Βαβουλιώτη Κάλλια, Καρδιοθραύστες ΑΩ Εκδόσεις, 2022
Γράφει η Γκέλη Ντηλιά
Στη ποιητική συλλογή «Καρδιοθραύστες», της Κάλλιας Βαβουλιώτη, είναι η ποίηση που δύναται να θέτει τις διαστάσεις κάθε διλήμματος.
Η Κάλλια Βαβουλιώτη αντιπροσωπεύει τη νέα γενιά των ποιητών που ήρθαν για να μείνουν, καταθέτοντας δυναμικά δείγματα γραφής από την πρώτη κιόλας εκδοτική τους απόπειρα. Σε μια εποχή διαπιστωμένα αντιερωτική, το περιεχόμενο που μας παρουσιάζει αποδεικνύει ότι ο άνθρωπος κρατιέται ακόμη από τον έρωτα, που αποτελεί βασικό συστατικό της ύπαρξης.
Ο έρωτας δείχνει αθώος, μα κατά βάθος είναι επικίνδυνος. Εισερχόμενοι στο πεδίο του, είναι σαν να πατάμε σε ναρκοπέδιο. Στη σελίδα 15, στο ποίημα Άπιστοι, γράφει «Μην ερωτεύεστε τους ποιητές/είμαστε άπιστοι/εκ πεποιθήσεως», ας εκληφθεί ως προειδοποίηση με τις όποιες επιπτώσεις. Διότι, ποιος είναι ο ποιητής, αν όχι κάποιος που «δεν θα μπορούσε/να γράφει/για τον ίδιο/άνθρωπο/πάντα.»
Ψάχνοντας την πολυπόθητη σωτηρία της ψυχής, δυο δρόμοι ανοίγονται, όποιον και να διαλέξεις θα σου την προσφέρει. Με ποιο τίμημα όμως; Εκεί είναι το θέμα, καθώς «κάποιους δρόμους/τους ανοίγει/ο θεός/και άλλους/ο διάολος/άντε να καταλάβεις/ποιος ανοίγει ποιον/για να μπορέσεις/να σωθείς.» Θα υπάρχουν πάντοτε και αυτοί που δεν θέλουν να σωθούν, που θέλουν να παραδοθούν αμαχητί στο λάθος. Τότε, είναι η ποίηση που δύναται να θέσει τις διαστάσεις του διλήμματος.
Πόσες αλήθειες υπάρχουν τελικά; Σύμφωνα με την ποιήτρια, «η αλήθεια σου ένα παζλ/που δεν ξέρω-αν ποτέ/θα λύσω.» Αν έκαστος και η αλήθεια του, τότε για πόσες εκδοχές της μιλάμε;
Αν η ποίησή της ήταν χρονική λέξη θα ήταν, «θερινά μεσημέρια», «μια εαρινή ρωγμή», «Ιούνης που καίγεται μονάχος». Αν ήταν η γεύση θα ήταν, «φράουλες στο στόμα», ένα φρούτο που το σχήμα του παραπέμπει σε εκείνο της καρδιάς.
Το υγρό στοιχείο διαρρέει τις σελίδες σαν μια ανοιχτή θάλασσα, «ένας καπετάνιος Έλληνας», «χίλια κύματα», «χίλιοι Ινδικοί ωκεανοί», το πέλαγος.
Τα χέρια που θωπεύουν τα στήθη της θάλασσας, πρέπει να είναι «καθαρά», να σμιλεύουν αγάλματα, «να έχουν ματώσει/…/από μετάνοια.», να «ψηλαφούν την πλάτη μου». Γιατί ο έρωτας είναι αγγίγματα, είναι αποτυπώματα έλξης πάνω στη σάρκα, είναι μελανιές έντασης, όταν και οι δυο περνούν σε μια διάσταση άλλη.
Πετρώνει το μέσα μας ο έρωτας στου χρόνου το αμόνι, χτυπώντας το ανελέητα για να καμφθούν οι αντιστάσεις ώστε, «από γυναίκα/επέλεξα να ζω/ως άγαλμα». Είναι αγαπημένο το χέρι που χτυπά, μη γνωρίζοντας τον πόνο που προκαλεί, όντας άμαθο από αγάπη.
Το βιβλίο με ένα υπέροχο ροζ εξώφυλλο με έργο του Ηλία Κασσελά και με τη σφραγίδα των εκδόσεων ΑΩ, αποτελεί ένα roadmap του έρωτα, ένα mindset, ένα απαραίτητο εγχειρίδιο επιβίωσης σε καταστάσεις που δεν ελέγχεται ο νους, όταν η ανεξέλεγκτη καρδιά πατάει γκάζι τέρμα, καταργώντας το μέγιστο όριο επιτρεπόμενης ταχύτητας παλμών.
