Scroll Top

Δήμος Χλωπτσιούδης: Ιδεολογία και φύλο στην ποίηση της Αγγελάκη-Ρουκ

 

Εισαγωγή – περιοδολόγηση
Η ποιητική της Αγγελάκη-Ρουκ[1] εντάσσεται στον χώρο της τραυματικής μεταπολεμικής ποίησης. Ενσωματώνει το προσωπικό βίωμα, όπως αυτό εκφράζεται με το νέο ατομικό ποιητικό υποκείμενο (το ποιητικό «εγώ» που ταυτίζεται με τον συγγραφέα και δεν εκφράζει κάποιο συλλογικό υποκείμενο), και μια συνειρμική μεταϋπερρεαλιστική εικονοποιία (ειδικά στην πρώτη περίοδο της ποιητικής της κατάθεσης). Η πρώτη της εμφάνιση στα ελληνικά γράμματα συμπίπτει με τα δυσδιάκριτα όρια μεταξύ μοντερνισμού και μεταμοντερνισμού. Τα πρώτα ποιήματα ακολουθούν το μοντερνιστικό πρότυπο των μεγάλων συνθέσεων, προσανατολισμένων στην ατομική οπτική. Ο “καθαρός” λόγος και ο λυρισμός συνενώνουν αυτό που αργότερα το μεταμοντέρνο θα αντιπαλέψει: τη διάκριση υψηλής και λαϊκής τέχνης. Ο καθημερινός λόγος εμποτισμένος με τη θηλυκή οπτική, σε μία κοινωνία πατριαρχική, συνδέει τις υψηλές ιδέες με τη λαϊκή τέχνη. Η καλλιέργεια της διάνοιας και τα ερωτήματα που γεννά η ποίησή της διαμορφώνουν μια ποιητική ιδεολογία με έντονο φιλοσοφικό υπόβαθρο.
Μέχρι σήμερα δεν έχει επιχειρηθεί κάποια περιοδολόγηση της ποιητικής της Αγγελάκη-Ρουκ με βάση κοινές αναφορές, επιρροές και ύφος στο έργο της, παρά τη σημασία που αυτό έχει για την κριτική. Κατά τη γνώμη μας, η ποίησή της διακρίνεται σε τέσσερις περιόδους.
     α΄ 1963-1971: περιλαμβάνει τις συλλογές Λύκοι και σύννεφα (1963) και Ποιήματα ’63-’69 (1971). Διακρίνονται από τις έντονες επιδράσεις του μεταϋπερρεαλισμού, του εξπρεσιονισμού και των μεγάλων αφηγηματικών συνθέσεων.
     β΄ 1974-1982: περιλαμβάνει τις συλλογές Μαγδαληνή, Το μεγάλο θηλαστικό (1974), Τα σκόρπια χαρτιά της Πηνελόπης (1977), Ο θρίαμβος της σταθερής απώλειας (1978) και Ενάντιος έρωτας (1982). Η ποιήτρια εισάγει την ευρεία χρήση του πρωτοενικού υποκειμένου, ενώ πλέον το σώμα γίνεται ένα σταθερό ποιητικό αντικείμενο. Ο έρωτας και η γυναίκα κυριαρχούν ως θεματικοί άξονες. Σταδιακά μειώνεται η έκταση των συνθέσεων. Συνεχίζει να συγγράφει ποιητικές συνθέσεις με μικρότερη –κατά κανόνα– έκταση, αυτόνομα ποιήματα, αν και σποραδικά εντοπίζονται πολύστιχα ποιήματα μέχρι το τέλος.
     γ΄ 1984-1993: περιλαμβάνει τις συλλογές Οι μνηστήρες (1984), Επίλογος αέρας (1990), Άδεια φύση (1993) και Λυπιού (1993). Εγκαταλείπεται το εξπρεσιονιστικό ύφος. Η γλώσσα γίνεται πιο προφορική και λιτή μέσα από την οποία αναδεικνύονται φιλοσοφικές αναζητήσεις. Ο μεταϋπερρεαλισμός συμπλέκεται με την προφορικότητα. Το ύφος κινείται σε πιο στοχαστικές ατραπούς για το σώμα και τον έρωτα, αλλάζοντας σταδιακά τη θεματική και το ύφος. Διακρίνεται ένας πειραματισμός με τον στίχο μέσα από πεζοποιήματα[2] ή ένας πιο ελεύθερος στιχουργικός ρυθμός στην κίνηση των νοημάτων[3]. Ενισχύεται η αυτοαναφορικότητα.
     δ΄ 1996-2011: περιλαμβάνει τις συλλογές Ωραία έρημος η σάρκα (1996), Η ύλη μόνη (2001), Μεταφράζοντας σε έρωτα της ζωής το τέλος (2003), Στον ουρανό του τίποτα με ελάχιστα (2005) και Η ανορεξία της ύπαρξης (2011). Σταδιακά τίθεται το ζήτημα του περιορισμένου χρόνου. Το κλίμα γίνεται πιο μελαγχολικό, η θνητότητα και η φθορά εκφράζονται μέσω της ερωτικής αδυναμίας.

Υλικότητα, σώμα και άτομο
 Το ποιητικό σώμα της Αγγελάκη-Ρουκ συντίθεται από τρία στοιχεία: την ύπαρξη ως τραύμα, το σώμα και τον χρόνο. Μα ίσως δεν έχει σημασία τόσο το τι περιέχει, αλλά τι δεν περιέχει η ποίησή της. Όπως σημειώνει και ο Macherey, η ουσία βρίσκεται στα κενά, στα στοιχεία που απουσιάζουν. Και στην ποίηση της Αγγελάκη-Ρουκ απουσιάζει διαχρονικά η σύγκρουση. Μόνος αντίπαλος παραμένει, καθ’ όλη τη διάρκεια της ποιητικής της παρουσίας, ο χρόνος και η ανθρώπινη μοναξιά, ο θάνατος[4] και το σώμα.
