Γράφει η Βασιλική – Αλεξάνδρα Σκρεμμύδα
Ο ρόλος της γαστρονομίας στο μεσογειακό αστυνομικό μυθιστόρημα
Στο μεσογειακό αστυνομικό μυθιστόρημα, ξεκινώντας από τους αστυνόμους Maigret και Μontalbano, πρωταγωνιστικό ρόλο έχει και το στοιχείο της γαστρονομίας. Τόσο στους Έλληνες όσο και στους Ιταλούς η γαστρονομία, σύμφωνα με τον πατριάρχη του μεσογειακού στην Ελλάδα Πέτρο Μάρκαρη, θεωρείται απαραίτητο δομικό στοιχείο, στοιχείο κοινωνικής παρεμβολής. Λειτουργεί ως μέθοδος αναζήτησης της αλήθειας και είναι ένα χαρακτηριστικό που συνδέεται με τη διαίσθηση, στον Camilleri δε το φαγητό έχει συμβολικό χαρακτήρα. Στα μυστικά της κουζίνας του Montalbano, η Stefania Campo, πραγματοποιώντας μια σύγκριση με τους Ευρωπαίους εκπροσώπους του είδους, εξηγεί τη τάση του συγγραφέα να εισάγει το στοιχείο της κουζίνας στην καθημερινότητα του Montalbano. Ο επιθεωρητής Maigret επιλύει το αίνιγμα της δολοφονίας, προσφέροντας στον εαυτό του ένα νόστιμο γεύμα. Μια απολαυστική στιγμή, που βοηθά τον αστυνόμο να συγκεντρωθεί στον σκοπό του σε αυτή την περίπτωση, είναι η επίλυση του μυστηρίου της δολοφονίας. Αυτό δεν συμβαίνει στο αγγλοσαξονικό είδος με τον detective Scherlock Holmes, που σε σχέση με τους υπόλοιπους Ευρωπαίους detectives παρουσιάζεται σαν μια φιγούρα εκλεπτυσμένη, που κατά τη διάρκεια των ερευνών του επικεντρώνεται αποκλειστικά στον στόχο του, δηλαδή, στην επίλυση του αινίγματος. Στο αγγλοσαξονικό είδος το φαγητό απουσιάζει, σε αντίθεση με τον Pepe Carvalho, πρωταγωνιστή ήρωα και εμπνευστή του αστυνόμου του Andrea Camilleri, όπου η γαστρονομία συνδέεται με την έρευνα και την αναζήτηση της αλήθειας.
Η σχέση του αστυνόμου με το φαγητό δεν είναι τυχαία, καθώς ο Montalbano συνδέει το φαγητό με τις αναμνήσεις της παιδικής του ηλικίας και τις μνήμες του αθώου παρελθόντος, ανακαλώντας μέσα από τη διαδικασία της απόλαυσης αυτής μνήμες και γεγονότα. Αυτή είναι η νέα παράμετρος που εισάγει ο συγγραφέας στην αστυνομική μυθιστορία, η ίδια που θα εμπνεύσει και θα αποτελέσει τη βάση για την περαιτέρω εξέλιξη και μελέτη της αστυνομικής μυθιστορίας στον ελληνικό χώρο. Είναι γεγονός, όμως, πως η όρεξη του αστυνόμου κρύβει κάτι πιο βαθύ. Ο αστυνόμος απολαμβάνει σε συνθήκες ηρεμίας και γαλήνης τα νόστιμα φαγητά. Όταν, όμως, συγκρούεται με την ηθική του και τον εαυτό του, αρνείται κατηγορηματικά τη σχέση αυτή, που σε άλλες συνθήκες του προσφέρει ευχαρίστηση και ικανοποίηση. Επομένως, το φαγητό έχει μεταφορική σημασία, γιατί σε συνθήκες δυσμενείς αρνείται να αγγίξει το οποιοδήποτε πιάτο. Το φαγητό του φέρνει στον νου αναμνήσεις και συγκεκριμένα τον βοηθά να διατηρεί ζωντανή την εικόνα της γιαγιάς Ελβίρας, της γυναίκας που του μαγείρευε. Εξαιτίας αυτού του γεγονότος έρχεται συχνά σε σύγκρουση με την αρραβωνιαστικιά του, που δεν καταφέρνει να αγαπήσει τη μαγειρική.
Η γαστρονομία, είναι ένα από τα βασικότερα χαρακτηριστικά γνωρίσματα του μεσογειακού είδους, που συνδέεται με την τέχνη της δημιουργίας, της γραφής αλλά και το έγκλημα, όπως στην περίπτωση του Davide Enia. Το φαγητό και η γαστρονομική παράδοση της Σικελίας συνδέεται με μνήμες, εικόνες και τη χαμένη αθωότητα των παιδικών χρόνων, που έρχονται στη μνήμη μέσα από το νοερό γευστικό ταξίδι. Ο Σικελός συγγραφέας, ακολουθώντας το παράδειγμα των υπόλοιπων Σικελών συγγραφέων, εμπνεύστηκε από τον τόπο του και συνέδεσε τα προβλήματά του με τη γευσιγνωσία και την αναζήτηση της προσωπικής βαθύτερης αλήθειας.
Ο χαρακτήρας του Montalbano εισάγει τον αναγνώστη στη σικελική νοοτροπία και κουλτούρα, μετατρέποντας το φαγητό σε ένα στοιχείο ταυτότητας και πολιτισμού, που ενώνει τους ανθρώπους. Κάθε πιάτο του Salvo Montalbano μοιάζει με έναν γευστικό προορισμό και έχει έναν σαφή προσανατολισμό: να αγγίξει βαθιά την ψυχή, να κάνει επίκληση στο συναίσθημα. Αυτό που εντυπωσιάζει είναι ο τρόπος που ο αστυνόμος γεύεται τα πιάτα της κάθε περιοχής. Αργά και μεθοδικά οδηγείται στην απόλαυση, επιβραβεύοντας τον εαυτό του για την κατάκτηση της ημέρας. Η νίκη αυτή δεν είναι άλλη από την επίλυση της υπόθεσης της δολοφονίας που αναλαμβάνει. Το φαγητό είναι το τρόπαιο ή το έπαθλο που κατέκτησε με κόπο και μόχθο στη διάρκεια μιας ιδιαίτερα δύσκολης ημέρας. Τίποτα και κανείς δεν θέλει να διακόπτει αυτή την τόσο σημαντική προσωπική στιγμή της αργής απόλαυσης ενός πιάτου με αρώματα και γεύσεις. Ο Montalbano απολαμβάνει μόνος το γεύμα του και δεν επιθυμεί να το μοιράζεται. Είναι ένα είδος διεκδίκησης του προσωπικού του χώρου, της εσωτερικής γαλήνης και μια στιγμή που αφιερώνει μέσα στην ημέρα του αυστηρά μια συγκεκριμένη ώρα για τον εαυτό του.