Μανόλης Πρατικάκης “Σατόρι ή η στιγμή της Φωτοσύνθεσης”, Εκδόσεις Αρμός, 2023
Γράφει η Ιφιγένεια Σιαφάκα
Στο Σατόρι ή η στιγμή της Φωτοσύνθεσης (Αρμός 2023), ο Μανόλης Πρατικάκης επανέρχεται, όπως άλλωστε και ο ίδιος σημειώνει στο προλογικό του σημείωμα, στη θεματική που ήδη έχει αναπτύξει στις δύο προηγούμενες συλλογές του (Κιβωτός, Τυπωθήτω 2012/Λιθοξόος, Κέδρος 2015), κατά τέτοιον τρόπο ώστε τα βιβλία αυτά να συνιστούν μια τριλογία, η οποία ενσκήπτει στη θεματολογία των φυσικών (προσωκρατικών) φιλοσόφων και της ανατολικής φιλοσοφίας. Αν κάτι διαφοροποιεί το παρόν βιβλίο από τα προηγούμενα είναι κυρίως η εμφατική αναφορά του στην ανατολική φιλοσοφία. Το Σατόρι τού τίτλου, έννοια του βουδιστικού Ζεν, προοικονομεί την κατεύθυνση αυτή. Όπως σημειώνει ο ίδιος ο ποιητής, «στο ανά χείρας βιβλίο υπάρχουν αρκετές επαναλήψεις σε μια ενιαία πυκνή ύφανση, ως να γράψω ένα απέραντο ανεξάντλητο ποίημα, με κοινούς αρμούς που αλληλοσυμπληρώνονται, συνομιλούν μέσα στον χρόνο σε μια ευρεία αλληλοπεριχώρηση, ανταλλάσσοντας τα ενεργειακά τους πεδία, σαν τα υποατομικά σωματίδια, που από ύλη γίνονται αντιύλη (δηλαδή ενέργεια) και από σωματίδια μαγνητικά πεδία, κ.τ.λ.».
Σε προηγούμενα κριτικά μου σημειώματα για την ποίηση του Πρατικάκη έχω επισημάνει τη σχέση του λυρισμού με τη φιλοσοφική διάσταση του έργου του, τη έμψυχη διάσταση του πράγματος,[1] τις ποικίλες φόρμες που επιλέγει για να εγκιβωτίσει τα νοήματα,[2] και τη γλωσσοκεντρική διάσταση της ποίησής του, η οποία λειτουργεί οντολογικά και καταδεικνύει τον τόπο γραφής και εγγραφής του ποιητικού υπο/κειμένου στο κείμενο.[3] Στο παρόν λοιπόν σημείωμα δεν θα επανέλθω σε αυτά τα δομικά στοιχεία της ποίησης του Πρατικάκη, τα οποία παραμένουν σταθερά σημεία αναφοράς της ποιητικής του και τα οποία ήδη έχω προσεγγίσει αναλυτικά, αλλά θα επικεντρωθώ σε μία σύντομη παρουσίαση των κεντρικών στοιχείων που αφορούν το περιεχόμενο της συλλογής.