Η ποίηση της Αγγελάκη – Ρουκ είναι σωματική[5]. Το σώμα είναι διαρκώς παρόν ως ερωτικό αντικείμενο[6] ή φθαρμένο, ανήμπορο και ταλαιπωρημένο. Η ποίηση είναι η διέξοδος στο τραύμα της ύπαρξης[7]. Ήδη από τις πρώτες της συλλογές βρίσκονται στο επίκεντρο οι αγωνίες της ανθρώπινης συνείδησης οι οποίες εκφράζονται με στοχαστική διάθεση[8]. Το ίδιο το βίωμα στη στιχουργική της είναι σωματοποιημένο. Ο Αλέξης Σταμάτης (1998:116) την κατατάσσει στους σωματικούς ποιητές και εκφράζει τον προβληματισμό του για το αν το σώμα στην ποίησή της είναι τελικά μια πρόσβαση στην ουσία του κόσμου ή κάποιος ανασχετικός παράγοντας. Η ποιητική της ειλικρίνεια απογυμνώνει την αλήθεια μπροστά στις αγωνίες του σώματος. Απέναντι στο αναπόφευκτο προβάλλει τη δύναμη της ποίησης[9], όχι ως ξόρκι εξόντωσης του θανάτου, αλλά ως εγκαρτέρηση. Ο διάλογος με το σώμα ορίζει και την ύπαρξη∙ η μνήμη ορίζει το βίωμα, ο ατομικός χρόνος και η έμφυλη ταυτότητα ορίζουν τη συνείδηση.
Το σώμα, μολονότι φθαρτό και ελλιπές, σφραγίζει την ίδια την ύπαρξη, ένα σημείο παραβίασης των συνόρων του χρόνου. Σε όλη την ποιητική της πορεία το σώμα αποτελεί μια υπενθύμιση της φθαρτότητας και του έρωτα[10], του θανάτου και της χαράς. Αποτελεί την υλική διάσταση του έρωτα και του τραύματος. Δεν συγκροτεί μόνο ένα περιεκτικό ουσιαστικό, αλλά διασπάται σε μάτια, καρδιά, πέος έντερα, πόδια, βυζιά, θηλές κ.λπ. Τα όργανα εικονοποιούν το σώμα, συνδεόμενα τόσο με την ερωτική εμπειρία όσο και με την οδύνη της απουσίας του σώματος, της νιότης και τη φθορά. Η διάσπαση όμως αυτή σε επιμέρους όργανα διατηρεί και μια συμβολική διάκριση του εγώ και του εμείς μέσα στο κοινωνικό σώμα. Για την Γραμμένου (2018:50), το σώμα με τα επιμέρους στοιχεία του αισθητοποιεί την άμυνα απέναντι στον χρόνο και το ανέραστο γερασμένο μέλλον. Η ποιήτρια εξοβελίζει τον θάνατο και το σώμα λειτουργεί ως ουτοπία του έρωτα και ταυτόχρονα ως ρεαλιστική πραγμάτωσή του.
Το γυναικείο σώμα, χωρίς ωραιοποιήσεις μετατρέπεται σε θεματικό κέντρο και ταυτόχρονα σε μέσο λογοτεχνικής έκφρασης, σε έναν καμβά. Το υπαρξιακό και το σωματικό τραύμα[11] που προκαλεί πόνο[12] ως κεντρικό θέμα συνδέεται άμεσα με το φύλο. Η εναγώνια αναζήτηση της κατανόησης της ζωής διαπερνά την έμφυλη ταυτότητα. Η στοχαστική όμως διάθεση έρχεται σε πλήρη αντίθεση προς τον εξουσιαστικό λόγο. Σε μία εποχή διχασμού και κομφορμισμού, εκείνη υποδέχεται την προσωπική αλήθεια και τη μοναξιά ως μορφές αντίστασης στα κελεύσματα της εποχής. Αναδύεται ένα υποκείμενο που διατρανώνει την ελευθερία του[13]. Μα αυτή ακριβώς η χειραφέτηση μετατρέπει σε δραματικότητα την αλήθεια του ατομικού βιώματος, που εξακτινώνεται αδιόρατα προς την περιφέρεια της συλλογικής εμπειρίας.
Η Αγγελάκη-Ρουκ αναδεικνύει ένα νέο ποιητικό υποκείμενο: το εγώ που συχνά βρίσκεται απέναντι από το σύνολο, αν όχι μακριά του (ειδικά μετά τη δεύτερη περίοδο). Παρά την οικουμενικότητα της ποιητικής της, ετούτη συντηρεί έναν ατομικό χαρακτήρα, διατηρώντας αποστάσεις από το συλλογικό υποκείμενο της γενιάς του ’30 και της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς. Διατρανώνει την αυτόνομη θέση του ατόμου μέσα στο σύνολο με μία φιλελεύθερη οπτική που αντιστέκεται στον κομφορμισμό. Το ατομικό στην ποίησή της δεν αποτελεί κάποια επιφανειακή αφήγηση του ιδιωτικού χώρου.
Ο στοχασμός της διατηρεί μια υλικότητα που ενισχύεται από την απουσία οιασδήποτε μεταφυσικής προσέγγισης των πραγμάτων ή κάποιου παρηγορητικού λόγου. Σε αντίθεση με την ποιητική παράδοση, η Αγγελάκη-Ρουκ δεν αναζητά κάποια παραμυθία στην ποίηση, αλλά μόνο ένα μέσο στοχαστικής έκφρασης. Η αθεΐα, όπως ξεδιπλώνεται ποιητικά[14], αντιπαλεύει τα προτάγματα του εξουσιαστικού λόγου. Άλλωστε, η ίδια θεωρούσε κληρονομιά του Καζαντζάκη «την πίστη της στην απιστία στον Θεό», κάτι που αποδεικνύει και η απουσία του θρησκευτικού στοιχείου ή άλλων μεταφυσικών αγωνιών από τη ρητορική της. Μολονότι η ποίησή της είναι σωματική, απέχει από το δίπολο σώμα-πνεύμα∙ το σώμα και ο έρωτας διατηρούν την υλικότητά τους ως το τέλος. Ο δε έρωτας παρουσιάζεται ως συναίσθημα που είναι ταυτόσημο με την ερωτική εμπειρία.

Ιδεολογία και φύλο
Η ποίηση της Αγγελάκη-Ρουκ επαναπροσδιόρισε τους τρόπους ανταπόκρισης των αναγνωστών απέναντι στον έμφυλο ρόλο ενός θηλυκού ποιητικού υποκειμένου, στρέφοντας την προσοχή στη γυναίκα και, γενικότερα, στη γυναικεία σεξουαλικότητα. Για τη φεμινιστική κριτική οι αναπαραστάσεις του φύλου και η σεξουαλικότητα κατέχουν κεντρική θέση. Η πατριαρχική αντίληψη συνδέει τη θηλυκότητα με τον θάνατο και το θηλυκό σώμα ως αντικείμενο. Για τη Bronfen (1992), τέτοια λογοτεχνικά έργα και η υποδοχή τους έχουν ιδιαίτερη κοινωνική και πολιτιστική λειτουργία, καθώς, όπως και άλλες παραστάσεις του θανάτου, αποτελούν παραδείγματα της πατριαρχικής καταπίεσης απέναντι στο “άλλο” (τη γυναίκα). Η αγγλόφωνη κριτική επέδειξε μεγάλο ενδιαφέρον στην ανασυγκρότηση των τρόπων με τους οποίους προβάλλονταν το φύλο στη λογοτεχνία. Οι γυναίκες, για τη φεμινιστική κριτική, συγκροτούνται ως κοινωνικές οντότητες από δομές που βασίζονται στην οικονομική υποταγή και την ψυχική καταστολή. Οι δομές αυτές τείνουν να λειτουργούν ως δομές καταπίεσης εξαιτίας των κοινωνικών και ψυχικών ανισοτήτων του φύλου προάγοντας κοινωνικές στερήσεις (Wolfreys, 2001:51).
