Γράφει ο Αντώνης Δ. Σκιαθάς
Μια εμβληματική φωνή για τη γενεαλογία των Ελλήνων
Η ποιήτρια Λιάνα Σακελλίου καταγράφει στο ημερολόγιο τής γραφής της την τέχνη «ως ζωοποιό πράξη, ως μια ξεχωριστή δραστηριότητα που καθιστά τους αναγνώστες ικανούς να σχηματίζουν έναν κόσμο σε σύμπτυξη μέσα από τα υλικά που διαθέτει ως τέχνη, μορφοποιώντας τον υπαρκτό και ανύπαρκτο τόπο των ανθρώπων με εικόνες, μελικά στοιχεία και σημασίες ιδεολογικές». Αναφέρει με τον δικό της μειλίχιο τρόπο: «Με την κατανόηση της φαντασίας μας αυξάνουμε τη δύναμή της, βιώνουμε χαρά στην καθημερινή ζωή μας». Ο Πόρος, ο τόπος του δικού της ήλιου, της δικής της σελήνης, της δικής της πατρίδας, της δικής της ποίησης, υμνείται από τους κώδικες γραφής. Τον περιγράφει με μνήμες που ορίζουν τα αρωματικά φυτά του Αιγαίου και η γεωμετρία του θαλασσινού τοπίου.
Ήταν μικρός ο όρμος
Ήμουν στη θάλασσα
Έψαχνα το αρχαίο λιμάνι
πως ό,τι φεύγει, χάνεται
Ίσως να ήταν
ο Αλάριχος, ο σεισμός
οι Βησιγότθοι.
Το πλοίο όμως πλησίαζε
και η θάλασσα σκιζόταν
Από την πρώτη της συλλογή «Αφές Ρέουσες» υπηρετεί τη διεθνή ταυτότητα του ελληνικού τοπίου της ψυχής των λέξεων, που άλλοτε γίνονται στοιχεία γραφής αυτοαναφορικής και άλλοτε γίνονται ύμνοι για το εμείς, καθώς γνωρίζει τις μνήμες του ελληνικού πολιτισμού διαχρονικά. Η Λιάνα Σακελλίου, πολίτης λογοτεχνικός του κόσμου μιλά τόσο τη μητρική της γλώσσα όσο και τα αγγλικά που υπηρέτησε ως καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αθηνών. Γράφει και υμνεί την ποιητική τέχνη συνομιλώντας με ποιήτριες τόσο των Ηνωμένων Πολιτειών όσο και άλλων χωρών, κυρίως του δυτικού πολιτισμού. Η Μεσόγειος, το Αιγαίο, τα πελάγη που ορίζουν οι πατρογονικές μνήμες από την εποχή των Ατρειδών έως την εποχή που βιώνουμε την απώλεια της ιστορικής μνήμης για τα μικρά και τα μεγάλα του πολιτισμού, κυριαρχούν στα ποιητικά μονόπρακτα που ορίζουν το έργο της. Με μοναδική ευκολία μπορεί να μιλά για τον Γιάννη Τσαρούχη, για τον Δομίνικο Θεοτοκόπουλο, για την Βρετανίδα γλύπτρια Barbara Hepworth, να καταγράφει ποιητικά τον ελλαδικό χώρο στο Πανεπιστήμιο του Πρίνστον, στο Πανεπιστήμιο της Κοΐμπρα, στο Πανεπιστήμιο του Σάσσεξ αλλά και στο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Αναφέρει στη δίγλωσση έκδοση των ποιημάτων της στην Αμερική, στη συλλογή “Portrait Before Dark”:
ευκίνητα τα δάκτυλά μου
σου φανερώνουν την αγωνία του έσχατου χορού.
Συμπυκνώνομαι σ’ αυτά που υπήρξαν μια δοκιμασία ως το τέλος.