Ο Πρατικάκης βάζει άλλη μία φορά στο κέντρο του ενδιαφέροντός του το σημαίνον της έλλειψης, Είμαι, δηλαδή, είμαστε αυτή η εκκωφαντική και γεμάτη άλγος έλλειψη – μυστικά συσσωρεύοντας πληρότητα και ανέλιξη, «Είμαι από καταβολής της φύσης»). Στο πλαίσιο της οικουμενικής ποιητικής διάστασης, που επιθυμεί να δώσει στα λεγόμενά του, θα περάσει από το εγώ στο εμείς, για να μιλήσει για το κενό, το τραύμα, το ανεκπλήρωτο ως εφαλτήρια αναγνώρισης της πληρότητας εν τη ελλείψει: H αποσπασματικότητα είναι η μόνη Ακεραιότητα. Το θραύσμα –ως θαύμα– πιστοποιεί το όλον […] Εξ ενός πάντα και εκ πάντων εν […] Μόνο μέσα από την αναπηρία μας μπορούμε κάποτε/να ξαναβρούμε την αρτιμέλεια του Είναι μας, «Είμαι από καταβολής της φύσης».Αρωγοί στις σκέψεις του είναι ο Ηράκλειτος και οι Βραχμάνοι, ενώ το ακατανόητο πιθανώς των φράσεων ή μάλλον της βιωμένης κατάστασης (στην οποία επιμένει το Σατόρι) και η όποια ένσταση για τα «καινά δαιμόνια» έρχεται να ξανασυναντήσει τη σωκρατική λογική μέσα από μια έμμεση υπενθύμιση: Το δίκιο σας είναι το δίκιο μου με ανθισμένο Κώνειον, «Είμαι από καταβολής της φύσης».Στη συλλογή θα συναντήσουμε και το ποίημα «Ανθισμένο κώνειο», όπου ο ποιητής, σε ένα εκτενές πεζολογικό κείμενο, θα ερμηνεύσει τη φράση και τη σωκρατική οπτική, Τι ανάστημα, τι ήθος· μες στο αγελαίο πλήθος! Φαίδων, προβάλλει ο ήλιος· πεθαίνω θα πει ξυπνώ το λουλούδι της φωτιάς μέσα στο μέλλον. Δεν νογούν οι αχρείοι τούτοι δικαστές πως το κώνειο θα με κάνει αιώνιο.
H κοινωνική διάσταση της μη διαχείρισης της έλλειψης –της απάρνησής της επί της ουσίας– θα δοθεί στο ποίημα «Των αγίων αστέγων», όπου οι άστεγοι ενέχουν, από τους έχοντες, τη θέση απορρίμματος: Κι άλλοτε κάτι παχύσαρκοι κλειδούχοι με πρησμένους συνειρμούς/κι αστραγάλους τρεμουλιάζουν στο πένθιμο λίπος τους πνιγμένοι […] Του χρήματος η λάμψη τούς σέρνει δώθε κείθε σαν περιφερόμενα φέρετρα. Το «πένθιμο λίπος» και τα ομόηχά του «λύπη/λείπει» εμπεριέχουν στο ίδιο σημαίνον τη σχέση αιτίας-αποτελέσματος, η οποία θα συνεχιστεί και στη νέα σημαίνουσα σχέση «χρήματος-φέρετρου», συνιστώντας την ερμηνεία της ζοφερής ψυχικής κατάστασης που χαρακτηρίζει την εξουσία του πλούτου (εν προκειμένω). Στο σχόλιο του ποιητή είναι καθαρή η κοφτερή ματιά προς αυτή την αντιστροφή της ανθρώπινης πραγματικότητας, που απέχει παρασάγγας από την αλήθεια της ανθρώπινης ύπαρξης, καθώς δίνει προβάδισμα στην ψευδεπίγραφη πληρότητα της υλικότητας, η οποία δεν είναι τίποτε άλλο παρά η μη αποδοχή της έλλειψης, με τα δεκανίκια μίας ασήμαντης και συνθετικής κάλυψης του κενού, που θα μπορούσε, εντούτοις, ως τέτοιο να οδηγήσει στο πλήρες. Στο ποίημα «Του φτωχού το κελάρι» θα σημειώσει: Eίμαστε μονάχα αυτό που δίνουμε. Κι εκεί που στεκόμαστε, με τόσα πλούτη, δεν βρίσκεται κανείς. Αυτοί οι καιροί μάς δίνουν εκείνο που αδειάζει όλη μας τη ζωή. Η συλλογιστική αυτή θα συνεχιστεί στο αφηγηματικό ποίημα «Ο αληθινός αυτοκράτορας», όπου ξαναδιαβάζουμε, Αλλά να ξέρετε, είμαστε μονάχα εκείνο που προσφέρουμε (κρυφά στους άλλους). Όλα