Scroll Top

Τζούλια Γκανάσου | Η λογοτεχνία ”θρέφει” και ”ξεδιψά”

Υπεύθυνη στήλης | Κρίστυ Κουνινιώτη

Η λογοτεχνία μάς ταξιδεύει. Διευρύνει τους ορίζοντές μας, πλουτίζει το πνεύμα μας, οξύνει τις αισθήσεις μας. Εξ ου και στους εκπροσώπους της οφείλουμε πολλά. Η συζήτηση μαζί τους, με αφορμή κάθε νέο τους έργο, μας ξεναγεί στο εργαστήρι και στις σκέψεις τους, αποκαλύπτοντάς μας τον γεμάτο θησαυρούς κόσμο τους.

Αυτές τις συνεντεύξεις με Έλληνες πεζογράφους και ποιητές φιλοξενεί η στήλη.  

Συνέντευξη στην Κρίστυ Κουνινιώτη

 Με σκηνικό μια βομβαρδιζόμενη πόλη,  ξετυλίγει δεξιοτεχνικά μια συγκλονιστική ιστορία με ήρωες, που στερημένοι από τα βασικά αγαθά, πασχίζουν να επιβιώσουν σε συνθήκες ανατριχιαστικές, οι οποίες στο δεύτερο μέρος του βιβλίου αποκτούν διαστάσεις θρίλερ επιστημονικής φαντασίας -μόνο που δεν είναι καθόλου, καθώς η Τζούλια Γκανάσου καθρεφτίζει, φευ, πραγματικές καταστάσεις. Η συγγραφέας  μιλάει για τη «Δευτέρα παρουσία» (εκδ. Καστανιώτη), τίτλος που παραπέμπει σε μια δεύτερη ευκαιρία στη ζωή, «σε ένα καλύτερο μέλλον για το οποίο πρέπει να αγωνιζόμαστε», όπως λέει η ίδια. Εξ ου και δίνει χώρο  στην ελπίδα χώρο να αχνοχαμογελάσει.

Πώς προέκυψε η «δευτέρα παρουσία», η οποία μας μεταφέρει στο κέντρο μιας ιδιαίτερα σκληρής ιστορίας επιβίωσης, αλλά και ενηλικίωσης, εν μέσω βομβαρδισμών μιας χώρας;

Με συγκλονίζουν οι εικόνες των βομβαρδισμών σε κατοικημένες περιοχές όπου άμαχοι θυσιάζονται αβίαστα στον βωμό του πολέμου. Το υλικό για το πρώτο μέρος του βιβλίου όπου μια έφηβη εγγονή με την παράλυτη γιαγιά της στην πλάτη προσπαθούν να βρουν καταφύγιο σε μια βομβαρδιζόμενη πόλη, προέκυψε από τις επιθέσεις στην Ουκρανία και στη Λωρίδα της Γάζας. Ταυτόχρονα, έπεσαν στην αντίληψή μου βίντεο από το καταφύγιο μιας εταιρείας με παρένθετες μητέρες στο Κίεβο όπου συνεχίζεται η παραγωγή μωρών «κατά παραγγελία» καθ’ όλη τη διάρκεια των εχθροπραξιών. Αυτό μου έγινε, τρόπον τινά, εμμονή. Ετσι, έγραψα το δεύτερο μέρος του βιβλίου όπου η εγγονή με τη γιαγιά βρίσκονται «αιχμάλωτες» στο καταφύγιο με τις παρένθετες μανάδες. Το τρίτο μέρος είναι έκπληξη!

«Πλάτες επωμίζονται βάρη, καμπουριάζουν, στραβώνουν, ξανασηκώνονται εις τους αιώνας των αιώνων» έλεγε ο ήρωας του προηγούμενου βιβλίου σας «Γόνιμες μέρες». Η πλάτη, επανέρχεται εδώ -αυτή της εγγονής Aννας, ως μεταφορικό μέσο της παράλυτης γιαγιάς της Ολγας. Ηταν σκόπιμη αυτή η επανάληψη;

