Scroll Top

Σπύρος Μπρίκος “Αγία παπαλίνα η καλλονή” | Παρουσίαση από τον Κυριάκο Κοτσίνη

Σπύρος Μπρίκος, Αγία παπαλίνα η καλλονή, εκδόσεις Μανδραγόρας

Γράφει ο Κυριάκος Κοτσίνης

ΣΠΥΡΟΣ ΜΠΡΙΚΟΣ & ΜΑΓΙΚΟΣ ΡΕΑΛΙΣΜΟΣ

Μια ματιά στην “Αγία παπαλίνα η Καλλονή”

Λόγω κάποιας εγγενούς καλλιτεχνικής διαστροφής, από αρκετά μικρή ηλικία όταν ξεκινούσα την ανάγνωση κάποιου διηγήματος ή μυθιστορήματος, αντανακλαστικά, η πρώτη εσωτερική αντίδραση απέναντι στο κείμενο ήταν η “κινηματογραφοποίησή” του. Αρχίζοντας λοιπόν την ανάγνωση και στην προσπάθεια να χτίσω εντός μου το οπτικοακουστικό σύμπαν το αντιπροσωπευτικότερο στο έργο που διάβαζα, αναζητούσα την καταλληλότερη φιλμική φόρμα. Στην περίπτωση του Μπρίκου ήρθε αβίαστα στο μυαλό μου ο μετρ του μαγικού ρεαλισμού, σκηνοθέτης, Guillermo del Toro.

Έχοντας λοιπόν στο μυαλό μου το σκηνοθέτη απ’ τη μια και τον συγγραφέα από την άλλη , προέκυψε αβίαστα, ως συμπυκνωμένη απόδοση της ουσίας των έργων τους, η παρακάτω φράση:  

“Μια ποιητική άρνηση της πραγματικότητας.”

Η φράση ανήκει στον συγγραφέα Ουσλάρ Πιέτρι[1] και τη χρησιμοποίησε για να περιγράψει, προσθέτοντας μια σταγόνα λυρισμού, αυτό που αποκαλείται: Μαγικός Ρεαλισμός.

Έτσι καθίσταται σαφής και η πρόθεση της παρούσας ανάλυσης, που δεν είναι άλλη απ’ την τεκμηρίωση της θέσης ότι το έργο του Σπύρου Μπρίκου “Αγία παπαλίνα η Καλλονή”, φέρει τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της συγκεκριμένης Υφολογικής Ανησυχίας.

Υπό το πρίσμα του Μαγικού Ρεαλισμού η “Παπαλίνα” αποκαλύπτεται, καθορίζεται ευκρινώς, απενοχοποιείται αν θέλετε, δικαιολογώντας τον υβριδικό χαρακτήρα των διηγημάτων της, τη χρήση της υπερβολής, την πολιτική φόρτιση, τον ερωτισμό που διατρέχει τις ιστορίες της, τις αλληγορίες, τα μεταφυσικά και μυθολογικά χαρακτηριστικά, τη ρευστότητα του χρόνου, μιας και όλα αυτά και άλλα που θα δούμε στη συνέχεια, αποτελούν δομικά στοιχεία του Μαγικού Ρεαλισμού.

Πλησίασα τα διηγήματα του Σπύρου ως ένα ενιαίο αφήγημα, μία ιστορία δοσμένη σε τμήματα, τα οποία διατρέχονται από μια βύθεια κοινή φύση, έναν ενιαίο άξονα πού συνδέει τους διαφορετικούς τόπους, τους ήρωες, τα πεπρωμένα, τις εποχές και τις ιστορικές περιόδους, με τη μαγικότητα. Όπως αυτή απορρέει απ’ την ανθρώπινη διάνοια ως συμπληρωματικό της πραγματικότητας, όταν επιβάλλουμε σ’ ένα κόσμο που έρπει υπό το βάρος των υλικών περιορισμών, τα φτερά της φαντασίας ή στην περίπτωση του Μπρίκου, τα πτερύγια της φαντασίας.

Αναφέρθηκα στο Μαγικό Ρεαλισμό ως υφολογική ανησυχία και όχι ως λογοτεχνικό είδος διότι, και με αυτή την διευκρίνηση ξεκινάμε μια πρώτη απόπειρα κατανόησης αυτού του “ανορθόδοξου” μέσου, ταυτόχρονα κατανοώντας και την φαινομενικά -αλλά τελικώς καθόλου- “ανορθόδοξη” γραφή στα διηγήματα του Σπύρου, μιας και ο Μαγικός Ρεαλισμός, αντιμετώπισε ιστορικά πολλές δυσκολίες ως προς την εύρεση ακριβούς απόδοσης της πολυεπίπεδης φυσιογνωμίας του. Επρόκειτο για λογοτεχνικό φαινόμενο που απ’ τη στιγμή της εμφάνισής του φανέρωσε την πρόθεσή του ν’ αντισταθεί στις παραδοσιακές μορφές και τάσεις της εποχής.

Δεν ταξινομείται ως διακριτό είδος με την έννοια της κοινότοπης ακεραιότητας της πρόζας ή τη συνέπεια ενός άκαμπτου πεζογραφικού λόγου βοηθώντας μας να κατευθυνθούμε ένθεν και ένθεν προς αναζήτηση σαφούς ορισμού. 

Φυσικά και υπάρχουν ορισμοί. Αυτοί όμως που ανοίγουν πραγματικά ένα παράθυρο προς την κατανόηση των δομικών σχημάτων και του ιδιαίτερου γλωσσικού συστήματος του ύφους, βρίθουν από στοχαστικά άλματα και πυκνότητα νοημάτων, επιβεβαιώνοντας ακριβώς τις δυσκολίες που αναφέραμε ως προς τη σαφή οριοθέτηση των νοηματικών του εκτάσεων. Θα αναφερθούμε σε μερικούς σύντομα. 

