Scroll Top

Κώστας Πούλος | Αυτό είναι δικό μου θέμα

Υπεύθυνη στήλης | Ηρώ Νικοπούλου

Η στήλη αυτή ασχολείται αποκλειστικά με το μικρό διήγημα, που τις τελευταίες τρεις τουλάχιστον δεκαετίες έχει αγαπηθεί για την αμεσότητα και την σπιρτάδα του, ανταποκρίνεται στους ρυθμούς της ψηφιακής εποχής και έχει αναδειχθεί ως νέο λογοτεχνικό είδος. Αποτελεί αντικείμενο μελέτης και θεωρητικής προσέγγισης πολλών Διεθνών Συνεδρίων. Μικρό διήγημα, μικροδιήγημα, μικροαφήγημα, ιστορία μπονζάι, flash fiction, short story, minicuento, nanocuento κ.ά ορίζουν τον τρόπο και τον στόχο της μικρής σε αριθμό λέξεων μυθοπλαστικής φόρμας, που χαρακτηρίζεται από πλοκή και χαρακτήρες, από υπαινικτικότητα και αφαίρεση, συχνά έχει ανοιχτό τέλος και πάντοτε ζητά την ενεργή συμμετοχή του αναγνώστη, που καλείται να συμπληρώσει την πλοκή, όπως φαίνεται καθαρά στην πιο γνωστή σύντομη ιστορία του 20ου αιώνα, που αποδίδεται στον Χέμινγουέι: «Προς πώληση: βρεφικά παπούτσια εντελώς αφόρετα».

Η στήλη θα φιλοξενεί κάθε μήνα ένα συγγραφέα με τρία αδημοσίευτα διηγήματά του, το αφιέρωμα θα ολοκληρώνεται με μία συνέντευξή του την τέταρτη εβδομάδα.

Αυτό είναι δικό μου θέμα

Είμαι βιαστικός και ταυτόχρονα αφηρημένος και φορώ μπουφάν. Περπατώ χαλαρά στο πεζοδρόμιο της οδού Αθηνάς προς το Μοναστηράκι. Με το ένα μάτι μετρώ τις πλάκες του πεζοδρομίου, με το άλλο χαζεύω τις βιτρίνες και τα σουβλατζίδικα, αλλά και κάποια καταστήματα που πουλούν πουκάμισα με μακριά μανίκια και φανελάκια με ψεύτικο κροκόδειλο στο στήθος. Με τον τρόπο αυτό κοντεύω να αλληθωρίσω, αλλά αποφασίζω ότι αυτό είναι καθαρά δικό μου θέμα και δεν έχω να δώσω λογαριασμό σε κανέναν. Διασχίζω την πλατεία Δημαρχείου τρομάζοντας τα σμήνη των περιστεριών που έχουν μετατρέψει την πλατεία και τα γύρω κτήρια σε δημόσιες κουτσουλιέτες. Η ψαραγορά είναι γεμάτη με μπαρμπούνια, χταπόδια, μαρίδες και ανθρώπους που φωνασκούν ή αγοράζουν. Προσπερνώ για να αποφύγω την ψαρίλα που πολιορκεί την ευάλωτη μύτη μου. Ένα περιστέρι περνά ξυστά πάνω από το κεφάλι μου. Λίγο πιο πέρα ένας περαστικός μπαίνει σε ένα ζαχαροπλαστείο να πάρει μελομακάρονα με κανέλα σπρώχνοντας άθελά του μια κυρία που κρατά πολλές πλαστικές σακκούλες και δυσκολεύεται να βρει το κινητό της που χτυπά. Ένας ευτραφής σαραντάρης που υποφέρει από διαβήτη τύπου Β κάθεται σε ένα παγκάκι και τρώει παράνομα παγωτό.

 «Ξέρετε πού είναι η οδός Ερμού;» με ρωτά ένας σοβαρός κύριος, που μου θυμίζει πολύ τον ποιητή Καβάφη σε προχωρημένη ηλικία.

 «Όλο ευθεία» δείχνω σηκώνοντας το δεξί μου χέρι με τεντωμένο τον δείκτη.