Η ποιήτρια Λιάνα Σακελλίου γραμματολογικά, είτε συμφωνεί κανείς με τον όρο γενιά του ιδιωτικού οράματος, είτε όχι, έχει καταταχθεί στη γενιά του ’80, η οποία σιγά αλλά σταθερά βγαίνει πλέον στο λογοτεχνικό προσκήνιο. Στις κειμενικές της αξίες που δομούνται αξιακά στις ποιητικές της ιστορίες δεν μπορούν να βρεθούν τα γραμματολογικά χαρακτηριστικά που προσδιορίζουν το ιδιωτικό όραμα. Άλλωστε πως ορίζεται το ιδεολόγημα του ιδιωτικού οράματος; Στη σύνθεσή της «Η Τέχνη της Ρητορικής» αναφέρει:
Άρεσε σ’ όλους να το ακούν
εκείνος όμως γνώριζε
πως πάντα κάτι τραβά το σώμα
στη θάλασσα.
Τα βότσαλα αντηχούν
κι αυτό αποτραβιέται σαν μάσκα
σα δέρμα νεογέννητου απαλό.
Οι λέξεις του παγωμένοι ιστοί
στις κλειδώσεις των βράχων.
Τις βρίσκουν οι παλιοί
και τις φυλάνε με ό,τι άλλο σχετικό
με τη βαφική.
Είναι υγρή παλέτα με νερά
όμως αρκούν.
Άλλωστε η άποψή της ότι «η ποίηση ξεκινάει με μια έλξη όπως ο έρωτας με την πρώτη ματιά», περιγράφει την αντίληψή της ότι η ποιητική που περιγράφει κειμενικά στα ποιήματά της ως λογοτεχνική ιδεολογία είναι αυτή που αφορά τον αναγνώστη ως μέρος ενός συνόλου κοινωνικού που μπορεί να αφουγκράζεται το εμείς. Το παλίμψηστο της ουσίας της ποίησης, όπως αναφέρει, καταγράφει με σαφή και πολύ εύστοχο τρόπο το ρυθμό της γλωσσικής της επάρκειας, τον μύθο που περιγράφουν οι αφηγήσεις της και κυρίως τον εξαιρετικό τρόπο με τον οποίο οριοθετεί τη γεωγραφία των τόπων που υπάρχουν ως τοπόσημα στο έργο της. Στη σύνθεσή της «Όπου φυσάει γλυκά η αύρα», οι ποιητικές της αφηγήσεις οδοιπορούν για μια ακόμη φορά στα ξεροπήγαδα του χρόνου που ορίζει η ακριτική μας πατρίδα, στα νησιά συνήθως του πελάγους της Ελληνικής Πολυνησίας. Ο τόπος αποκτά δυναμική καθώς το νοηματοδοτεί κειμενικά με τον τρόπο του περιηγητή στα εδάφη της ελευθερίας κατά τον 19ο αιώνα. Η ανθρωποκεντρική αφήγηση και πάλι για το ελληνικό τοπίο μέσα από τον ρυθμό των θαλασσινών ήχων, δημιουργεί ταυτότητα κειμενική αλλά και προσωπικό στίγμα γραφής. Ιστορίες ανθρώπων, ιστορίες για μια πατρίδα που δωρίζεται πλέον στους άλλους. Ήρωες δημιουργούν οι μικρές ιστορίες για γνωστά και άγνωστα πρόσωπα. Καταγράφει στα «Παλάτια»:
Αντί για την πόλη
ζω ελεύθερος στα κωνοφόρα
κι όπως οι αφηγήσεις
καταλήγουν σε συμπεράσματα
έχουν ένα νόημα
και φτάνω κάτω από το φύλλωμα
στον βυθό.
Η συλλογή αυτή με ενότητες, Το Αθάνατο νερό, Πηγές, Χρώματα Εμπιστοσύνης, Με Θέα τη Θάλασσα, Παλάτια, Εργόχειρο Ιδιωτικής Αξίας, αλλά και όπως όλες οι συλλογές της Λιάνας Σακελλίου, θεματικά ορίζουν το φως και τις σκιές του ελληνικού ανθρωποκεντρικού τοπίου που συνομιλεί με την αγγλοσαξονική ποιητική, έχει ταυτότητα και αφήνει χνάρια στη σύγχρονη ελληνική ποιητική παραγωγή.