Η ποικιλία των θεωρητικών διατυπώσεων λοιπόν, απ’ τη στιγμή που πρωτοεμφανίζεται ο όρος σε συγκριτικές μελέτες και αναλύσεις, οδήγησαν κατά καιρούς σε ασαφείς χρήσεις του, αντιπαραθέσεις και διαχωρισμούς στην ακαδημαϊκή κοινότητα δημιουργώντας ένα τοπίο θολό.

Η Morrison[2] έχει πει αναφορικά με το Μαγικό Ρεαλισμό σε συνέντευξή της: “Just another evasive label”[3] και μεταφράζω: “Άλλη μια αμφίλογη ταμπέλα.” Η λέξη “evasive” μεταφράζεται επίσης ως: “απατηλή, ασαφής, ακαθόριστη, διφορούμενη κτλ.”

Ο Jean-Pierre Durix[4] αναφέρει: “commentators have used the term ‘magic realism’ to refer to so many different works of art that the term has largely lost its value for making distinctions between genres.”[5]

Ήτοι, “Μελετητές έχουν κάνει χρήση του όρου για να αναφερθούν σε τόσα πολλά και διαφορετικά έργα τέχνης ώστε ο όρος έχασε επί το πλείστων την αξιοπιστία του ως το προς την ικανότητά του να διαχωρίζει τα είδη.”

Η παράθεση παραδειγμάτων μπορεί να συνεχιστεί αποδεικνύοντας το του λόγου το αληθές• κάποια στιγμή στη δεκαετία του 40 στη Λατινική Αμερική, περνάμε σε ένα ασύμβατο, ανατρεπτικό, ριζοσπαστικό τρόπο γραφής, που προκαλεί τα στερεότυπα, εμπλουτίζει τη γραπτή έκφραση, δίνοντάς μας ένα μη καθορισμένο ευκρινώς λογοτεχνικό είδος, θα λέγαμε νεφελώδες, αλλά κάτι που έγινε αποδεκτό ως μια νέα λογοτεχνική μέθοδος, ένα νέο αφηγηματικό στυλ, ή αφηγηματική στρατηγική.

Φυσικά όπως κάθε αισθητική στάση απέναντι στο ον, δεν περιορίζεται μόνο σε ένα πεδίο, εν προκειμένω στη λογοτεχνία, αλλά είναι σ’ αυτό το πεδίο που διακρίνεται περισσότερο.

Η Paulina Grzeda αναφέρει, μεταξύ άλλων:

“Pursuing a basic understanding of magical realism as a narrative strategy and a mode of narration, rather than a genre of fiction or a literary movement.”[6]   

“Επιδιώκοντας μια βασική κατανόηση του Μαγικού Ρεαλισμού ως αφηγηματική στρατηγική, ως τρόπο αφήγησης, παρά ως μυθοπλαστικό είδος ή λογοτεχνικό κίνημα.”

Ο J.S. Hurley επίσης:

“However the statement that magic realism in literature is a narrative style is a safe one.”[7]

Ωστόσο είναι ασφαλής η δήλωση ότι ο Μαγικός Ρεαλισμός στη λογοτεχνία είναι ένα αφηγηματικό ύφος, γραφή, στυλ, τρόπος.”

Μια καινούρια αφηγηματική στάση υλοποιείται, σημαδεμένη ανεξίτηλα, από  το άγγιγμα της μαγικότητας.

Ας προχωρήσουμε προσεκτικά προς την εύρεση κατάλληλου ορισμού επιλέγοντας ως αφετηρία το ίδιο του το όνομα.

Ο ίδιος ο όρος Μαγικός Ρεαλισμός, από μόνος του, είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτικός. Μαρτυρά τον υβριδικό του χαρακτήρα αφενός, ως σύνθεση δύο “οντοτήτων”, και την οξύμωρη και αντιφατική φύση του αφετέρου. Αποτελείται από δύο λέξεις οι οποίες δεν συνηθίζεται να συνδυάζονται. Δύο έννοιες με αντιθετική σχέση μεταξύ τους, με τη μια να στέκεται στον αντίποδα της άλλης, να άλληλο-νοηματοδοτούνται μέσω των συγκρουσιακών τους ιδιοτήτων. Αυτές οι δυο λέξεις, αντιπροσωπεύουν κατ’ επέκταση δύο ασυμβατότητες.

Δυο διαφορετικές θεωρήσεις του “Σύμπαντος Κόσμου”.

Τη ρεαλιστική, ήτοι την κατανόηση του κόσμου, του επηρεασμένου από την επιστήμη και τον πραγματισμό, ως αποτέλεσμα της υλιστικής γνωσιολογίας και του εμπειρισμού.  Τον ορθολογισμό.

Και,

Τη διαισθητική, συναισθηματική, την επηρεασμένη από τον μύθο, τη μεταφυσική, τη θεολογία, τη λαϊκή παράδοση, τα όνειρα.

Είναι αυτές οι δυο αντιλήψεις, θα μπορούσαμε να πούμε χονδρικά, με τις οποίες οι άνθρωποι παραδοσιακά και κατ’ επέκταση οι ήρωες των ιστοριών, αντιλαμβάνονται όλα όσα τους περιβάλλουν, τους επηρεάζουν, τους καθορίζουν, τους παρακινούν.

Όπως συμβαίνει και με τους χαρακτήρες στο έργο του Σπύρου, όπου έχουμε γεγονότα και καταστάσεις που ξεπερνούν τα όρια της λογικής εξήγησης, να δένονται μαζί με τους πρώτους και αντίστροφα. Άνθρωποι και τόποι καταλαμβάνονται ή συγχωνεύονται με άλλα όντα ή τόπους, διαταράσσοντας ακόμα και την ίδια την ταυτότητα της ατομικότητας των ηρώων.

