθυνση αυτή αποτελεί η ανάθεση συγγραφής σεναρίων με θέμα την ελληνική επανάσταση του 1821. Στο πλαίσιο αυτό, στο Μάθημα της Διασκευής Σεναρίου, (χειμερινό εξάμηνο, 2020-2021) συζητήθηκαν θέματα για τον ελληνικό αγώνα του ’21 και έγινε επιλεκτική αναφορά σε ήρωες λιγότερο γνωστούς που διαδραμάτισαν ρόλο στον Αγώνα, όπως τον Δημήτριο Μεσθενέα. Ο τελευταίος υπήρξε Θεσσαλονικιός τυπογράφος, φλογερός πατριώτης, από εμπορική οικογένεια της Θεσσαλονίκης, βαθιά επηρεασμένος από τον Διαφωτισμό που διέδιδε τα κηρύγματα του Ρήγα Βελεστινλή και γι’ αυτό το λόγο συνελήφθη από τις τουρκικές αρχές στη Θεσσαλονίκη το 1820 και φυλακίστηκε. Μια μαρτυρία ενός ανώτατου Τούρκου δικαστή, του Χαϊρουλάχ Μεχμέτ, πληροφορεί ότι ο Έλληνας αυτός συνελήφθη, γιατί μάθαινε στο παιδί του τον «Θούριο» του Ρήγα Βελεστινλή. Μετά την αποφυλάκισή του (ή απόδρασή του από το Λευκό Πύργο, όπως λέγεται) κατέβηκε στη Νότια Ελλάδα για να συνεχίσει τον αγώνα, πολέμησε στο Μεσολόγγι και σκοτώθηκε το 1826 κατά την Έξοδο. Ο Δημήτριος Μεσθενεύς τύπωσε στο τυπογραφείο του με δικές του δαπάνες τον «Ύμνον εις την Ελευθερίαν» του Διονυσίου Σολωμού και το «Προσωρινόν Πολίτευμα της Ελλάδος». Ο Διονύσιος Σολωμός, στη συνέχεια, μοίρασε δωρεάν το βιβλίο στους άπορους, ενώ τα κέρδη τα διέθεσε για το χτίσιμο νοσοκομείου. Συζητήθηκε, εξάλλου, η συμβολή του Δ. Σολωμού στον ελληνικό αγώνα και η στάση των ελληνικών κυβερνήσεων σε ήρωες και αγωνιστές του ’21.

Ο στόχος του μαθήματος ήταν διττός: πρώτα, οι φοιτητές/τριες του κινηματογράφου να αναπτύξουν ένα ενδιαφέρον για την ιστορία, το φιλμικό είδος των ιστορικών ταινιών και να διερευνήσουν μια σειρά τεκμήρια που σχετίζονται με το μείζον συμβάν της Ελληνικής Επανάστασης, έπειτα, να παράξουν σεναριακό λόγο εμπνευσμένο από τον Αγώνα του ΄21 και, εν γένει, να αποκτήσουν γνώση για τη διασκευή. Σήμερα, άλλωστε, είναι αποδεκτό ότι οι ιστορικές ταινίες είναι πολιτισμικοί τόποι που ενισχύουν τη διαμόρφωση της συλλογικής μνήμης γύρω από σημαντικά ιστορικά γεγονότα -τη στιγμή, μάλιστα, που το κοινό μαθαίνει ιστορία πολύ περισσότερο από τον κινηματογράφο παρά από άλλες πηγές.

Έχοντας στο μυαλό μας ότι ο μυθοπλαστικός χαρακτήρας των ταινιών διαχειρίζεται το παρελθόν, κυρίως μέσα από τον φακό του παρόντος, οφείλουμε να μελετήσουμε τις απόπειρες αναπαράστασης του παρελθόντος στο παρόν και το διάλογο που επιχειρούν να κάνουν οι φοιτητές/τριες και να αφουγκραστούμε τις ανάγκες τους για τη ζωή και τις αξίες της. Τα αποσπάσματα σεναριακής γραφής φοιτητών/τριών του Τμήματος Κινηματογράφου αναδεικνύουν την εύρωστη φαντασία, την καλλιέργεια και τις καλλιτεχνικές αναζητήσεις τους. Τα τέσσερα αποσπάσματα των σεναρίων που επιλέχτηκαναφορούν τον Δημήτριο Μεσθανέα και ένα από αυτά αφορά τη στάση του επίσημου κράτους απέναντι σε ήρωες.

