Scroll Top

Οι ποιητές και οι ποιήτριες είναι ένδημοι κι απόδημοι κάθε τόπου και χρόνου – Της Αναστασίας Γκίτση

Έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά η θέση του ποιητή στην κοινωνία;

Τον αναγνωρίζει κανείς από τον τρόπο που περπατά στον δρόμο… σκοντάφτει στο ισιάδι επειδή κοιτά τη σκιά του σαλιγκαριού κάτω από ένα αυτοκίνητο. Τον καταλαβαίνει κανείς από την ώρα που χρειάζεται μέχρι να βρει την καλά ζυγιασμένη λέξη, έτσι ώστε ούτε να ξεχειλίζει ούτε να μαγκώνει η πρόταση που εκφέρει. Πάντα ξένοι σύμφωνα με τον Hölderlin: «οι ποιητές ζουν στον κόσμο σαν ξένοι μες στο ίδιο τους το σπίτι». Ταυτόχρονοι στα πάντα τους, οι ποιητές και οι ποιήτριες είναι ένδημοι κι απόδημοι κάθε τόπου και χρόνου. Και άδειοι και γεμάτοι δεν κατέχουν τίποτα, παρά μόνο την πληγή της μοναξιάς, είτε της δικής τους είτε του κόσμου, και την αγωνία τους να εντοπίσουν το σκοτάδι, να το καταδείξουν, ενίοτε να το μετατρέψουν σε φως. Ο ποιητής, η κινούμενη αυτή παρουσία που πασχίζει να συνδέσει τα διασπώμενα, άλλοτε πάλι να διασπάσει τα ενιαία, να μερίσει το όλον, άλλοτε πάλι να ενώσει τα μερικά, εν ολίγοις να προσπαθεί να κάνει ό,τι κανείς άλλος δεν μπορεί. Ο Andrei Bely θα το πει ως εξής: «[Ποιητής] είναι κάποιος που ξέρει περισσότερες λέξεις από τους άλλους, κάποιος που μιλάει με τον σωστό τρόπο κι έτσι ρίχνει ένα ξόρκι». Ποιητής ο θαυματοποιός, ο σχοινοβάτης, αυτός που βαδίζει πάνω από τα αντίθετα, ακροβατεί μεταξύ στιγμιαίας ζωής και στιγμιαίου θανάτου. Ο σαμάνος που πασχίζει να μεταβιβάσει τα αμεταβίβαστα που του αποκαλύπτονται στο μυστικό ιερουργείο της ψυχής, τόσο της δικής του όσο και του καθενός από εμάς. Ζει και υπάρχει ανάμεσά μας.

Σε περιόδους κρίσης, όπως αυτή του κορωνοϊού, έχει ιδιαίτερο ρόλο η ποίηση;

Σε περιόδους κρίσης ο ποιητής φλερτάρει ακόμη πιο έντονα με το «το τραγικό» της ανθρώπινης ύπαρξης. Ο Pessoa το λέει ωραία: «Οι περισσότεροι άνθρωποι υποφέρουν από την ασθένεια του να μην ξέρουν να πουν αυτό που βλέπουν ή αυτό που σκέφτονται». Η ποίηση επομένως, είτε ως πράξη οικείωσης του ανοίκειου είτε ως πεδίο μετάλλαξης μιας πραγματικότητας σε άλλη, με σκοπό την παραμυθία, είτε ακόμη και ως εχέγγυο απατηλής ελπίδας, εμπεριέχει τη θαυμαστή κίνηση της ενσυναίσθησης, εν ολίγοις το βήμα πέρα από την ιστορική ή προσωπική φθορά.
Οι ποιητές μιλούν. Πρωτίστως όμως ακούν. Ακούν την ψυχή του άλλου. Όταν κανείς δεν ακούει την ψυχή του άλλου και μένει μόνος, οι ποιητές, πομποί και δέκτες μιας άλλης πραγματικότητας «μη μόνο όσα βλέπετε πιστεύετε. / Των ποιητών το βλέμμα είν’ οξύτερον» ακούν τη μοναξιά, ακούν τους υπόκωφους ήχους της ύπαρξης. Οι ποιητές εντοπίζουν το τραύμα και το αναδεικνύουν, το προβάλλουν στο πυρήνα του και επιχειρούν την έξοδο. Βλ. Τάσο Λειβαδίτη: «σαν τον τρελό που, κλειδωμένος στο κελί του, / ζωγράφισε στον τοίχο μια πόρτα κι έφυγε». Όπου έξοδος δεν εννοώ φυσικά τη μαγική εκείνη ικανότητα του ποιήματος να εξαφανίζει τον πόνο, ή το τραύμα, ακόμη και αν ποιητής είναι αυτός που ξέρει περισσότερες λέξεις από τους άλλους, που μιλάει με τον σωστό τρόπο και ρίχνει ένα ξόρκι, δεν σημαίνει πως ο ποιητής μπορεί να εκμηδενίζει το κακό ή την πληγή. Αυτό που κυρίως όμως κάνει είναι να δίνει στον πόνο τη διαχρονική και διατοπική του αλήθεια. Με άλλα λόγια αυτό που γράφει η Sylvia Plath «Μη με ζαλίζεις λέγοντάς μου ότι ο κόσμος έχει ανάγκη χαρωπά ποιηματάκια. Αυτό που θέλει να ακούσει ο άνθρωπος που βγήκε ζωντανός από το Άουσβιτς δεν είναι ότι τα πουλάκια κάνουν τσίου – τσίου στα κλαδάκια αλλά ότι κάποιος άλλος πέρασε από εκεί και ξέρει τι σημαίνει πόνος». Εκεί είναι που έρχεται ο ποιητής, εραστής και ερωμένος του πόνου να βεβαιώσει πως σε όποια περίοδο κρίσης και να βρεθούμε υπήρξαν κάποιοι που επέζησαν παρόμοιου πόνου, δοκιμασίας και δυσκολίας.* Η Αναστασία Γκίτση (Θεσσαλονίκη 1977) είναι καθηγήτρια Μ.Ε με μεταπτυχιακές σπουδές σε Ελλάδα και εξωτερικό (Ελβετία) στον τομέα της Δογματικής και Οικουμενικής Θεολογίας. Έχει στο ενεργητικό της 2 ποιητικές συλλογές και δεκάδες συμμετοχές σε ανθολογίες. Ζει και διδάσκει στη Νυρεμβέργη όπου δραστηριοποιείται κυρίως στα πολιτιστικά festivals της πόλης υλοποιώντας projects όπου εικαστικά, μουσική και νέες τεχνολογίες εναρμονίζονται με την ποίηση.