Scroll Top

4×4 ΠΟΙΗΣΕΙΣ #1 (ΣΥΝΑΝΤΗΣΕΙΣ ΠΑΝΤΟΣ ΚΑΙΡΟΥ)

Το πρώτο βιβλίο της σειράς 4×4 των εκδόσεων Πικραμένος περιλαμβάνει τέσσερις ποιητικές ενότητες των ποιητών Σωτήρη Παστάκα, Βαγγέλη Τασιόπουλου, Αντώνη Δ. Σκιαθά και Γιώργου Χριστοδουλίδη, όπου κυριαρχούν επεισόδια της ζωής και αναδεικνύονται οι διαφορετικοί εκφραστικοί τρόποι που ο κάθε ποιητής προσλαμβάνει και πραγματεύεται τις εμπειρίες του. Στο θαλασσινό ποιητικό παραμύθι «Η Σκιά του Άθω», ο Σωτήρης Παστάκας, εκκινώντας από την προσωπική περιπέτεια υγείας, περιγράφει τον θάνατο κι εντέλει τη ζωή από το Δέλτα του Πηνειού ως τις ακτές της Σκιάθου. Ο Αντώνης Δ. Σκιαθάς, φροντίζει ποιητικά τα αναρριχητικά της μνήμης στις χαμένες σκήτες της ζωής. Ο Βαγγέλης Τασιόπουλος, εστιάζει σε στιγμιότυπα της καθημερινότητας και γεγονότα που διαδραματίζονται στο όριο της νοητής γραμμής. Τέλος, ο Γιώργος Χριστοδουλίδης, ελαφρώς θλιμμένος, φωτίζει ποιητικά ό,τι βρίσκεται εκτός ποιήματος αλλά αποκτά υπόσταση όταν αποκαλύπτεται.

Σωτήρης Παστάκας

Ημέρα έβδομη, 23 Δεκεμβρίου

Έψαχνα τη λέξη με τα επτά
γράμματα: Ενέδωσα· τρόμαξα·
έκλαυσα· τρύγησα απ’ τον ουρανό
του βυθού τα σπάργανα
και των ανόργανων υλικών
τη ζωτική συνωμοσία. Έπιασα
να μεταφράζω τον διάολο,
να συλλαβίζω
τα κύματα, αφού ο Μουρτιάς
μ’ έπιασε από τις μασχάλες,
αλλά είχα πια αποκτήσει βλέννα και λέπια
πριν βυθιστώ ξανά
με κλέψουν τα νερά.
Επιτυχία είναι να μην έχεις
ανάγκη τις απαντήσεις,
το πιάνο βυθού
του Βαρβέρη. Αψήφησα
τις λέξεις με τα επτά γράμματα,
και είπα «ενυδρείο».
* * *
Αντώνης Δ. Σκιαθάς
Η εξέγερση
Άρχισαν
οι αντιδράσεις για τα μέτρα
που πήρε το συμβούλιο.
Οι αλιείς, έκαψαν τα δίχτυα
και έσπασαν στους ταρσανάδες
τα νεόδμητα καΐκια.
Οι αυτόχθονες καλλιεργητές,
έπαψαν να ανταλλάσσουν τους καρπούς
με τα μικρά των ετεροχθόνων ζώα.
Οι ένοικοι των ορεινών μοναστηριών
έστειλαν
τους δόκιμους καλόγερους να μάθουν για το κακό,
που έκαψε το στόλο.
Οι αρχαιολόγοι καθώς και οι τελευταίοι
ανθρωπολόγοι,
βρήκαν σε τάφρους τους θησαυρούς,
μαζί με σωρούς οστράκων,
κουκούτσια ελιάς
και μικρές φαλτσέτες εγκληματιών.
Πιο εκεί
υπήρχαν οστά από ανδρικά
σώματα
και μια λάρνακα,
που μέσα έκρυβε
ένα παιδί
καλά σφραγισμένο με μολύβι
και την επιγραφή:
Μολύνθηκε από τους καρπούς του δάσους.

* * *

Βαγγέλης Τασιόπουλος

Μετουσιώσεις 
Μοιράστηκαν τα υπάρχοντα
τις άδειες λέξεις
το νερό
το πανωφόρι.
Ύστερα
ο καθένας πήρε το δρόμο του.
Χάθηκε στο μισοσκόταδο της πολιτείας.
Σκέφτηκε πως ήταν πιο ασφαλές
το μαύρο απ’ το γαλάζιο.
Σκέφτηκε την επωδό ενός συλημένου ποιήματος.
Στην κουπαστή της γέφυρας όλες
οι σημασίες του έρωτα.
Ο χρόνος σε εγρήγορση με το φεγγάρι ανάσκελα
ίδιος πάντοτε καλλιεργεί φθορά και πλούτο.
— Τι εφεύρεση! Οι συντελεσμένοι χρόνοι.
Είχαν στο μάταιο των συγκρούσεων συναινέσει
αδήλωτοι νεκροί και νικητές
σε μια πατρίδα.

* * *

Γιώργος Χριστοδουλίδης 

Γιατί γράφουμε ποίηση

Δεν είναι ότι γράφουμε ποίηση
είναι ότι δεν ξέρουμε να μην γράφουμε
όπως κάποιος φοβισμένα
ανοίγει την πόρτα του ή την καρδιά του
σ’ έναν τσακισμένο
όχι επειδή είναι καλός άνθρωπος.
Από ανάγκη.