Scroll Top

Γιούλη Χρονοπούλου “Άρωμα φουζέρ” | Παρουσίαση από την Αγάθη Γεωργιάδου

Γιούλη Χρονοπούλου “Άρωμα φουζέρ”, Εκδόσεις Νήσος, 2025

Κωδικός ISBN13 9789605892463 

Γράφει η Αγάθη Γεωργιάδου

Άρωμα μνήμης και ανθρωπιάς σε μικρή φόρμα

Μελετώντας το Άρωμα φουζέρ της Γιούλης Χρονοπούλου, ο αναγνώστης αναγνωρίζει από την πρώτη συλλογή της μια ώριμη συγγραφική φωνή, με βάθος, διαύγεια και στοχαστικότητα. Στις είκοσι πέντε ιστορίες της διακρίνονται συνεκτικές θεματικές, ιδιαίτερο ύφος και τεχνική αρτιότητα.

Κυρίαρχα μοτίβα είναι η μνήμη ως άξονας ταυτότητας, οι οικογενειακοί δεσμοί (άλλοτε άρρηκτοι, άλλοτε τραυματισμένοι), η απώλεια και ο θάνατος, η συγχώρεση ως υπέρτατη ηθική πράξη, αλλά και η θυσία και η εσωτερική αντοχή. Στο προσκήνιο επανέρχονται συχνά η παιδική ηλικία, η μάνα, το πατρικό σπίτι, η μουσική, τα αντικείμενα, όλα ως φορείς βιωμένης μνήμης. Η ανάκληση του παρελθόντος, προσωπικού και συλλογικού, δεσπόζει σε πολλά διηγήματα, είτε πρόκειται για τον Εμφύλιο και τη Μακρόνησο («Η συγχώρεση»), είτε για παιδικές μνήμες, μυρωδιές, μουσικά όργανα ή πατρικά σπίτια, η μνήμη αναδύεται ως θεμέλιο της ύπαρξης. Η επίγνωση του τέλους διατρέχει τα διηγήματα: θάνατοι φυσικοί, συμβολικοί  (όπως το πατρικό που γκρεμίζεται στον «Αποχαιρετισμό»), βίαιοι («Απελευθέρωση»), καθημερινοί (η απώλεια της μνήμης, το φευγιό των παιδιών).

Συνυφασμένη με τη μνήμη είναι και η σχέση με τους γονείς (κυρίως με τη μητέρα και τον πατέρα). Οι δεσμοί αυτοί είναι καθοριστικοί και ανακαλούνται πότε με τρυφερότητα και νοσταλγία και πότε με πίκρα και ενοχή, που στο τέλος οδηγείται σε κάθαρση («Η φυσαρμόνικα», «Άρωμα φουζέρ»). Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει η σχέση με τον πατέρα, στην οποία ο αναγνώστης μπορεί να διακρίνει ανάμεικτα συναισθήματα: απογοήτευσης, θαυμασμού αλλά και συμφιλίωσης.

Η συγγραφέας, πάντως, δεν προσεγγίζει τους χαρακτήρες της μανιχαϊστικά, ως απόλυτα καλούς ή απόλυτα κακούς.  Αντίθετα, αναγνωρίζει τη σύνθετη, πολυδιάστατη φύση των ανθρώπων. Ακόμη και οι θύτες, όπως ο βασανιστής στη Μακρόνησο στη «Συγχώρεση» και ο Ταλιμπάν στην «Απελευθέρωση», αντιμετωπίζονται με ενσυναίσθηση και ηθική κατανόηση, όχι με καταγγελτικό ή εκδικητικό βλέμμα. Στην «Απελευθέρωση» ειδικά διακρίνουμε και κάτι περισσότερο: την αντοχή απέναντι στη βία, την ταπείνωση ή την εγκατάλειψη, η οποία διασταυρώνεται με την αξιοπρέπεια και την αγάπη. Στο τέλος  κυριαρχεί το μοτίβο της συγχώρεσης, το οποίο στη συλλογή προσλαμβάνει φιλοσοφικές διαστάσεις.

Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στις γυναίκες κάθε ηλικίας και ιστορικής περιόδου, των οποίων το «άρωμα» διαπερνά πλήθος σελίδες. Η γυναικεία οπτική είναι εμφανής τόσο στο περιεχόμενο όσο και στο ύφος. Με τρυφερότητα, στοχασμό και ευαισθησία, η συγγραφέας αποτυπώνει καθημερινές στιγμές, έρωτες, σχέσεις, αξίες, απώλειες και απογοητεύσεις. Όμως και οι άνδρες, άλλοτε ως πατέρες, εραστές, σύντροφοι ή βασανισμένοι χαρακτήρες, αποτυπώνονται με πολυπλοκότητα, χωρίς στερεοτυπικές απεικονίσεις: ως τρυφεροί σύντροφοι, αποστασιοποιημένοι πατέρες, άπιστοι εραστές, βίαιοι χαρακτήρες ή τυραννισμένες μορφές. Άνδρες και γυναίκες κουβαλούν βάρη, συναισθήματα, συγκρούσεις, σιωπές, μυστικά, ελπίδες, διλήμματα κι αντιφάσεις.

