[…]
Φυλάγομαι από τους ανθρώπους που θέλουν να δείχνουν έντιμοι όπως από την πανούκλα.
Φαίνεται αδύνατο να μη χαίρεται από τη μοχθηρία του, αυτός που με υπολογισμό και ψυχρότητα την ασκεί. Αλλά αν υπάρχει αυτή η δυστυχία (εννοώ να μην μπορεί κανείς να χαρεί τη μοχθηρία του) η περιφρόνηση που νιώθουμε γι΄ αυτούς τους μοχθηρούς, όπως και για τόσους άλλους δυστυχείς, μπορεί να νικηθεί ή τουλάχιστο να ελαττωθεί από κάποιον οίκτο. Μιλάω έτσι σαν ένα καλοαναθρεμμένο άτομο μην τυχόν και προσβάλλω κανένα.
Αλλά πρέπει ν΄αναγνωρίσουμε αυτό: πως είμαστε όλοι, άλλος λίγο άλλος πολύ, μοχθηροί, αλλά δε χαιρόμαστε αυτήν την μοχθηρία μας και είμαστε δυστυχείς. Είναι δυνατό;
Όλοι αναγνωρίζουμε ευχαρίστως τη δυστυχία μας˙ κανείς τη μοχθηρία του˙ κι ενώ δε βλέπουμε γιατί πρέπει να υπάρχει η δυστυχία, προσπαθούμε να βρούμε εκατό διαφορετικές δικαιολογίες κι αιτίες για κάθε άδικη πράξη που έχουμε κάνει και που την έχουν δει οι άλλοι ή η συνείδησή μας.
[…]
Για μερικούς, θα έλεγα για πάρα πολλούς, που δεν έχουν μάτια παρά μόνο για τον εαυτό τους, το να αγαπούν την ανθρωπότητα, συχνά, αν όχι πάντοτε, δε σημαίνει τίποτ΄άλλο, από το ότι είναι ευχαριστημένοι με τον εαυτό τους.
[…]
Αν ξέρατε πόσο αισθάνομαι μερικές φορές τη σιωπή μου˙ τη σιωπή μου, μια σιωπή πράγματος. Και χαίρομαι για το μυστήριο που αναδύεται από αυτή τη σιωπή για όποιον είναι ικανός να το αντιληφθεί. Θα ήθελα να μη μιλά ποτέ˙ να δέχομαι όλους και όλα σ΄αυτή τη σιωπή μου, κάθε κλάμα, κάθε χαμόγελο. Όχι για να ανταποδώσω το χαμόγελο, δε θα μπορούσα. Όχι για να παρηγορήσω το κλάμα, δε θα ήξερα, αλλά γιατί μέσα μου όλοι θα βρίσκανε, όχι μόνο τους πόνους τους, αλλά και τις χαρές τους, μια στιγμή που θα τους αδέλφωνε, τουλάχιστο για μια στιγμή.
[…]
…ενώ η φύση δε γνωρίζει άλλο σπίτι παρά την τρώγλη ή τη σπηλιά, η κοινωνία κατασκευάζει τα σπίτια και ο άνθρωπος όταν βγαίνει από ένα κατασκευασμένο σπίτι, όπου ήδη δε ζει με φυσικό τρόπο, ερχόμενος σε σχέση με τους ομοίους του, κατασκευάζεται κι αυτός, δεν παρουσιάζεται όπως είναι αλλά όπως πιστεύει πως πρέπει να είναι, ή όπως μπορεί να είναι, σαν μια κατασκευή δηλαδή κατάλληλη για τις σχέσεις που ο καθένας πιστεύει πως μπορεί να συνάψει με τους άλλους. Στο βάθος, έπειτα, αυτών των κατασκευών μας, βρίσκονται κρυμμένες πίσω από παραθυρόφυλλα και πόρτες, οι πιο κρυφές σκέψεις μας, τα πιο μυστικά αισθήματά μας. Αλλά, κάθε τόσο να που πνιγόμαστε. Μας κυριεύει μια δυνατή ανάγκη ν΄ανοίξουμε διάπλατα τα παραθυρόφυλλα και να φωνάξουμε σ΄όλους τα αισθήματα και τις σκέψεις που για καιρό κρατούσαμε κρυμμένα και μυστικά.
Πηγή: Η γυναίκα και η τίγρη/ Μετάφραση: ΓΙΑΝΝΗΣ ΛΑΜΠΙΔΩΝΗΣ/Εκδόσεις Αστάρτη