Στο οκτάστιχο ποίημα με τίτλο Κάποτε, η ποιήτρια παίρνει τα σπασμένα κομμάτια της καρδιάς που δυσλειτουργεί καθότι, «άπαξ και γίνει κατάχρηση/έρχεται το τέλος». Οι οιωνοί της επικείμενης συντέλειας, αν και δυσάρεστοι, πιέζουν για κάθαρση, εφόσον ένα πρόσωπο φοράει προσωπείο. Κατάσταση επαναλαμβανόμενη, που έχει γίνει ταινία, σελίδες ημερολογίου, τραγούδι, τατουάζ, πίνακας ζωγραφικής, φωτογραφία και στίχος, που μέσα από την οπτική της ποιήτριας αποδεικνύεται η διαχρονικότητα και συνάμα η νομοτέλεια από τις παρενέργειες τον χτύπων της καρδιάς.
Στη συλλογή ενσωματώνεται και δένει αρμονικά με τα υπόλοιπα, ένα καβαφικής τεχνοτροπίας ποίημα με τίτλο «Σώμα προσπάθησε να Ξεχάσεις», όπου τα κεφαλαία των λέξεων Σώμα και Ξεχάσεις υποδηλώνουν τα τραύματα που το βεβήλωσαν, διαψεύδοντας προσδοκίες. Αν ο Αλεξανδρινός ήταν σύγχρονος, όσο υποκειμενικό και αν ακουστεί, θεωρώ ότι έτσι θα έγραφε το αντίστοιχο δικό του.
Στο «Επαναπατρισμός», είναι έκδηλη η διαπίστωση ότι για να ξαναβρούμε τον εαυτό μας πρέπει να επιστρέψουμε σε ό,τι μας προσδιόριζε πριν τον χάσουμε, πριν αλλαξοπιστήσουμε για χάρη του έρωτα. Η τελευταία στροφή το δηλώνει καθαρά, «Από τη μέρα/που έφυγες/ή για να πούμε/τώρα πια/στο τέλος/την αλήθεια/από τη μέρα /που σ’ έδιωξα/ξέρω/πως σου χρωστώ/ένα ευχαριστώ/γιατί χωρίς εσένα/δεν θα ξαναείχα/επιστρέψει στον/εαυτό μου.» Ο έρωτας ήταν, είναι και θα παραμείνει ένα ταξίδι έξω από τα όρια του εαυτού, στο άγνωστο και το θέμα είναι ότι ανεξαρτήτως αν παλινδρομείς μεταξύ επιστροφών-καταστροφών, «δεν το κάνεις ποτέ/γιατί πάντα φοράς στο στήθος/την αμφιβολία λουκέτο.» Και κατεβάζεις ρολά. Η φυγή είναι για κάποιους στάση ζωής. Άλλοι μένουν και πολεμάνε, μήπως και καταφέρουν να αλλάξουν το πρόσημο της κατάστασης, άλλοι παγώνουν και υποφέρουν βαλτωμένοι στο τέλμα της σχέσης, της οποιασδήποτε σχέσης και μάλιστα αν πρόκειται για ερωτική, ακόμα χειρότερα! Ωστόσο η ποιήτρια έχει ένα αντίδοτο σε όσα μας εξαναγκάζουν να προτιμήσουμε τη λύση της φυγής. Την Τέχνη με κεφαλαίο γράμμα. Εξυπακούεται ότι θα συμφωνήσουμε μαζί της.
«Ζωή θα πει αγάπη», ένα τρυφερό ποίημα που στάζει γενναιοδωρία και δοτικότητα, γιατί ακριβώς αυτά είναι που χρειαζόμαστε στη ζωή. Σε διαρκή διάλογο με τις ιδιαίτερες ανθρώπινες στιγμές, ανασκάπτοντας τους αρχέγονους λόγους της ευφορίας του υψίστου συναισθήματος της αγάπης, την οποία κάποιοι δεν αξιώνονται. Αγάπη, τι δύσκολο πράγμα!
Τι άλλο να είναι η ποίησή της παρά η ομολογία του ανέφικτου; «Σε λένε ανέφικτο/γι’ αυτό και/σε ποθώ.», με επίθετα που φορτώνουν τα ουσιαστικά με ευθύνες, «ένας αλλόφρων μήνας», «μια εαρινή ρωγμή», «ακατάπαυστα φιλιά», «θρασύδειλα λόγια», «αιχμηρά τραγούδια», «ρημαγμένο μυαλό».
Οι εποχές παρελαύνουν στους στίχους της ως, «θερινό μεσημέρι», «παράφρων μεθυστικός Ιούνης», «ιδανικοί χειμώνες», «αυγουστιάτικος ήλιος». Η βεντάλια της ποιήτριας δροσίζει τον πόθο και τα πάθη ή μήπως τα λάθη που καίνε;
Αν η ποίηση της ήταν ανάσες, θα ήταν πολλές και βαθιές, συντονισμένες στο ηχόχρωμα της βροχής, με έντονη μυρωδιά ιδρώτα πάνω σε ανθρώπινα σώματα που μόλις έχουν παραδοθεί το ένα στο άλλο. Άλλοτε κραυγή, άλλοτε ψίθυρος και άλλοτε αναστεναγμός, ποιήματα που πηγάζουν από το βάθος της καρδιάς, εκεί από όπου προέρχεται ο ψυχισμός του καθενός μας.