Η Isabel Allende παραθέτει μια ενδιαφέρουσα ερμηνεία, την οποία δεν επιλέγω ως αντιπροσωπευτικό ορισμό, αλλά ως το πρώτο βήμα προς την αναζήτηση αυτού, λόγο της μαγικότητας που εμπεριέχει:

“Magic Realism is a literary device or a way of seeing in which there is space for the invisible forces that move the world: dreams, legends, myths, emotion, passion, history. All these forces find a place in the absurd, unexplainable aspects of magic realism…. It is the capacity to see and write about all the dimensions of reality.”[8]

“Ο Μαγικός Ρεαλισμός είναι ένας λογοτεχνικός μηχανισμός ή ένας τρόπος θέασης στον οποίο υπάρχει χώρος για τις αόρατες δυνάμεις που κινούν τον κόσμο: όνειρα, δοξασίες, μύθοι, συναίσθημα, πάθος, ιστορία. Όλες αυτές οι δυνάμεις βρίσκουν τη θέση τους στις παράλογες, ανεξήγητες πτυχές του Μαγικού Ρεαλισμού… Είναι η ικανότητα να δούμε και να γράψουμε σχετικά με όλες τις διαστάσεις της πραγματικότητας.”

Η Allende αναφέρεται στις “αόρατες δυνάμεις που κινούν τον κόσμο”, στη δυνατότητα “να βλέπουμε και να γράφουμε για όλες τις διαστάσεις της πραγματικότητας.” 

“Δυνάμεις”, όνειρα, μύθοι, πάθη, συναισθήματα, ιστορία, τα οποία συναντάμε σε ολόκληρο το έργο του Σπύρου Μπρίκου, να διατρέχουν τις ιστορίες του και να διαμορφώνουν τις πλοκές τους.

Δε μιλάμε για μια στρέβλωση της υλικής πραγματικότητας, αλλοίωσής της, ή αντικατάστασής της από το εξωπραγματικό, αλλά για μια συνύφανση, συμπλοκή των δύο, στην οποία οι δυνάμεις αυτές οδηγούν σε μια επανεκτίμηση της πραγματικότητας, στην έκφραση αντιλήψεων ερμηνείας του κόσμου, δημιουργώντας μια υβριδική πραγματικότητα στην οποία το εξωπραγματικό δεν αποτελεί έναν κόσμο που επινοείται αλλά που αποκαλύπτεται.

Αντιλαμβανόμαστε καλύτερα το Μαγικό Ρεαλισμό ως το αποτέλεσμα της σύγκρουσης δύο διαφορετικών απεικονίσεων του κόσμου, μιας σύγκρουσης όμως που γίνεται γόνιμη και παραγωγική μόνο όταν καταλήγει σε “ισοπαλία”.  

Πρόκειται για μια σχέση ισορροπίας, όπου το ρεαλιστικό στοιχείο δεν υπερτερεί της μαγικότητας και το αντίθετο, το εξωπραγματικό δεν διεκδικεί μεγαλύτερη ποσότητα αλήθειας από ότι το ρεαλιστικό, όπως μας λέει ο Slemon: “realism and fantasy never manage to arrange themselves into any kind of hierarchy”.[9] “Ρεαλισμός και φαντασία δεν καταφέρνουν να τοποθετηθούν σε κάποιου είδους ιεραρχία”.

Και συνεχίζει δίνοντάς μας μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα περιγραφή την οποία και παραθέτω ως ορισμό:

In the language of narration in a magic realist text, a battle between two oppositional systems takes place, each working toward the creation of a different kind of fictional world from the other. Since the ground rules of these two worlds are incompatible, neither one can fully come into being, and each remains suspended, locked in a continuous dialectic with the other’.”[10]

“Στη γλώσσα της αφήγησης στα κείμενα του μαγικού ρεαλισμού, λαμβάνει χώρα μια μάχη μεταξύ δύο αντίθετων συστημάτων, το κάθε ένα εκ των οποίων εργάζεται ως προς την δημιουργία ενός διαφορετικού μυθοπλαστικού κόσμου. Εφόσον οι βασικοί κανόνες αυτών των κόσμων είναι ασύμβατοι μεταξύ τους, κανένα από τα δύο δεν μπορεί να αυτοπραγματωθεί, παραμένοντας αιωρούμενα, εγκλωβισμένα σε μια διαρκή διαλεκτική σχέση μεταξύ τους.”

Στο μαγικό ρεαλισμό ο ρεαλισμός λειτουργεί ως τροφοδοτικός μηχανισμός του φανταστικού, η μήτρα εντός της οποίας το εξωπραγματικό τρέφεται, φθάνει στη μέγιστη ωρίμανσή του και παραμένει εκεί, δίχως να την αποχωριστεί ποτέ. Η πρώτη σε κατάσταση πληρότητας και αυτοπραγμάτωσης και το δεύτερο πλήρως λειτουργικό και προστατευμένο σε ένα περιβάλλον απόλυτης ασφάλειας και ανοχής.

Ο ρεαλισμός διατηρεί το ρασιοναλιστικό πλαίσιο, παρέχοντας τη χειροπιαστή πλοκή, τον πραγματικό κόσμο ως σκηνικό, ενώ η μαγικότητα εμφανίζεται απρόοπτα κάνοντας τον αναγνώστη “ν’ αναρωτιέται αν αυτό συμβαίνει στ’ αλήθεια” (Sharon Bliss), με τον συγγραφέα να μας οδηγεί με δεξιοτεχνικό τρόπο, χρησιμοποιώντας τα λόγια του Joseph Roth, “to a confusion within clarity”, δηλαδή “σε μια σύγχυση εν μέσω διαύγειας”, όπως ακριβώς πράτει και ο Σπύρος.