Η ταυτότητα του φύλου φέρνει την ποίηση της Αγγελάκη-Ρουκ σε ρήξη με τη σιωπή και την ενοχική θέση της γυναίκας που μιλά για τον έρωτα ή το σώμα. Προάγει έναν ποιητικό χαρακτήρα χειραφετημένο που εκθέτει το βίωμα μέσα από τη γυναικεία ταυτότητα, μακριά από τα πρότυπα των φύλων που κατασκεύασε ο πατριαρχικός εξουσιαστικός λόγος. Για τον Badiou (1988), το θηλυκό σημαίνον αποτελεί την παράσταση αυτού που εκείνος αποκαλεί γενικό σύνολο, το σύνολο δηλαδή που λειτουργεί σε οντολογικό επίπεδο. Το θηλυκό είναι επίσης αναπόσπαστο μέρος της συζήτησής του για την αγάπη, μία από τις τέσσερις διαδικασίες αλήθειας. Η φθορά και ο θάνατος διατηρούν σταθερά μία έμφυλη ταυτότητα στην ποιητική της[15], όπως και ο έρωτας σε όλο της το έργο[16]. Το γυναικείο σώμα δεν είναι ωραιοποιημένο, αλλά τραυματισμένο, με τη φθορά του χρόνου να είναι αποτυπωμένη πάνω του.
Πίσω από την ποιητική της “κάμερα” στέκει μια γυναίκα που βλέπει τα πράγματα με τη δική της έμφυλη οπτική. Οι Σπουδές Φύλου έχουν αποδείξει την κεντρικότητα της σεξουαλικότητας ως παράγοντα διαμόρφωσης της πορείας του θηλυκού υποκειμένου, το οποίο γεννά ιστορικά μια ευρεία γκάμα από έμφυλες υποκειμενικότητες και σεξουαλικές διαφορές, σε συνάρτηση με κοινωνικούς και πολιτισμικούς παράγοντες (Σηφάκη, 2015:8). Η γυναικεία σεξουαλικότητα μπαίνει στο προσκήνιο με λεπτότητα[17]. Η γυναίκα της Αγγελάκη-Ρουκ δεν αισθάνεται ενοχή, δεν υποτάσσεται στον κοινωνικά κατασκευασμένο ρόλο για το φύλο της. Και ακριβώς αυτή η πρωτοενική θηλυκή ατομικότητα συγκρούεται με το πατριαρχικό πρότυπο[18]. Η ποίησή της όμως δεν αποτελεί απλώς μια θεματική αναφορά στο φύλο, αλλά συνδέει τη συνειδητοποίηση της μοναξιάς που επιφέρει η έμφυλη ταυτότητα με την άρθρωση αισθητικής ιδεολογίας. Απέναντι στον εξουσιαστικό λόγο της υποταγμένης κοινωνικά και σεξουαλικά γυναίκας, εκφράζει μια σαφή αντιπατριαρχική στάση. Η πατριαρχική πραγματικότητα είναι αναπόφευκτα παγιδευμένη στον λόγο. Η ποιητική της φωνή είναι γυναικεία και προσδίδει στο σώμα γήινη αίσθηση, εκθέτοντας τον έρωτα ως σωματοποιημένο βίωμα το οποίο αντιστρατεύεται ο χρόνος[19], η φθορά[20] και ο πόνος του τραύματος.
Η έμφυλη σεξουαλικότητα, ωστόσο, δεν αποτελεί μία θολή εγωκεντρική εκμυστήρευση. Αν δούμε στο πλέγμα της ιδεολογίας τις ποιητικές αναπαραστάσεις και την έμφυλη σεξουαλική έλξη, τη μνήμη και τη μητρότητα μέσα από την οπτική μιας γυναίκας[21], τη θλίψη και το σώμα ως τραύμα και φθορά, τότε η φαντασιακή αυτή κατάσταση λειτουργεί ως θεμελιώδες ζήτημα φιλοσοφικών συζητήσεων για την ταυτότητα (Mulle-Zettelmann & Rubik, 2005:45). Ο σεξισμός και οι ρόλοι των φύλων είναι ερωτήματα που εμπλέκουν τις βαθύτερες προσωπικές διαστάσεις της ανθρώπινης ζωής. Και ακριβώς σε αυτό το σημείο η ποίηση της Αγγελάκη-Ρουκ μέσα από τον αντιπατριαρχικό χαρακτήρα αποκτά έναν λόγο ενάντιο στον εξουσιαστικό.
Η ποίησή της διακρίνεται, στο πλαίσιο της γενιάς της, και ως ποιητική σπουδή φύλου, επειδή ακριβώς ενσωματώνει τη ματαίωση των οραμάτων αυτής της γενιάς, λίγα χρόνια μετά το τέλος του πιο καταστροφικού πολέμου και του Εμφυλίου. Αναζητά να υπερφαλαγγίσει την υποκειμενικότητα του προσωπικού βιώματος με θέματα που άπτονται της ιστορικότητας της γυναικείας εμπειρίας του πόνου, απέναντι σε μια αρσενική δομή γλώσσας, η οποία εσωτερικοποιείται στις γυναίκες με την ιεραρχική διάστασή της, ώστε αυτές να υποταχθούν στην ανδρική –και ταξική– ηγεμονία. Για την Kristeva (1984) το θηλυκό είναι κατασκευασμένο μέσα στη συμβολική τάξη, όπως οποιοδήποτε άλλο φύλο. Περιορισμένο στα περιθώριά του, κρίνεται κατώτερο από την αρσενική εξουσία. Η γυναίκα είναι τόσο «εσωτερική» όσο και «εξωτερική» στην ανδροκρατούμενη κοινωνία, τόσο ρομαντικά εξιδανικευμένο μέλος της όσο και θύμα αποβολής. Αυτή βρίσκεται ανάμεσα στον άνθρωπο και το χάος και, μάλιστα, μερικές φορές αποτελεί την ενσάρκωση του ίδιου του χάους.
