Γιάννης Πάσχος, Παραδείσια Πουλιά, εκδόσεις ΠΕΡΙΣΠΩΜΕΝΗ, 2024
Γράφει η Αλεξάνδρα Σαμοθράκη
Εγχειρίδιο Λειτουργίας του Ανθρώπινου Είδους
Σημειώσεις της Αλεξάνδρας Σαμοθράκη από την παρουσίαση του μυθιστορήματος Παραδείσια Πουλιά του Γιάννη Πάσχου στην Πάτρα (22/2/25, βιβλιοπωλείο Nouveau)
Ο Γιάννης Πάσχος (Γιάννενα, 1954) είναι πάνω απ’ όλα βιολόγος και στο τελευταίο του μυθιστόρημα με τίτλο «Παραδείσια Πουλιά» παρατηρεί το δεύτερο, μετά τα ψάρια, αγαπημένο του πλάσμα, τους ανθρώπους, όπως κάνει και σε όλα του τα προηγούμενα βιβλία, με επιστημονική περιέργεια, ανείπωτη κατανόηση και σπαρταριστή ανυπομονησία: ανυπομονεί τόσο πολύ να μας συντρέξει με το απαράμιλλο λογοτεχνικό του σπικάζ όσο σερνόμαστε στο βόρβορο και να μας συνοδεύσει με τους σχηματισμούς από τα λεκτικά του Μιράζ όταν πιάνουμε ουρανό που περιμένοντας, φτιάχνει ιστορίες για μια λιγότερο αφόρητη αναμονή, αγνοώντας ή αδιαφορώντας το αναπόφευκτο αποτέλεσμα: πως η ανάσυρση από τη λογοτεχνία του είναι για τον αναγνώστη πιο τραυματική και από την ίδια την πραγματικότητα απ’την οποία αναζήτησε αρχικά καταφύγιο.
Τα Παραδείσια Πουλιά αφηγούνται την ιστορία δυο καρδιακών φίλων και πραγματεύονται το πως να είσαι άνδρας σε μια εποχή που συχνά αυτό ξεστομίζεται ως κατηγορία, είναι όμως ένα γυναικείο βιβλίο για πολλούς και διάφορους λόγους. Πρώτος και καλύτερος πως τα βιβλία δεν έχουν φύλο. Δεύτερος πως οι είναι γεμάτο με σκηνές ερωτικές αλλά όχι πρόστυχες- χωρίς να είμαι ειδικός, θα έλεγα πως η ειδοποιός διαφορά μεταξύ τσόντας και ερωτικής λογοτεχνίας είναι η καρικατούρα- επί παραδείγματι οι Πενήντα Αποχρώσεις του Γκρι της Ε. Λ. Τζέημς είναι τσόντα ενώ Το Δέλτα της Αφροδίτης της Αναϊς Νιν είναι ερωτική λογοτεχνία. Στα Παραδείσια Πουλιά ο σεβασμός προς τον άνθρωπο είναι άφυλος και άχρονος: οι δυο φίλοι, ο αφηγητής (Ιεροκλής) και ο Μαρκήσιος, από πιτσιρίκια γνωρίζουν σε ένα καπηλειό όπου τα σέρνει ο παππούς του πρώτου, συνταξιούχος ναυτικός, τον κόσμο των κόκκινων φαναριών από την καλή και την ανάποδη: κάνουν θελήματα, πάρτυ γενεθλίων και τραπέζια με αυτά τα κορίτσια και όταν μάλιστα βγάζουν το πρώτο τους βιβλίο, οι κοπέλες είναι που το στηρίζουν αγοράζοντας πολλά αντίτυπα και χαρίζοντάς τα στους πελάτες τους. Είναι ένα ανατρεπτικό βιβλίο όχι επειδή καταπιάνεται με τα κακώς κείμενα της κοινωνίας με τον συνήθη δασκαλίστικο τρόπο αλλά επειδή καταδύεται στα τρίσβαθά του καταρρίπτοντας τα άβαταρ που έχουμε μάθει να ομαδοποιούμε και να παραβλέπουμε, σχεδόν περνώντας από μέσα τους, αν βρεθούν μπροστά μας. Οι πόρνες, οι νταβατζήδες, ακόμη και το κωλόπαιδο της ιστορίας, ο Τζόνυ ο Φίνος, αντιμετωπίζονται με σεβασμό, κάτι που πλέον είναι ακριβοθώρητο στις μέρες μας: κανείς μέσα σε αυτό το βιβλίο δεν είναι καρικατούρα ή ολόγραμμα- τουναντίον η σάρκα τους γίνεται άλλος ένας τρόπος για να ξαναμάθουμε πως ο καπιταλισμός, ο εγωισμός, ο ναρκισισμός και όλα τα -ισμος που μας ζορίζουν δεν είναι παρά κατασκευές χωρίς θέση στον κόσμο που ονειρευόμαστε.
Έναν κόσμο τον οποίο ξέφρενα αναζητούν οι δυο φίλοι, σαν μια άλλη Νεφελοκοκκυγία. Από τους Όρνιθες, μέχρι τη Λίμνη των Κύκνων και από τον αθηναϊκό μύθο της Πρόκνης και της Φιλομήλας, των δυο αδελφών που οι θεοί μεταμόρφωσαν αντιστοίχως σε αηδόνι και χελιδόνι όταν ο Τηρέας, ο σύζυγος της πρώτης βίασε τη δεύτερη και της έκοψε τη γλώσσα για να μη το μαρτυρήσει, η αναπόσπαστη από τον πόνο ομορφιά συμβολίζεται στο κοινό μας θυμικό με τα πτηνά. Ίσως για το λόγο αυτό και παρά τον τίτλο, στο μυθιστόρημα αυτό δεν εμπεριέχονται πουλιά, εκτός από ένα φτερό παγωνιού και ένα παπαγαλάκι, τον Δημοσθένη, που όταν βγήκε από το κλουβί του έσκαψε με το ράμφος του έναν τοίχο σε ένα παλιό διαμέρισμα και ανακάλυψε μασούρια με χρυσές λίρες, πληρώνοντας ένα σκληρό τίμημα- χωρίς εκούσιο συμβολισμό από μεριάς του συγγραφέα.
Αυτό το βιβλίο όχι απλώς δεν περιέχει πουλιά, αλλά δεν έχει καν τίτλο. Προσωπικά νομίζω πως το «Παραδείσια Πουλιά» πρόκειται περί προσφώνησης. Ο συγγραφέας μας καλεί: «Παραδείσια Πουλιά, όλοι εσείς. Αυτά είδα για εσάς. Έτσι λειτουργείτε». Οπότε δεν είναι μυθιστόρημα, αλλά εγχειρίδιο λειτουργίας του ανθρώπινου είδους.
Βιογραφικό Αλεξάνδρα Σαμοθράκη