Πότε πρωτοασχοληθήκατε με το γράψιμο και ποια ανάγκη σας οδήγησε σ’ αυτό;
Με το γράψιμο ασχολήθηκα από νεαρή ηλικία.Περίπου στα 25 άρχισα να γράφω δοκίμια που χρησίμευαν ως πρόλογος ή επίμετρο στα φιλοσοφικά βιβλία που μετέφραζα τότε. Λόγω της ανυπέρβλητης αγάπης μου για τη φιλοσοφία και των σπουδών μου σε αυτό το αντικείμενο, ήταν φυσικό να θεωρώ πως ο μόνος λόγος που προσιδίαζε στο πάθος μου για έκφραση ήταν ο δοκιμιακός, που συνδυάζει τη στοχαστική διάθεση με τον έντεχνο λόγο και το προσωπικό ύφος. Σε μεγάλη ηλικία μπήκα στον χώρο της καθαρόαιμης λογοτεχνίας, όταν οι εμπειρίες της ζωής είχαν συσσωρευτεί και υπήρχε η ανάγκη να καταφύγω στην επινόηση για να ανασυστήσω όχι μόνο προσωπικά βιώματα, αλλά και να κατανοήσω ακραία φαινόμενα που με είχαν σημαδέψει με τη βιαιότητα και τον ανορθολογισμό τους, –όπως για παράδειγμα η γέννηση του φασισμού αλλά και η αναβίωσή του στις μέρες μας, θέματα που πραγματεύτηκα στα βιβλία μου Αουρέλια -Η πρώτη μνήμη (2017) και Στον κάμπο στροβιλίζονται τ’ αγκάθια (2016) ή το ολοκαύτωμα των χωριών μας στην Κρήτη επί Κατοχής στο μυθιστόρημά μου Το ίδιο χώμα – Κατεβαίνοντας τις ανηφόρες της Ιστορίας (2021) –ούτως ώστε να τα αντιμετωπίσω και να πραγματευτώ με τον δικό μου τρόπο. Αυτές οι σκληρές εικόνες, οι βαριές σκιές του παρελθόντος ήρθαν να κατοικήσουν τους ήρωές μου, που αυτονομήθηκαν και απέκτησαν τον δικό τους λόγο, καθιστώντας την επινόηση πιο σημαντική από την πραγματική ζωή.
Υπάρχουν συγγραφείς που έχουν επηρεάσει ή ακόμα και αλλάξει τον τρόπο που σκέπτεστε και που αντιμετωπίζετε την ζωή;
Ναι, υπήρξε ένας συγγραφέας που με καθόρισε στα μαθητικά μου χρόνια, ο Νίτσε. Όλες οι άλλες επιδράσεις, τα νεανικά έργα του Μαρξ, οι καταστασιακοί, οι σουρρεαλιστές, οι ρομαντικοί, ήταν βεβαίως σημαντικές στη διαμόρφωσή μου, αλλά δεν είχαν τη συγκλονιστική λάμψη εκείνου. Έχοντας αυτή την σκευή, μπορώ να καταλάβω γιατί αγαπώ τόσο την ποιητική πρόζα και με συγκινεί το οραματικό στοιχείο.
