ΑΓΓΕΛΗΣ ΜΑΡΙΑΝΟΣ
«ΑΝΤΙΚΡΥΣΤΑ»
Εκδόσεις ΘΡΑΚΑ/2021
πολιτεία
Αθόρυβη τεμπέλα μου κλεψύδρα
πώς τούτο το λεπίδι οξειδώνεις;
Από καύκαλο η λαβή
κρανίο ωραίο, υποστηρικτικό.
Χέρι το χέρι πέτρινα χρόνια πέρασε
σπήλαια δαιδαλώδη το έκρυβαν
άδεια δωμάτια, παλιοί στρατώνες.
Ξημέρωσε
μια μαϊμού γυρίζει την κλεψύδρα.
Οι νυχτερίδες κάθονται στα σύρματα
σε πολιτεία ατάβανη χωρίς πλατεία.
Γυρίζει ο κόσμος σαν τη σβούρα
στους δρόμους οι λεκέδες από μούρα
είπα τροχό τον τόπο – δεν τ’ αρνιέμαι
δεν αποκήρυξα παλιές πληγές – δεν καταριέμαι.
Είμαι από πέτρα π’ ακονίζουν τα μαχαίρια.
Είναι από πέτρα π’ ακονίζουν τα μαχαίρια.
Είμαστε από πέτρα π’ ακονίζουν τα μαχαίρια.
Ατρόχιστα μαχαίρια κι ένα νταμάρι πέτρες.
* * *
χόρτα
Σε φωτεινό χωράφι ξάπλωσε
πρόθυμη λύγισε η χλόη
αψίδες οι μνήμες, υγρές ζελατίνες.
Μικρό παιδί καμάρωνε φωλιές
και δήλωνε: «Μηχανικός σπουργιτών».
Χόρτα και λάσπη ο κόσμος.