Ο ρόλος του ποιητή στον Κόσμο είναι να εκφράσει το πώς προσλαμβάνει όσα συμβαίνουν στην κοινωνία, δηλαδή τα συναισθήματα, τα βιώματα και τις πνευματικές αναζητήσεις που φέρει, την καθημερινότητα που ζει. Επίσης, προσπαθεί να εκφράσει και αυτά που δεν συμβαίνουν στον Κόσμο, αλλά τα διαισθάνεται ή φαντάζεται. Όλα αυτά (πραγματικά και φανταστικά), που εντάσσονται σε ένα «Συμπαντικό Όλον», αποτυπώνονται με τον τρόπο που επιλέγει ο ποιητής καθώς τεχνίτης του λόγου. Ο ρόλος του ποιητή υπαγορεύει και τη θέση της ποίησης στον Κόσμο.
Ο ποιητής όχι μόνο επισημαίνει το τι συμβαίνει ή… δεν συμβαίνει στην κοινωνία, αλλά ψάχνει και στο άγνωστο. Να σημειώσουμε ότι τον αγνωστικισμό στο ζήτημα της απόλυτης γνώσης και της αλήθειας εξέφρασαν οι Αρχαίοι Έλληνες Σκεπτιστικοί Φιλόσοφοι, όπως Αρχέλαος (οι αισθήσεις δεν οδηγούν στην αλήθεια), ο Καρνεάδης και ο Αντίοχος και αργότερα οι σοφιστές. Αυτόν τον αναγνωστικισμό επιβεβαίωσε η Κβαντική Θεωρία με την «Αρχή της Απροσδιοριστίας ή της Αβεβαιότητας» και αργότερα η μοντέρνα ποίηση, καθώς ένα ποίημα επιδέχεται πολλές ερμηνείες, που εξαρτώνται από το τι εισπράττει απ’ το ποίημα ο αναγνώστης. Τι σημαίνει όμως ποίηση και ποιες οι διασυνδέσεις της με την τέχνη και, κυρίως, με τη μουσική μέσα στο Όλον; Το ερώτημα αυτό αφορά στον ποιητικό ρυθμό. Αν η τέχνη προέρχεται από το ρήμα «τίκτω», δηλαδή «γενώ», η ποίηση προέρχεται από το ρήμα «ποιέω -ποιώ», τουτέστιν «δημιουργώ», «κατασκευάζω». Εννοιολογικά πρόκειται για το ίδιο πράγμα καθώς η πνευματική γένεση και η καλλιτεχνική δημιουργία δεν διαφέρουν. Και οι αλλαγές μορφής που παρατηρούνται στη μουσική, τη ζωγραφική και την αρχιτεκτονική του 20ου αιώνα, χωρίς να αλλοιώνεται ο εσωτερικός ρυθμός, καταγράφονται και στην ποίηση, όπου κι ο αφαιρετικός τρόπος σκέψης.
Η ποίηση, ιδιαιτέρως η σύγχρονη, αποτελεί μια βαθιά διείσδυση στο θέμα που θέλει να αναδείξει ο ποιητής χωρίς να το περιγράφει επακριβώς, αλλά μέσω των εκφραστικών μέσων αλλά και των εκπλήξεων που προκύπτουν για τον αναγνώστη. Και πράγματι από τον συνδυασμό λέξεων, ο σωστά δομημένος ποιητικός λόγος με τον απαραίτητο, για τη συνοχή του ποιήματος, εσωτερικό ρυθμό, δημιουργεί μέσω της Γλώσσας τις προϋποθέσεις ώστε να μπορέσει ο αναγνώστης να κάνει τις δικές του αναγωγές. Και τούτο είναι ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό που διαφοροποιεί τη γραφή του ποιητή από κάθε άλλο είδος γραφής, πεζογραφίας, και κυρίως των επιστημονικών συγγραμμάτων κλπ.