Ανδρίκου-Χαριτίδου Σοφία

ΕΞ. ΣΠΙΤΙ ΜΕΣΘΕΝΕΑ-ΜΕΡΑ

Ο ΓΙΩΡΓΗΣ (40) φτάνει στο πέτρινο σπίτι. Κοιτάει τη μισογκρεμισμένη ξερολιθιά, ανοίγει την ξεχαρβαλωμένη ξύλινη πόρτα και μπαίνει στην αυλή. Τα χόρτα είναι ξερά και έχουν αγριέψει. Με προσεκτικές κινήσεις, προχωράει προς την πόρτα του σπιτιού. Πατάει τα χόρτα για να ανοίξει δρόμο.

Φτάνει στην πόρτα. Βλέπει χαμηλά το σκουριασμένο λουκέτο. Το σπρώχνει με το πόδι του. Κοιτάει δίπλα, σε μια εσοχή ανάμεσα από τις πέτρες του τοίχου, βλέπει το κλειδί του σπιτιού. Το παίρνει, το βάζει στο λουκέτο αλλά δεν ανοίγει. Ξαναπροσπαθεί αλλά μάταια. Παρατηρεί ότι το παράθυρο της κουζίνας είναι σπασμένο. Σκαρφαλώνει και πηδάει μέσα.

ΕΣ. ΚΟΥΖΙΝΑ-ΜΕΡΑ

Στο τζάκι είναι κρεμασμένη μια κατσαρόλα. Κοιτάει τις πράσινες, ετοιμόρροπες τάβλες του ταβανιού. Οι περισσότερες είναι σαπισμένες..

ΕΣ. ΚΑΜΑΡΟΥΛΑ-ΜΕΡΑ

Μπαίνει στην κάμαρη. Αριστερά είναι ένα μικρό κρεβάτι, δεξιά λίγα ξύλα και μπροστά ένα παράθυρο κλειστό. Το κρεβάτι είναι ακόμα στρωμένο με μια πορτοκαλί βελέντζα. Κάτω από το παράθυρο της καμαρούλας, φαίνονται οι σκάλες που οδηγούν στο υπόγειο του σπιτιού. Ο Γιώργης βγάζει το κεφάλι έξω και κοιτάει κάτω.

ΕΞ. ΑΥΛΗ-ΜΕΡΑ

Φτάνει τρέχοντας στην είσοδο του υπογείου. Κατεβαίνει τα σκαλιά και σπρώχνει δυνατά την πόρτα για να την ανοίξει. Η πόρτα τρίζει.

ΕΣ. ΥΠΟΓΕΙΟ-ΜΕΡΑ

Μπαίνει μέσα, αριστερά έχει ένα ξύλινο ράφι με 3 λάμπες λαδιού στη σειρά. Βγάζει ένα τσακμάκι από την εσωτερική τσέπη του παλτού του και ανάβει μία. Κρεμάει τη λάμπα σε μια πρόκα που εξέχει από τον τοίχο.

Μέσα στο δωμάτιο έχει ένα μικρό γραφείο. Πάνω σε αυτό μια πένα, μερικά καρβουνάκια και ένα δοχείο μελανιού, ξεραμένο. Όλα μέσα στις αράχνες. Τα πιάνει στα χέρια του, ένα-ένα. Περπατάει σαστισμένος μέσα στον χώρο και σκοντάφτει σ΄ ένα μπαούλο. Το ανοίγει. Μέσα έχει στοίβες χαρτιών, δεμένες με ύφασμα. Πίσω από αυτές, χωμένο, είναι το παλιό πιεστήριο του πατέρα του. Τα μάτια του βουρκώνουν. Το ακουμπά από την πάνω, και πιο πλατιά, πλευρά. Τα χέρια του γεμίζουν λάδια. Δίπλα του βλέπει το κοντάκι ενός όπλου. Είναι σκούρο καφέ σκαλιστό, με χρυσές λεπτομέρειες. Το κοιτάει βουρκωμένος. Το καριοφίλι του πατέρα του.