τ’ άλλα είναι προσανάμματα για τη φωτιά. Η αληθινή εξουσία, κατά τον Πρατικάκη, είναι αυτή που εν αγνοία μας αποκτούμε, μέσα από μία στάση ζωής που επί της ουσίας απεκδύεται την εξουσία, Όμως, όταν άρχισε να κυβερνά, αντί να φουσκώνει σαν παγώνι ξεφούσκωσε […] Χανόταν μέσα στο πλήθος, όπου κανείς δεν τον γνώριζε, κι άκουγε με μεγάλη προσοχή τις τυχαίες κουβέντες του λαού. Αυτή η στάση συνδέεται, όπως μας λέει ο ποιητής, με την έννοια του χρόνου, την οποία και γνωρίζει πολύ καλά ο αληθινός αυτοκράτορας
Ως ανταπάντηση στον ζόφο έρχεται το ποίημα «Ό,τι αγαπάς βαθιά», όπου το πνεύμα ισορροπεί μέσα από την επανεύρεση της ουσίας της πρωταρχικής του φύσης […] Είσαι εκείνο που σου επιστρέφει. Εκείνο που εκτοπίζοντας σε υψώνει και σε κρίνει. Στο ποίημα επίσης «Γίνε βαλβίδα διαφυγής», ο ποιητής θα μας προτρέψει πάλι σε μια διαφορετική επιστροφή, σε αυτή που μάς κληροδότησαν οι πρόγονοι, Οδυσσάμενος, με άφραχτο μάτι και αυτί· για τις σύγχρονες Σειρήνες. Ναι, αλλά μόνον έτσι θα σου ανοιχτούν τα πέλαγα.
Ο Ακραγαντίνος (Εμπεδοκλής), ο Αναξίμανδρος, ο Ηράκλειτος, τα στοιχεία της φωτιάς και του νερού συνηγορούν στη στοχαστική θέαση του Πρατικάκη, για να περάσει εν συνεχεία από τη συνείδηση των Αζτέκα για την ενότητα των πάντων –«Μικρή κυκλωμένη Αζτέκα», Έρχεσαι αφρισμένο κύμα στο καυτό χορτάρι […] Μιλάς με τα ποτάμια. Κραυγή της πέτρας Κλεμμένο πουλί-ρουμπίνι ορυχείου– στην απώλεια της ατομικότητας, κατά τους σαμάνους, και τη γνώση για την ύπαρξη της παγκόσμιας ψυχής, «Ο σοφός σαμάνος Γι Γουέι».
Ο ποιητής θα αναφερθεί επίσης στη λειτουργία της ποιητικής γραφής, μέσα από την αναλογία γης-γλώσσας στο ποίημα «Το όργωμα της γης και της γλώσσας», όπου ο λυρικός του τόνος και η ικανότητα της μεταγραφής των εννοιών σε εικόνες θα δώσουν ένα αφηγηματικό ποίημα εξόχως λυρικό και φιλοσοφικό την ίδια στιγμή, με όλα τα προτερήματα της ποιητικής του τέχνης: To μόνο αυθεντικό χειροποίητό μου ποίημα. Με πελεκητούς στίχους. Με μηρούς ελλειπτικούς που θηλυκώνουν στις θελκτικές κοτύλες τους. Στο σασί των εύφλεκτων λαγόνων του. Παραλλαγή του θέματος, με στοιχεία παραδοσιακής φόρμας, παρατηρούμε στο ποίημα «Δημιουργός Β´». Στο εκτενές πεζοποίημα «Τα δέντρα» θα συναντήσουμε επίσης την αναλογία ανάμεσα στην ποιητική δημιουργία και τα δέντρα: Tα ανθισμένα δέντρα είναι τα πιο αυθεντικά ποιήματα που ξέρω […] Όλη μέρα συνθέτουν και το βράδυ στέλνουν τα γραπτά τους στο παγκόσμιο τυπογραφείο. Καθώς τα έχει συνενώσει η άχραντη φωτοσύνθεση: αυτή η αυτοκράτειρα για την κυβέρνηση του παντός! Έχει έρωτα με το φως, το νερό και το χώμα […] Κάθε αφαίρεση είναι πολλαπλασιασμός κι αστραπές στον φεγγίτη, όπως ακριβώς στα ποιήματα (κάθε ποίηση δεν είναι εκείνο που πετάς και θυσιάζεις;) Κι αντί λέξεις, συχνά συναντάς τα πατήματα των αγριμιών στις χιονισμένες σελίδες των βουνών, που είναι του λόγου το άχραντο αποτύπωμα! Επίσης, σε αρκετά ποιήματα της συλλογής παρατηρούμε (με παραλλαγές) αυτήν τη βαθιά σχέση του ποιητή με τη φύση, τη δημιουργία και τη φιλοσοφική ενατένιση.