Η αλήθεια είναι ότι δεν έγινε σκόπιμα. Οταν τα παιδιά παίρνουν τα ινία και αναλαμβάνουν, υπό μια έννοια, το «μεγάλωμα» των γονέων, όπως συνέβη και στη δική μου περίπτωση, τα ηλικιωμένα πλάσματα «τυλίγονται» συχνά γύρω από τον κορμό των τέκνων με τα χέρια τους άλλοτε να λειτουργούν σαν κισσοί και άλλοτε σαν μαγικός μανδύας. Τότε, τα σώματα προσαρμόζονται ώστε να συνυπάρχουν και να αλληλεπιδρούν και οι πλάτες που καμπουριάζουν, φιλοξενούν, στραβώνουν, προσπαθούν να ορθωθούν, είναι το πιο εύγλωττο σημείο.

Το διττό σώμα (εγγονή και γιαγιά), αγκαλιάζει, αρχικά, με «γέρικα χέρια- ζυμάρια-απαλούς κισσούς», προσδιορισμός που αλλάζει κάθε φορά, ανάλογα με τη βιωμένη κατάσταση. Εσείς πώς βιώσατε τη διαδικασία της γραφής από την αρχή έως το τέλος;

Για μένα, η συνοδοιπορία με το «διττό» σώμα, αυτό το νέο ολοζώντανο πλάσμα της πανίδας του πολέμου, καθώς και με τις δυο ηρωίδες οι οποίες το συγκροτούν και αγωνίζονται από την αρχή ως το τέλος του έργου με όποιο «όπλο» διαθέτουν, υπήρξε βοηθητική στους δικούς μου αγώνες, παρηγορητική, σημείο έμπνευσης, απελευθέρωσης, λύτρωσης.

Τα αυτονόητα, εν καιρώ ειρήνης, γίνονται πολύτιμα εν καιρώ πολέμου. Στην έλλειψη αυτών, έρχονται ως αντιστάθμισμα «οι λέξεις, οι ιδέες, οι προτάσεις» μέσα από κάτι τσαλακωμένες σελίδες των «Σατανικών Στίχων» του Σαλμάν Ρουσντί. Θα μας πείτε γι’ αυτή την παρηγοριά και γιατί επιλέξατε τον συγκεκριμένο συγγραφέα;

Η ανάγνωση λογοτεχνικών κειμένων αποτελεί μείζον καταφύγιο για μένα. Ως εκ τούτου, όταν όλα «στερεύουν», οι ηρωίδες μου ανατρέχουν σε ένα από τα πιο εμβληματικά και παρεξηγημένα μυθιστορήματα του εικοστού αιώνα ως πεδίο από όπου αντλούν δύναμη μιας και οι «Σατανικοί Στίχοι» είναι ένα έπος για την ανθρώπινη ύπαρξη. Ναι, η λογοτεχνία μπορεί να «θρέψει» όταν δεν υπάρχει τροφή, να «ξεδιψάσει» όταν δεν υπάρχει νερό ή τουλάχιστον να λειτουργήσει βοηθητικά και υποστηρικτικά στη διαχείριση της απώλειας, των ελλείψεων, της απελπισίας.

Στον περιρρέοντα τρόμο της εμπόλεμης συνθήκης, προσθέτουν οι αποκριάτικες μάσκες που φοράτε σε κάποιους χαρακτήρες. Τι συμβολίζουν; 

Οι αποκριάτικες μάσκες συμβολίζουν την ανωνυμία που χρειάζονται ίσως οι άνθρωποι για να διαπράξουν εγκλήματα προκειμένου να επιβιώσουν. Επιπλέον, οι αποκριάτικες μάσκες «ξεμπροστιάζουν» τις ψευδείς υποσχέσεις των πολιτικών όσον αφορά στη βοήθεια που (δεν) παρέχεται στους πολίτες οι οποίοι παραμένουν στα σπίτια τους ενώ βομβαρδίζονται οι πόλεις. Εκθέτουν τις ψευδαισθήσεις που δημιούργησαν οι διακηρύξεις περί «πολιτισμένων» πολέμων. Κατά συνέπεια, το εν λόγω εύρημα λειτουργεί ειρωνικά στο βιβλίο: το μόνο που δίνουν στους κατοίκους οι φρουροί της Εθνοφυλακής εν μέσω απειλής πτώσης «βρόμικης» βόμβας, είναι πλαστικές αποκριάτικες μάσκες ζώων.         

