Γλυκερία Μπασδέκη: Τα ποιήματα του Γιάννη Τζανετάκη τ’ απαγγέλω δημοσίως.
Τα ποιήματα του Γιάννη Τζανετάκη τ’ απαγγέλω δημοσίως. Σε γνωστούς και αγνώστους. Συνήθως την ώρα που πιάνουν το κουταλάκι για ν’ανακατέψουν τον καφέ ή σκαλίζουν αναγνωριστικά με το πηρούνι την σαλάτα. Είναι ανύποπτοι, σχεδόν μακάριοι. Εγώ βγάζω ,ας πούμε, ‘’Τα ζώα της Κυριακής’’ από την μαγική μου τσάντα και τους πετάω τον στίχο Είχα γυρίσει με παλιόκαιρο/το αμάξι ήθελε ν’ανέβει σπίτι/άσε απόψε του λέω δεν είμαι καλά(..) Και μετά,καθώς ουρλιάζω ,Tράβηξες τότε κι από μένα την περόνη/Κι έγινε η Παρασκευή φωτογραφία ακούγεται μόνον ο γδούπος απ’ το πηρούνι στο πάτωμα . Σαν πηρούνι- περόνη πια.
Από το χίλια εννιακόσια ογδονταεφτά που πρωτοδιάβασα το ‘’’Οσο ακούω σε χρώμα’’ , μέχρι σήμερα ,που κόπηκα σε χίλια κομματάκια με το ‘’Μετά από μένα’’, απαγγέλω Τζανετάκη πρωί,μεσημέρι,απόγευμα και βράδυ. ‘Οσο αντέχω,όσο αντέχουν. ‘Οσο σωθούν,όσο σωθώ.
Ποτέ δεν είχα να ρωτήσω κάτι τον Γιάννη Τζανετάκη. Ξέρω ότι ‘Ωρες γίνεσαι φως και σε πιστεύω (..) Ξέρω πως Υποτίθεται ήμουν αυτοκίνητο/είχα μόλις γυρίσει από ταξίδι (..). Ξέρω ότι ’Ολη η ζωή μια δημοσιά για λίγο . Ξέρω ότι θα’ναι άνοιξη/-για πάντα πια-//όλη η αυλή θα λουλουδιάζει.
Ξεχείλισε το λεκανάκι για τα δάκρυα. ‘Όλα τα ξέρω. ‘Όλα μου τα είπε.
Γλυκερία Μπασδέκη
* Στο περίφημο πέτρινο παγκάκι του Τζουζέπε Τομάζι ντι Λαμπτεντούζα, στην αυλή του τελευταίου του palazzo, στο Παλέρμο. (Φωτογραφία: Κίμων Φραγκάκης)