Φροσούλα Κολοσιάτου
Ο παιδικός μου φίλος
Γύρισε από τον στρατό με άδεια. Ήταν να γίνει το πραξικόπημα. Δεν ήταν δικός τους . Φαίνεται δεν τους έκανε.
Ήρθε στη πόρτα και μου φώναξε να παίξουμε βόλεϊ. Βγήκαμε στο στενό. Εκεί συνηθίζαμε να παίζουμε από μικρά παιδιά. Ψηλός, ευθυτενής , ευγενικός. Είμαστε πολύ συντονισμένοι. Δεν χάναμε μπαλιά. Όταν τελειώσαμε και γύρισα σπίτι, η μητέρα γκρίνιαζε να σταματήσουμε να παίζουμε μπάλα στο δρόμο γιατί μεγαλώσαμε. Που να ήξερε…
Τελείωσε η άδεια του, έγινε το πραξικόπημα. Ακολούθησε η εισβολή και η επιστράτευση. Ο Παύλος επέστρεψε στη μονάδα του. Δεν τον ξαναείδα ποτέ. Το 226 Τάγμα Πεζικού, ανάμεσα στην πρώτη και τη δεύτερη εισβολή, μετακινήθηκε από την Λάρνακα στο Παλαίκυθρο την 31η Ιουλίου 1974 Εκεί τους βρήκε η 14η Αυγούστου. Η δεύτερη φάση της εισβολής. Ακολούθησαν ώρες δραματικές. Ήταν η υπεροπλία των τουρκικών στρατευμάτων από τις δυνάμεις κατοχής και η προδοσία. Το τάγμα βρέθηκε αντιμέτωπο με τη αιφνιδιαστική επίθεση των τουρκικών αρμάτων μάχης με αποτέλεσμα σήμερα να μετρούμε 51 νεκρούς και αγνοούμενους. Ένα χρόνο μικρότερος μου, δεκαεννέα χρονών , ο παιδικός μου φίλος αγνοούμενος. Δεν ξαναγύρισε ποτέ.
Ο πατέρας του δεν άντεξε. Μέσα σε μια νύχτα άσπρισαν τα μαλλιά του. Η υγεία του κλονίστηκε ανεπανόρθωτα . Όμως περίμενε ότι ο γιος του θα γυρίσει. Μερικά χρόνια αργότερα έχασε κάθε ελπίδα. Έπεσε στο καφενείο του χωριού με εγκεφαλικό και τον χάσαμε. Η μητέρα του κλείστηκε στο σπίτι μέσα σε ατέλειωτο πόνο και θρήνο. Μάζεψε μετά τα μικρότερα παιδιά της και έφυγε για τον Καναδά. Το μικρότερο αγόρι της είχε κιόλας μεγαλώσει, μην πάει στο στρατό και το χάσει και αυτό. Φόβος μεγάλος φώλιασε μέσα της.
Είχαν ήδη περάσει δέκα χρόνια. Κάποιοι από τους συγγενείς είπαν να του κάνουν κάποιο μνημόσυνο. Η μητέρα όμως είπε όχι σε όλους. Ήταν ανένδοτη. «Το δικό μου το παιδί είναι ζωντανό. Κάπου βρίσκεται και δεν μπορεί να επιστρέψει σε εμάς. Μια μέρα θα γυρίσει». Όμως δεν γύρισε.
Η πλατεία του χωριού φέρει τώρα το όνομα του. Έχει ένα άγαλμα που είναι προς τιμή του. Πλατεία Αγνοούμενου Παύλου Νεοκλέους. Όταν έγιναν τα εγκαίνια ήρθε και η μητέρα του, γριά πια. Έμενε στη Λεμεσό. Στο χωριό έφτασε μόνο μέχρι τη πλατεία. Αρνήθηκε να διασχίσει την άλλη πλευρά εκεί που ήταν η γειτονιά της και το σπίτι τους. Όταν τελείωσαν οι τελετές , η μάνα αξίωσε να την πάνε στα Κατεχόμενα και συγκεκριμένα στο Παλαίκυθρο. Άφησε λίγα λουλούδια κάτω από ένα πεύκο, στο σημείο που θεάθηκε για τελευταία φορά ο Παύλος. Γύρισε μετά στο Καναδά και φεύγοντας είπε. Θα ξαναέρθω στην Κύπρο. Θα έρθω να τον θάψω.
Πενήντα χρόνια μετά ακόμα είναι αγνοούμενος. Δεν βρέθηκαν ούτε τα οστά του να γίνει η ταφή με τις τιμές που αρμόζουν σε ένα νεκρό. Η μητέρα, υπέργηρη. Ακόμα περιμένει να θάψει το παιδί της.
20 Ιουλίου1974. Επέκταση της ισχύος ο πόλεμος. Τίποτε δεν είναι πιο πρόσφατο όσο η υποψία του μετά.