Scroll Top

Η ποίηση δεν είναι όπλο ανατροπών και επαναστάσεων – Της Ελένης Αρτεμίου -Φωτιάδου

΄Εχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά η θέση του ποιητή στην κοινωνία; 

Η ποίηση υφίσταται διαμέσου των αιώνων, επιβιώνοντας μέσα σε όλες τις περιπέτειες του ανθρώπινου είδους, όπως ακριβώς η ανάγκη για έρωτα και το αίτημα για ευτυχία. Δεν υπήρξε ποτέ καμιά στοιχειώδης κοινωνία των ανθρώπων χωρίς ποίηση. Ως έκφραση προϋπήρξε της γραφής, αφού οι άνθρωποι πολύ νωρίς στην εξέλιξή τους επινοούσαν στίχους. Είναι μια τέχνη που κυοφορεί την ιστορία του κόσμου, αλλά είναι παράλληλα και η μνήμη του μέλλοντος, κατά τον Ρίτσο. Η ιδιαίτερή της γλώσσα, η μεταφορική, αλληγορική έκφραση, η συμπύκνωση του νοήματος, του συναισθήματος και του βάρους της πραγματικότητας σε λίγες μόνο λέξεις, έχουν καταστήσει την ποίηση το βασικό όχημα της πορείας του ανθρώπου, με το ποίημα να υπερβαίνει τον ποιητή και να γίνεται διαχρονικά ο εκφραστής της ανθρώπινης ύπαρξης. Ο ποιητής, ένας παρατηρητής του ανθρώπινου βίου, με ευαίσθητες κεραίες, αντιλαμβάνεται το ανεπαίσθητο και το καθιστά αισθητό. Η γλώσσα του εμπλουτισμένη, υπερβατική, είναι το αποτέλεσμα μυστηριακής χημικής ένωσης του εξωτερικού ερεθίσματος με την αυθόρμητη έκλυση και ροή του συναισθήματος. Μέσα από μια τέτοια διεργασία τα ποιήματα είναι σαν μπουκάλια με μηνύματα, τα οποία μπορούν να φτάσουν οπουδήποτε προσαράζει η ανθρώπινη σκέψη και να την καταστήσουν κοινωνό αλλά και συλλείτουργο στη διαδικασία διαμόρφωσης του ποιητικού στοχασμού, μια και ο αναγνώστης προσφέρει τη ζωτική του συμμετοχή, «ποιώντας» τις λέξεις με το ιδιαίτερο χρώμα της ψυχής του.

Με αυτό τον τρόπο, είναι προνόμιο της ποίησης η ανάδειξη κάθε πτυχής στο φάσμα της ανθρώπινης δραστηριότητας. Ταυτόχρονα, όμως, είναι και ευθύνη της να κρατήσει εν ζωή όσα ανυψώνουν τον άνθρωπο πάνω από ένα τετριμμένο πεδίο επιβίωσης. Η δυναμική του λόγου στην ποίηση δεν υπάρχει απλώς για τη στοιχειώδη υπαρξιακή ανάγκη αλλά και για ανταπόκριση στις προκλήσεις και προσκλήσεις του βίου. Μπορεί και πρέπει η ποίηση να αποτελεί και μια ματιά στην ουτοπία, κατά τον κριτικό και θεωρητικό της λογοτεχνίας Terry Eagleton. ΄Ετσι ενισχύεται η υπέρβαση, το πέταγμα της νόησης πάνω από την τύρβη και την κόπωση της καθημερινότητας και με αυτό τον τρόπο είναι που προχωρεί η ανθρωπότητα αιώνες τώρα, υποψιαζόμενη και διαισθανόμενη ότι ο άνθρωπος είναι ένα πολυδύναμο και πολυδιάστατο ον, το οποίο τρέφεται και αναπτύσσεται κυρίως με όσα ονειρεύεται. Στο σημείο αυτό παρεισφρέει και ο προφητικός ρόλος και λόγος του ποιητή ο οποίος, διαισθητικά εκφραζόμενος, μπορεί να λειτουργήσει προσθετικά στην παρηγορία, την ίαση και την υπέρβαση.
Σε όλους τους καιρούς οι ποιητές και ο στοχασμός τους έχουν υπηρετήσει τη βαθύτερη ανάγκη του ανθρώπου για ένα διεισδυτικότερο ή διαφορετικό βλέμμα στο παρελθόν, το παρόν και το μέλλον. ΄Η, όπως πολύ εύστοχα το θέτει ο Τάσος Λειβαδίτης, «Οι επαναστάτες είναι ανήσυχοι για το μέλλον, οι εραστές για το παρελθόν, οι ποιητές έχουν επωμιστεί και τα δύο.»