«Ευχαριστώ».

Συνεχίζω τον δρόμο μου παραμένοντας βιαστικός και αφηρημένος, ώσπου φτάνω στο Μοναστηράκι. Ελέγχω με το βλέμμα μου την εκκλησία στο κέντρο της πλατείας, το τζαμί, που είναι σε μια άκρη της και στο βάθος την Ακρόπολη και διαπιστώνω ότι οι τρεις θρησκείες είναι στη θέση τους. Ξαφνικά παρατηρώ ότι η πόρτα της εκκλησίας είναι ανοιχτή. Αποφασίζω να μπω. Στους τοίχους ένα σωρό βλοσυροί άγιοι με κοιτάζουν με μεγάλη περιέργεια, θα έλεγα και αυστηρότητα. Χωρίς προφανή αιτία νιώθω κάπως ένοχος, γι’ αυτό αποφεύγω να διασταυρώσω το βλέμμα μου με το δικό τους. Σε μια από τις εικόνες νομίζω ότι αναγνωρίζω τον πατριάρχη Γρηγόριο τον Ε’. Ένας ξαφνικός θόρυβος με τρομάζει. Ένα περιστέρι -που μοιάζει πολύ με το Άγιο Πνεύμα- πετάγεται μέσα από το ιερό και φτερουγίζει προς την ανοιχτή πόρτα.

  «Δεν υπάρχει σωτηρία» σκέφτομαι. «Είναι πλέον παντού».

 Βγαίνω. Με το ένα μάτι μου βλέπω μια ξεναγό. Υποθέτω πως εξηγεί σε  ένα πολυπληθές γκρουπ τουριστών τι είναι όλα αυτά που υπάρχουν γύρω τους. Με εξαίρεση ένα μικρό κορίτσι που κοιτάζει αλλού, όλοι έχουν το βλέμμα τους προσηλωμένο πάνω της. Μιλάει μια παράξενη γλώσσα την οποία δεν καταλαβαίνω. Στήνω αυτί από περιέργεια, ώσπου ξεχωρίζω τις λέξεις «ακρόπολη», «μουσακά» και “δημοκρατία” με εντελώς ξενική προφορά. Το άλλο μάτι μου βλέπει μια παρέα περιστεριών στο σύρμα της ΔΕΗ που βρίσκεται μερικά μέτρα πάνω από τα κεφάλια τους. Είναι βέβαιο πως σε λίγο το γκρουπ θα αιφνιδιαστεί και θα αλλάξει θέση, πράγμα που δεν αργεί να συμβεί.

Συνεχίζω τον δρόμο μου βιαστικός. Έτσι αφηρημένος που είμαι κοντεύω να ξεχάσω το ραντεβού με τον οφθαλμίατρο. Ευτυχώς φτάνω στην ώρα μου. Η εξέταση δεν κρατά πολλή ώρα. Ο γιατρός δείχνει προβληματισμένος.

«Λοιπόν, γιατρέ;» σπάω την ενοχλητική σιωπή.

 «Χμ… Το πρόβλημα με τον στραβισμό έχει επιδεινωθεί. Φαίνεται πως δεν βάζετε ταχτικά τις σταγόνες και στα δύο μάτια, όπως είχαμε πει…».

 «Μα…» επιχειρώ να τον διακόψω.

 «Επίσης» συνεχίζει απτόητος «έχετε μια μεγάλη κουτσουλιά στον ώμο. Νομίζω πως είναι από περιστέρι.»

 Η διάγνωσή του είναι, όπως πάντα, σωστή. Βγαίνοντας βλέπω στην αίθουσα αναμονής τον κύριο Καβάφη να περιμένει τη σειρά του.

«Εσείς;» μου λέει έκπληκτος. «Έρχεστε συχνά εδώ;»

«Πολύ σπανίως» πετώ σαν σπόντα τον καβαφικό τίτλο για να τον τσεκάρω.

Δεν αντιδρά.

Βγαίνω στον δρόμο σκεφτικός.

Βιογραφικό Ηρώ Νικοπούλου

Βιογραφικό Κώστας Πούλος