Γράφει ο Σωτήρης Νούσιας
Οδυσσεϊκή περιπλάνηση, εσώτερος πόνος κι υπαρξιακή ερήμωση στην “Εκδρομή της Ευδοκίας” του Παντελή Μπουκάλα, εκδ. Άγρα, 1982
Στο βιβλίο αυτό ο Παντελής Μπουκάλας συστήνεται στο αναγνωστικό κοινό με γλώσσα δημοτική, ενίοτε ομοιοκατάληκτη, με πεζόμορφη ποίηση και μια ποιητική αγωνία που ζητά να σαρκωθεί σε λέξεις.
Επιδιώκει να μιλήσει για τον ενσώματο πόνο που αποσαρθρώνει αφηγηματικά το ποιητικό υποκείμενο, το απογυμνώνει από κάθε χαρά. Κοινωνεί την απουσία του έρωτα, την ερήμωση της ανθρώπινης ύπαρξης και εκκινώντας από το ασυνείδητο εγώ, φθάνει στην συλλογική καταναλωτική και υλιστική μανία των αρχών του ’80.
Εμφορούμενος από την εξορία του Οδυσσέα από την Ιθάκη αναζητεί διαρκώς την «εκδρομή της Ευδοκίας», όπως ονομάζεται κι ο τίτλος αυτού του πρωτόλειου, αλλά εν τω βάθει επεξεργασμένου έργου του Παντελή Μπουκάλα. Άλλοτε το άλγος υποδηλώνεται ποιητικά, αρθρώνεται επώδυνα, κι άλλοτε αποσιωπάται από τον αφηγητή.
Αφενός ο ψυχικός πόνος της ερήμωσης εν τη απουσία έρωτος κι αφετέρου ο θάνατος επικρέμεται ως δαμόκλειος σπάθη σε μια πεζολογική ποίηση, η οποία συνοδεύεται από τον μύθο και το δημοτικό τραγούδι. Η ποίησή του αρδεύεται από τον πλούσιο ποταμό της παράδοσης μετρικά και στιχουργικά ενώ παράλληλα διαπνέεται από το κλίμα και την ατμόσφαιρα της αρχαίας τραγωδίας.
Εγγενώς χαραγμένα και τα δύο στοιχεία διαχρονικά, παρατηρούνται στον ποιητικό και δοκιμιακό λόγο, όπως επίσης και στις μεταφράσεις του Παντελή Μπουκάλα. Απ’ την προσπάθεια για έξοδο απ’ την πίκρα της ενσώματης ερήμωσης περνά στην περιπλάνηση για την αναζήτηση της δικής του Ευδοκίας η οποία μεταμφιέζεται με τον μανδύα της καταναλωτικής αστικής πραγματικότητας του ογδόντα είτε εμφανίζεται συμβολικά με τον φόβο του θανάτου, ο οποίος εγκλωβίζει το ποιητικό υποκείμενο στην σκοτοδίνη μιας στείρας ύπαρξης δίχως έρωτα, δίχως φύση. Μοιραία γυρνά στην «εξορία» του σωματοποιημένου ψυχικού πόνου, αυτή την φορά όχι μόνο ως ατομική υπόσταση, αλλά μεταβάλλοντας το πάσχον υποκείμενο σε συλλογικό. Μετασχηματίζοντας τα οικεία κακά σε κακώς κείμενα της πραγματικότητας του καιρού του.
Με πολύ έντεχνο τρόπο ο Μπουκάλας στο τελευταίο μέρος αυτού του βιβλίου μιλά για το γένος των ανθρώπων της εποχής του — κατά Χειμωνά– θέλοντας έτσι να μετριάσει τον πόνο που επιφέρει το μετέωρο της ύπαρξης, η απουσία του έρωτα κι ο φόβος του θανάτου.
Επισημάνσεις αναφορικά με την γενιά του ‘80
Ολοκληρώνοντας αυτή την ευσύνοπτη μελέτη πάνω σε μια από τις πρώτες ποιητικές συλλογές του Παντελή Μπουκάλα, είναι χρήσιμο προς κάθε αναγνώστη να επισημανθεί το κυριότερο δομικό στοιχείο, όπως αυτό καταγράφεται από τον Θανάση Κούγκουλο καθηγητή του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης στην Σημειωτική, λογοτεχνική ανάλυση και πολιτισμική ερμηνεία, με άρθρο του στο περιοδικό «Μανδραγόρας». Στο άρθρο του με τίτλο Συνηγορία του ιδιωτικού οράματος», ο Ηλίας Κεφάλας κι η ποιητική γενιά του 1980, ο Θ. Κούγκουλος επικαλείται τον ποιητή και κριτικό λογοτεχνίας Ηλία Κεφάλα ως τον άνθρωπο που υπήρξε ο εισηγητής του όρου «ποιητική γενιά του ‘80» ήδη από το 1986, ενώ έχει ασχοληθεί ενδελεχώς έως και σήμερα με συστηματικό και μεθοδικό τρόπο σχετικά με το αν και κατά πόσο οι ποιητές του ’80 δύνανται να συγκροτήσουν μια γενιά ποιητών με συμπαγή ποιητικά και λογοτεχνικά χαρακτηριστικά. Ο Ηλίας Κεφάλας προσπαθώντας να δημιουργήσει έναν συνεκτικό ιστό που να διαπερνά ολόκληρη την ποιητική γενιά του ’80, την ονομάζει γενιά του «ιδιωτικού οράματος» με βάση την μεθοδολογία και την θεωρητική της αποσκευή, στοιχεία που χωρίς αμφιβολία παρήγαγαν τον διάλογο περί της ιδιοσυστασίας ή μη μιας ενιαίας νέας γενιάς την προηγούμενη εικοσαετία. Αξίζει να σημειωθεί ότι η πρόθεση του Θ. Κούγκουλου στο παρόν άρθρο είναι μια ψύχραιμη αποτίμηση της κριτικής συμβολής του Η. Κεφάλα, η οποία με την σειρά της θα κατατείνει στην εξαγωγή χρήσιμων συμπερασμάτων δεδομένης της παρέλευσης ικανού χρονικού διαστήματος από την εμφάνιση της γενιάς των ποιητών του ’80 στο λογοτεχνικό προσκήνιο.
Φωτογραφία: Ο Παντελής Μπουκάλας στο σπίτι του Καβαφη, στην Αλεξάνδρεια, στα Καβάφεια, 2019