Εκτός από συγγραφέας είστε και εκπαιδευτικός, τι σημαίνει για σας η εκπαιδευτική εμπειρία στο πεδίο, όπως λέμε, δηλαδή μέσα στην τάξη, και πόσο καθοριστική είναι για τα θέματα των βιβλίων σας;
Όλα μου τα βιβλία έχουν αυτοβιογραφικό πυρήνα. Δεν είναι μόνο η διασταύρωση με την Ιστορία και η συνάντησή μου με τα τραύματα του παρελθόντος που δίνουν πνοή στα βιβλία μου, αλλά και η δουλειά μου. Από το 1995 ζω και εργάζομαι ως καθηγήτρια φιλόλογος στη Μέση Εκπαίδευση στην Κρήτη, τα τελευταία χρόνια σε ένα τουριστικό χωριό στον βόρειο άξονα. Το κρητικό τοπίο με τους χαμηλούς λόφους και τις ελιές που διασχίζω κάθε μέρα για να πάω στο σχολείο, η άγρια εισβολή του σύγχρονου ανθρώπου που έχει μετατρέψει το ειρηνικό τοπίο σε μια ατέλειωτη σειρά από θέρετρα, ξενοδοχεία και ταβέρνες, η σαρωτική έλευση του τουρισμού που έχει διαλύσει τα πάντα, η γενική απαξίωση της μόρφωσης, η ανεπάρκεια του ρόλου του σχολείου, η αδυναμία του να θεραπεύσει το έλλειμμα καλλιέργειας και ανθρωπιάς, που γέννησε πριν μερικά χρόνια φαινόμενα όπως η αναβίωση του ναζισμού, οι μαθητές μου, παιδιά κυρίως μεταναστών, που μέσα τους εισχωρεί η παράλογη βία των μεγάλων, ο εκφοβισμός στις τάξεις και στην αυλή του σχολείου, η στράτευσή τους σε ρατσιστικές, ομοφοβικές οργανώσεις, όπως συνέβη πριν μερικά χρόνια με την Χρυσή Αυγή, αλλά και η ίδια η εκπαιδευτική διαδικασία, η παρακολούθηση από κοντά της δύσκολης πορείας ενηλικίωσης και ωρίμανσης των παιδιών, η ευθραυστότητα και η αθωότητά τους, όλο αυτό το πλέγμα με τις αντίρροπες δυνάμεις έχει εμπνεύσει με την ποικιλομορφία του τα περισσότερα από τα βιβλία μου, που εξελίσσονται σε οριακούς χώρους όπου διαμορφώνεται η ατομική και συλλογική μνήμη και πλέκονται οι ιδεολογίες με την ανθρώπινη μοίρα.
Πώς σας φαίνεται η συγγραφή μικροδιηγήματος σε σχέση με την αντίστοιχη μεγάλου διηγήματος ή νουβέλας;
Το μικροδιήγημα κατέχει ελάχιστο εμβαδόν και μέγιστη πύκνωση, ακόμα περισσότερη από το διήγημα, και την οποία ασφαλώς δεν έχει η νουβέλα, που αναπτύσσεται πιο χαλαρά. Διαθέτει αυτάρκεια, μονοθεματικότητα και γρήγορο ρυθμό, ενώ η μεγαλύτερης πνοής σύνθεση επιτρέπει την ανέλιξη, τη μετάβαση σε άλλα θέματα. Συνδυάζει τη μικρή δόση προφανούς νοήματος με το αίνιγμα, τη διάθεση του ανολοκλήρωτου, την ομορφιά και την έκπληξη της απροσδόκητης πινελιάς. Έχει αναμφισβήτητα τη χάρη της η συγγραφή μικροδιηγήματος.
Κατά την γνώμη σας χρειάζεται διαφορετική αντιμετώπιση από τον αναγνώστη το μικροδιήγημα;
Ο αναγνώστης μπορεί να γεύεται την καλή λογοτεχνία, ανεξαρτήτως μεγέθους. Το κάθε είδος προϋποθέτει φυσικά διαφορετικές ανάσες και αντοχές και προσφέρει διαφορετική απόλαυση.
Συμβαίνει να γράφετε παράλληλα εννοώ την ίδια χρονική περίοδο δύο διαφορετικά λογοτεχνικά είδη;
Γράφω πάντα ένα έργο και όταν το ολοκληρώσω και αφού ξεκουραστώ με νέες παραστάσεις και αναγνώσματα, τότε προχωράω σε άλλο.
Στο τελευταίο βιβλίο σας με τίτλο Μύρων η Αράχνη περιγράφετε την δύσκολη εφηβεία ενός αγοριού στον κλειστό κόσμο της επαρχίας. Καθώς έχετε επιλέξει να ζήσετε πολλά χρόνια μακριά από τα μεγάλα αστικά κέντρα, πιστεύετε ότι αυτό έχει επηρεάσει την λογοτεχνία σας;
Έχω ζήσει για πολλά χρόνια σε μεγάλα αστικά κέντρα και μεγαλουπόλεις. Έχω ζήσει και εξακολουθώ να ζω εδώ και χρόνια στην επαρχία. Η επαρχία της Κρήτης έχει πολλές ιδιαιτερότητες που σίγουρα αποζητούν τη μυθοπλαστική τους επεξεργασία. Τα φαινόμενα εδώ της καταστροφής είναι πιο βίαια και πιο ραγδαία, η τουριστικοποίηση των παράκτιων περιοχών, η εμπορευματοποίηση της ζωής, η δύσκολη συνθήκη των μεταναστών. Υπάρχει όμως και η αμετάβλητη αιωνιότητα των ορεινών απόκρημνων περιοχών που διαφυλάσσουν το ανθρώπινο, βαθύτερο είναι του τόπου, το πανάρχαιο νόημά του, και σε προσκαλούν, ιδίως αν αντλείς την καταγωγή σου, όπως εγώ, από έναν τέτοιο μυθικό τόπο, να αποτυπώσεις την αγάπη σου γι’ αυτόν σε όλη της την έκταση και τις διακυμάνσεις. Επίσης, στην Κρήτη επιβιώνουν, όπως ξέρουμε, αρχαϊκά κατάλοιπα εθιμικού δικαίου και ανταποδοτικής δικαιοσύνης, που, καθώς αναμειγνύονται με τις νέες βίαιες ιδεολογίες και πρακτικές καθιστούν το λογοτεχνικό εγχείρημα πιο επιτακτικό και ενδιαφέρον.