Θίγετε το ζήτημα της κακοποίησης-ανελευθερίας των γυναικών, εν προκειμένω ως εξαναγκασμένες, καταπονημένες από τις φαρμακευτικές ουσίες, μήτρες, προκειμένου να γεννήσουν υγιή παιδιά για εξέχοντες πελάτες. Θρίλερ θυμίζουν όσα εκτυλίσσονται  σε κείνο το καταφύγιο…

Σαφώς, το εν λόγω μυθιστόρημα είναι καταγγελτικό όσον αφορά στην εμπορευματοποίηση του ανθρώπινου σώματος και της έμφυλης βίας. Οι ηρωίδες γίνονται «μάρτυρες» των δεινών του σύγχρονου κόσμου σε μια ακραία, αλλά πραγματική συνθήκη: τη δημιουργία και αγοραπωλησία βρεφών «κατά παραγγελία» και γιατί όχι, «τέλειων» όντων.

«Αλήτες: Ψεύτες! Κοπρολάγνοι». Φράση που απευθύνει στόμα διαψευσμένο στους ισχυρούς του κόσμου, που αποφασίζουν για τη μοίρα των πολιτών. Πιστεύετε σε κάποια αλλαγή αυτής της πραγματικότητας;

Πιστεύω ότι πρέπει να διαμαρτυρόμαστε και να αγωνιζόμαστε πάντα για ένα καλύτερο μέλλον, για μια «Δευτέρα παρουσία» στη ζωή.        

Διαδοχή γερών γροθιών στο στομάχι η «δευτέρα παρουσία» και μόνο προς το τέλος, επιτρέπει μια ανάσα με «αποχρώσεις» ανακούφισης. Ποιος ο μεγαλύτερος φόβος σας για τα  μελλούμενα του πλανήτη μας και ποια η μεγαλύτερη ελπίδα σας;

Οι μεγαλύτεροι φόβοι μου είναι η άνθηση ρατσιστικών, φιλοχρηματικών και καταναλωτικών προτύπων, η έξαρση της βίας και η κυριαρχία της «εικόνας» σε παγκόσμιο επίπεδο. Ωστόσο, επιλέγω να είμαι αισιόδοξη. Πιστεύω πως ο ανθρωπισμός θα υπερισχύει πάντα από ένστικτο διαφυλάσσοντας και καλλιεργώντας τις αξίες της αλληλεγγύης, της αλληλοβοήθειας, της δικαιοσύνης, της ειρήνης. Αυτό γίνεται και στη «Δευτέρα παρουσία». Μέσα στον ζόφο του πολέμου και του θανάτου, ανθίζει ένας έρωτας ανάμεσα στην εγγονή και στο αγόρι που φοράει αποκριάτικη μάσκα πάπιας. Σε όλο το βιβλίο, ο αναγνώστης έρχεται αντιμέτωπος με το σκοτάδι που αμβλύνεται συχνά από το φως, με μια αισιόδοξη ματιά που πηγάζει από την αγάπη για τον άνθρωπο και για τη φύση και ανατροφοδοτεί τον αγώνα.

Ξεκινώντας να γράφετε ένα βιβλίο, τι είναι αυτό που σας ενδιαφέρει πρωτίστως;

Με ενδιαφέρει να μιλήσω για την εποχή μας μέσα από ήρωες που βρίσκονται σε μια ιδιαίτερη συνθήκη και γίνονται εν δυνάμει σύμβολα, να ξορκίσω προσωπικούς δαίμονες, να εκφραστώ και να επικοινωνήσω με το έργο μου με έναν τρόπο που δεν επικοινωνώ με κανένα έμβιο πλάσμα, ώστε να κατορθώσω να διαχειριστώ τις αντιξοότητες, να νιώσω, για λίγο, ελεύθερη.

Αναδημοσίευση | Εφημερίδα Πελοπόννησος και pelop.gr

Βιογραφικό Κρίστυ Κουνινιώτη

Βιογραφικό Τζούλια Γκανάσου