Scroll Top

Σωτήρης Παστάκας – “Ταχυδρομική θυρίς”

ΣΩΤΗΡΗΣ ΠΑΣΤΑΚΑΣ
“ΤΑΧΥΔΡΟΜΙΚΗ ΘΥΡΙΣ”
Εκδόσεις Bibliothèque/2021

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ. ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ


Παρασκευή, 13
α΄

Έκαναν έρωτα μαζί, παρθένοι κι οι δύο,
στα δεκατρία τους. Τώρα χωρίζουν στα τριάντα τους.
Οι φινταντσάτοι δεν ευτύχησαν παραπάνω.
Σ’ ακούω να μιλάς στο τηλέφωνο, τον δείνα
να παρηγορείς, να απολογείσαι στην κείνα.
Κάποιες φορές μάλιστα, να κλείνεις την πόρτα
για να μην σ’ ακούσω. Ιδιωτική, όπως τη θεωρείς
υπόθεση. Είναι μεγάλη η ντροπή, το αντιλαμβάνομαι,
και η τιμή του κοριτσιού, σ’ ένα τόσο δα μικρό
χωριό σαν το δικό σας. Αν δεν υπήρχε η προδοσία
ο άνθρωπος δεν θα κατέβαινε στη γη.
Κλώνους θα κινούσε, κλαδιά και φύλλα
θα παρέμεινε ψηλά εκεί στα δέντρα…
Το διαζύγιο τον κατέβασε από κει, το πληθύνεστε.
Σ’ ευχαριστώ, που μ’ απάλλαξες από το πλέγμα
των συγγενών συναναστροφών, τον καθημέρα
συγχρωτισμό με αδερφές, ξαδέρφες, ανιψιές,
τις επισκέψεις σε σπίτια, νεκροταφεία, νοσοκομεία,
όλον αυτό τον συρφετό των εξομολογήσεων,
των σεξουαλικών σας προτιμήσεων, των στάσεων,
των στύσεων επαναλαμβανόμενων ή μη,
(στην οικογένεια, αργά ή γρήγορα
φτάνουν τα μαντάτα, τα συζητάτε όλα),
έτσι όπως ζείτε όλοι μαζί,
και το μόνο ταμπού που υπερισχύει,
και δεν καταλύεται εν έτη 2010
είναι το βιβλιάριο καταθέσεων
του καθενός, της καθεμίας σας,
του πρώην και του επόμενου-ή λαθεύω-
το παραδάκι να παραμένει πάντα άγνωστο
το μαζεμένο που έχει, το κομπόδεμα.

Τρίτη, 17
α΄

Ο Σερένι γράφει σ’ ένα ποίημα πως γύρισε
μια μέρα μετά το θάνατό του στο διαμέρισμα
του Μιλάνο. Βρήκε την πόρτα ανοικτή,
τα έπιπλα όλα στη θέση τους, τα χαρτιά
με την πέννα πάνω στο γραφείο. Ξέρετε,
τώρα πως οι Ποιητές ασυστόλως ψεύδονται
αγαπητοί μου φίλοι. Να σας πω εγώ:
γύρισα στις δύο η ώρα το βράδυ. Άνοιξα
με τα κλειδιά το σπίτι, στο δεύτερο
όροφο στη Νέα Σμύρνη. Τα βρήκα όλα
όπως τ’ άφησα πριν 32 ημέρες. Τα βιβλία
στοιβαγμένα απ’ το πάτωμα μέχρι
το ταβάνι. Ο Χόρχε δεν με πλησίασε καν,
δεν ήρθε να τριφτεί στα πόδια μου. Νιαούριζε
συνέχεια σαν να ήθελε να διώξει μακριά
κάποιο κακό πνεύμα. Μύριζα απαίσια φαίνεται,
τριάντα δύο μέρες άθαφτος το Καλοκαίρι.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ. ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ

Δευτέρα, 1
β΄

Μια ολόκληρη ζωή και μπορεί να μην σε πλησιάσει
κανένα φίδι. Η συνείδηση συνήθως σε δαγκώνει.
Δηλητηριασμένες συνειδήσεις στήνουν μετά γλυκανάλατα
στιχάκια στο φεϊσμπούκι, καυγάδες στα μπλόγκια και τα φόρα.

Τετάρτη, 17
β΄

Πυροβολισμοί. Κρότοι επαναλαμβανόμενης καραμπίνας.
Πρώτα κάπου από μακριά. Στη συνέχεια όλο και πιο κοντά.
Ένα σμήνος τσίχλες ήρθε και κούρνιασε στο ψηλότερο
πεύκο. Η κυνηγητική περίοδος άρχισε. Εδώ, θα βρίσκουν
καταφύγιο τα πετεινά του ουρανού, σκέφθηκα. Θυμήθηκα,
κάπως έτσι και παραλλαγμένα τα λόγια του Μαρκόπουλου:
οι πατεράδες μας κυνηγούσαν με το ντουφέκι τους φασίστες,
εμείς κυνηγάμε τον ύπνο μας, μπας και τον πετύχουμε
μπόσικο, με σκάγια από ταβοράκια.

Δευτέρα, 29
β΄

Δεν υπάρχει μοναξιά.
Η μοναξιά είναι δυο χέρια
που όταν ανοίγουν
γίνονται η μεγαλύτερη αγκαλιά του κόσμου.