Ποιος είναι ο ρόλος της τέχνης στις μέρες μας καθώς ζούμε σε μια εποχή πλήρους απομυθοποίησης και αποϊεροποίησης του κόσμου μας;
Η τέχνη, όπως και η λογοτεχνία, δεν μπορεί να είναι διδακτική, με άμεσο και απροκάλυπτο τρόπο. Μας ανοίγει νέα πεδία, καινούργιους κόσμους και εμπειρίες. Έχει σαφώς μια ουτοπική διάσταση. Σήμερα, που ο πλανήτης απειλείται από σοβαρά προβλήματα, οι διανοούμενοι, –καλλιτέχνες, συγγραφείς και κυρίως επιστήμονες–, θα πρέπει να εγκαταλείψουν τον κλειστό και περιορισμένο χώρο τους και να κινηθούν προς την κατεύθυνση της δημιουργίας συλλογικοτήτων, δηλαδή προς την κατεύθυνση απελευθέρωσης χώρων όπου θα μπορεί να εκφράζεται το ατομικό και να εμβολιάζεται το συλλογικό με ιδανικά, αξίες και γερές δόσεις ουτοπίας.
Διαπιστώνω ότι σας απασχολεί ιδιαίτερα η συμπεριφορά των νέων, φαίνεται και στα διηγήματά σας που φιλοξενούνται αυτό τον μήνα στη στήλη για το μικρό διήγημα στο cultureBook. Θέλετε να μας μιλήσετε γι’ αυτό;
Ναι, με ενδιαφέρει ιδιαίτερα η περίοδος της εφηβείας, όχι μόνο γιατί οι νέοι είναι το ζωντανό υλικό της δουλειάς μου ως εκπαιδευτικού, αλλά και γιατί την περίοδο της εφηβείας συντελείται αυτό το μυητικό ταξίδι που οδηγεί στην ωρίμανση, το ταξίδι που έχει τον χαρακτήρα της μαθητείας, της διαμόρφωσης, και που είναι κυρίως μια εσωτερική περιπέτεια. Ο έφηβος είναι παραδομένος σε φοβερές συγκρούσεις όπου ο κόσμος του ονείρου και του πνεύματος προσκρούει και αναμειγνύεται με τον τρομαχτικό κόσμο του ενστίκτου και της αναδυόμενης σεξουαλικότητας, και μέσα από μυστικά και σκοτεινά τούνελ και υπόγεια δίκτυα, πρέπει να βρει τον δικό του δρόμο, προς τη δική του αλήθεια, να αντιμετωπίσει ό,τι αινιγματικό υπάρχει μέσα του, την αθλιότητα αλλά και το μεγαλείο.
Πιστεύετε ότι το έργο του καλλιτέχνη συγκλίνει ή αποκλίνει από την ζωή και τον χαρακτήρα του;
Το έργο του καλλιτέχνη και του συγγραφέα έχει να κάνει με την εσωτερική του ζωή: τα οράματα, τις εμμονές, τους εφιάλτες, τους δαίμονές του, τον αγώνα του να ανοίξει μαγικά μονοπάτια προς το όνειρο. Στο έργο του εγγράφεται η ανάγκη, η επιθυμία, η ουτοπική φαντασίωση. Και όπως λέει ο Κορτάσαρ: «Παλιά πίστευα πως η πραγματικότητα ήταν προορισμένη να καταλήξει σ’ ένα βιβλίο. Σήμερα πιστεύω το αντίθετο: ότι κάθε βιβλίο θα έπρεπε να προορίζεται να γίνει μια μέρα πραγματικότητα. Κι αυτό ακριβώς προσπαθώ να κάνω».