Μέσω της γραφής του, ο ποιητής δημιουργεί και φανταστικές εικόνες που μπορεί να φέρουν στο φως εν δυνάμει καταστάσεις και να οδηγήσουν ακόμα και σε διάφορες δράσεις μέσα στην κοινωνία καθιστώντας έμμεσο τον ρόλο της ποίησης. Έτσι, δικαιολογείται το γιατί οι Έλληνες αποκαλούσαν τους αρχαίους τραγωδούς, ποιητές, τα έργα των οποίων χαρακτηρίζονται και από αυτό που ο Αριστοτέλης αποκάλεσε «κάθαρση», που είναι ένα ηθικό στοιχείο καθώς αποσκοπεί στο να μπορέσει ο άνθρωπος -ζώντας το τραγικό από μακριά- να ξεφύγει από όλα όσα τον εμποδίζουν στο να αναδείξει τις αρετές του, οδηγώντας τον στην καταστροφή, δηλαδή στον αφανισμό του Είναι του.
Η γλώσσα του ποιητή, περιέχει απαραιτήτως μουσικότητα. Και τούτο είναι ένα χαρακτηριστικό που διαφοροποιεί την ποίηση από τον πεζό ή επιστημονικό λόγο. Όπως στη μουσική, όπου ο πραγματικός -όπου περιλαμβάνονται διεργασίες υποσυνείδητου-και φανταστικός χώρος, με τις φιλοσοφικές προεκτάσεις του, αποτελούν την πηγή ενός έργου, το οποίο συνθέτει και καταγράφει ο μουσουργός, έτσι και στην ποίηση η έμπνευση είναι μια στιγμή ευφορίας, έκλαμψης, και ο ποιητής συνθέτει το ποιητικό έργο, όπως ο μουσουργός με καιρό και με κόπο. «Δεν είναι δυνατόν όταν απαιτούμε από κάθε στίχο μιαν έκπληξη, ένα εύρημα εκφραστικό, μια σπάνια εικόνα, μια ρήση με βάρος γνωμικού, να περιμένουμε όλα αυτά να πέσουν βροχή, μέσα σε λίγα λεπτά από την έμπνευση». (Οδυσσέας Ελύτης, «Συν τοις άλλοις», συνεντεύξεις, σελ. 75, Ύψιλον/ Βιβλία).
Ο ποιητής λειτουργεί σε διάφορα επίπεδα τα οποία ο αναγνώστης μπορεί να αντιληφθεί με την αφαίρεση και ενόραση, μέσω των οποίων οδηγείται στις δικές του ερμηνείες -αυτό που λέμε η ποίηση σε κάνει να ταξιδεύσεις σε χώρους που εσύ φαντάζεσαι-χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν μπορεί να αντιληφθεί τις προθέσεις και διαθέσεις του ποιητή, αν αυτός βέβαια με τον τρόπο της γραφής του το επιτρέπει. Και σ’ αυτή την περίπτωση ο αναγνώστης καλείται να ανακαλύψει, όχι την αλήθεια, αλλά την ουσία αυτού που διαβάζει, το «απόσταγμα» μιας αποτύπωσης, που μπορεί να δίνει πράγματι μια ωραία εικόνα, μια σκέψη, ένα ρητό, αλλά κυρίως μια θεώρηση των υπαρκτών, δηλαδή των όντων εν τω γίγνεσθαι μέσα στο Συμπαντικό Όλον.
Ο ποιητικός λόγος μέσα σ’ αυτή την Ολότητα είναι φυσικό να επηρεάζεται από κρίσεις, πανδημίες και καταστροφές, αλλά δεν πτοείται. Τα εκφραστικά του μέσα δεν αλλοιώνονται παρά τα όσα συμβαίνουν, ώστε αυτός να αποτελέσει βάλσαμο στις πληγές. Ποια τα συστατικά αυτού του βάλσαμου; Ο δρόμος για υπομονή, χαρμονή και αισιοδοξία.
* Ο Κώστας Δέδες γεννήθηκε στον Πειραιά. Σπούδασε Φυσική, Οικονομικά και Μουσική (πιάνο- σύνθεση) στην Αθήνα και το Παρίσι.Από το 1975 γράφει μουσική, ποίηση, πεζογραφία και δοκίμια. Ειδικότερα. Έχει συνθέσει πάνω από ογδόντα έργα για συμφωνικές ορχήστρες, μικρά σύνολα και σόλο όργανα. Έχει γράψει δεκαεπτά ποιητικές συλλογές, ποιητικές συνθέσεις, μυθιστορήματα και δοκίμια. Εργάστηκε επί σειρά ετών και ως δημοσιογράφος. Διετέλεσε καθηγητής των Οικονομικών στη Διπλάρειο Σχολή.