Scroll Top

“Η αφήγηση του τόπου και ο τόπος ως αφήγηση” από την Νίκη Τρουλλινού

Μοιρασμένη στους τόπους

… που πάντα νόμιζα και πιστεύω ακόμη πως διαθέτουν μια ιδιαίτερη ομορφιά, – Τα Χανιά της Οθωμανικής παράδοσης, το Ενετικό Ηράκλειο, η γοητευτική Αθήνα της νιότης, και από εκεί τριγυρίζοντας όσο μπόρεσα σε τόπους που ”έγραφαν” μέσα μου, κατέληξα να πιστεύω πως ο τόπος δεν είναι το σκηνικό, δεν είναι ο περιβάλλων χώρος, τα κτήρια ή οι δρόμοι, βουνά και κάμποι και λοιπά παρόμοια, αλλά οι ρόλοι του χρόνου στη ζωή μας και κατά συνέπεια και στα κείμενά μας. Δεν μπορώ να ξεχωρίσω τον Τζέημς Τζόυς από το Δουβλίνο του, εκείνο το Δουβλίνο, όπως δεν μπορώ να αποσπάσω τους ζωγράφους του ιμπρεσιονισμού από την Προβηγκία τους. Ο Ντοστογιέφσκι θα είναι πάντα στην Αγία Πετρούπολη, την τόσο δική του, και ο Καμύ θα περιφέρεται μονίμως στο Μαγκρέμπ. Ο Χατζής θα κατοικεί ”κατ’ εξακολούθηση” στα Γιάννενα – τα δικά του και του Γκανά, δεν το συζητούμε για τον Μητσάκη και την δική του Αθήνα, και ο Τσίρκας είναι παιδί της Μέσης Ανατολής του πολέμου. Μπορούμε έτσι να μνημονεύσουμε σχεδόν όλη την Λογοτεχνία. Γιατί ο τόπος για τον συγγραφέα (τουλάχιστον αυτούς που αγαπώ) είναι το τοπίο της συλλογικής μνήμης όπως θα διαμορφωθεί μέσα από την δική του ατομική μνήμη. Κι αυτή με την σειρά της μοιάζει να είναι η ανάγκη του Χρόνου να λεχθεί η Ιστορία. Και οι μικρές ιστορίες που θα την συνθέσουν εν τέλει. Ο τόπος μοιάζει να μην είναι στατικός, ρευστός από μέρα σε μέρα και από εμπειρία σε εμπειρία, πάλι κλέβω την ζωγραφική, η τρέλα του Βαν Γκογκ θα ήταν άλλη σε άλλη τόπο, η Αρλ και ο μιστράλ που φυσάει εκεί κινούσε τα χρώματά του. Κατέβηκα από το τρένο στην πόλη της Αρλ Κυριακή αργά το πρωί και ο βόρειο δυτικός άνεμος φυσούσε δυνατά και μάζευε στα πόδια μου τα φύλλα από τα πλατάνια, θυμάμαι πως έμεινα άφωνη, ίσως και σοκαρισμένη.
Όταν γράφω, χωρίς να το προσπαθώ, ο τόπος, ο κάθε τόπος είναι εκεί ∙ μέσα στις λέξεις. Και οι χαρακτήρες των βιβλίων μου, στο βαθμό που τα καταφέρνω, είναι παιδιά αυτών των τόπων. Η Μαράλ (Μαράλ όπως Μαρία) ήταν κορίτσι του Λιβάνου και εγγόνι της Θεσσαλονίκης του εμπορίου και των Εβραίων, η Εριέττα (Μ΄ ένα καφάσι μπίρες) μοιράστηκε και ξοδεύτηκε σε πολλά ταξίδια μέχρι να δει το πρόσωπό της στον καθρέφτη, η Θάλεια (Ουρανός από στάχτη) δεν θα μπορούσε παρά να ήταν εκπαιδευτικός στα Εξάρχεια και ταξιδιώτισσα μιας ψευδεπίγραφης Ενωμένης Ευρώπης. Η προσωπική γεωγραφία των ηρώων, η συναισθηματική τους κατάσταση, αναβλύζουν από τόπους σε χρόνο παρόντα ή παρελθόντα, ετούτον ή τον άλλον, μιας άλλης γεωγραφίας, εκείνης του χρόνου όπως εγγράφεται στη Μνήμη.
{…} Αεροδρόμιο Σένεφελντ. Έλεγχος διαβατηρίων. Στην ουρά των μόλις αφιχθέντων. Ένα γκουπ επαναλαμβανόμενο ανά τακτά σύντομα χρονικά διαστήματα. Και πάλι γκουπ. Πλησιάζω. Είναι η σειρά μου να στηθώ μπροστά στον φρουρό. Κάθεται πίσω από μισό τζάμι. Ακουμπά τα χέρια στο οριζόντιο ξύλο. Δίπλα του η σφραγίδα εισόδου στην DDR. Η ερμηνεία του διπλού γκουπ είναι απλώς απλή: πρόκειται για τον βίαιο ήχο που αφήνουν στην ατμόσφαιρα δυο σιδερένιες βέργες καθώς μαγκώνουν στις τρύπες τους, κλείνοντας το σώμα του επιβάτη της μόλις αφιχθείσας πτήσης εντός ενός νοητού τετραγώνου που δεν ξεπερνά το μισό ή έστω λίγο παραπάνω τετραγωνικό μέτρο. Έτσι δεξιά και αριστερά μου είναι οι μεταλλικές βέργες, μπροστά μου ο καθισμένος φρουρός, πίσω μου ένας επικλινής καθρέφτης. Αυτόν θα τον αντιληφθώ μόνο την ώρα που αποχωρώ έχοντας παραλάβει την σφραγίδα πάνω στο διαβατήριό μου και μετά το γκουπ που μου ανοίγει την παγίδα μου. Τον ήχο έκτοτε τον βρίσκω εγγεγραμμένο μέσα μου ως το τέλος της αυταπάτης, όχι μόνον των πολιτικών μου ονείρων, Με άλλο τρόπο, λιγότερο πομπώδη αλλά καθόλου ασφαλέστερο, λίγο πιο πέρα, στο check point των Δυτικών, το περίφημο Τσάρλι, ο μελαχρινός άνδρας, μάλλον Άραβας, θα οδηγηθεί άγνωστο πού, με την συνοδεία του Δυτικογερμανού φρουρού. Τι δεν του άρεσε; Το διαβατήριο ή το σκούρο δέρμα; {…} Τα Trabant διασχίζουν την Ανατολική Γερμανία ανενόχλητα, εμείς όμως, Δυτικοί γαρ, θα σταματήσουμε δυο φορές σε φυλάκια ∙ ο φρουρός μας πλησιάζει ευγενικά, ζητά διαβατήρια, κοιτάζει πρόσωπα, σκύβει από το τζάμι καθώς έξω νυχτώνει, και ύστερα σπρώχνει κάτω από το αυτοκίνητό μας το καθρεφτάκι του στην άκρη της μεταλλικής ράβδου, δε μπορεί το ‘χεις δει σε ταινίες κατασκοπίας… Είναι πάλι εδώ ο φόβος, ο φόβος που τρώει τα σωθικά ενός ολόκληρου συστήματος. Τους κατάπιε ο φόβος για τον απέναντι; Και να θέλω να φωνάξω: μα εγώ δεν είμαι εχθρός του λαού ….