Η ποίηση της Αγγελάκη-Ρουκ αποτελεί μια φουκωική υπονόμευση των καθιερωμένων κοινωνικών πρακτικών, αφού διαστέλλει την πατριαρχική αντίληψη για τη γυναίκα ως ποιητικό υποκείμενο. Απέναντι στις δυαδικές αντιθέσεις των φύλων που πρόβαλε ο δυτικός πολιτισμός, η δημιουργός έρχεται να θεραπεύσει το –κατά τον Eagleton (1996:130)– έως τότε υποταγμένο μισό της ανθρώπινης φυλής που είχε εξοριστεί ως ελαττωματικό ον. Το συμβολικό, για την Kristeva, είναι μια σφαίρα κοινών πολιτιστικών σημασιών. Λειτουργεί για να εξασφαλίσει ένα συνεκτικό σύστημα που δείχνει ότι είναι μονοσήμαντο και ομοιογενές, όπως η κοινωνία ή η ίδια η γλώσσα. Άλλωστε, το συμβολικό εμπεριέχεται σε κάθε πράξη του εξουσιαστικού λόγου και φυσικά και για τον κοινωνικό ρόλο της γυναίκας. Απέναντι στη συμβολική εξουσία της πατριαρχικής γλωσσικής αντίληψης, το αίτημα για μια νέα γλώσσα συμπλέκεται με το αίτημα για ένα γυναικείο όραμα, που οριοθετείται ανάμεσα στην αόριστη μελλοντική απελευθέρωση του γυναικείου υποκειμένου και στην ουτοπία ενός άλλου κόσμου, βασισμένου στο σχεσιακό γυναικείο υποκείμενο. Όπως η Sexton έτσι και η Αγγελάκη-Ρουκ αξιοποιεί τη μετάθεση· όπως το γυναικείο κίνημα δομείται ιστορικά, αλλά προβάλλει μια σαφή μελλοντική εικόνα ανατροπής του έμφυλου κανόνα, έτσι και το γυναικείο όραμα έχει ισχυρά ερείσματα μνήμης, αλλά οραματίζεται μια απελευθέρωση που συνεχώς μετατίθεται στον χρόνο και παραμένει μετέωρη. Η απελευθέρωση, που συνεχώς αναβάλλεται, είναι ένα όραμα που κυοφορείται (Λιάπη, 2017:39).

Η συμβολιστική μεταϋπερρεαλιστική εικονοποιία της Αγγελάκη-Ρουκ
Η ποιητική της Αγγελάκη-Ρουκ υιοθετεί τις υπαρξιακές αναζητήσεις του μεταϋπερρεαλισμού, την ερμητικότητα και τη συνειρμική του κίνηση στον στίχο. Η δημιουργός μπολιάζει τον στίχο της με το εικονιστικό παράλογο, οδηγώντας σε γλωσσικές ανατροπές που κρύβουν την απαισιοδοξία που απαντάται στην μεταπολεμική ποίηση (σε αντίθεση με την αισιοδοξία του μεσοπολεμικού υπερρεαλισμού). Η εικόνα για τον Goll είναι η λυδία λίθος της καλής λογοτεχνίας, υπογραμμίζοντας τον οργανικό της ρόλο και αναγάγοντάς την σε αξιολογικό κριτήριο (Γαλανάκης, 2016:15). Πρόκειται για έναν ιδιότυπο λυρικό μεταϋπερρεαλισμό που προάγει την αισθητική αγωνία του μη νόμιμου, καθώς συνδέεται με τον μετασυμβολισμό και τον εξπρεσιονισμό. Ο εξπρεσιονισμός, ως ποιητική μεταπολεμική τάση, κατακερματίζει την πραγματικότητα και αναζητά μια οδό προς την καθαρότητα μέσα από τη φωνή του εγώ (Benn, 2006:708). Από την άλλη, ο μεταϋπερρεαλισμός της Αγγελάκη-Ρουκ δεν αποτελεί κάποια απόπειρα αναβίωσης του υπερρεαλισμού, αλλά ένα γέννημα μιας εποχής παραλογισμού (πόλεμος, εμφύλιος, αστικοποίηση), με προγραμματισμένη ελλειπτικότητα, το αναπάντεχο, το φανταστικό (Στεριάδης, 1976) και καινοτόμα χρήση της αλληγορικής γλώσσας.
Η πλούσια εικαστική αντίληψη της Αγγελάκη-Ρουκ μέσα στην ποιητική αφήγηση διατηρεί λειτουργικό ρόλο στην ανάδυση του στοχαστικού περιεχομένου και ο μεταϋπερρεαλισμός με τον εξπρεσιονισμό συμβάλλουν σημαντικά στη διαμόρφωση της εικονοποιίας της. Μέσα από τη συμβολική διάσταση ξεπηδάει η αγωνία του όντος στον κοινωνικό χώρο και τον χρόνο[22]. Το άτομο δεν αποτελεί αυθύπαρκτη ύπαρξη, αλλά μέλος μιας πολιτισμικής κοινότητας, όπως αποκαλύπτουν οι διαρκείς νεανικές αναφορές στη μυθολογική και την ιστορική παράδοση[23].
Ένα πλήθος συμβόλων και εικαστικών μοτίβων διατρέχει την ποίησή της, όπου ξεχωρίζουν πάνινα αντικείμενα: κούκλες, σκύλος, καρέκλα και πολυθρόνα[24]. Η ποιήτρια στρεβλώνει την εξωτερική πραγματικότητα, ώστε να εκφραστεί η εσωτερική κατάσταση ή και η ίδια η ουσία της πραγματικότητας, όπως τη βιώνει εσωτερικά και την αντιλαμβάνεται το ποιητικό υποκείμενο (Νάτσινα, 2015:356-357). Η φύση κατέχει περίοπτη θέση. Στην πλούσια χλωρίδα της ξεχωρίζουν τα κυπαρίσσια που με το ύψος τους αγγίζουν συμβολικά τον ουρανό διατηρώντας τον πένθιμο συμβολισμό. Η θάλασσα διαρκώς παρούσα, γεμίζει με το χρώμα της ελευθερίας το σκοτεινό ποιητικό κάδρο. Τα πουλιά αποτελούν ένα σταθερό σύμβολο που εντοπίζεται ειδικά στην πρώτη περίοδο[25]. Το πουλί[26], ο άγγελος και τα σύννεφα[27] συμβολίζουν την ελευθερία με τη διαρκή τους κίνηση και ταυτόχρονα μια ζωή εφήμερη μα απαλλαγμένη από το τραύμα. Τα έντομα[28], που απαντώνται πολύ συχνά στις πρώτες περιόδους, έρχονται σε αντίθεση με τις ανθρώπινες αγωνίες και μέσα στην υλική τους διάσταση και το μικρό τους μέγεθος εκφράζουν την ταπεινότητα απέναντι στον θάνατο και τον χρόνο, ενώ τα λιγοστά άγρια ζώα[29] τον αγώνα για ζωή. Ιδιαίτερο σύμβολο –στην πρώτη περίοδο– αποτελούν τα μυρμήγκια[30], ενώ δευτερευόντως το ποιητικό κάδρο επενδύεται με τζιτζίκια[31], αράχνες[32], σκαθάρια[33], σκουλήκια[34] και μύγες[35].
