Scroll Top

ΕΛΣΑ ΚΟΡΝΕΤΗ

Ο τόπος των ποιητών είναι η πατρίδα της γραφής τους. Εσάς πώς επηρέασε τη γραφή σας ο τόπος σας;

Ταξιδεύοντας μεταφορικά και κυριολεκτικά στον τόπο μου, στην πολυεπίπεδη, πολυπρισματική πόλη της Θεσσαλονίκης, σκιαγραφώ το πορτρέτο της μέσω των ανθρώπων που κατοικούν σ’ αυτήν αλλά και των ανθρώπων μέσω της πόλης. Το να λες μια ιστορία από πολλές πλευρές είναι σαν να βλέπεις από πολλές οπτικές γωνίες. Η βία της μοναξιάς και της αποξένωσης συχνά με κάνει να νιώθω ασήμαντη, ανύπαρκτη, αόρατη. Ένα περιπλανώμενο φάντασμα που όλα τα παρατηρεί όμως κανείς δεν το βλέπει.

Σε ένα λιμάνι γυρίζουμε όλοι, παράξενοι και βασανισμένοι. Όσο κι αν ταξίδεψα στον κόσμο, στην πόλη μου πάντα ξαναγυρνώ, στην πόλη επιστρέφω, στο λιμάνι της. Κάθε φορά που στο χάος της βυθίζομαι, μοιάζω να της υπενθυμίζω την αγριότητά της που είναι η δική μου ζωή. Είμαι ο ποιητής της πόλης που σαν το αδέσποτο σκυλί της έχει την πολυτέλεια να ρεμβάζει. Συχνά αισθάνομαι άνθρωπος αδέσποτος. Η θέαση είναι πάντα υποκειμενική. Το παρόν κοιτάζει το παρελθόν μέσα από κυρτό κάτοπτρο και ο φακός είναι παραμορφωτικός.

Ίσως όμως ο αληθινός τόπος και πατρίδα μου, να είναι ο εαυτός μου. Δημιουργώ και σκέφτομαι σαν ένας παγκόσμιος άφυλος άνθρωπος σαν ένας homo universalis που μπορεί να γράφει ατενίζοντας τον τόπο του, τη γη ολόκληρη από απόσταση σαν να ζούσε και να ζει ταυτόχρονα σε όλα τα μέρη της γης σαν να ζούσε και να ζει παράλληλα πολλές ζωές σε πολλές εποχές, που ενίοτε συνοψίζονται σε μια και τότε διαιρώντας τους κύκλους της ζωής μου με την επίγεια φωνή, κινώ ποιητικά την ψυχή.

Αυτό που πάντα θα με καθορίζει σαν άνθρωπο και δημιουργό είναι το ελληνικό φως, όπως καθόρισε την ελληνική γλυπτική της αρχαιότητας. Στην πόλη της Θεσσαλονίκης η επίδραση του ελληνικού φωτός με όλο το πρίσμα των διαθλάσεών του από τη θάλασσα στον ουρανό και από τον ουρανό στη θάλασσα, αυτό το ανάποδο αντικαθρέφτισμα που το εμπλουτίζει, χαρίζει στον πλάνητα αδέσποτο ποιητή απίθανες μυστικές και μυστικιστικές εκφάνσεις στοχασμού και μελαγχολίας ειδικά τους μήνες του χειμώνα με τον Βαρδάρη μανιασμένα να φυσά.

Λίγοι στίχοι από το ποίημα μου με τίτλο «Θάλαμος μικροβίων»

Είναι μια πόλη που κρεμάει τους κατοίκους της/ από τις κεραίες των κακόγουστων κτιρίων της κι έπειτα/ τους αφήνει ν’ ανεμίζουν σαν τρόπαια των παθών της/ Η πόλη της μνημοκτονίας και των αιωρούμενων πτωμάτων/φημίζεται για τη διαβόητη συλλογή της από γομολάστιχες/ κάθε γομολάστιχα σβήνει και μια ιστορία/ κάθε ιστορία σβήνει και μια μνήμη/Αυτή η πόλη πετάει τους κατοίκους της από γέφυρες που δεν έχει/
ζητώντας τους να βγάλουν τα παπούτσια τους πρώτα/

Στίχοι από το ποίημα «Θεσσαλονίκη Λιμάνι Ι»

Όπως η θάλασσα /στριμωγμένη σ’ ένα γαλάζιο πέταλο/λιμάνι ενυδρείο /μοιάζει αιώνια να κοιμάται/με βλέφαρα κλειστά/από το βάρος της υγρασίας/ένας αέρας πάντα ανήσυχος/ κουδουνίζει παράδοξα στ’ αυτιά /Ο μόνος έμπιστος φίλος/Ο μόνος έγκυρος σύμβουλος αισιοδοξίας/ Ο αλμυρός αέρας /Όταν θυμώνει /σου μαδάει το μυαλό /σου μαδάει το κεφάλι/ με μια βαθιά εκπνοή/ σου ξεριζώνει τα μαλλιά/ κι έπειτα μετανιώνει/ για το κακό που σου έκανε/ και σε βοηθάει ξανά/

Στίχοι από το ποίημα «Θεσσαλονίκη Λιμάνι ΙΙ»

Αγαπητοί συμπολίτες/Όλοι μπορείτε να εμφιαλώσετε /ένα όνειρο μέσα σ’ ένα ποίημα/να το πετάξετε στο λιμάνι της αρεσκείας σας/κάνοντας μια υπόγεια προσευχή/Κι όταν αυτό με το πρώτο κύμα ξεχυθεί/σε άγρια πέλαγα και θάλασσες δαιμονικές / Η μόνη λέμβος διάσωσης στη σχεδία της τύχης/θα είναι η διάφανη ελαφρότητα του γυαλιού/κι ένα κενό αέρος ασπίδα στην ευθραυστότητα /

Σκέψεις και στίχοι σας για την Ελλάδα μέσα στον κόσμο σήμερα.

Στίχοι από το ποίημα «Άλλος τόπος»

Αναρωτιέσαι πώς είναι άραγε /σαν παντελόνι /
να σε στενεύει ένας τόπος / να σε φαρδαίνει ένας άλλος /
να μην σε χωράει ένας τρίτος /να σου περισσεύει ένας τέταρτος /
να σε εξορίζει ο τόπος ο δικός σου / όταν πια είναι φανερό /
ότι του είσαι / περιττός /