Σ’ αυτήν τη διαλεκτική σχέση η Wendy B. Faris μας λέει, δίνοντας έναν άλλον, σύντομο ορισμό,

“magical realism is combination of realism and the fantastic in which the former predominates” “Ο Μαγικός Ρεαλισμός είναι συνδυασμός ρεαλισμού και φανταστικού στον οποίο ο πρώτος επικρατεί.”

Δηλαδή, ο ρεαλισμός επικρατεί. Δεν υπερτερεί.

Εξωπραγματικά γεγονότα παρουσιάζονται ως φυσιολογικά, με συνέπεια προς την πλοκή, το υπερφυσικό γίνεται αποδεκτό ως προέκταση ή μέρος της καθημερινότητας, αφού εντάσσεται με τρόπο αξιόπιστο και εύλογο στο ρεαλιστικό σύμπαν των ιστοριών του.

Μια πρόταση που μπορεί να αποδώσει αυτή τη σχέση, είναι αυτή του Irelmar Chiampi, όπως παρατίθεται στο βιβλίο του Warnes: “Η Ερμηνευτική της Ασάφειας”, την οποία δε θα ρισκάρω να μεταφράσω:  “The denaturalisation of the real and the naturalisation of the marvellous.”

Στον Μπρίκο ερχόμαστε αντιμέτωποι με περιστατικά τα οποία δε θα ήταν δυνατόν να εξηγηθούν σύμφωνα με τους νόμους της φυσικής ή της υλιστικής γνωσιολογίας και του εμπειρισμού, δοσμένα με τέτοιο τρόπο, προκαλώντας στον αναγνώστη, κι αυτό είναι ένα από τα κυριότερα χαρακτηριστικά στο Μαγικό Ρεαλισμό, αυτό που αποκαλούμε Suspension of Disbelief, σε ελεύθερη μετάφραση, Αναστολή της Δυσπιστίας, δηλαδή προκαλεί τον αναγνώστη να αναρωτηθεί αν τα εξωπραγματικά γεγονότα είναι δυνατόν να συμβούν ή με τα λόγια της Faris: “the reader may experience some hesitation in the effort to reconcile two contradictory understandings of events”,[the magical and the real].[11] 

Μετατρέπει στοιχεία και οντότητες που ανήκουν σ’ ένα κόσμο μεταφυσικό σε προέκταση της δικής μας πραγματικότητας, αναδεικνύοντας μ’ αυτόν τον τρόπο αυτό που ο Roh αποκαλεί: “the interior figure of the exterior world”.[12]

Ας δούμε πως τα επιμέρους στοιχεία του Μαγικού Ρεαλισμού: α)Το φανταστικό, β)Χαρακτήρες, γ)Τόπος, Ατμόσφαιρα, Τόνος, Πλοκή, δ)Συγγραφική Συστολή, ε)Υβριδισμός, στ)Υπερβολή, αναπτύσσονται στο έργο του Σπύρου αποτελώντας τα ιδιαίτερα φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά του έργου του.

Το Φανταστικό

Το φανταστικό αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό στο Μαγικό Ρεαλισμό. Είτε πρόκειται για κάποιο μύθο, αρχαίο ή προϊστορικό ον, ένα λαϊκό παραμύθι, μια δοξασία, είτε άλλου τύπου υπερβατικές πραγματικότητες τις οποίες αποκαλύπτει ο συγγραφέας, προσαρμόζεται σ’ έναν ρεαλιστικό κόσμο, κοινωνικό πλαίσιο, και εξελίσσεται οργανικά, σε αρμονία πάντα με την κανονικότητα που απορρέει από την αντικειμενική θεώρηση του κόσμου αυτού. Πρόκειται για μια διαρκή διαλεκτική μεταξύ δύο όρων αντιθετικών.

Χρησιμοποιώ τα λόγια του Warnes: “Το κείμενο στο μαγικό ρεαλισμό πρέπει να παρουσιάζει κατανοητά ανεπτυγμένους κώδικες του φυσικού και του υπερφυσικού, η αντινομία μεταξύ των οποίων θα πρέπει να αποσαφηνίζεται και να επιλύεται [με κατανοητό τρόπο], ενώ ταυτόχρονα θα πρέπει να διατηρείται η αναγκαία ποσότητα συγγραφικής συστολής, [για να έχουμε τον απαραίτητο βαθμό ασάφειας], έτσι ώστε να μην απειλείται η συνύπαρξη και η νομιμότητα των δύο αυτών διαφορετικών, ασύμβατων κατηγοριών.”[13]

Αυτό αποτελεί, σύμφωνα με το μελετητή και ένα κριτήριο διαχωρισμού του μαγικού ρεαλισμού με άλλα συναφή και γειτονικά του είδη που συνδυάζουν το ρεαλισμό με τη φαντασία, όπως, επιλέγω τα περισσότερο χαρακτηριστικά και ίσως περισσότερο επιρρεπή στο να ταυτιστούν με το Μ.Ρ., η φανταστική λογοτεχνία και ο σουρεαλισμός.

Το έργο του Σπύρου δε μπορεί να χαρακτηριστεί  φανταστική λογοτεχνία ούτε μπορεί να έχει όποια σχέση με τον σουρεαλισμό και θα δούμε αμέσως γιατί.