FLASHBACK TO:

ΕΣ. ΤΥΠΟΓΡΑΦΕΙΟ-ΞΗΜΕΡΩΜΑ

Ο ΜΕΣΘΕΝΕΑΣ (46) παίρνει το μακρύ, μάλλινο παλτό και το καπέλο του από τον καλόγερο, δίπλα στην πόρτα. Ο ΙΩΑΝΝΗΣ (21), ο μαθητευόμενός του, είναι ήδη έξω και τον περιμένει. Ο Δημήτρης χαιρετά τον φίλο και συνάδερφό του ΓΙΟΧΑΝ (28).

ΜΕΣΘΕΝΕΑΣ

Πού είναι ο Ιωάννης;

ΓΙΟΧΑΝ
Σε καρτερεί έξω…
ΜΕΣΘΕΝΕΑΣ
(σοβαρεύοντας)
Καλό σου βράδυ, φίλε μου. Μην μείνεις πολύ ακόμα.
Τα μάτια σου ανοιχτά, μην σε δει κανείς.

Βιολιτζή Γεωργία

ΕΣ. ΚΑΜΑΡΗ ΣΟΛΩΜΟΥ-ΝΥΧΤΑ

Ο ΣΟΛΩΜΟΣ (25) καθισμένος στο γραφείο του διορθώνει το χειρόγραφό του. Μετά το αντιγράφει και το δένει σ΄ έναν πάκο με χαρτιά. Στην πρώτη σελίδα γράφει «Ύμνος εις την Ελευθερία». Στο γραφείο του επάνω υπάρχουν δυο βιβλία του Schiller και του Goethe, ένα του Χριστόπουλου και ο Ερωτόκριτος.
ΣΟΛΩΜΟΣ (V.O.)
Caro Spiros,
Μάθε πως τελείωσα. Διόρθωσα όσα συζητήσαμε. Σκέφτηκα τον Χριστόπουλο. Την αιολοδωρική του. Το μέτρο του στο Αγκάλεσμα. Περιμένω.
ΕΞ. ΛΙΜΑΝΙ ΖΑΚΥΝΘΟΥ – ΝΥΧΤΑ
Ο Σολωμός και ο ΤΡΙΚΟΥΠΗΣ (36) βαδίζουν προς την προκυμαία.

ΤΡΙΚΟΥΠΗΣ
Εμπιστεύσου με. Το έχει ξανακάνει, ήταν η δουλειά του στη Θεσσαλονίκη. Αυτός τύπωσε και το Σύνταγμα.

ΣΟΛΩΜΟΣ
Και αν ο Byron αρνηθεί;

ΤΡΙΚΟΥΠΗΣ
Τον Byron τον ανέλαβε ο Guilford.
Πες ότι τον έχουμε με το μέρος μας.

Ο ΤΡΙΚΟΥΠΗΣ σταματά μπροστά στη βάρκα που τον περιμένει. Πιάνει τον Σολωμό από τους ώμους και τον φιλά σταυρωτά. Ο Σολωμός τον αγκαλιάζει.

Ο Τρικούπης επιβιβάζεται στη βάρκα. Ο Σολωμός στέκεται στο μόλο καθώς ο Τρικούπης απομακρύνεται προς το ιστιοφόρο που είναι στα ανοιχτά.

ΕΣ. ΤΥΠΟΓΡΑΦΕΙΟ-ΜΕΡΑ

Ο ΜΕΣΘΕΝΕΑΣ κρατά το χειρόγραφο του Ύμνου. Ξεκινά την ανάγνωση. Τα μάτια του «τρέχουν» στο χαρτί. Τα χέρια του τρέμουν.

ΜΕΣΘΕΝΕΑΣ (V.O.)

…γιατί τα ‘σκιαζε η φοβέρα
και τα πλάκωνε η σκλαβιά..

Ο Μεσθενέας σηκώνει το βλέμμα και κοιτά έξω από το παράθυρό του προς τη θάλασσα. Παίρνει το χειρόγραφο στα χέρια, βγαίνει από το τυπογραφείο.