Στο διήγημα «”Θα ’θελα να ζω σ’ έναν άλλο κόσμο”», η Χρονοπούλου διευρύνει τις θεματικές της με το σύγχρονο πρόβλημα των προσφύγων. Ο νεαρός Ιρανός, φεύγοντας από τη λογοκρισία για να μπορέσει να γράφει ελεύθερα ποίηση, μετατρέπεται σε σύμβολο ξεριζωμού, γλωσσικής ενσωμάτωσης αλλά και δημιουργικής αντίστασης. Η γλώσσα γίνεται όπλο επιβίωσης – γράφει ποιήματα στα ελληνικά και διερμηνεύει για άλλους πρόσφυγες. Η ελευθερία παρουσιάζεται ως πρωταρχικό δικαίωμα, ενώ η Αθήνα αναγνωρίζεται σαν πατρίδα όχι λόγω τόπου αλλά λόγω αποδοχής και κοινής αίσθησης με την πατρίδα. Το διήγημα συμπυκνώνει την πεποίθηση της συγγραφέως ότι οι πολιτισμοί δεν συγκρούονται· συναντιούνται.

Σε άλλα διηγήματα αναδεικνύονται άλλες ιστορίες προσφύγων, κυρίως παιδιών, από τη σκοπιά της εκπαιδευτικού που γνωρίζει βιωματικά τα τραύματα και τις σιωπές τους. Η παρουσία της είναι διακριτική αλλά σταθερή: υπενθυμίζει την αξία της συμπόνιας, της αποδοχής και της ζωής. Όλες οι ιστορίες βασίζονται σε αυθεντικό υλικό ζωής, εμπειρίες, αφηγήσεις και μαρτυρίες.

Είναι φανερό ότι η Χρονοπούλου δεν γράφει για να εντυπωσιάσει, αλλά για να συγκινήσει και να προβληματίσει. Γι’ αυτό και δεν αφηγείται ιδιωτικά βιώματα αποκομμένα από το συλλογικό παρελθόν, αλλ’ εντάσσει τις ατομικές ιστορίες της στο ιστορικό και πολιτισμικό τους πλαίσιο: η Κατοχή, ο Εμφύλιος, η Μακρόνησος, η προσφυγιά, η βία και η καταπίεση λειτουργούν ως υπόβαθρο συναισθηματικά φορτισμένο. Παρά την ιστορική αναφορά, δεν υπάρχει διδακτισμός ή ιδεολογική στράτευση, ούτε μονοσήμαντη ερμηνεία του παρελθόντος, παρά μόνο πίστη στη μνήμη ως ηθικό καθήκον και θεμέλιο συμφιλίωσης και υπέρβασης. Η συγγραφέας αποφεύγει απλουστεύσεις και ρητορικά σχήματα. Το ηθικό της σύμπαν είναι χαμηλόφωνο, βιωματικό, στοχαστικό. Οι ήρωες της δεν διατυπώνουν θέσεις· βιώνουν. Πάνω απ’ όλα, η ματιά της είναι οικουμενική: η ανθρώπινη αξιοπρέπεια υπερέχει της καταγωγής.

Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά γνωρίσματα της γραφής της είναι ο πλούτος των αισθήσεων. Το διήγημα «Άρωμα φουζέρ», που δανείζει και τον τίτλο στη συλλογή, αποκαλύπτει τη βαθιά λειτουργία της όσφρησης στο έργο της: το παλιό άρωμα fougère, ένα μείγμα λεβάντας, περγαμόντου, φασκόμηλου, δεντρολίβανου, μανταρινιού, σανδαλόξυλου και κουμαρίνης, συνδέεται με την παιδική ασφάλεια, τη μητρική φροντίδα και τη μνήμη: «Ήταν μια μητρική αγκαλιά πάντα παρούσα, ακόμα κι όταν εκείνη έλειπε» (σ. 69). Μετά τον θάνατο της μητέρας, αποκτά τελετουργική σημασία: αποτελεί πια μια γέφυρα παρελθόντος και παρόντος, ένα μέσο σιωπηλής επικοινωνίας και σώμα της απουσίας που γίνεται παρουσία, όπως συμπυκνώνεται στη φράση: «Άρωμα στους αιώνες».

Οι αισθήσεις, ωστόσο, δεν λειτουργούν μεμονωμένα. Η μουσική, οι ήχοι (όπως στη «Φυσαρμόνικα» και στο «Ηχοτοπίο»), καθώς και τα χρώματα, η υγρασία, τα σώματα και τα αντικείμενα οργανώνουν ένα υπαρξιακό τοπίο, όπου το βίωμα είναι ταυτόχρονα σωματικό και ψυχικό. Ακόμα και η αφή, αν και πιο υπαινικτική, εμφανίζεται σε κομβικά σημεία, όπως στην αδυναμία του πρόσφυγα να αγγίξει τη μητέρα του ή το παιδικό του δωμάτιο στο διήγημα «”Θα ’θελα να ζω σ’ έναν άλλο κόσμο”» ή όπως στην πράξη συγχώρεσης στο διήγημα «Η συγχώρεση», όταν ο Ανέστης πιάνει το χέρι του ετοιμοθάνατου βασανιστή του: η πράξη δεν είναι μόνο φυσική, αλλά και βαθιά ηθική.