Ο σουρεαλισμός, ενδιαφέρεται να μεταφράσει το υποσυνείδητο, το αντικείμενο της γνώσης που πλέει σε ένα αχρονικό και αχωρικό σύμπαν, απουσία κάθε ορθολογιστικής υποβοήθησης,  χωρίς ηθικούς και αισθητικούς περιορισμούς. Η απελευθέρωση της υποσυνείδητης ζωογόνου δύναμης της φαντασίας, δίχως τη μεσολάβηση της λογικής. Χτίζει έναν κόσμο ασύμβατο με τους νόμους της φυσικής, υπερβατικό, ονειρικό. Ας θυμηθούμε τα λόγια του André Breton στο μανιφέστο του Σουρεαλισμού (1924), όπου τον ορίζει ως εξής: “ο αγνός ψυχικός αυτοματισμός με τον οποίο εκφράζει κανείς γραπτά, είτε προφορικά, ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο, την αληθινή λειτουργία της σκέψης. Υπαγόρευση της σκέψης, με την απουσία κάθε ελέγχου απ’ τη λογική, έξω από κάθε προκατάληψη αισθητική ή ηθική”.

Στη φανταστική λογοτεχνία τώρα, η ιστορία διαδραματίζεται σ’ έναν κόσμο διαφορετικό απ’ τον δικό μας, όπου ισχύουν κώδικες και κανόνες μαγικότητας, π.χ. όπως στον Χάρι Πότερ,  ιστορίες και φαινόμενα ασύλληπτα για τον ανθρώπινο νου, με προφητείες, εκλεκτούς, θεϊκές παρεμβάσεις, ημίθεους κ.τ.λ., σ’ ένα κόσμο ο οποίος επινοείται εκ του μη όντος, υπάρχει ως αποκύημα της φαντασίας του συγγραφέα και μόνον, όπως π.χ. στον “Άρχοντα των Δαχτυλιδιών” όπου ο Τόλκιν χτίζει κάτι που παραμένει, χωρίς να μας μπερδεύει, εξωπραγματικό.

Στον Μπρίκο, όπως και στο μαγικό ρεαλισμό, έχουμε τον συνδυασμό του ρεαλισμού με τη φαντασία μεν, αλλά αυτό πραγματώνεται σ’ ένα σύμπαν εμπειρικά εξακριβωμένο, οι κώδικες του ρεαλισμού έχουν προνομιακό ρόλο, σε αντίθεση με ότι συμβαίνει, όπως είδαμε, στη φανταστική λογοτεχνία και το σουρεαλισμό.

Αυτό που μένει στον Μαγικό Ρεαλισμό είναι η αίσθηση καινούργιων οπτικών της πραγματικότητας, σαν να αποκαλύπτεται η εσωτερικότητα του υλικού κόσμου με μαγικές περιγραφές συνυφασμένες με την αφηγηματική στάση έτσι ώστε να δημιουργείται αυτό που αναφέρθηκε παραπάνω μια υβριδική πραγματικότητα.

Όπως αναφέρει ο Γιώργος Παναγιωτίδης: “Η διαφορά λοιπόν από το ξεκάθαρα φανταστικό είναι ουσιαστική γιατί εδώ το φανταστικό τίθεται στον κανονικό και σύγχρονο κόσμο, συμπλέκεται σε ολωσδιόλου αυθεντικές περιγραφές ανθρώπινων πράξεων και κοινωνικών δομών ως τμήμα του κόσμου, εύλογο και καθημερινό.”[14]

Χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτής της γραφής διαβάζουμε στον Σπύρο στο:

“Η σύζυγος του Κ. Αρσένογλου” όπου η μεσήλιξ ακαδημαϊκός μοιράζεται την καθημερινότητά της στο νησί, μακριά απ’ τον άντρα της, με “ένα αρχαίο θαλάσσιο ον”. Δύο ηδονικές ώρες περίπου κάθε μέρα. 

Στο “Στου Ξυλοσύρτη το νερό”, όπου έχουμε δύο παράλληλες πραγματικότητες, δυο γειτονικούς κόσμους, αυτόν των ανθρώπων κι αυτόν των εξόριστων αμφιβίων, που “ισως” ήταν οι άνθρωποι εξευγενισμένοι, προτού αλλοτριωθούν, προτού μεταλλαχθούν.

Επίσης στο κείμενο “Βουτιά θανάτου” όπου ο ήρωας λίγο πριν πεθάνει από πνιγμό εισέρχεται στη φωτισμένη “θαλάσσια πολιτεία” όπου συναντά “πρόσφυγες από άλλες θάλασσες”, “πνιγμένους ναυαγίων” τον “Αβραάμ Λεσπέρογλου”, κι άλλους πολλούς “όπου ένα μαγικό ρεύμα τούς μετέφερε λίγο πριν εκπνεύσουν”.

Ή τέλος στο “Εμείς ψαράδες είμαστε…” όπου οι ζωγραφιές της Κορίνας, που έχασε στη θάλασσα τον αγαπημένο της Μηνά, ζωντανεύουν κάθε βράδυ και μαζί με τον Μηνά επισκέπτονται τις “βουβωνικές τις πτυχές” σε μια μυσταγωγική ερωτική πράξη που διαρκεί ωσότου να την πάρει ο ύπνος, ώσπου να μεταμορφωθεί και η ίδια με τον καιρό, σε ένα σπίτι που επίσης μεταμορφώνεται μαζί της, σε γοργόνα με τελικό προορισμό τη θάλασσα. 

Οι Χαρακτήρες

Άνθρωποι που θέλουν να αποδράσουν από μια καθημερινότητα παγιωμένη, καθορισμένη, ασφυκτική, προτετελεσμένη, από μια ρουτίνα διαρκείας χωρίς προοπτική λήξης, από ένα πεπρωμένο πάνω στο οποίο δεν έχουν καμία επιρροή και απλά υπομένουν αναμένοντας, προσδοκώντας αυτό που μόνον διαψεύδεται.