Ο ποιητικός χώρος στην αναγνωστική πρόσληψη είναι διαρκώς νυχτερινός. Το νυχτερινό τοπίο όμως δεν τρομάζει[36] την ποιήτρια, καθώς είναι γεμάτο όνειρα[37]. Καταγράφονται μόνο λίγοι εφιάλτες[38]. Η διαρκής κίνηση της θάλασσας, του ανέμου και των πουλιών αφήνουν μέσα στο μεταϋπερρεαλιστικό κάδρο μια νότα ελπίδας. Το λιγοστό φως που προέρχεται από το φεγγάρι[39] και τα άστρα αισθητοποιεί την ελπίδα μέσα στο σκοτάδι.

Επίλογος
Λίγες δεκαετίες μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και τον Εμφύλιο η Κατερίνα Αγγελάκη – Ρουκ εγκαταλείπει τα “μεγάλα ιδανικά” (εθνισμός της γενιάς του ’30, αριστερές ιδέες, κοινωνικός εξπρεσιονισμός) και στρέφεται στο -έμφυλο και γεμάτο τραύματα- άτομο. Το εξετάζει ως αυτόνομη ύπαρξη και μελετά ό,τι αφήνει σε αυτό ο χρόνος. Γενικότερα, προβάλλεται η συνείδηση του όντος καθώς αυτό αντιπαρατίθεται με τον χρόνο.
Η ταυτότητα της ποιήτριας είναι το προϊόν των λέξεών της. Αποτελεί το κέντρο της αφηγηματικής βαρύτητας, εκφράζοντας πολιτιστικές πεποιθήσεις και ρητορικές ή αισθητικές συμβάσεις, οι οποίες ενσωματώνονται σε μια γραφή που συγκρούεται με τις ισχύουσες πατριαρχικές θεωρήσεις. Οι ποιητικές θέσεις του «εαυτού» εμπεριέχουν και τη διερεύνηση της εμπειρίας. Τέλος, καταγράφεται και το κοινωνικό βίωμα ως μέρος της αντίληψης που αφορά την κοινωνική συμπεριφορά και τα πολιτιστικά και ηθικά πρότυπα για τους ρόλους του φύλου. Για τον Eagleton (1996:129), η καταπίεση των γυναικών είναι μια υλική πραγματικότητα. Όλα τα ζητήματα των έμφυλων διακρίσεων συνδέονται με τη σεξουαλική ιδεολογία και τους τρόπους με τους οποίους οι άνδρες και οι γυναίκες απεικονίζουν τον εαυτό τους σε μια ανδροκρατούμενη κοινωνία, στην οποία οι αντιλήψεις και οι συμπεριφορές της πατριαρχίας έχουν εγγραφεί βίαια στο βαθύ ασυνείδητο.
Το γυναικείο σώμα και η θηλυκή σεξουαλικότητα στην ποίηση της Αγγελάκη-Ρουκ αποτελούν την αισθητή αποτύπωση της διαδρομής του χρόνου προς το μηδέν. Η προβολή αυτή της έμφυλης σεξουαλικότητας συγκρούεται ιδεολογικά με την πατριαρχία, η οποία περιθωριοποιεί τη γυναίκα. Η κοινωνική δομή που επιβάλλει το φύλο και οι σεξουαλικοί κανόνες αντικατοπτρίζονται σε όλες τις πτυχές του πολιτισμού (θρησκεία, φιλοσοφία, οικονομία, εκπαίδευση κ.ά.) και βέβαια στη λογοτεχνία (Dobie, 2002:102). Οι ιδεολογικοί μηχανισμοί, όπως τους όρισε ο Althousher (1999), και οι κοινωνικές δομές με την επιβολή της έμφυλης ανισότητας λειτουργούν καταπιεστικά, οδηγώντας τελικά στη σωματική και πολιτιστική καταπίεση.
Η ποίηση της Αγγελάκη-Ρουκ αντιτίθεται λοιπόν στον εξουσιαστικό λόγο που θέτει τη γυναίκα είτε σε ένα «ρομαντικό» πλαίσιο υποταγής είτε την καταδικάζει αυθαίρετα.

*Ο Δήμος Χλωπτσιούδης είναι φιλόλογος, κριτικός ποίησης

και κάτοχος ΜΑ Δημιουργικής Γραφής.

______________________

Βιβλιογραφικές αναφορές

Althusser, L. (1999). Ιδεολογία και ιδεολογικοί μηχανισμοί του κράτους. Στο Θέσεις (σσ. 69-121). Ξ. Γιαταγάνας (μτφ). Αθήνα: Θεμέλιο.
Badiou, A. (1988). On a Finally Objectless Subject (trans. by Bruce Fink). Topoi 7, 93-98.
Benn, G. (2006). Εξπρεσιονισμός. Μια ομολογία πίστεως. μτφρ. Κουτσουρέλης, Κ. Νέα Εστία, 1794, Νοέμβριος. σσ. 705-720.
Bronfen, El. (1992). Over Her Dead Body: Death, Femininity and the Aesthetic. Manchester: Manchester University Press.
Γαλανάκης, Αθ. (2016). Yvan Goll – Ε. Χ. Γονατάς: Προς μια συγκριτική ποιητική. Σύγκριση, τ. 26, σσ. 11-30.
Γραμμένου, Ευ. (2018). Η σωματικότητα και η απώλεια στον «τόπο» της Λυπιού: μια περιδιάβαση στην ποίηση της Κατερίνας Αγγελάκη-Ρουκ. ανέκδοτη διπλωματική εργασία. Πάτρα: ΕΑΠ.
Dobie, A. B. (20123). Theory into Practice. An Introduction to Literary Criticism. Boston: Wadsworth.
Eagleton, T. (19962). Literary theory, an introduction. Minnesota: The University of Minnesota Press.
Kristeva, J. (1984). Revolution in Poetic Language (trans. by Margaret Walker). New York: Columbia University Press.