Ευσταθίου Αλέξανδρος


ΕΞ. ΑΥΛΗ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ-ΜΕΡΑ

Σε μια μπασκέτα τέσσερα έφηβα αγόρια παίζουν μπάσκετ. Ανάμεσα τους ο Νίκος. Σε ένα πεζούλι παραδίπλα κάθεται ένα κορίτσι, η Ελένη, μόνη της. Ο Νίκος επικεντρώνει το βλέμμα του στην Ελένη. Δεν τον ενδιαφέρει η δράση στο μπάσκετ.
Cut to:
Ακούγεται ΧΤΥΠΗΜΑ στην πόρτα

ΕΣ. ΔΩΜΑΤΙΟ ΝΙΚΟΥ-ΜΕΣΗΜΕΡΙ

Ο Νίκος ανοίγει τα μάτια του.

ΝΙΚΟΣ
(νευριασμένος)

Τι θέλεις;

Μπαίνει μέσα η μητέρα του, η Μαρία. Κρατάει ένα μικρό βιβλιαράκι.
Του το αφήνει ενώ ο Νίκος εξακολουθεί να είναι ξαπλωμένος.

ΜΑΡΙΑ

Ίσως σε βοηθήσει για την εργασία.

ΝΙΚΟΣ
(ειρωνικά)

Πόσο τυχερός νιώθω που σε έχω και στο σπίτι!

Ο Νίκος το πετάει στο πάτωμα.
ΝΙΚΟΣ
Εθνικοπατριωτικές μαλακίες!
Δεν το κάνω, βάλε μου μηδέν!
Η Μαρία, δυσανασχετεί. Στην πόρτα κάνει αναστροφή και γυρίζει, απευθυνόμενη στον Νίκο.
ΜΑΡΙΑ
Ξέρεις τι είναι μαλακίες; Αυτά που κάνετε στο κορίτσι.
Ο Νίκος γυρίζει πλάτη στην Μαρία.
ΜΑΡΙΑ(CONT’D)
Για την Ελένη λέω.
Άλλη μια φορά να σας δω
να της φέρεστε έτσι!
(παύση)
Η Μαρία κλείνει την πόρτα. Ο Νίκος σηκώνει το βιβλίο. Διαβάζει τον τίτλο. «ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΜΕΣΘΕΝΕΥΣ, Ο ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΙΟΣ ΤΥΠΟΓΡΑΦΟΣ ΤΟΥ 1821 ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΟΛΩΜΟΥ».

ΕΣ. ΣΠΙΤΙ ΝΙΚΟΥ–ΝΥΧΤΑ

Ο Νίκος ξεκλειδώνει την πόρτα. Προσπαθεί να μην κάνει θόρυβο. Στο σαλόνι η Μαρία έχει αποκοιμηθεί στην πολυθρόνα με ένα βιβλίο ακουμπισμένο στο στέρνο της. Το ΤΡΙΞΙΜΟ ενός σανιδιού του πατώματος θα την ξυπνήσει.

