Θέλω να συμπυκνώσω τις σκέψεις μου για τη φιλοσοφία της τεχνητής νοημοσύνης σε μια λακωνική ανάρτηση, μα είναι αδύνατον, μουδιάζει το μυαλό μου.
Η ανθρωπότητα ακολουθεί την εξέλιξή της προς την τεχνητή νοημοσύνη – ίσως δεν έχει νόημα το ερώτημα αν πρόκειται για αντι-ουτοπία γιατί η πορεία είναι χαραγμένη στο χάρτη της ανθρώπινης νόησης από τη στιγμή που ο άνθρωπος έβγαλε την πρώτη άναρθρη κραυγή.
Όμως σκέφτομαι τη “Μηχανή του Χρόνου” του Ουέλς, 1895. Ο αφηγητής στη νουβέλα, Ρίτσμοντ Σάρρεϊ συνειδητοποιεί ότι η τεχνολογική πρόοδος έχει αποδειχτεί αυτοκαταστροφική. Μοιραία, ό,τι φτιάξαμε, ό,τι κατασκευάσαμε, γκρεμίζεται με πάταγο και μάς παρασύρει στη δίνη ενός μεγαλειώδους ολέθρου. Ο αφηγητής στη νουβέλα ταξιδεύει λοιπόν βαθύτερα μέσα στον χρόνο και βρίσκει κάθε είδους ζωή σε βαθμιαία εξαφάνιση. Στο ψηλότερο οικοδόμημα στέκεται ενεός και διαβλέπει το μοιραίο τέλος.
Ή μήπως αυτό που βλέπει είναι ένα άλλο ανθρώπινο είδος;
Κάποιοι επικρίνουν τη νεότερη γενιά, του 21ου αιώνα, την “ψηφιακή” γενιά, ένα υβρίδιο, που στέκεται ακόμα στο μέσο μιας γέφυρας που οδηγεί στο “Νέο Άνθρωπο”, στον βιολογικοτεχνητό επίγονό μας. Δεν διαβάζουν, δεν έχουν “μόρφωση” πλατιά, δεν έχουν κριτική σκέψη… Ίσως, ίσως να είναι έτσι, αλλά πώς θα μπορούσε να μην είναι έτσι; Ιδού το ερώτημα!
Να πούμε, “ως εδώ;” Δεν γίνεται. Η επιστημονική πρόοδος καλπάζει, ο εξανθρωπισμός σημαίνει τώρα κάτι άλλο, μυστικό και μυστηριώδες, που σε μας σήμερα μοιάζει “αφύσικο”. Θα είναι όμως ο “τύπος του ανθρώπου” σε πενήντα, εκατό, πεντακόσια χρόνια…
Κι εμείς; Εμείς, με τις ρίζες μας στον περασμένο αιώνα, προχωράμε προς το παρελθόν της ιστορίας με στέρεο βήμα. Κι αν αισθανόμαστε περίεργα κι αλλόκοτα, αν βουίζει το μυαλό μας, μπορούμε να συμμεριστούμε το λυτρωτικό συμπέρασμα του αφηγητή Ρίτσμοντ Σάρρεϊ. “Αν έτσι είναι τα πράγματα, δεν μας μένει παρά να ζήσουμε σαν να μην ήταν έτσι”.