Σήμερα 22/6/25 αναρτώνται ποιήματα των Γιάννη Πατίλη, Θωμά Γκόρπα και της Νίκης-Ρεβέκκας Παπαγεωργίου.
Γιάννης Πατίλης
ΜΕΤ’ ΕΜΠΟΔΙΩΝ
Οι προγραμματισμοί
τα συμφέροντα, ο στρατός, η συμμαχία
μπερδέψαν την αγάπη μας.
Μού λες νάτο! Καταλαβαίνω Ν.Α.Τ.Ο.
Έχουμε ραντεβού και υπεραπασχόληση,
κινώ να ’ρθώ και με στρατεύουν
έρχομαι κ’ είσαι
πολύ μεγάλη πια για μένα.
ΤΥΧΕΡΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ
Είναι ένας άνθρωπος με το σακκάκι και το παντελόνι του.
Ένας συνηθισμένος τύπος που στέκει όρθιος μπροστά σε
μια μηχανή ρίχνοντάς της νομίσματα.
Δεκάδες κάμερες κλειστού κυκλώματος παρακολουθούν
τις κινήσεις του.
Εκατοντάδες χιλιόμετρα τηλεοπτικής μνήμης αποθηκευμένης.
Για να θυμούνται έναν άνθρωπο που χάνει.
ΜΠΟΡΩ ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ ΜΙΛΩ ΜΑΖΙ ΣΟΥ
Τα γράμματά σου τα ’στελνες με τη βροχή
και τον αέρα.
Όταν μου χτύπαες το τζάμι έβγαινα
κατέβαινα στο δρόμο κι άκουγα.
Πως σύννεφο ήσουν που ξεκίνησες
κ’ ήρθες να κλάψεις πάνω απ’ το σπίτι μου
στην πόλη.
Θωμάς Γκόρπας
ΠΛΗΓΕΣ
Πληγή από σίδερο πληγή από κάψιμο πληγή από χάδι
πληγή απ’ το φιλί τρελής ξανθιάς
πληγή από σφύριγμα το βράδι
πληγή από της ερημιάς το μελαγχολικό τραγούδι
πληγή απ’ αγκάθι ρόδου
πληγή από την καλημέρα ξένου
πληγή της γειτονιάς σαν παίρνει να βραδιάζει
πληγή από ανυπόφορη αγάπη
λυσσασμένη γάτα
λυσσασμένη γυναίκα
λυσσασμένη αγαπημένη
λυσσασμένο εργοδότη
πληγή απ’ τ’ αδυσώπητο εργαλείο της δουλειάς
πληγή απ’ την καλοσύνη ανυποψίαστης αγκαλιάς
πληγή απ’ το μεγαλείο της φτωχιάς
πληγή από ανάμνηση κι από βαρειά κουβέντα
απ’ το μαχαίρι του ριγμένου φίλου
απ’ το χαμόγελο του πεθαμένου φίλου
πληγή από φωτιά φωτιά κι από φωτιά ονείρου
πληγή απ’ του αποτυχημένου τη ντροπή
κι απ’ τη σιωπή του ντροπιασμένου
πληγή απ’ τα νύχια τρομοκρατημένου
πληγή απ’ τα νύχια απ’ τα δόντια απ’ τα αχ απ’ τα φιλιά
της προδομένης που γαντζώθηκε πριν φύγει πάνω σου
και μένει εκεί για πάντα να σου γδέρνει την καρδιά
πληγή της εξορίας της φυλακής και της ελευθερίας
πληγή απ’ τη μάχη κι απ’ τη μάχη σου στο σπίτι
πληγή απ’ αυτόν που σ’ έριξε στο παζάρι
πληγή απ’ το πικρό παράπονο του αλήτη
πληγή απ’ το στόμα της που βασανίζεται στην ξενητιά
κι ακόμα η πληγή για την πληγή που δεν ομολογεί ποτέ κανένα
στόμα…
Νίκη-Ρεβέκκα Παπαγεωργίου
Ο ελέφαντας και το γατί
Ένας ελέφαντας συνάντησε μια νύχτα στο δάσος ένα γατί. Ετοιμαζότανε βέβαια να το πατήσει, όταν ξαφνικά το γατί, νιώθοντας τον κίνδυνο που το απειλούσε, και πως ήταν αδύνατον αλλιώς να ξεφύγει, πήρε να γλείφεται μαλακά μαλακά. Τόσο όμορφες ήταν οι μικρές του κινήσεις, που ως και τα φύλλα στα δέντρα σταμάτησαν ξαφνικά να θροΐζουν, κι όλο το δάσος μ’ ανάσα κομμένη έσκυψε πάνω από το γατί. Η χάρη της στιγμής, περνώντας μέσ’ απ’ την προβοσκίδα του ελέφαντα, καλαστάλαξε μες στην ψυχή του σα λύπη βαθιά. Ποτέ πριν δεν είχε νιώσει βαρύτερος, πιο χοντρός, πιο αδέξιος. Άφησε το γατί να φύγει, απελπισμένος, και δεν κοιμήθηκε κείνη τη νύχτα, πρώτη του φορά συνειδητοποιώντας πως δεν διέθετε, κείνος, τούτην εδώ την αφοπλιστική γοητεία. Θα του πατήσω τα πόδια, σκεφτόταν, την πρώτη φορά που θα το ξαναδώ. Κι έκανε σχέδια πώς θα τα καταφέρει.
Το γατί όμως δεν ήταν κουτό. Πέρασε τη ζωή του επάνω στα δέντρα, τρεφόταν με φύλλα και δεντρόβια ζώα. Όταν έβλεπε από ψηλά τον ελέφαντα, καθόταν ακίνητο. Καταλάβαινε αυτό πως ο ελέφαντας ζήλευε. Μπορούσε, αν ήθελε, και να χορέψει εκεί πάνω. Μα τον λυπόταν.