Από το ΟΥΡΑΝΟΣ ΑΠΟ ΣΤΑΧΤΗ , 2020, εκδόσεις Ποταμός.

 * Νίκη Τρουλλινού. Πεζογράφος.
Βιβλία: Ένα μολύβι στο κομοδίνο, διηγήματα, Αναλόγιο 1995, Κέδρος 2010, 2011, ΕφΣυν Σαββάτου 2018
Μαράλ όπως Μαρία, ΤοΡοδακιό, διηγήματα, 2002, 2008
Και φύσηξε νοτιάς… Το Ροδακιό, διηγήματα, 2006
Μ΄ ένα καφάσι μπίρες, μυθιστόρημα, Κέδρος 2009, β’ έκδοση 2009
Το τελευταίο καλοκαίρι της αθωότητας, διηγήματα, Εστία, 2014,
Με θέα στο Λεβάντε, ταξιδιωτικά αφηγήματα, Κέδρος 2017
Ουρανός από στάχτη, μυθιστόρημα, Ποταμός 2020

Νίκος Καζαντζάκης, Ταξιδεύοντας, δοκίμιο, Μουσείο Ν. Καζαντζάκη, 2010
Κατίνα Παϊζη, πόσο πολύ σ΄ αγάπησα, Έρευνα, κείμενα, ανθολόγιο, Δοκιμάκης 2011,Πυξίδα της πόλης 2020.
Χριστουγεννιάτικο τσάι, ΜΚΟ Πλοηγός, για το προσφυγικό σε ελληνικά, ιταλικά, ισπανικά, αραβικά, 2018, εκτός εμπορίου. Εξαντλ.
Συμμετοχή σε συλλογικά έργα
Κρήτη, Τοπία και Άνθρωποι, κείμενα, Ψυχογιός 2009
Μικρές Πατρίδες, Δ.Ο.Λ. 2011
Τόποι της Λογοτεχνίας, Καστανιώτης, 2015
Τα πάθη στη λογοτεχνία, Καστανιώτης 2016
83 μπονζάι για το σημείο μηδέν, Σιδέρης Μ. 2017
κ.α. Συνεργάζεταιμε την Εφημερίδα των συντακτών