Λιάπη, Μ. (2017). Ο μύθος της γυναικότητας στη γυναικεία μεταϋπερρεαλιστική ποίηση. Ανέκδοτη διπλωματική εργασία. ΑΠΘ: Θεσσαλονίκη.
Mulle-Zettelmann, E. & Rubik, M. (2005). Theory into Poetry. New approaches to the lyric. Amsterdam-New York: Rodopi B. V. Editions.
Νάτσινα, Α. (2015). Ο εξπρεσιονισμός και οι μεταμορφώσεις του: Η λειτουργία ενός υπόγειου ρεύματος στη μεταπολεμική πεζογραφία. Λογοτεχνικές διαδρομές. Ιστορία-Θεωρία-Κριτική. Μνήμη Βαγγέλη Αθανασόπουλου, (επιμ. Αγάθος, Θ., Ντουνιά, Χρ. Τζούμα, Ά.). Αθήνα: Καστανιώτης, σσ. 355-366.
Σηφάκη, Ε. (2015). Σπουδές φύλου και λογοτεχνία. Αθήνα: ΣΕΑΒ.
Σταμάτης, Α. (1998). Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ, Σώμα το ενάντιο. Ελί-τροχος, 15 (καλοκαίρι).
Στεριάδης, Β. (1976). Ερωτικός μεταϋπερρεαλισμός, Βερονίκη Δαλακούρα, η παρακμή του έρωτα. Η Καθημερινή (11/07/1976) – http://digital.lib.auth.gr/record/59787/files/npa-2006-30932.pdf
Wolfreys, J. (2001). Introducing literary theories: A guide and glossary. Edinburgh: Edinburgh University Press.
[1] Η μελέτη μας στηρίζεται στη συγκεντρωτική έκδοση «Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ, Ποίηση 1963-2011» (20204), Αθήνα: Καστανιώτης.
[2] «Άδεια φύση» μέρες μετά ή πεζό πάντα το επιμύθιο, Χέλντερλιν ή ανηφορίζοντας η νόηση του ποιητή σπάει, σε ένα ταρατσάκι ο Σολωμός.
[3] «Λυπιού» α’, έξοδος.
[4] «Άδεια φύση» σ’ ένα ταρατσάκι ο Σολωμός, «Ωραία έρημος η σάρκα» ο φωτογράφος, προμηνύονται κι ευτυχισμένες μέρες, «Η ύλη μόνη» Η ύλη μόνη, «Μεταφράζοντας σε έρωτα της ζωής το τέλος» ιδεοληψίες.
[5] «Λύκοι και σύννεφα» πρώτη μέρα, Λάφικτος, «Ποιήματα ’63-’69» στον τόπο αυτό ύπνος και ξημερώματα, «Μαγδαληνή το μεγάλο θηλαστικό» Μαγδαληνή το μεγάλο θηλαστικό, Ακρόπολη-Βοτανικός, το σώμα είναι η Νίκη και η Ήττα των ονείρων, Σάντα Κρουζ, απειθαρχία στο μαύρο, «Τα σκόρπια χαρτιά της Πηνελόπης» στη γη, στον τόπο που γεννήθηκα τα χάνει κανείς όλα, το πρόσωπο στον έρωτα, οι μνηστήρες, «Ο θρίαμβος της σταθερής απώλειας» τα έντερα και τα άλλα, η καρδούλα μου τη νύχτα, τα πόδια μου, ιστορίες ματιών, για την ποίηση, η εμπειρία της έμπνευσής, «Ενάντιος έρωτας» η ζέστη, ο τζίτζικας, το πλαστικό πράγμα, Φαίδρος ’81, έχω μία πέτρα, «Οι μνηστήρες» έρωτας η σκληρή απελπισία, εκεί που είσαι ωραίος, τα κουτά ποιήματα Ι, ΙΙ, το τρίτο καλοκαίρι ή η καταστροφή, τα ποιήματα αυτά, ο έρωτας και ο κόσμος, «Επίλογος αέρας» πρόλογος, το γουρουνάκι, άλλοι τόποι, η Γιαννούσα και ό,τι δεν φαίνεται, «Άδεια φύση» 14η μέρα, Χέλντερλιν, επιστροφή του ανέραστου χρόνου, τα χνουδωτά πράγματα, προς τον Άγιο, «Ωραία έρημος η σάρκα» το σχέδιο, η μεταγραφή του εφιάλτη, απαγορευτικό, «Η ύλη μόνη» η τιμωρία.
[6] «Λύκοι και σύννεφα» το ημερολόγιο του Βύτου 1η μέρα, «Ενάντιος έρωτας» τα σπιρτόξυλα, το χάζεμα, ιστορίες Αζτέκων, «Οι μνηστήρες» τα κουτά ποιήματα.
[7] «Λύκοι και σύννεφα» Λάφικτος, η επιστροφή του Ριχάρδου του Λεοντόκαρδου, «Ωραία έρημος η σάρκα» παγοδρομίες ψυχής, «Η ύλη μόνη» αλλαγές.
[8] «Μεταφράζοντας σε έρωτα της ζωής το τέλος» εξωστρέφεια προσώπου, εξωστρέφεια της φύσης, εξωστρέφειας μύθος, «Στον ουρανό του τίποτα με ελάχιστα» θέλω να γράψω ένα ποίημα, η άλλη μοναξιά, «Η ανορεξία της ύπαρξης» η ευλογία της έλλειψης, η μονοσήμαντη φύση, εποχή αντιπάθειας, κάηκε ολοσχερώς το εγώ, σωσίβιες λεπτομέρειες, υπενθυμίσεις του έρωτα.
[9] «Άδεια φύση» Χέλντερλιν ή ανηφορίζοντας η νόηση του ποιητή σπάει, σ’ ένα ταρατσάκι ο Σολωμός, «Λυπιού» α’, «Ωραία έρημος η σάρκα» τα γράμματα, φάνηκε και από άλλα ποιήματα, η μεταγραφή του εφιάλτη, «Η ύλη μόνη» μουσείο το παλιό πανεπιστήμιο, στη Λυπιού και πάλι, «Μεταφράζοντας σε έρωτα της ζωής το τέλος» δεν έχω το Θεό μου, αντίστροφη μέτρηση, «Στον ουρανό του τίποτα με ελάχιστα» θέλω να γράψω ένα ποίημα, η αιωνιότητα του παρόντος, «Η ανορεξία της ύπαρξης» φόβος το νέο πάθος, τι δίνει η ποίηση και τι παίρνει, η μονοσήμαντη φύση.