Νίκος
…δεν ήθελα να σε ξυπνήσω
Ο Νίκος κατευθύνεται προς το σαλόνι και κάθεται στον καναπέ απέναντι από την πολυθρόνα.
Νίκος
Σκεφτόμουν τι έκανε αυτός ο τύπος στο βιβλίο.
Η Μαρία ανασκουμπώνεται, τρίβει τα μάτια της και πίνει λίγο νερό από ένα ποτήρι που έχει δίπλα της στο τραπεζάκι.
Μαρία
Έκανε επανάσταση. Η ριζική
μεταβολή μιας υπάρχουσας κατάστασης.
Πως ας πούμε εσύ μου πας συνεχώς
Κόντρα, επειδή σε «καταπιέζω». Επαναστατείς!
Γελάνε.
ΕΞ. ΑΥΛΗ ΣΧΟΛΕΙΟΥ-ΜΕΡΑ
Φωνές και κινήσεις των μαθητών. Η Ελένη κάθεται μόνη της σε ένα πεζούλι. Ο Νίκος την κοιτάει από απέναντι όπου βρίσκεται με μια παρέα αγοριών, ανάμεσα τους κι ο Φώτης. Δεν φαίνεται να συμμετέχει στη συζήτηση. Χωρίς να του δώσουν ιδιαίτερη σημασία οι άλλοι, φεύγει και πηγαίνει προς το μέρος της Ελένης.
Νίκος
Γεια…
Η Ελένη τον κοιτάει αποσβολωμένη, σηκώνει διστακτικά το χέρι και τον χαιρετάει.
Νίκος
Να καθίσω;
Η Ελένη κουνάει πάλι με δισταγμό καταφατικά το κεφάλι της.
Φώτης
Ρε, τι κάνεις με την Αλβανίδα;
Η Ελένη ρίχνει ξανά το βλέμμα της στο έδαφος.
Ο Νίκος αποφασιστικά τον πλησιάζει πολύ και του ψιθυρίζει στο αυτί.
Νίκος
Άλλαξε ύφος. Και χάσου από ‘δω.
                           Φώτης
(έκπληκτος)
Τι είπες ρε; Σε εμένα μιλάς έτσι;
Νίκος
(αποφασισμένος)
Ναι, ρε, σε σένα, η Ελένη είναι μαζί μου κι
αν τολμήσεις να ξαναμιλήσεις άσχημα,
θα σε σπάσω στο ξύλο.
Cut to:
ΕΞ. ΛΙΜΝΟΘΑΛΑΣΣΑ ΜΕΣΟΛΛΟΓΓΙΟΥ–ΜΕΡΑ
Έξοδος του Μεσολογγίου, 1826. Ο Μεσθενέας διακρίνεται στο πλήθος να ορμάει προς τα σώματα των Οθωμανών.
Cut to:
ΕΞ.ΑΥΛΗ ΣΧΟΛΕΙΟΥ-ΜΕΡΑ
O Φώτης σηκώνει το χέρι του με ορμή και πάει να το κατεβάσει προς το σώμα του Νίκου. Ο Νίκος με ψυχραιμία το αρπάζει και το κατεβάζει, συγκρατώντας το χαμηλά.
Ο Φώτης, τον κοιτάζει θυμωμένος, το πρόσωπο του συσπάται και έχει κοκκινίσει. Φτύνει δίπλα του υποτιμητικά και φεύγει. Ο Νίκος ξανακάθεται στο πεζούλι, δίπλα στην Ελένη. Γέρνει ικανοποιημένος τον κορμό του προς τα πίσω, στηρίζοντας τον με τα χέρια του. Αναστενάζει με ανακούφιση. Χαμογελάει για λίγο με τα μάτια κλειστά. Τα ανοίγει και κοιτάει την Ελένη χαμογελαστός. Η Ελένη τού επιστρέφει διστακτικά το χαμόγελο. Στη συνέχεια τα χαμόγελα μεγαλώνουν, αρχίζουν σιγά-σιγά να αφήνονται, γελάνε πια ελεύθεροι.

Αθανάσιος Λαγάνης

ΕΣ. ΔΙΑΔΡΟΜΟΣ ΔΗΜOΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣIΑΣ-ΜΕΡΑ

Η ΜΑΝΤΩ ΜΑΥΡΟΓΕΝΟΥΣ (30) περπατάει στα γραφεία της υπηρεσίας και κοντοστέκεται έξω από μια πόρτα.
ΕΣ. ΓΡΑΦΕΙΟ ΠΡΟΪΣΤΑΜΈΝΟΥ-ΜΕΡΑ
ΜΑΝΤΏ
Να περάσω;
ΠΡΟΪΣΤΆΜΕΝΟΣ
Θυμίστε μου πως λέγεσθε.
ΜΑΝΤΏ
Μαντώ Μαυρογένους.
… τα χαρτιά, όπως είπατε. Είναι όλα.
Ακούγεται ο ήχος του ρολογιού.
ΕΣ.ΤΡΑΠΕΖΑΡΙΑ-ΒΡΑΔΥ
Η Μαντώ κάθεται στην τραπεζαρία και κοιτάει τα χαρτιά της με μια λάμπα κερί. Ακούγεται ένας κρότος, σηκώνεται απότομα από την καρέκλα. Η ΕΛΕΝΗ (12) έριξε το βάζο και μάζευε τα κομμάτια.
Μπαίνει μέσα η ΕΥΤΈΡΠΗ (40)

ΕΥΤΈΡΠΗ

Αμάν βρε Ελένη. Πάει το βάζο.