Άνθρωποι συνηθισμένοι, ωστόσο με προσωπικότητες εντυπωσιακές, με τις ιδιαιτερότητές τους και τη μοναδικότητά τους, των οποίων όμως η ζωή δεν ξεχωρίζει για το μεγαλείο της, τις ανέσεις ή τη σπουδαιότητά της, αλλά με έντονες συναισθηματικές φορτίσεις και σεξουαλικές εκφορτίσεις. Η έντονη σεξουαλικότητα και ο ερωτισμός, έχουν σημαντικό ρόλο στις ζωές των ηρώων στο Μαγικό Ρεαλισμό, όπως άλλωστε και σε αρκετούς απ’ τους ήρωες του Σπύρου.

Ήρωες με βαθιά απωθημένα, ελλείψεις, ανεκπλήρωτες επιθυμίες που μετατράπηκαν σε χρόνιες νόσους και που απεγκλωβίζονται και ολοκληρώνονται μέσω του εξωπραγματικού, ακολουθώντας ένα υπερβατικό πεπρωμένο αυτοπραγμάτωσης ή υπομένοντας καρτερικά έναν λυτρωτικό θάνατο.

Η Ξένια που “σπαρταρά στο κρεβάτι” της ηδονικά εξαιτίας του Φιοντόρ, του φιδιού και που φυλακίζεται για να ζήσει για πάντα απομονωμένη, η Ευαγγελή Μπαρμπούτη, μόνη της τριάντα χρόνια τώρα, αφού τον Σπυριδωνάκης της τον πήρε η θάλασσα, η Αστερίου Στεργιανή που αποφασίζει, για να αποδράσει, να αυτοκτονήσει αλλά που τελικά σώζεται ως εκ θαύματος από τα δίχτυα του φαφούτη Απόστολου, η Κορίνα που γίνεται γοργόνα και χάνεται στη θάλασσα, η Πηνιώ που γεννά μέσα στη βάρκα μαζί με το γιγάντιο σαλάχι κι ο άγνωστης καταγωγής μακρυμάλλης παππούς ο Πάκο που “πήρε φωτιά” και κανείς δε νοιάστηκε να βοηθήσει.  Και άλλοι.

Τόπος-Τόνος-Ατμόσφαιρα-Πλοκή

Οι ιστορίες στο Μαγικό Ρεαλισμό διαδραματίζονται σε οποιοδήποτε χώρο του πραγματικού κόσμου. Δεν έχει να κάνει με κάποιο συγκεκριμένο τύπο τοποθεσίας όσο με το γεγονός ότι η τοποθεσία αυτή αποπνέει την αίσθηση του μικρόκοσμου, ενός τόπου που όλοι γνωρίζονται μεταξύ τους, συνδέονται με μια μοίρα κοινή, συμπάσχουν, αισθάνονται “θύματα” ενός όμοιου πεπρωμένου, αλληλεξαρτώνται.

Ο τόπος υποβοηθούμενος από την ατμόσφαιρα, η οποία φέρει τα χαρακτηριστικά της κοινότητας, της φτώχειας και της ανέχειας, της καταπίεσης, της κακουχίας και από τον τόνο, με τον οποίο αποδίδεται η ιστορία, δηλαδή οι λέξεις και οι φράσεις με τις οποίες ο συγγραφέας αποδίδει την απαιτούμενη “μαγικότητα”, τα εξωπραγματικά γεγονότα, δημιουργώντας την αίσθηση λογικής συνέπειας, την επιθυμία στον αναγνώστη να θέλει να ξέρει τί είναι αληθινό και τί όχι, αφού παραμένοντας ρασιοναλιστικός θεατής της πραγματικότητας αποδέχεται ταυτόχρονα το υπερφυσικό ως τμήμα της, διότι ο Τόνος καταφέρνει να μεταμορφώνει την πραγματικότητα σ’ έναν κόσμο στον οποίο δε θα μπορούσαμε να εισχωρήσουμε με τους κανονιστικούς αντιληπτικούς μας κώδικες.

Όλα αυτά σε συνδυασμό με την πλοκή. Η οποία αναφέρεται σε καθημερινές ιστορίες εντός των οποίων φυσικά εγχύεται το μαγικό. Δεν έχουμε να κάνουμε με κοσμοιστορικά γεγονότα, μνημειώδεις ανακαλύψεις και γενικά σπουδαίες εξελίξεις και συγκυρίες αν και οι ιστορίες δύνανται να διαδραματίζονται στη σκιά τέτοιων καταστάσεων, να επηρεάζονται ή και να εξαρτώνται απ’ αυτές. Τα ιδιαίτερα γεγονότα τα οποία τυχόν προκύπτουν εξελίσσοντας τη δράση ή εκκινώντας την ή απλά ενισχύοντάς την, διατηρούν έναν χαρακτήρα ήπιο, συνδεδεμένο με την κανονικότητα και τη ρουτίνα της ζωή αυτών των μικρόκοσμων, όπως ένα πανηγύρι, η μια θεατρική παράσταση από κάποιον περιοδεύον θίασο, ή σαν τη “λαϊκή συνέλευση της συνοικίας”, στην αυλή της Λούλας, όπως διαβάζουμε στο “Λαϊκή δημοκρατία Πρεβέζης”, καθώς και τον “μυστικό οίκο μόδας”, που στεγαζόταν στο μαγαζί “η γκαλερί της Αγάπης”. 

