Παναγιώτης Νικολαΐδης
ΛΕΥΚΟ ΚΟΥΤΙ
Σκοτείνιαζε.
Κι όμως
στην αίθουσα αναμονής
μια μαυροφορεμένη μάνα
περιμένει.
Κι όταν οι ειδικοί
με τα συμμαζεμένα μάτια ήρθαν
και παρέταξαν
τα λιγοστά του κόκαλα
σ’ ένα κατάλευκο κουτί
τα παγωμένα χέρια της
ξανοίχτηκαν σαν άγρια πουλιά
πάνω από μια θρυμματισμένη
λίμνη.
Όταν απόκαμε
αγκάλιασε τα θρύμματα
του γιου της
σαν τσουρουφλισμένη Παναγιά
φιλώντας τον
στο ραγισμένο κόκαλο
κάποιου δακτύλου.
Από την ανέκδοτη συλλογή ΑΠΛΑ ΥΛΙΚΑ