Να λέμε πάντα «νομίζω, δεν ξέρω». Και ίσως ποτέ να μη μάθουμε ποια είναι η φύση της πραγματικότητας.
Στη φωτογραφική και συγγραφική πράξη μεταφέρεται και αναδεικνύεται η εμπειρία ζωής του φωτογράφου και του συγγραφέα. Φωτογραφίζουμε ουσιαστικά τη ζωή μας. Γράφουμε ουσιαστικά τη ζωή μας. Όπως συμβαίνει άλλωστε σε κάθε τέχνη.
Αν «βλέπω και κρίνω» αποκλειστικά και μόνο τον φωτογράφο και τον συγγραφέα που άφησε ισχυρό το αποτύπωμά του στην τέχνη της Φωτογραφίας και της Λογοτεχνίας, τότε «δεν βλέπω και δεν κρίνω εμένα είτε ως θεατή / αναγνώστη είτε ως φωτογράφο και συγγραφέα».
Πρέπει να απελευθερωθώ από τον φωτογράφο και τον συγγραφέα για να συναντήσω «εμένα».
Ποιος είμαι «εγώ»;
Όταν φωτογραφίζω – όταν γράφω: αν βλέπω μόνο τον φωτογράφο και τον συγγραφέα, τότε τον αντιγράφω. Αν «βλέπω» μόνον εμένα δεν «βλέπω» το θέμα που φωτογραφίζω και γράφω. Αν βλέπω μόνο το θέμα τότε ακυρώνεται ο φωτογράφος και ο συγγραφέας.
Αποδέκτης – Αναγνώστης – Αναλυτής – Θεατής. Με άλλα λόγια ποια είναι η φύση του φωτογράφου και του συγγραφέα ως δημιουργών, αλλά και ποια είναι εκείνη του «θεατή και αναγνώστη» της Φωτογραφίας και της Λογοτεχνίας;
Αν μιλάμε για μανιέρα στη Λογοτεχνία ή τη Φωτογραφία τότε ας αναρωτηθούμε αν είναι απαραίτητη. Τη χρειαζόμαστε; Ειδικά μάλιστα σήμερα, σε μια εποχή κατακερματισμού και αποδόμησης – ανάλυσης των πάντων.
Σε κάθε τέχνη αλλάζουμε την πραγματικότητα. Αναπαράγουμε την πραγματικότητα. Δεν αντιγράφουμε την πραγματικότητα. ”Αναπαράγουμε” την πραγματικότητα; Τις περισσότερες φορές, δυστυχώς, στη Φωτογραφία και τη Λογοτεχνία «αναπαριστούμε» μιμούμενοι την πραγματικότητα.
Όμως, ακόμα και η πιο λεπτομερής και επιτυχημένη καταγραφή στον φακό, αυτού που βλέπουμε (μέσα από τον φακό), δεν είναι η πραγματική εικόνα της φύσης. Ούτε όμως και αυτό που βλέπουμε χωρίς τον φακό, στην καθημερινότητά μας για παράδειγμα, δεν είναι η πραγματική εικόνα της φύσης.
Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και στη Λογοτεχνία. Υπάρχει πραγματικός ρεαλισμός;
Κάθε μορφή σύγχρονης τραγωδίας, όπως για παράδειγμα η διεθνής οικονομική κρίση ή ο Covid – 19, έχει να κάνει δυστυχώς περισσότερο με αυτό που φτάνει μέχρι τα μάτια μας. Ή, αλλιώς, τουλάχιστον με αυτό που αντιλαμβανόμαστε ή είναι δυνατόν να αντιλαμβανόμαστε. Kαι όχι με αυτό που φτάνει στην καρδιά μας. Ενώ πρέπει να συμβαίνουν και τα δύο.
Αυτό που φτάνει μέχρι τα μάτια μας δεν είναι παρά μία εντύπωση. Εντύπωση ή αποτύπωμα στιγμής.
Κάθε αίσθημα, ταυτότητα, τίτλος, ετικέτα, προσδιορισμός και όνομα που μας ακολουθεί ή «αυτό που νομίζουμε ότι είμαστε» ή «αυτό που νομίζουν οι άλλοι ότι είμαστε» δίνει αφ’ εαυτών λανθασμένες κατευθύνσεις στους συνομιλητές μας.
