ΑΝΤΙΘΕΤΑ ΜΕ ΤΗ ΒΑΡΥΤΗΤΑ
Γράφω ποιήματα
αντίθετα με τη βαρύτητα.
Για να ’μαι ωστόσο ακριβής
έχω την αίσθηση
ότι υπάρχει κάποιος δίπλα μου
που καθορίζει πότε πέφτω
και τι σπάω.
Εκείνος
είναι υπεύθυνος για τη μορφή
των τυπωμένων λέξεων.
Γι’ αυτό
πίνει κρυφά την παγωμένη μπίρα μου
όταν πηγαίνω φορτωμένος
για κατούρημα
σβήνει τους πιο ωραίους στίχους μου
με γομολάστιχα
φιλά με πάθος τη γυναίκα μου
όταν αποκοιμιέμαι κουρασμένος.
Εγώ και η γυναίκα μου τον ανεχόμαστε
μα τα παιδιά μας τον λατρεύουν.
Κάθεται τώρα στον μεγάλο καναπέ
απ’ τον οποίο μόλις έχω σηκωθεί.
Κοίτα να δεις, μου λέει
δεν έχεις χρόνο πια
για να ξεμπλέξεις τα σχοινιά
της γραφής
δεν έχεις άλλο χρόνο πια
μέσα στη γενική επιχωμάτωση
του πόνου.
Είσαι αυτός που είμαι
κι εκείνος που υπήρξα.
Κι όμως του λέω
γράφω ποιήματα
αντίθετα με τη βαρύτητα.