Κωνσταντίνος Χ. Λουκόπουλος,”Δεκαεννέα βινιέτες για τη Γλώσσα και τη Σιωπή”, εκδόσεις ΑΩ, 2024
Γράφει η Κατερίνα Λιάτζουρα
Δεκαεννιά βινιέτες για τη Γλώσσα και τη Σιωπή
Η ποιητική συλλογή του Κωνσταντίνου Χ. Λουκόπουλου, “Δεκαεννιά βινιέτες για τη Γλώσσα και τη Σιωπή”, που εκδόθηκε το 2024 από τις εκδόσεις ΑΩ [δεμένο σε τέσσερα άκοπα τυπογραφικά (!)], αποτελεί μια στοχαστική εξερεύνηση της σχέσης μεταξύ γλώσσας και σιωπής, προσφέροντας στον αναγνώστη μια σειρά από ποιητικές “βινιέτες” που εμβαθύνουν σε αυτήν τη διαλεκτική. Οι δεκαεννιά ποιητικές βινιέτες αποτελούν μικρές περίτεχνες λογοτεχνικές εικόνες, -όπως τα περίτεχνα τυπογραφικά σχεδιάσματα που κοσμούσαν σε άλλες εποχές την αρχή ή το τέλος των κεφαλαίων ενός βιβλίου-, με την κάθε βινιέτα να λειτουργεί ως αυτόνομη ποιητική μονάδα, ενώ ταυτόχρονα συνδέεται θεματικά με τις υπόλοιπες, δημιουργώντας ένα συνεκτικό σύνολο. Ο τίτλος, επιλεγμένος με ακρίβεια, προϊδεάζει τον αναγνώστη για την προσέγγιση της ποίησης ως ένα είδος εικονογραφικής αφήγησης, όπου κάθε βινιέτα αποτελεί ένα ξεχωριστό καρέ της μεγάλης εικόνας αλλά και ειδικότερα της προσωπικής αναζήτησης του ποιητή.
Ένα έργο βαθιά φιλοσοφικό, όπως άλλωστε και τα προηγούμενα έργα του ποιητή, όπου διερευνά τη σχέση μεταξύ του λόγου και της απουσίας του. Ο ποιητής καταπιάνεται με τη γλώσσα όχι μόνο ως μέσο επικοινωνίας αλλά και ως εργαλείο σκέψης, αυτογνωσίας και κατασκευής του κόσμου. Παράλληλα, η σιωπή, η οποία στο έργο αυτό δεν είναι απλώς η έλλειψη του λόγου, αναδεικνύεται ως μια αυτόνομη μορφή έκφρασης, γεμάτη ένταση, νόημα και πιθανότητες.
Από την πρώτη κιόλας ανάγνωση, διακρίνεται η λεπτοδουλεμένη γλώσσα του Λουκόπουλου, ο οποίος παίζει με τα νοητά κενά ανάμεσα στους στίχους, τις φράσεις ή τις λέξεις και τη μουσικότητα του ποιητικού λόγου. Επιλέγει έναν λιτό, απέριττο τρόπο γραφής. Η εκφραστική του δεξιοτεχνία είναι κοφτή, αλλά ταυτόχρονα γεμάτη ένταση και βάθος. Η οικονομία της γλώσσας του λειτουργεί ως μέσο ανάδειξης της ουσίας, αποφεύγοντας τον λυρισμό και τον συναισθηματισμό. Οι εικόνες που δημιουργεί είναι πολλές φορές αφαιρετικές, σχεδόν υπαινικτικές, αφήνοντας χώρο στον αναγνώστη να γεμίσει τα νοηματικά χάσματα. Το δίπολο γλώσσα-σιωπή διαπερνά τη συλλογή με τρόπο που θυμίζει φιλοσοφικές αναζητήσεις του 20ού αιώνα, όπου στοχαστές όπως ο Βίτγκενσταϊν και ο Μπλανσό ανέδειξαν την αδυναμία της γλώσσας να περιγράψει το απόλυτο. Ο Λουκόπουλος δεν αντιμετωπίζει τη σιωπή ως κενό αλλά ως μια ενεργή παρουσία που συμπληρώνει τον λόγο και συχνά τον υπερβαίνει. Ο ποιητής φέρνει στο προσκήνιο το παράδοξο της γλώσσας: όσο μιλάμε, τόσο περιορίζουμε το άρρητο. Κάθε απόπειρα να αποδώσουμε ένα συναίσθημα ή μια σκέψη με λέξεις είναι ταυτόχρονα μια παραμόρφωση και μια απώλεια. Έτσι, η σιωπή γίνεται ένας τόπος ανεξερεύνητων δυνατοτήτων, μια γόνιμη περιοχή νοήματος που αντιστέκεται στην αναλυτική κατηγοριοποίηση της γλώσσας. Η ποίηση του Λουκόπουλου είναι βαθιά υπαρξιακή. Τα ποιήματά του θέτουν ερωτήματα για τη μνήμη, το χρόνο, την ανθρώπινη επικοινωνία και την ουσία της ύπαρξης. Η γλώσσα παρουσιάζεται ως ένας διαρκής αγώνας κατανόησης του κόσμου, ενώ η σιωπή συχνά υποδηλώνει είτε την αδυναμία του λόγου είτε τη συνειδητή επιλογή να αφήσουμε χώρο στο ανέκφραστο.
Η ποιητική συλλογή “Δεκαεννιά Βινιέτες για τη Γλώσσα και τη Σιωπή” είναι μια συλλογή που απαιτεί από τον αναγνώστη προσοχή και ενδοσκόπηση. Ο Κωνσταντίνος Λουκόπουλος δεν προσφέρει εύκολες απαντήσεις ούτε επιδιώκει να εντυπωσιάσει με λεκτικές ακροβασίες. Αντίθετα, δημιουργεί ένα έργο που προσκαλεί σε μια ήρεμη αλλά βαθιά φιλοσοφική συνομιλία.
Αν η γλώσσα είναι το εργαλείο της επικοινωνίας μας, τότε η σιωπή είναι ο χώρος όπου δοκιμάζεται η αντοχή της. Μέσα από τις βινιέτες του, ο Λουκόπουλος μάς καλεί να αφουγκραστούμε όχι μόνο τις λέξεις αλλά και τα κενά μεταξύ τους, υπενθυμίζοντάς μας ότι η αλήθεια συχνά κρύβεται σε αυτό που δεν λέγεται.
Βιογραφικό Κωνσταντίνος Χ. Λουκόπουλος