Στο επίπεδο της τεχνικής, η συγγραφέας χειρίζεται την πολυφωνία και την εναλλαγή της αφηγηματικής εστίασης με άνεση. Πρώτο, δεύτερο και τρίτο πρόσωπο εναλλάσσονται, δημιουργώντας οικειότητα, αποστασιοποίηση ή συναισθηματική ένταση. Ιδιαίτερο παράδειγμα η ανθρωπομορφική αφήγηση του σπιτιού που γκρεμίζεται στο διήγημα «Αποχαιρετισμός», η οποία αγγίζει ποιητικές διαστάσεις.

Η γλώσσα είναι συγκινησιακή αλλ’ όχι μελοδραματική, πλούσια και όχι εξεζητημένη. Η συγγραφέας συνδυάζει την αφήγηση με τον στοχασμό και τη λυρική φόρτιση. Οι ήρωες ψυχογραφούνται μέσα από τις σκέψεις και τις πράξεις τους. Η αφήγηση δεν είναι γραμμική, αλλά δομείται με αναδρομές, εσωτερικές ροές και καίρια σημεία ανάφλεξης. Η συγγραφέας διαθέτει έντονα εικονοπλαστική γραφή: όλα τα διηγήματα κατακλύζονται εικόνες χρωμάτων, κινήσεων, φύσης. Η ποιητικότητα αναδύεται σε πολλές φράσεις, με χαρακτηριστικό παράδειγμα: «Η μουσική θα εξακολουθεί να παίζει, τα κεριά θα έχουν από ώρα σβήσει, τα φαγητά θα έχουν φυλαχτεί ανέγγιχτα, μαζί με τις προσδοκίες και τα συναισθήματα που είχαν προστεθεί στην παρασκευή τους, κι εσύ θα ακουμπήσεις το κινητό στο τραπέζι, θ’ αφήσεις δυο δάκρυα, θα βάλεις ένα ελαφρύ πανωφόρι, όχι αυτό που σου είχε φέρει από το Παρίσι, προς Θεού όχι αυτό, θα βγεις από το σπίτι, σαν για να πετάξεις τα σκουπίδια, θα κλείσεις την πόρτα πίσω σου, θα πάρεις τους δρόμους και, αφού θα τον έχεις δει αρκετά τετράγωνα πιο κάτω, κοντά στην αγαπημένη σας παραλία, να κρατά από το χέρι μια νέα γυναίκα – τόσο αλλιώτικη από σένα -, θα παρακαλέσεις την Κλωθώ να υφάνει καινούργια νήματα, ν’ αλλάξουν οι χαρακιές της μοίρας και θα γυρίσεις τα ξημερώματα, μόνη, στο σπίτι σου («Το δείπνο», σ. 39).

Η συλλογή διηγημάτων Άρωμα φουζέρ της Γιούλης Χρονοπούλου αποτελεί ένα συναρπαστικό ψηφιδωτό της ανθρώπινης περιπέτειας, όπου εξιστορούνται αυθεντικές κι ανεπιτήδευτες εμπειρίες με ειλικρίνεια και αφειδώλευτη αγάπη προς τον άνθρωπο. Το άρωμα γίνεται υπόγειο νήμα που συνενώνει διαφορετικές ζωές, αφήνοντας στον αναγνώστη μια αίσθηση οικειότητας και συγκίνησης. Το Άρωμα φουζέρ ταυτίζεται αρμονικά με τον τίτλο του, καθώς η γυναικεία οπτική ξετυλίγει αριστοτεχνικά ένα φάσμα συναισθημάτων: νοσταλγίας, πόνου, προσδοκίας, αλλά και πείσματος για ζωή και επιβίωση. Η γραφή, ρεαλιστική με στοχαστικές αποκλίσεις προς το υπερβατικό, χωρίς επιτήδευση, αναδεικνύει την πολυμορφία των φωνών και των ανθρώπινων εμπειριών, καθώς και τις αξίες της ενσυναίσθησης και της συμπερίληψης. Η συλλογή ολόκληρη με συγκινητική συνέπεια παραμένει αφοσιωμένη στον άνθρωπο: τραυματισμένο αλλά ανθεκτικό, πονεμένο αλλά στοχαστικό, λυπημένο αλλά με βλέμμα στραμμένο στο φως. Αποτελεί μια αυθεντική κατάθεση ψυχής, που διαποτίζει τον αναγνώστη με ένα διαρκές άρωμα ενσυναίσθησης και προβληματισμού.

Βιογραφικό Αγάθη Γεωργιάδου