Αλέξανδρος Νικόλαος Όμηρος
…έφυγα πλήρης
Χωρίς κουπαστή,
Ένα χλωρό κλαρί ελιάς
Χρησίμευε
Για σχεδία…
Λευκόχρυσος ιστός αράχνες
Με ετύλιγε
Πιο καλά κι από τη ντροπή
Να είμαι ο εαυτός μου
Δίχως ενοχή,
Μεγάλη δόξα…
Τώρα αποπλέω…
Πλησίστιος…
Περνώ αντίπερα
Δίχως να φοβάμαι.
Απλός, λιτός
Ο βίος
Μιάς μοναχικής στιγμής
Πάνω στο αλάτι
Τού δελφινιού
Που καθρεφτίστηκε
Στα μάτια
Τα αποστερημένα
Δάκρυ.
Στεγνή η ψυχή
Στον αφρό θα φρυχθεί
Χαιρετώντας τον ήλιο
Που θα την κατακάψει.