ΕΛΕΝΗ

Συγγνώμη, θεία.

ΕΥΤΈΡΠΗ

Τι συγγνώμη; Δεν σε έφερα εδώ για ζημίες.

ΜΑΝΤΏ

Δεν πειράζει, Ευτέρπη.

ΕΥΤΈΡΠΗ

Πώς δεν πειράζει κυρά μου; Ήταν το μόνο που σας άφησαν οι αχρείοι. Σ΄ εσάς που τα δώσατε όλα, όλη σας την περιουσία….

Χαλκιάς Κουτσονίκος Ηλίας


ΕΣ. ΣΠΙΤΙ-ΝΥΧΤΑ
Η ξύλινη πόρτα του σπιτιού ανοίγει αργά και μπαίνει ένας άντρας με κουκούλα. Είναι σκοτάδι. Περπατά προσεκτικά, σκύβει κι με ένα σουγιά προσπαθεί να ξεκολλήσει από το ξύλινο πάτωμα μια σανίδα. Η σανίδα υποχωρεί και από κάτω της αποκαλύπτεται ένα φουσκωμένο πουγκί. Το ανοίγει και βγάζει από μέσα κάμποσες χρυσές λίρες. Τις ξαναβάζει μέσα και το δένει. Κρύβει το πουγκί στο ταγάρι που έχει στον ώμο του και τοποθετεί τη σανίδα στη θέση της. Κατευθύνεται στο τραπέζι και ακουμπάει πάνω ένα χαρτί. Η άκρη ενός ξίφους αγγίζει το λαιμό του και η φωνή ενός νεαρού αγοριού ακούγεται.
                            ΑΓΟΡΙ
Τούρκος ή ληστής δε το έχω
σε τίποτα να σου ξεριζώσω το κεφάλι.
Ο άντρας γυρνάει αργά το κεφάλι και κατεβάζει την κουκούλα του. Η όψη του αγοριού αλλάζει και τον κοιτάει έκπληκτος.
ΑΓΟΡΙ
Πατέρα;
Πατέρας και γιος αγκαλιάζονται εγκάρδια.
ΑΓΟΡΙ
…πώς…
ΑΝΤΡΑΣ
Δεν έχω πολύ χρόνο. Σε λίγες ώρες θα πλακώσει εδώ όλη η τουρκιά. Δε πρόκειται
να σας πειράξουν αν δε με βρουν εδώ. Πάρε τη μάνα σου και κρυφτείτε. Έχω μιλήσει.
Σας περιμένουν.
Ο Άντρας αγκαλιάζει το γιο του και χαϊδεύει τα μαλλιά του.
ΑΝΤΡΑΣ
Να προσέχεις την μάνα σου!
ΑΓΟΡΙ
(ψιθυρίζοντας)
Στάσου…
Τρέχει στο άλλο δωμάτιο και γυρνάει μ΄ ένα βιβλίο στο χέρι του.
ΑΓΟΡΙ
Αν το βρουν αυτό εδώ, θα βρούμε τον
μπελά μας.
Κοιτάει τον πατέρα του στα μάτια και χαμογελάει.
ΑΓΟΡΙ
…το ΄χω αποστηθίσει…
ΕΞ. ΣΤΑΒΛΟΣ-ΝΥΧΤΑ
Ο άντρας χαϊδεύει τη χαίτη ενός μαύρου αλόγου. Το σελώνει και ανεβαίνει πάνω. Γυρίζει και κοιτάζει το σπίτι του. Χάνεται στη νύχτα.
ΕΞ. ΔΑΣΟΣ-ΜΕΡΑ
Ο άντρας στέκεται στην όχθη ενός μικρού ποταμού. Κοιτάζει το πρόσωπο του στα νερά. Πιο πέρα η μαύρη φοράδα του είναι δεμένη στη ρίζα ενός δέντρου. Με ένα ψαλίδι κόβει τα μαλλιά του και τα γένια του. Ξαπλώνει στη ρίζα ενός πλάτανου. Από το ταγάρι του βγάζει το βιβλίο που του έδωσε ο γιος του. Στο δερματόδετο εξώφυλλο του βιβλίου διαβάζουμε «Θούριος». Ο άντρας το βάζει μέσα.