Σε περιόδους κρίσης, όπως αυτή του κορωνοϊού, έχει ιδιαίτερο ρόλο η ποίηση; 

Η ποίηση μπορεί να είναι ένα μικρό καταφύγιο για εκείνους που πιστεύουν στη μαγεία της, για όσους αναζητούν την όποια μείωση του ψυχικού πόνου μέσα στη μετρική έκφραση του συναισθήματος. Κι ο ποιητής, τεχνίτης των λέξεων και της ιδιαίτερης ύφανσής τους, γνώστης του πλούτου και της σύνθεσής τους, μπορεί σε καιρούς χαλεπούς, σε περιόδους έλλειψης, απώλειας και οδυνηρής στέρησης, όπως η εποχή της πανδημίας, να δημιουργήσει με τον λόγο του ένα ξόρκι για τη μεγάλη θλίψη, την αγωνία και την αβεβαιότητα.
Το ποίημα, η ανάπτυξη ενός επιφωνήματος, κατά τον Γάλλο ποιητή Paul Valéry, μπορεί να συναντήσει τον ψίθυρο, την κραυγή αλλά και τη σιωπή του αναγνώστη, διεισδύοντας στην ιδιαίτερη σύσταση της ψυχοσύνθεσής του. Μπορεί αυτό να ακούγεται ως μια παυσίπονη σταγόνα σε έναν ωκεανό λύπης, κατά την Κική Δημουλά, αλλά ο ανθρώπινος πόνος είναι ένα εν τω βάθει αιμάτωμα και ποτέ κανείς δεν μπορεί να ξέρει τη σωστή δοσολογία της μετρίασης ή της καταστολής του. Η ποίηση δεν είναι όπλο ανατροπών και επαναστάσεων. Μπορεί, όμως, να ανάβει μια φλόγα, κρατώντας ζεστό το όνειρο για την ποθούμενη συνέχεια. Κι έτσι να καθίσταται το αναζητούμενο «εμβόλιο» για τον φόβο του ανεξέλεγκτου, φόβος που γεννάται από το εύθραυστο και ευάλωτο της ανθρώπινης ζωής.
Η κάθε λέξη του ποιήματος μεταφέρει τη δική της μουσική και αυτή τη μελωδική σύνθεση της ποίησης είναι που χρειάζεται ίσως κάποτε η βουβή επίκληση και παράκληση του ανθρώπου. Αρκεί η ποίηση να προσφέρεται με αυθεντικότητα και ειλικρίνεια, για να μπορεί μέσω της γνησιότητας να εμπνέει.

* Η Ελένη Αρτεμίου- Φωτιάδου κατάγεται από την Αμμόχωστο και ζει στη Λάρνακα. Είναι Επιθεωρήτρια Δημοτικής Εκπαίδευσης, κάτοχος ΜΑ στην Εκπαιδευτική Διοίκηση και Πολιτική και υποψήφια διδάκτωρ Πολιτικής Φιλοσοφίας. ΄Εχει εκδώσει δέκα ποιητικές συλλογές, μία συλλογή διηγημάτων και εννέα βιβλία για παιδιά. Το λογοτεχνικό της έργο έχει τύχει πολλών διακρίσεων.