Scroll Top

Π. Ενιγουέϊ | Στο ταχύπλοο

Υπεύθυνη στήλης | Ηρώ Νικοπούλου

Η στήλη αυτή ασχολείται αποκλειστικά με το μικρό διήγημα, που τις τελευταίες τρεις τουλάχιστον δεκαετίες έχει αγαπηθεί για την αμεσότητα και την σπιρτάδα του, ανταποκρίνεται στους ρυθμούς της ψηφιακής εποχής και έχει αναδειχθεί ως νέο λογοτεχνικό είδος. Αποτελεί αντικείμενο μελέτης και θεωρητικής προσέγγισης πολλών Διεθνών Συνεδρίων. Μικρό διήγημα, μικροδιήγημα, μικροαφήγημα, ιστορία μπονζάι, flash fiction, short story, minicuento, nanocuento κ.ά ορίζουν τον τρόπο και τον στόχο της μικρής σε αριθμό λέξεων μυθοπλαστικής φόρμας, που χαρακτηρίζεται από πλοκή και χαρακτήρες, από υπαινικτικότητα και αφαίρεση, συχνά έχει ανοιχτό τέλος και πάντοτε ζητά την ενεργή συμμετοχή του αναγνώστη, που καλείται να συμπληρώσει την πλοκή, όπως φαίνεται καθαρά στην πιο γνωστή σύντομη ιστορία του 20ου αιώνα, που αποδίδεται στον Χέμινγουέι: «Προς πώληση: βρεφικά παπούτσια εντελώς αφόρετα».

Η στήλη θα φιλοξενεί κάθε μήνα ένα συγγραφέα με τρία αδημοσίευτα διηγήματά του, το αφιέρωμα θα ολοκληρώνεται με μία συνέντευξή του την τέταρτη εβδομάδα.

Στο ταχύπλοο

Τελευταία Κυριακή του Αυγούστου επέστρεφα στον Πειραιά από το νησί της Κάλιας. Ήταν οριστικό. Με παρατούσε για ένα αγγλάκι, ένα ψώνιο καλλιτέχνη, αλλά επί της ουσίας έναν πρεζέμπορα, που πουλούσε κόκα. Θα την έπαιρνε μαζί του στις γκαλερί του Λονδίνου, dolce vita και τα σχετικά. Είχαν πάρει τα μυαλά της αέρα. Ήταν φανερό. Φανερό είναι εξάλλου ότι δε ξέρω να χάνω. Αλλά ποιος ξέρει;
Τους είχα δει το μεσημέρι αγκαλιά στο γνωστό μπιτσόμπαρο, να του ψιθυρίζει ερωτόλογα στ’ αυτί και να του γλείφει το λοβό. Και να το δαγκώνει. Κι εγώ στο μπαρ να πίνω μπύρες. Η Κάλια έκανε πως δε με είδε. Ίσως του το ‘πε στ’ αυτί. Ίσως όχι. Αυτός όλη την ώρα γελούσε. Έδειχνε να το απολαμβάνει. Αυτός. Κι αυτή. Cheek to cheek. Κι όλη την ώρα γλυκόλογα στ’ αυτί.
Είχα σκάσει απ’ το κακό μου. Κι απ’ το κατούρημα. Τρίτη φορά που πήγαινα στις τουαλέτες του ταχύπλοου. Κι αυτή τη φορά όλες κατειλημμένες. Περίμενα κάμποσο, ώσπου ξεμύτησε απ’ τη μεσαία ένας κοκκινομάλλης και πήγε απέναντι στο νιπτήρα να πλυθεί.
Η μπόχα κάλυψε όλο το χώρο και μια τεράστια κουράδα χασκογελούσε μεσ’ τη λεκάνη.
Γύρισα προς τον κοκκινομάλλη:
“Τι θα γίνει με εσάς τους βρωμιάρηδες;”
“What?” με κοίταξε απορημένος.
“Γύρνα πίσω καθάρισε τα, ρε γουρούνι!”
“I don’t understand!”. Έκανε τον Κινέζο. Τον κοκκινομάλλη Κινέζο.
“Clean this mess, son of a chinese bitch!”
“I came from United Kingdom, I am not Asian! And this is not mine! All right?”, απάντησε υψώνοντας τη φωνή. Ζητούσε και τα ρέστα.
Δίπλα μου ένα τενεκεδένιο καλάθι για σκουπίδια. Το άρπαξα κι άρχισα να τον κοπανάω μ’ αυτό στο κεφάλι. Έγινε κατακόκκινο. Κι αυτό.
Ο αγγλόφωνος Κινέζος άρχισε να τσιρίζει και να κλαψουρίζει, μαζεύτηκε κόσμος.
Όρμησα πάνω του, ήταν ζαλισμένος σαν σάκος του μποξ, τον έπιασα απ’ το κεφάλι, το κόλλησα στον τοίχο, και του δάγκωσα στη ρίζα το δεξί του αυτί με όλη μου τη δύναμη. Του το ξεκώλησα, δεν ήταν και τόσο δύσκολο, και το έφτυσα μέσα στη λεκάνη. Στάθηκε σαν καπέλο πάνω στην κουράδα του.
“Now it’s yours!”
Δεν πρόλαβα να το πω και πέσαν πάνω μου κάτι μπρατσαράδες να με φάνε. Ένας, που είχε βγει από την ακριανή τουαλέτα, μόλις είδε τα αίματα και τη φάση, γύρισε πίσω και ξανά κλειδώθηκε.

Βιογραφικό Π. Ενιγουέϊ

Βιογραφικό Ηρώ Νικοπούλου