[10] «Ποιήματα ’63-’69» στον τόπο αυτό ύπνος και ξημερώματα, «Μαγδαληνή το μεγάλο θηλαστικό» Μαγδαληνή το μεγάλο θηλαστικό, Ακρόπολη-Βοτανικός, Σάντα Κρουζ, ο τελευταίος ερωτικός, «Τα σκόρπια χαρτιά της Πηνελόπης» το πρόσωπο στον έρωτα, ο χρόνος του ερωτευμένου, στον τόπο που γεννήθηκα τα χάνει κανείς όλα, το πρόσωπο στον έρωτα, η ζήλια, είχε η αγάπη μας μία κοσμική εξουσία, «Ο θρίαμβος της σταθερής απώλειας» τα έντερα και τα άλλα, η καρδούλα μου τη νύχτα, «Μεταφράζοντας σε έρωτα της ζωής το τέλος» Μεταφράζοντας σε έρωτα της ζωής το τέλος, ήταν, επαγγελματικά μυστικά, δεν έχω το Θεό μου, κομπάρσος, ιδεοληψίες, στο λιμάνι, «Στον ουρανό του τίποτα με ελάχιστα» θέλω να γράψω ένα ποίημα, φυτοζωή, «Η ανορεξία της ύπαρξης» φόβος το νέο πάθος, υπαρξιακές ερωταποκρίσεις, πάει και το φεγγάρι, η αλλοτρίωση της έλξης.
[11] «Οι μνηστήρες» τα ποιήματα αυτά, «Επίλογος αέρας» Ιούλη, άλλοι τόποι, η ηρωίδα κοιτάει το χέρι της, μέσα στο σπίτι αυτό πληρώνοντας το χρόνο ζ’, «Άδεια φύση» ο οίστρος του θανάτου, «Ωραία έρημος η σάρκα» μετά τα λουλούδια, «Η ύλη μόνη» η τιμωρία , χάλασε και το μέσα, «Στον ουρανό του τίποτα με ελάχιστα» Στον ουρανό του τίποτα με ελάχιστα, «Η ανορεξία της ύπαρξης» πρωινό αντίθετο στη μέρα, ποιητικό υστερόγραφο.
[12] «Ο θρίαμβος της σταθερής απώλειας» τα πόδια μου, «Οι μνηστήρες» τα κουτά ποιήματα Ι, «Επίλογος αέρας» η ουλή, «Άδεια φύση» ο οίστρος του θανάτου, «Ωραία έρημος η σάρκα» μετά τα λουλούδια, τα γράμματα, «Μεταφράζοντας σε έρωτα της ζωής το τέλος» ορισμός ο ουρανός, «Η ανορεξία της ύπαρξης» η νομοτέλεια των δακρύων.
[13] «Η ανορεξία της ύπαρξης» λαθρεπιβάτης στο όνειρο.
[14] «Μεταφράζοντας σε έρωτα της ζωής το τέλος» παρατηρήσεις θνητού, επαγγελματικά μυστικά, έχασα την εμπιστοσύνη μου στη σιωπή, ο χρόνος-οι χρόνοι, Οιδίποδας, «Λυπιού», «Η ύλη μόνη» στη Λυπιού και πάλι.
[15] «Ο θρίαμβος της σταθερής απώλειας» η εμπειρία της έμπνευσης, ο σκίουρος, ταξίδι νυχτερινό, «Άδεια φύση» ο οίστρος του θανάτου ΙΙ, σ’ ένα ταρατσάκι ο Σολωμός, «Ωραία έρημος η σάρκα» ο φωτογράφος.
[16] «Ο θρίαμβος της σταθερής απώλειας» τα έντερα και τα άλλα, η καρδούλα μου τη νύχτα, τα πόδια μου, αγγελικά ποιήματα ΙΙΙ, ΙΧ, «Ενάντιος έρωτας» η ζέστη, το ξενοδοχείο, το γράψιμο, το πέτο του την Καθαρή Δευτέρα, εννοώντας τη νεότητα, «Επίλογος αέρας» επίκληση στον Άριελ, «Άδεια φύση» τα χνουδωτά πράγματα, «Άδεια φύση» Χέλντερλιν ή ανηφορίζοντας η νόηση του ποιητή σπάει, το άλλο φως, «Ωραία έρημος η σάρκα» η πεδιάδα, «Στον ουρανό του τίποτα με ελάχιστα» η αόρατη.
[17] «Ο θρίαμβος της σταθερής απώλειας» σύντομα και πίκρα Ι, «Ενάντιος έρωτας» παραβίαση, το χάζεμα, όνειρο αράχνης, «Οι μνηστήρες» ο μαύρος Άγγελος, «Ωραία έρημος η σάρκα» η πηγή των δακρύων.
[18] «Ενάντιος έρωτας» στο δάσος, η χιονισμένη, η ζωή μου σαν ένα πλοίο, μεγάλη Τετάρτη, Φαίδρος ’81, «Οι μνηστήρες» τα κουτά ποιήματα ΙΙΙ, ο έρωτας κι ο κόσμος.
[19] «Άδεια φύση» οι αποκαλύψεις του χειμώνα, «Ωραία έρημος η σάρκα» η πηγή των δακρύων, το σχέδιο, μετά τα λουλούδια, ο μύστης, όπως μπορούμε, σαν μία σκιά χειμερινή, «Η ύλη μόνη» η ανθισμένη μυγδαλιά, η αλφαβήτα μιας ζωής, μιλώντας σε μία φωτογραφία, χάλασε και το μέσα, «Μεταφράζοντας σε έρωτα της ζωής το τέλος» ατμοσφαιρική ποίηση, το κείμενο εκείνο, έχασα την εμπιστοσύνη μου στη σιωπή, «Η ανορεξία της ύπαρξης» κάτι τρέχει, ένα απλό κρεβάτι, πρωινό αντίθετο στη μέρα, η νομοτέλεια των δακρύων, ποιητικό υστερόγραφο.
[20] «Η ύλη μόνη» σιγά μην τρέμεις, «Μεταφράζοντας σε έρωτα της ζωής το τέλος» παρατηρήσεις θνητού, «Στον ουρανό του τίποτα με ελάχιστα» η πανοπλία, γενναίο παράπονο, η πέτρα που πίστεψε, «Η ανορεξία της ύπαρξης» απρόσμενη εξέλιξη, αρχίζει σαν αστείο τραγούδι.
[21] «Επίλογος αέρας» η διήγηση του εγώ, μέσα στο σπίτι αυτό πληρώνοντας το χρόνο α’, «Άδεια φύση» ημερολόγιο πολέμου 13η μέρα, «Ωραία έρημος η σάρκα» αυτό, αέρας σηκώνεται, «Η ύλη μόνη» η τιμωρία.