Η βιωμένη στιγμή της φώτισης (Σατόρι) θα δοθεί στο ποίημα «Γου Γουέι», μέσα από τη φόρμα του πεζοποιήματος, που εν προκειμένω λειτουργεί ως μία μικρή αλληγορική ιστορία για την πορεία του Γου Γουέι προς το φως (Σατόρι). Ο Γου Γουέι ξεκινά να ανέβει στο βουνό για να συναντήσει το Χάραμα, ωστόσο ο Βούδας τού λέει: To ανηφορικό μονοπάτι που εγκαταλείπεις σε πετροβολά. Εκεί που σταματά το ύψος αρχινά το ανάστημα. Το βουνό είναι μέσα σου και τα πόδια σου πάνω από το βουνό. Απλά πρέπει να εννοήσεις ότι το βουνό κι εσύ είστε αξεχώριστα ένα και το αυτό. Παραλλαγή αυτής της πορείας, με έμφαση στα σημαίνοντα της «φωνής» και του «αλόγου», θα συναντήσουμε στο εκτεταμένο ποίημα «Ερυθρόδερμος χρόνος», Και οι λέξεις θυγατέρες του νου· ιερά πελεκούδια […] Κάμε τον ανεμοστρόβιλο φίλο. Εκεί που σμίγουν τα βουνά και τα σύννεφα θα συναντηθούμε. Ενώ στο ποίημα «Ξανά ο αίγαγρος», αυτή η φωτεινότητα ενσωματώνεται στο κατ’ εξοχήν ζώο της Κρήτης, Μια κινούμενη φλόγα που κάνει ν’ ανθίζουν ακόμη και τα μέταλλα […] Το μαγνητικό του τρίχωμα υφασμένο από καταιγίδες κι αστραπές […] Με τους φωσφορικούς ιμάντες τους ως κάτω στ’ αλεξίπτωτα βάραθρα. Και στη ράχη πάντα ο γυλιός των άστρων.
Αποστάγματα της ανατολικής φιλοσοφίας, υπό τη μορφή αφορισμών, θα συναντήσει ο αναγνώστης σε δύο ενότητες, «Ο Χούι Γιάο ανάμεσα στις εποχές» και «Μόνο όταν δεν ξέρεις». Τέλος, με έντονο λυρικό τόνο, ο ποιητής θα επανέλθει και σε αυτήν τη συλλογή στη νήσο Χρυσή της Κρήτης, στο αφηγηματικό ποίημα «Κάθε ασφεντυλιά και μανουάλι», όπου επαναπροσεγγίζεται η έννοια του ταπεινού μεγαλείου και της χαμένης ανθρώπινης φύσης, Γιατί εδώ το κάλπικο δεν θάλλει. Πάει να πει και το πλέον ταπεινό την ουσία κάποιου κρυμμένου μεγαλείου συνιστά και μεταβάλλει, ενώ στα ποιήματα «Ζευγολάτης» και «Κάμα Σούτρα στο Λιβυκό πέλαγος», ο Πρατικάκης θα υμνήσει και πάλι, με τον γνωστό του λυρισμό, τα πατρώα εδάφη.
