Oheň
Zapálím oheň, protože to chceš. Neseš
si ho pak do točitých schodů, sleduju
tvoji křehkou siluetu. Dlaní chráníš
to nebezpečné, chvěje se ve vzduchu,
chvěje se vzduch, každým tvým krokem.
Zastavit se, zadržet dech. To je doma.
Je ale i venku. Tmu, která trne, prořízne
oheň, není na co čekat, když mrzne,
pod ovocnými stromy. V přesně určených
bodech, hlídat ho celou noc. Myslím si: oheň,
co hoří jen tak akorát, není oheň. Myslím
si, ale neřeknu to. Z exponovaných míst
sklízím předměty, co by mohly překážet,
věci, co by mohly vzplát.
Fire
I light a fire ‘cause you want it. I watch
your fragile silhouette as you carry it up
the spiral staircase. Your hand protects
the dangerous thing that trembles in the air,
the air trembles with every step you take.
Hold on, hold your breath. Our home we are in.
And yet, it’s also outside. The darkness grows numb and cuts
trough the fire, no need to wait when it’s freezing,
under the fruit trees. In the precisely defined
points, it has to be guarded all night. I think to myself: fire
that burns just right is no fire at all. I think
but I won’t say it. From the exposed areas,
I pick up objects that could be in the way,
things that could catch fire.
Φωτιά
Θ’ ανάψω φωτιά, γιατί το θέλησες εσύ.
Την κουβαλάς μαζί σου σε αυτήν την ελικοειδή σκάλα,
παρακολουθώ την εύθραυστή σου σιλουέτα.
Με την παλάμη σου προστατεύεις
αυτό το πράγμα το επικίνδυνο που τρεμοφέγγει,
και κάνει τον αέρα στο κάθε βήμα σου να τρέμει.
Στάσου και κράτα την ανάσα σου. Αυτό σημαίνει θαλπωρή.
Όμως υπάρχει ο κόσμος κι έξω.
Το σκοτάδι που παγώνει θα το διαπεράσει η φωτιά,
Και δεν υπάρχει τίποτα να περιμένεις
όταν επικρατεί το ψύχος, κάτω απ’ τα οπωροφόρα.
Να την φυλάς όλη την νύχτα την φωτιά στα προκαθορισμένα της σημεία.
Και σκέφτομαι πως μια φωτιά που καίει όσο ίσα-ίσα χρειάζεται,
φωτιά δεν είναι.
Το σκέφτομαι, μα δεν το λέω.
Απ’ τα εκτεθειμένα μέρη
μαζεύω αντικείμενα που ίσως να εμποδίζουν
πράγματα, που θα μπορούσαν εν ριπή να αναφλεγούν.
Vždycky je třeba čekat zázrak
Vždycky je třeba čekat zázrak.
Křísnutí hvězd, ametystové
náušnice v krabičce zapadlé
za topením. Anebo vejdeš
do kavárny, a zrovna se tam
natáčí mondénní klip. Tapeta
se už mění v džungli, liány,
akrobatky ve stuhách. Na co
myslí make-up artistka, když
prodlužuje řasy a ruka se jí
nesmí chvět? Na křišťál v dívčích
pokojích, na hladké dotykové
plochy v bytech mužů? Na to,
jak nakrmit své běsy? Nasytit je,
klidně si na to půjčit piknikovou
deku. Prostřít, nabídnout, sklidit.
A co jsi čekala, ptáš se, co jsi jako
čekala? Vždycky je třeba čekat
zázrak: Zatmění. Rozbřesk.
Srozumění.
Always Expect a Miracle
Always expect a miracle.
Crossing stars, amethysts
earrings in a box tucked behind
the radiator. Or you walk
into a café and they’re filming
a fancy video. The wallpaper
is already transformed into a jungle, lianas,
acrobats in ribbons. What is
a make-up artist thinking about when
she extends eyelashes and her hand isn’t
allowed to tremble? About the crystal in the girls’
bedrooms, the smooth contact
surfaces in the men’s bedrooms? About
how to feed your demons? To feed them,
if necessary, borrow a picnic blanket.
Spread them out, offer them, clear them away.
And what did you expect, you ask, what did you, like,
expect? You always have to expect
a miracle: the solar eclipse. The dawn.
The understanding.
Πάντα να περιμένεις ένα θαύμα
Πάντα να περιμένεις ένα θαύμα.
Σπινθήρισμα αστεριών, και σκουλαρίκια από αμέθυστο
σε κουτί ξεχασμένο πίσω απ’ το καλοριφέρ.
Ή θα μπορούσες να μπεις
σε μια καφετέρια, κι εκεί, τυχαία,
να γυρίζουν ένα πολυτελές βίντεοκλιπ.
Η ταπετσαρία ήδη μεταμορφώνεται σε ζούγκλα,
σε λυγερές κορδέλες ακροβάτισσες.
Τί να σκέφτεται άραγε η μακιγιέζ όταν επιμηκύνει τις βλεφαρίδες
και το χέρι της δεν πρέπει να τρέμει;
Τα κρύσταλλα στα κοριτσίστικα δωμάτια,
τις λείες επιφάνειες αφής στα διαμερίσματα των ανδρών;
Ίσως να ψάχνει τρόπο τους δαίμονές της να ταΐσει.
Να τους χορτάσει, να δανειστεί γι’ αυτό
έστω και μια κουβέρτα του πικνίκ.
Να στρώσει, να προσφέρει, να μαζέψει.
Και τί περίμενες, ρωτάς, πες τί περίμενες στ’ αλήθεια;
Πάντα να περιμένεις ένα θαύμα: Έκλειψη. Αυγή. Φώτιση.
Translated by: Lucie Kuligová, ed. Aristea Papalexandrou (GR), Natalie Nera (EN)
Photo by Maki Pištěková