«Θα μ’ εκτιμήσουν μετά θάνατο κάτι περίεργοι τύποι» – μια απροσδόκητη συνάντηση
Τον Δημήτρη Φύσσα τον συνάντησα σχεδόν τυχαία, μια άνοιξη όπως τώρα του 2023. Τον ήξερα κυρίως ονομαστικά από το συγγραφικό του έργο αλλά πότε δεν είχε δοθεί η ευκαιρία να γνωριστούμε από κοντά. Αυτή η ευκαιρία δόθηκε όταν ανακοίνωσε δημόσια, στον προσωπικό του λογαριασμό στο facebook, μια δελεαστική πρόταση· ότι μπορούσε, δηλαδή, όποιος το επιθυμούσε να δει από κοντά τη βιβλιοθήκη του και να διαλέξει σπάνια βιβλία από τη συλλογή του.
Άδραξα, λοιπόν, την ευκαιρία να έρθω σε επικοινωνία μαζί του. Η αρχική διαδικτυακή επικοινωνία κατέληξε σε τηλεφωνική συνομιλία και η εγκαρδιότητα που έδειξε στο να με γνωρίσει και να τα πούμε από κοντά με έκαναν να προσμένω πως και πως τη συνάντηση αυτή.
Έτσι όταν ανέβηκα ξανά στην Αθήνα, αφού τον ενημέρωσα, πήγα στο σπίτι του στα Πατήσια. Από κοντά ήταν αρκετά φιλικός και μου έδειξε τη βιβλιοθήκη του, η οποία είχε στα ράφια της σχεδόν όλα τα είδη των βιβλίων. Μου πρότεινε, μόλις έμαθε ότι ασχολούμαι με την ποίηση, λογοτεχνικά βιβλία και παλιές εκδόσεις ποιητικών συλλογών της Λαϊνά, της Γώγου, του Βαρβέρη, του Βέη, του Κοροπούλη, του Γκανέλη και τέλος κάποιες υπερσπάνιες πειρατικές εκδόσεις (81 ½) με ποιήματα του Αλέκου Παναγούλη. Επίσης, η συζήτηση συνεχίστηκε κάπως διαλειπτικά για αρκετές ώρες ακόμη, ενώ τα ποτήρια με το κρασί άδειαζαν το ένα με το άλλο, με πληροφορίες σχετικά με το έργο διάφορων ανθρώπων των γραμμάτων, τους οποίους ήξερε προσωπικά και εκτιμούσε, όπως ο Γιώργος Χρονάς, ο Τίτος Πατρίκιος, ο Βασίλης Βασιλικός, ο Θωμάς Κοροβίνης και άλλοι πολλοί.
Μάλιστα όταν του απάντησα, κάπως διστακτικά όταν με ρώτησε, ότι έχω δοκιμάσει να γράψω και εγώ και είχα εκδώσει μάλιστα δύο συλλογές, μού έδωσε την ποιητική του συλλογή «Εμένα μου λες» (μια συλλογή ποιημάτων του από το 1997 μέχρι το 2016, με έντονα σκωπτικό και χωρίς φκιασίδια ύφος και λεξιλόγιο – κάτι ανάμεσα σε μπητ ποίηση και σε πεζά κείμενα του Ηλία Πετρόπουλο). Και μου είπε με μεγάλη σεμνότητα να τον ενημερώσω την άλλη φορά, που θα τα λέγαμε, για το αν μου άρεσε κάποιο από τα ποιήματά του.
Ανανεώσαμε, έτσι, τη συνάντησή μας για την επόμενη φορά που θα βρισκόμουν Αθήνα. Πράγμα που συνέβη ενάμιση μήνα αργότερα. Αυτή τη φορά είχα πάει βέβαια προετοιμασμένος για να μου μιλήσει για τα περίφημα «ερωτικά σινεμά» (είχε γράψει και σχετικό βιβλίο), για τα οποία βέβαια είχα ενημερωθεί πρωτύτερα –πολύ καλά θα έλεγα– από τον καλό φίλο και συγγραφέα Μύρωνα Παβένο και αργότερα είχα πάρει μια γεύση από το ντοκιμαντέρ του Κώστα Δημολίτσα «Ο Χριστός γεννήθηκε στο Ροζικλαίρ», στο οποίο μίλαγε και ο ίδιος ο Δημήτρης Φύσσας. Η συζήτηση ήταν γεμάτη και κατατοπιστική σχετικά με την ανθρωπογεωγραφία του κόσμου αυτών των σινεμά, μου έδωσε μάλιστα ένα παμπάλαιο διαφημιστικό φυλλάδιο από το αντίστοιχου τύπου σινεμά «Ομόνοια» από έναν πάκο με παρόμοια διαφημιστικά.
Μετά από αυτή τη συνάντηση χαθήκαμε για αρκετό καιρό, αν και επικοινωνούσαμε σποραδικά. Είχα σκοπό να τον επισκεφτώ ξανά μέχρι που με πρόλαβε η αποδημία του. Αυτό που έχω να κρατήσω πάντως από αυτόν είναι, πέρα από τα όσα έγραψε, ο αυθεντικός χαρακτήρας του, που δεν ενείχε καμία υποκρισία «διανοούμενου» και «συγγραφέα» και που θύμιζε έντονα πέρα από τον Ηλία Πετρόπουλο, τον Σελίν και –γιατί όχι ; – τον Ουελμπέκ.
*ο τίτλος είναι παρμένος από στίχο του ποιήματος «Εμένα μου λες» της ομώνυμης ποιητικής συλλογής του Δημήτρη Φύσσα (βλ. Εμένα μου λες, εκδ. ΑΩ, Καλύβια Αττικής 2018).
Γιώργος Δρίτσας
Βιογραφικό Σοφία Κολοτούρου
Βιογραφικό Γιώργος Δρίτσας