Συγγραφική Συστολή & Υβριδισμός

Ο όρος Authorial Reticence τον οποίο μεταφράζω ελεύθερα ως Συγγραφική Συστολή, αφορά τη στάση και τη διάθεση του συγγραφέα απέναντι στις ιστορίες του και κατ’ επέκταση στους αναγνώστες του. Η αφήγηση εξελίσσεται με τέτοιο τρόπο ώστε οι ήρωες της ιστορίας αλλά και ο ίδιος ο αφηγητής να μένουν “ασυγκίνητοι” απέναντι στα φανταστικά γεγονότα, αποδεχόμενοι το εξωπραγματικό ως φυσιολογικό και κοινό.

Ο Μπρίκος παρακρατεί, αποκρύπτει πληροφορίες, για να μετατρέψει σκοπίμως τις συνθήκες ασαφείς, ενδυναμώνοντας την αίσθηση του φανταστικού εντός της ιστορίας. Οι ήρωες και ο αναγνώστης κρατούνται στο σκοτάδι ώστε να διατηρείται συνεχώς η γεύση του μυστηρίου καθώς τα γεγονότα ξεδιπλώνονται. 

Όπως λέει ο Jay Archer David: “Ο αφηγητής δεν παρέχει εξηγήσεις αναφορικά με την αξιοπιστία των γεγονότων που περιγράφονται στο κείμενο. Επιπροσθέτως, ο αφηγητής είναι αδιάφορος• η ιστορία προχωρά με λογική συνέπεια και ακρίβεια λες και τίποτα εξωπραγματικό δεν έλαβε χώρα.”

Ο Υβριδισμός καθοριστικό του ύφους και σημαντικό στοιχείο, που προσδιορίζει την ταυτότητα των κειμένων και μορφοποιεί το σύνολο αναμιγνύοντας είδη, πλοκές και περιόδους, συνυφαίνοντας διαφορετικά πεδία της πραγματικότητας, όπως αυτή γίνεται αντιληπτή από τους χαρακτήρες, τα οποία αλληλεπιδρούν με το χώρο και το χρόνο, φέρνοντας μαζί το αστικό με το αγροτικό, το παρελθόν με το παρόν, τον ρεαλισμό με τη μαγικότητα, δημιουργώντας μια βιωματική πραγματικότητα πέρα από τις συμβατικές τεχνικές του ρεαλισμού.

Έτσι, ο Μαγικός Ρεαλισμός προσφέρει και γόνιμο έδαφος για την καλλιέργεια μιας αντιθετικής λογικής απέναντι σε καταπιεστικά ή δεσπωτικά καθεστώτα και απολυταρχικές μορφές εξουσίας, αποτελώντας όχημα κοινωνικής διαμαρτυρίας, έντονης πολιτικής κριτικής και αντίστασης.

Η ασυμβατότητα των δύο πεδίων του, ρεαλισμού και μαγικότητας, αντικατοπτρίζει, μεταξύ άλλων, και το βαθύ χάσμα πολιτικών συστημάτων και τάξεων.

Την σύγκρουση οποιονδήποτε ασύμβατων κατηγοριών.

Αποδομώντας αυτό που αντιλαμβανόμαστε ως αληθινό, υποσκάπτει τα θεμέλια των απόψεών για την αλήθεια και αυτού που κατανοούμε ως πραγματικό, με αποτέλεσμα να δύναται να μεταμορφωθεί σε μια εναλλακτική εκδοχή, απ’ αυτήν ενός κόσμου κυριευμένου από καταπιεστικές δυνάμεις που στερούν ελευθερίες, προκαλούν αδικίες και ανισότητες, εγκλωβίζοντας τους χαρακτήρες σε ένα πεπρωμένο που αδυνατούν να αποφύγουν ή να ελέγξουν. 

Για τον Μπρίκο ο Μαγικός Ρεαλισμός προσφέρει τη δυνατότητα να αμφισβητήσει και να ασκήσει κριτική σε απόψεις ή θεσμούς, είτε κοινωνικής είτε πολιτικής υπόστασης.

Ο Bowers μας λέει πως η φύση του Μαγικού Ρεαλισμού αναπόφευκτα δημιουργεί μια ανατρεπτική ατμόσφαιρα, ενώ πολλοί κριτικοί τον βλέπουν σαν μια μορφή πολιτικής αντίστασης, (…) και εξαιτίας αυτής της φύσης, μετατράπηκε σε ένα ιδιαίτερα δημοφιλή μέσο ισοπεδωτικής κριτικής εναντίον απολυταρχικών και ρατσιστικών καθεστώτων.[15]

Νομίζω πως θα ήταν περιττό να αναφερθώ σε παραδείγματα πολιτικών υπαινιγμών στο έργο του Μπρίκου.

Τέλος,

Υπερβολή – Χρονική Ρευστότητα

Η υπερβολή, ως μέσο ενίσχυσης της παραστατικότητας, εμφατικότητας των εντυπώσεων, χρησιμοποιείται συχνά στο Μαγικό Ρεαλισμό κυρίως για τη δραματοποίηση των συναισθηματικών φορτίσεων και των τραυματικών γεγονότων που έχουν καθοριστικό αντίκτυπο στις ζωές των χαρακτήρων, αλλά περισσότερο για να προσδώσει στο συνηθισμένο, μέσω της υπέρμετρης και της εξωπραγματικής περιγραφής, την απαραίτητη μαγικότητα, τον υπερβατισμό.

Εκφραστικό σχήμα που συναντάμε διαρκώς στα κείμενα του Σπύρου, ακριβώς με τον τρόπο που μόλις περιγράψαμε.

Ένας άλλος τρόπος με τον οποίο ο αφηγητής στον Μαγικό Ρεαλισμό μεταμορφώνει την πραγματικότητα δημιουργώντας έναν κόσμο τον οποίο δε θα μπορούσαμε να αντιληφθούμε με τους συνήθεις αντιληπτικούς μας κώδικες, είναι η στρέβλωση, αν θέλετε, των βασικών κανόνων του φυσικού αυτού κόσμου, κυρίως της γραμμικότητας του χρόνου.

