ΤΟ ΠΑΡΑΠΟΝΟ
Σαν τα παιδάκια μόνα στη γωνία
που δεν τα παίζουν τ’ άλλα τα παιδάκια
μουτρώνουν κι όλο κλαίνε στα παγκάκια
ζητώντας να τους δώσουν σημασία.
Και που και που κρυφά πετροβολάνε
τις θύρες τις κλειστές να τους ανοίξουν
και απειλούν τα τείχη πως θα ρίξουν
μα μ’ ένα δυό επαίνους το ξεχνάνε.
Αχ ποιητή μου εσύ της καταφρόνιας
που δεν σ’ αναγνωρίζουν μεγαλείο
π’ αντί για την σκηνή… στο θεωρείο
μια θέση σου φυλάνε της συμπόνιας.
Δεν σου ‘λείψε σου λένε το ταλέντο•
μα νά μπεις στη παρέα; Ξέχασέ το!