Παραμύθι που ίσως ακούστηκε σε κάποιο μπαρ στις τρεις το πρωί
Μου είπε ότι ο Αυτοκράτορας, συγκινημένος από τα πεζογραφήματά του, θα του χάριζε ακόμα δέκα χρόνια ζωής. Μετά απ’ αυτό το διάστημα, θα του έδινε μια νύχτα για την ανάγνωση όλων των γραπτών του και ύστερα θα τον αποκεφάλιζε.
Ο συγγραφέας κοίταξε τ’ αστέρια και κατάλαβε ότι ο χρόνος του ήταν ένα ανοιγοκλείσιμο του ματιού στο Σύμπαν.
Πήρε τότε τη μικρή του κόρη και έπιασε δουλειά.
Με τη λήξη της προθεσμίας, ο Αυτοκράτορας εμφανίστηκε στην πόρτα του.
Ο συγγραφέας έφερε το κορίτσι και του είπε:
—Όταν τελειώσεις την ανάγνωση, την επιστρέφεις στη μητέρα της και με αποκεφαλίζεις.
Ύστερα, ο συγγραφέας τράβηξε το μεταξωτό ύφασμα που κάλυπτε το σώμα της κόρης του.
Ο Αυτοκράτορας θαύμασε τους ώμους, τον λαιμό, τις μασχάλες, τo εφήβαιο και είδε ότι ολόκληρο το σώμα ήταν γραμμένο με μια πυκνογραμμένη καλλιγραφία.
Νομίζω ότι άκουσα πως εκείνη τη νύχτα ο Αυτοκράτορας ερωτεύτηκε το κορίτσι. Λένε ότι το διάβασε ξανά και ξανά, αλλά το εκπληκτικό ήταν ότι κάθε φορά που έκαναν έρωτα, τα παραμύθια μπερδεύονταν μεταξύ τους και ποτέ δεν μπορούσε να διαβάσει την ίδια ιστορία.
Ο συγγραφέα πέθανε σε βαθιά γεράματα. Το ίδιο και ο Αυτοκράτορας∙ γέρος και ευτυχισμένος.
Λένε ότι το κορίτσι δεν πέθανε ποτέ.
Μερικές φορές πηγαίνει στα μπαρ και πριν ξεγυμνωθεί, διηγείται ιστορίες σαν και τούτη.
από το βιβλίο Ropa usada
Την μετάφραση από τα Ισπανικά έκανε η Βάσω Χρηστάκου