Οι αριθμοί, «χιλιάδες ψηφίδες οι σιωπές και οι λέξεις», «ένα ποτήρι νερό», «δεύτερη σάρκα», «μια συζήτηση με τσάι», «μια ώρα που μοιάζει χρόνια». Τα βέλη του έρωτα εκτοξεύονται σε στιγμές ανύποπτες, όταν η ευαλωτότητα είναι ο μόνος λόγος για να δικαιολογήσεις γιατί επέτρεψες την είσοδο του στη ζωή σου, οδηγώντας νομοτελειακά στην έξοδο.
Με μπλε του έναστρου ουρανού, κόκκινο και ξανθό ενός πυρφόρου βρέφους χρωματίζονται κάποια σημεία των ποιημάτων, όπου υπάρχει απουσία, αγωνία, απόγνωση και ματαίωση ή και τα εντελώς αντίθετα από αυτά.
Δεν έχω διαβάσει πιο ωραίο ποίημα για τον χρόνο από τον Χρόνο. «Η ύπαρξη των ρολογιών/δεν αποδεικνύει την ύπαρξη του χρόνου/όπως και η ύπαρξη σχέσεων/δεν αποδεικνύει την αγάπη/-απαραίτητα-/αλλά αν όντως/ο χρόνος υπάρχει/είναι άδικο να τον/ξοδεύουμε/σε κάτι άλλο/εκτός από/ακατάπαυστα/φιλιά.», παραπέμπει σε εκείνο του Χριστιανόπουλου, «το φιλί/ενώνει πιο πολύ απ’ το κορμί γι’ αυτό το αποφεύγουν/οι πιο πολλοί».
Είναι «Άγιος», ο πόλεμος του έρωτα. Όλα για το πάθος, όλα για το λάθος, συνειδητά, ένας ανεξίτηλος μαρκαδόρος χαράζει αόρατα δερματοστιξίες ψυχής.
Στο ποίημα Τ’ αντίθετα, όπου ένα Όχι είναι τόσο Ναι, «Σου είπα να μην έρθεις/και δεν ήρθες./Και δεν κατάλαβες/όταν σ’ το είπα αυτό/περισσότερο από κάθε φορά, Ήθελα/να ‘ρθεις.», θα βρει πολλούς ταυτισμένους με αυτό το παράδοξο. Μια πόρτα που φαίνεται κλειστή, αν πας πιο κοντά θα μείνεις έκπληκτος, γιατί θα ανακαλύψεις ότι είναι μισάνοιχτη.
Σε αυτή τη συλλογή, δεν υπάρχει τίποτα απόρρητο, όλα βγαίνουν στο φως με τρόπο αφοριστικό, με λέξεις ψηφίδες που συνθέτουν τον ψυχικό κόσμο της ποιήτριας, που ψυχαναλύεται, γράφοντας με γνώμονα τα προσωπικά της βιώματα με τα οποία οι περισσότεροι σίγουρα έχουμε πολλά κοινά. Το φως της ποίησης είναι το φως που ρίχνει πάνω στη ζωή της και στις ζωές όλων, είναι το φως του έρωτα που ακόμη και στα πιο βαθιά σκοτάδια του αφήνει πάντα οπές για να εισέλθουν ακτίδες επουλωτικές και παρηγορητικές.
Ο αναγνώστης δεν θα ανακαλύψει κάτι που δεν γνωρίζει. Δεν είναι αυτός ο στόχος της ποιήτριας. Κατά τη γνώμη μου θα ανακαλέσει στη μνήμη του ερωτικές στιγμές, θα θυμηθεί την ομορφιά της αρμονικής συνύπαρξης όλων των αισθήσεων όταν είμαστε ερωτευμένοι, το αντίτιμο της μέθεξης της τυφλότητας που επιφέρεται και σίγουρα θα ευθυγραμμιστεί με πολλά γραφόμενα.
Πόσο αθώα είναι η ποίησή της; Στην προκειμένη περίπτωση τα ποσά είναι αντιστρόφως ανάλογα, κρατώντας πλέον αποστάσεις από τα γεγονότα και ούσα εντελώς υποψιασμένη, πληρώνοντας το τίμημα της απώλειας από κάτι που ίσως δεν απέκτησε ποτέ, αλλά και της συγκίνησης της διάρκειας αυτού του κάτι.
Καρδιοθραύστες, ένα βιβλίο που προκαλεί συγκίνηση. Μια συγκίνηση που προκαλείται από κάτι αληθινό, είναι ατόφια.