Στον Μπρίκο, ακόμα και όταν ο χώρος είναι διεξοδικά και επιμελώς προσδιορισμένος, σε αρκετές περιπτώσεις τα κείμενα τείνουν να αμφισβητούν τις ρεαλιστικές παραδοχές αναφορικά με τη γραμμικότητα του χρόνου, υιοθετώντας “μη γραμμικές, κυκλικές ή επαναλαμβανόμενες, (ανοιχτές) αφηγηματικές τακτικές, χαρακτηριστικές της προφορικής παράδοσης.”[16] 

Διαβάζουμε στο Σπύρο στα “Εμβατήρια θαλάσσης”: “Ξημερώνει πάλι το χθες”.

Επίλογος

Ο κόσμος του Σπύρου μας κάνει να νοσταλγούμε, αλλά με τη φαντασία μας να επιστρέφουμε, σ’ έναν κόσμο του παρελθόντος, εντυπωμένου στη γενετική μας μνήμη, ψηλαφίζοντας ιστορικές περιόδους ξεδιπλωμένες μέσω φανταστικών προοπτικών.

Ανασαίνοντας τις φανταστικές ζωές απλών ανθρώπων που μην μπορώντας να παρέμβουν στα γεγονότα καταφεύγουν πότε, πότε, σ’ένα μυθικό σύμπαν, αποδεχόμαστε αβίαστα  τις απροσδόκητες αλλοιώσεις της πραγματικότητας, καθώς ο συγγραφέας μας μυεί σ’ έναν κόσμο εξωπραγματικό που προαπαιτεί να πιστέψουμε σε άλλες διαστάσεις της πραγματικότητας, κάμπτοντας του νόμους του σύμπαντος όπως αυτοί αποδόθηκαν απ’ αποδεικτικά στοιχεία του εμπειρισμού. 

Μεταφερόμαστε τελικώς σ’ ένα σύμπαν όπου, χρησιμοποιώντας τα λόγια του Claude Debussy, “Το έργο τέχνης φτιάχνει τους κανόνες και όχι οι κανόνες το έργο τέχνης.”[17]


[1] Το 1927, ο όρος “μαγικός ρεαλισμός – realismo magico” ταξιδεύει στη Λατινική Αμερική. Ο συγγραφέας, εκτός των άλλων, Αρτούρο Ουσλάρ Πιέτρι υιοθετεί τον όρο και τον συσχετίζει, για πρώτη φορά, με τη λατινοαμερικάνικη λογοτεχνία. (Ο μαγικός ρεαλισμός. Το πραγματικό και φανταστικό στο ίδιο δωμάτιο.)

Σοφία Πολίτου – Βερβέρη

[2] Morrison won the Pulitzer Prize and the American Book Award in 1988 for Beloved. She was awarded the Nobel Prize in Literature in 1993.

[3] Davis, Christina. “Interview with Toni Morrison.” Présence Africaine (1988): 141-150

[4] Senior Lecturer in the English Department at The University of Dijon, France.

[5] Jean-Pierre Durix, Mimesis, Genres and Post-Colonial Discourse: Deconstructing M.R. (New York: Macmillan St. Martin’s Press, 1998), p.116

[6] Magical Realism: A Narrative of Celebration or Disillusionment? South African Literature in the Transition Period, Paulina Grzeda, (The J. Hopkins Un. Press and The Un. of Calgary, Vol.44 No.1) p.159

[7] Magic Realism in Cinema, An analysis, Dr. J.S. Hurley (25-01-2013, Univesiteit Utrecht, Ankie Petersen) p.9

[8] The Question of the Other: Cultural Critiques of Magical Realism, W.B.Faris, The Un. of Texas at Arlington, p.107

[9] Slemon, Stephen. “Magic Realism as Postcolonial Discourse.” Magical Realism: Theory, History, Community. Eds. Lois Parkinson Zamora and Wendy B. Faris. Durham: Duke UP, 1995. p.409-10

[10]Slemon, Stephen. “Magic Realism as Postcolonial Discourse.” Magical Realism: Theory, History, Community. Eds. Lois Parkinson Zamora and Wendy B. Faris. Durham: Duke UP, 1995. p.409-10

[11] Zamora L.P & Faris W. (eds) (1995) Magical Realism: Theory, History, Community. Durham, NC. Duke University Press.

[12] Roh, Franz. (1925) Magical Realism:Post-Expressionism in Nach-Expressionism, MagischerRealismus:Probleme der neuesten Europäischen Malere. Leipzig:Klinkhardt and Biermann.

Translated by Wendy B. in Faris Zamora L.P & Faris W. (eds) (1995) Magical Realism:

Theory, History, Community. Durham, NC. Duke University Press. p.25

[13] Chronicles of Belief and Unbelief: Zakes Mda and the Question of Magical Realism in South African Literature.” Ways of Writing: Critical Essays on Zakes Mda, ed. David Bell and Johan Jacobs. Pietermaritzburg: University of KwaZulu-Natal Press, 2009. 73-90.

[14] http://www.yiorgospanayiotidis.com/2008/12/blog-post.html

[15] Bowers, Magic(al) Realism, 2004, 39,64,4,90

[16] Magical Realism: A Narrative of Celebration or Disillusionment? South African Literature in the Transition Period, Paulina Grzeda, (The J. Hopkins Un. Press and The Un. of Calgary, Vol.44 No.1) p.163

[17] Debussy emphasized the creative process and the artist’s role in defining new standards.

Βιογραφικό Κυριάκος Κοτσίνης

Βιογραφικό Σπύρος Μπρίκος