‘Η αλλιώς, θέλω να βλέπω Φωτογραφία ή να διαβάζω Λογοτεχνία χωρίς να ξέρω το όνομα του φωτογράφου ή του συγγραφέα. Αυτό πρέπει να ισχύει και για κάθε παραγόμενο έργο τέχνης. Μόνον έτσι θα μάθω να κρίνω ασφαλέστερα.
Στη Φωτογραφία δεν νοείται και δεν υπάρχει “δραματικό” ενώ στη Λογοτεχνία η έννοια είναι παρεξηγημένη.
«Δραματική» γίνεται η Φωτογραφία μετά από την έντονη επεξεργασία, πράγμα που αλλοιώνει και τη φύση – πραγματικότητα, αλλά και τη φύση – πραγματικότητα της φωτογραφίας. Η έντονη επεξεργασία “καπελώνει” όχι μόνο το θέμα, αλλά και τη συγκίνηση. Το ίδιο και η εκζήτηση του λόγου στη Λογοτεχνία.
Ό,τι αναπαράγεται είναι από τη φύση του τραγωδία, κωμωδία, παρωδία ή φάρσα.
Το πραγματικό «δράμα» είναι εκείνος που φωτογραφίζει ή εκείνος που γράφει. Ο φωτογράφος και ο συγγραφέας.
Αν τελικώς υπάρχει δραματικό οφείλω να ψάξω και το μη δραματικό. Πού βρίσκεται η πραγματική παρωδία και φάρσα;
Οι παλιότεροι και καταξιωμένοι δημιουργοί σε κάθε μορφή τέχνης υπήρξαν μαθητές δασκάλων. Αυτοί με τη σειρά τους υπήρξαν δάσκαλοι. Εμείς με τη σειρά μας σε κάθε είδος τέχνης οφείλουμε να αντιλαμβανόμαστε ότι είμαστε ακόμα και πάντα μαθητές.
Δεν υπάρχει ορισμός της Φωτογραφίας. Προσεγγίσεις μόνο.
Δεν υπάρχει ορισμός της Λογοτεχνίας. Προσεγγίσεις μόνο.
Δεν υπάρχει φωτογραφική γλώσσα. Υπάρχει ”φωτογραφημένη” γλώσσα.
Οι παλιοί καταξιωμένοι φωτογράφοι και συγγραφείς αντέγραψαν τη φύση για να αποσαφηνίσουν και το «είναι» τους. Αντέγραψαν ή αναπαρήγαγαν; Οι έννοιες είναι ταυτόσημες ή διαφορετικές;
Μέσα από τη δική τους ματιά είδαμε την άλλη πραγματικότητα. Στη Λογοτεχνία και τη Φωτογραφία ψάχνουμε συνεπώς μιαν άλλη πραγματικότητα. Χωρίς την άλλη πραγματικότητα δεν νοείται Λογοτεχνία και Φωτογραφία.
Αν υπάρχουν πολλές οπτικές γωνίες τότε υπάρχουν πολλές πραγματικότητες. Οι πραγματικότητες είναι αναπαραγωγή αυτού που νιώθουμε και καταγράφουμε. Συνεπώς κάθε πραγματικότητα αναπαράγει άπειρες τραγωδίες.
Και η «φόρμα» δεν είναι το μόνο ζητούμενο. Τόσο στη Λογοτεχνία όσο και στη Φωτογραφία.
Όλοι είμαστε κάποιας … ιδιαίτερης κατεύθυνσης.
Και να που νομίζαμε ότι η άσπρη γραμμή του φίνις είναι οριζόντια καθώς «την βλέπουμε» όταν φτάνουμε τρέχοντας ή βαδίζοντας στο τέρμα. Με τη Φωτογραφία και τη Λογοτεχνία πρέπει να μπορέσουμε να δούμε ότι η γραμμή του φίνις δεν είναι οριζόντια, αλλά είναι παράλληλη με τη ζωή μας.
Και τι είναι τέχνη; Τι είναι ποίηση; Τι είναι Λογοτεχνία; Τι είναι θέατρο; Τι είναι φωτογραφία;
Το κάθε ένα είναι αόρατη εικόνα και άηχη κραυγή.
Και καλόν είναι να προσθέτουμε πάντα «νομίζω, δεν ξέρω». Και ίσως ποτέ να μη μάθουμε ποια είναι η φύση της πραγματικότητας. Συνεπώς και η φύση της τέχνης.
Φωτογραφία: Ζαχαρίας Κατσακός