Συνοψίζοντας, θα λέγαμε ότι ο Πρατικάκης και σ’ αυτήν τη συλλογή γράφει το ίδιο ποίημα μέσα από παραλλαγές, διαφορετικούς λεκτικούς μηχανισμούς και διαφορετικές φόρμες, επιβεβαιώνοντας αυτό που συμβαίνει πολύ συχνά στη λογοτεχνία από μέρους των γλωσσοκεντρικών δημιουργών (ποιητών και συγγραφέων), που έχουν στο κέντρο του ενδιαφέροντός τους την οντολογική πλευρά της δημιουργίας και την εγχάραξη του «τόπου» του κειμενικού υπο/κειμένου διά μέσου της γλώσσας. Γραφή πάντα ενδιαφέρουσα που αποζημιώνει όσους εκτιμούν την κατεξοχήν δημιουργική διάσταση της γλώσσας.
[1] «Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ο τρόπος που ο Πρατικάκης “μιλά το πράγμα” ή, ίσως καλύτερα, ο τρόπος με τον οποίο η ποιητική του “επιτρέπει να μιληθεί το πράγμα”. Η παρουσία του αξιοσημείωτου αυτού στοιχείου σημαίνει πως ήδη ο ποιητής “αυτοαποκηρύσσεται”, παίρνοντας την απόσταση από τον εαυτό, απογυμνώνοντας τον εαυτό και αφήνοντας, την ίδια στιγμή, κενό χώρο για να ανατείλει και να ονοματιστεί το απολεσθέν αλλά και πανταχού παρόν “πράγμα”».Ιφιγένεια Σιαφάκα, Όταν ο κομμένος «τένοντας του λόγου» συναντά τα πράγματα: ένα σχόλιο στην ποίηση του Μανόλη Πρατικάκη (Η Αυγή, 14/02/2016).
[2] Ό.π., «Οι παλαιότερες ή οι πιο μοντέρνες φόρμες (ρίμα, ελεύθερος στίχος, ποίηση σε πρόζα), οι συνεχείς πειραματισμοί στη θεματική και στον τρόπο πραγμάτωσής της, πέρα από την όποια ορατή ή λιγότερο αντιληπτή συνομιλία με προγενέστερες ποιητικές μορφές, είναι δηλωτικά όχι μόνον της αφομοίωσης της ποιητικής παράδοσης αλλά και του χαρίσματος της δημιουργίας πέραν των σκιών του παρελθόντος, ισχυρό ζητούμενο για την ταυτοποίηση της ποιητικής δημιουργίας».
[3] «Η ποίησή του είναι γλωσσοκεντρική, χρησιμοποιεί ως εφαλτήριο και διερευνά την ίδια τη λέξη –λειτουργεί δηλαδή οντολογικά–, για να προχωρήσει εν συνεχεία στη σκηνοθεσία της φράσης. Η νέα πραγματικότητα συνεπώς είναι και γλωσσική και νοηματική, εξ ου και ο ιδιαίτερα λυρικός τόνος της ποίησής του όπως και οι αρετές τις οποίες σημειώνουμε σε πολλαπλά επίπεδα. Υπό την έννοια αυτή, επισημαίνεται και ο «τόπος» από τον οποίο γράφει το ποιητικό υποκείμενο, το άνοιγμα στο ασυνείδητο και κατ’ επέκταση η διάνοιξη ποιητικών οδών». Ιφιγένεια Σιαφάκα, Η οντολογική λειτουργία της λέξης στην ποίηση του Μανόλη Πρατικάκη (Καταπρόσωπο στην Όστρια, εντοπιότητα και οικουμενικότητα στην ποίηση του Μανόλη Πρατικάκη, Συνέδριο, Ιεράπετρα Κρήτης, 28-30 Ιουλίου 2023).