Ο τόπος των ποιητών είναι η πατρίδα της γραφής τους. Εσάς πώς επηρέασε τη γραφή σας ο τόπος σας;
Δυο τόποι έγιναν δραματουργικά σκηνικά στα κείμενά μου: ο γενέθλιος, το Ρέθυμνο, κι η Θεσσαλονίκη όπου ζω εδώ και 50 χρόνια. Στο Ρέθυμνο ανακάλυψα τα «πράγματα» και στη Θεσσαλονίκη τα γεύτηκα. Εδώ που ζω πείστηκα πως «ο κόσμος είναι άνισος, άδικος και τυρβώδης», όπως έγραψα σε έναν στίχο.
Το Ρέθυμνο της Κρήτης οιστρηλατείται από γενναίο φως. Δεν ζεις με αυτό, μαγεύεσαι. Διαθέτει επίσης φυτολόγιο εκπλήξεων κι αυτόν τον θαρραλέο πρωτογονισμό από τον οποίο αναγκαστικά περνά ο άνθρωπος για να γίνει καλύτερος μια μέρα, αν γίνει. Όταν μεγάλωνα εκεί η παραλία ήταν γεμάτη από τα Pancratium Maritimum, τα ίδια κρινάκια που βλέπουμε στην τοιχογραφία του πρίγκιπα της Κνωσού. Τις νύχτες του χειμώνα θυμάμαι την ογκώδη οχλοβοή της φουρτουνιασμένης θάλασσας που ξέσπαγε αφρισμένη στην απέραντη αμμουδιά. Τότε όμως δεν μπορούσα να σταματήσω τα όνειρα. Τώρα μπορώ.
Η Θεσσαλονίκη, γράφω στο βιβλίο μου «Το Θέατρο της Οικουμένης», όπως τη βλέπεις από Τα Κάστρα, είναι απέραντο χρωματικό νεκροταφείο στον πυθμένα του γκρίζου μακεδονικού ουρανού. Τοποθέτησα στα βιβλία μου δράσεις στο Πάρκο του Λευκού Πύργου, στην Καμάρα, στην Πλατεία ΧΑΝΘ, το Βαρδάρη, έγραψα ποιήματα για τους περιπατητές της Παραλίας, και για πολλά άλλα σημεία.
Σκέψεις ή στίχοι σας για την Ελλάδα μέσα στον κόσμο σήμερα.
Αν μείνει κάτι από εμένα, θα είναι το: «Κανείς ιππέας, εστεμμένος ή τραγιασκοφόρος, / δεν λυπάται το λουλουδάκι του αγρού», το: «Μέσα στην τάξη σου μέσα στη λύπη σου, / η Κόλαση ενεδρεύει απέξω.», το: «Αυτός ο κύκλος που μέσα του ζούμε / χωρισμένος σε νικητές και νικημένους / μυρίζει άσχημα. / όπως το βάλτο μέσα στο σπίτι σας / όπως την ομορφιά σε λάθος χέρια.» και το: «Ω βουτηγμένα στο γάλα βουνά! / Ω πατρίδα! / Χιλιάδες κι εκατομμύρια ζήτω.».