[22] «Λύκοι και σύννεφα» η ιστορία του λύκου μου, «Ποιήματα ’63-’69» τα μήλα της νεκρής θάλασσας.
[23] «Ποιήματα ’63-’69» τα μήλα της νεκρής θάλασσας, Μεγαλέξανδρος, «Μαγδαληνή το μεγάλο θηλαστικό» Μαγδαληνή το μεγάλο θηλαστικό, Σάντα Κρουζ, επιβίωση, τουρισμός, «Ενάντιος έρωτας» έχω μία πέτρα, ιστορίες Αζτέκων.
[24] «Λύκοι και σύννεφα» εποχή ονείρων, «Μαγδαληνή το μεγάλο θηλαστικό» Σάντα Κρουζ, «Οι μνηστήρες» το τρίτο καλοκαίρι, «Ωραία έρημος η σάρκα» η πηγή των δακρύων.
[25] «Λύκοι και σύννεφα» ένατη μέρα, δέκατη μέρα, ΙΙ μέρος, η άρνηση της Ιφιγένειας, Λάφικτος, η επιστροφή του Ριχάρδου του Λεοντόκαρδου, εκπατρισμός, η ιστορία του λύκου μου, Ευαγγελισμοί, εποχή ξύλου, «Ποιήματα ’63-’69» η τίγρη, τα μήλα της νεκρής θάλασσας, ο τροβαδούρος του Μεγαλέξανδρου, ερωτικά του μεταθανάτου V, «Μαγδαληνή το μεγάλο θηλαστικό» Μαγδαληνή το μεγάλο θηλαστικό, Πάτμος, «Τα σκόρπια χαρτιά της Πηνελόπης» στη γη, το τελευταίο φως, «Άδεια φύση» ημερολόγιο πολέμου 18η μέρα, 20η μέρα, όσο και να λέμε.
[26] «Η ύλη μόνη» προκατακλυσμιαίος οίστρος γ’, στη Λυπιού και πάλι α’, αλλαγές, «Η ανορεξία της ύπαρξης» απρόσμενη εξέλιξη.
[27] «Λύκοι και σύννεφα» δεύτερη μέρα, η επιστροφή του Ριχάρδου του Λεοντόκαρδου, «Ποιήματα ’63-’69» Μεγαλέξανδρος, μία πριγκίπισσα της Ασίας στον Μεγαλέξανδρο, Βαβυλώνα, ερωτικά του μεταθανάτου ΙΙ, «Μαγδαληνή το μεγάλο θηλαστικό» Μαγδαληνή το μεγάλο θηλαστικό, «Ο θρίαμβος της σταθερής απώλειας» ιστορίες ματιών, «Άδεια φύση» τα χνουδωτά πράγματα, Χέλντερλιν ή ανηφορίζοντας η νόηση του ποιητή σπάει, επιστροφή του ανέραστου χρόνου.
[28] «Λύκοι και σύννεφα» εποχή νερών, «Ποιήματα ’63-’69» μία πριγκίπισσα της Ασίας στον Μεγαλέξανδρο, «Ενάντιος έρωτας» η ζέστη.
[29] «Λύκοι και σύννεφα» η ιστορία του λύκου μου, «Ποιήματα ’63-’69» η τίγρη, στον τόπο αυτό ύπνος και ξημερώματα, «Άδεια φύση» ο τόπος της καρδιάς.
[30] «Λύκοι και σύννεφα» τελευταίο γυναικείο τραγούδι της Αλιείης, Λάφικτος, «Ποιήματα ’63-’69» τα μήλα της νεκρής θάλασσας, μία πριγκίπισσα της Ασίας στον Μεγαλέξανδρο, στον τόπο αυτό ύπνος και ξημερώματα IV, τρία της λύπης Ι, ΙΙΙ, σημειώσεις για το βιβλίο του πατέρα, «Μαγδαληνή το μεγάλο θηλαστικό» τουρισμός.
[31] «Λύκοι και σύννεφα» ενώπιος ενωπίω, «Ενάντιος έρωτας» η ζέστη, «Επίλογος αέρας» Αίγινα Ι.
[32] «Ποιήματα ’63-’69» τρία της λύπης Ι, «Ο θρίαμβος της σταθερής απώλειας» ιστορίες ματιών, «Ενάντιος έρωτας» όνειρο αράχνης.
[33] «Ποιήματα ’63-’69» Διογένης, «Μαγδαληνή το μεγάλο θηλαστικό» η μάνα μου κι ο Σατανάς.
[34] «Ποιήματα ’63-’69» στον τόπο αυτό ύπνος και ξημερώματα ΙV, IX.
[35] «Ενάντιος έρωτας» ζέστη, «Οι μνηστήρες» η μελαγχολία εκείνη.
[36] «Η ανορεξία της ύπαρξης» απρόσμενη εξέλιξη.
[37] «Λύκοι και σύννεφα» η ιστορία του λύκου μου, «Ποιήματα ’63-’69» τα μήλα της νεκρής θάλασσας, στον τόπο αυτό ύπνος και ξημερώματα Ι, VIII, «Μαγδαληνή το μεγάλο θηλαστικό» το σώμα είναι η Νίκη και η Ήττα των ονείρων, η μάνα μου κι ο Σατανάς, Μαγδαληνή το μεγάλο θηλαστικό, «Ο θρίαμβος της σταθερής απώλειας» τα πόδια μου, Ο θρίαμβος της σταθερής απώλειας, ταξίδι νυχτερινό, «Ενάντιος έρωτας» το χάζεμα, «Επίλογος αέρας» η διήγηση του εγώ-πρόλογος, η ουλή, «Άδεια φύση» 20η μέρα, το άλλο φως, πρώτα στο όνειρο αλλάζει το τοπίο, «Ωραία έρημος η σάρκα», αέρας σηκώνεται, προμηνύονται παγοδρομίες ψυχής, «Η ύλη μόνη» Η ύλη μόνη, το άνθος διδάσκει, «Η ανορεξία της ύπαρξης» λαθρεπιβάτης στο όνειρο.
[38] «Η ανορεξία της ύπαρξης» η θεά Συνήθεια.
[39] «Λύκοι και σύννεφα» ενώπιος ενωπίω, εκπατρισμός, εποχή ξύλου, εποχή νερών, «Ποιήματα ’63-’69» η τίγρη, Μεγαλέξανδρος, εγώ εσύ ο επίλογος, ερωτικά του μεταθανάτου, σημειώσεις για το βιβλίο του πατέρα, «Μαγδαληνή το μεγάλο θηλαστικό» Πάτμος, «Ο θρίαμβος της σταθερής απώλειας» ιστορίες ματιών.