Έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά η θέση του ποιητή στην κοινωνία;
Ο ποιητής βρίσκεται σε διαρκή εγρήγορση, να συλλάβει τα μηνύματα των καιρών, οι κεραίες του ανοιχτές με ευαισθησία.
Σε όλες τις εποχές. Κάτω από διαφορετικές συνθήκες. Προσπαθεί να βρει διεξόδους, να δώσει φως στο σκοτάδι.
Στην παρούσα δύσκολη κατάσταση ο ποιητής αφουγκράζεται.
Πιο έγκλειστος από τους έγκλειστους. Ζητά καταφύγιο και καταφυγές.
Βαραίνουν επάνω του ο πόνος, ο φόβος, ο πανικός, ο θάνατος, η χλωμή ελπίδα, η διάψευση, η ευθύνη. Η τραγική μοναξιά. Προσπαθεί να σκεφτεί, και ίσως να φανταστεί, τι θα υπάρξει μετά, σε προσωπικό και διεθνές επίπεδο.
Είναι από τις φορές που το όνειρο τον αρνείται και το μέλλον έχει κοντό σχοινί.
Τώρα δεν μπορεί να δώσει προοπτική με το ποίημα. Κάποιες κραυγές μόνο, που ακουμπούν στην αγωνία των άλλων.
Τώρα είναι η ώρα της πράξης. Κι ο ποιητής νιώθει την ιερότητα των ανθρώπων της πρώτης γραμμής.
Όταν έγραφα την «Εποχή αφής», δεν θα μπορούσα να φανταστώ ότι θα περνούσαμε στον καιρό του απαγορευμένου αγγίγματος. Αυτή την ανατροπή θα προσπαθήσει να αποδώσει ο ποιητής. Μακάρι να τον συνδράμουν οι λέξεις.
Η ποίηση, μέσα από την εμπειρία μας, φαίνεται να παίζει ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο -και- στην κρίση του φοβερού ιού. Παρακολουθούμε πλήθος ανθρώπων, μέσα από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, να αναφέρονται σε στίχους και ποιήματα, μαζί με μουσικές και έργα ζωγραφικής, για να βρουν στήριγμα στον εγκλεισμό, στην αβεβαιότητα, στο σκοτάδι.
Βέβαια, είναι ποίηση που έχει γραφτεί λίγα ή πολλά χρόνια πριν. Αλλά είναι επίσης γνωστό ότι οι ποιητές και η ποίηση έχουν συχνά προφητικό χαρακτήρα – μπορεί να είναι οι ευαίσθητες κεραίες που προανέφερα, οι οποίες πιάνουν τα μηνύματα σε βάθος χρόνου.
Θα προκύψουν εξαιρετικά ποιήματα από πολλούς ποιητές, αργότερα, όταν ο αέρας δεν θα ‘ναι μολυσμένος και δεν θα φοβούνται ν’ αγγίξουν το πρόσωπό τους. Όταν θα καταλαγιάσουν τα συναισθήματα και θα μιλήσει ποιητικά η εμπειρία.
Ακόμα κι έτσι πάντως, με τα αυθόρμητα ποιήματα που γράφονται συγχρονικά με τα όσα βιώνει ο πλανήτης, και φυσικά με τα προηγούμενα ποιήματα και τα παλιότερα ως την αρχαιότητα, η ποίηση είναι ένα «άγγιγμα», για να ακουμπήσει ο αναγνώστης τον κοινό φόβο, την κοινή οπτική. Μπορεί και να ‘ναι ένα χέρι, να διαβούμε το μακρύ κλειστό τώρα που οδηγεί αβέβαια στο αμφίβολο αύριο.
* Η Κυριακή (Κούλα) Αδαλόγλου γεννήθηκε στη Βέροια το 1953. Σπούδασε φιλολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Πήρε μεταπτυχιακό στην εφαρμοσμένη γλωσσολογία από το Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου και διδακτορικό δίπλωμα από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Σχολική Σύμβουλος Φιλολόγων (1998-2007) και διευθύντρια του Καλλιτεχνικού Γυμνασίου Αμπελοκήπων Θεσσαλονίκης (2007-2011). Αποτελεί μέλος της συγγραφικής ομάδας των βιβλίων “Έκφραση /Έκθεση”, που εισήγαγαν την επικοινωνιακή γλωσσική διδασκαλία στο Λύκειο. Επίσης, μέλος της ομάδας φιλολόγων “Δημιουργική έκφραση” που εκπόνησε το ψηφιακό έργο “Πολύτροπη γλώσσα”, για τη διδασκαλία της Νεοελληνικής γλώσσας. Η μελέτη της “Η γραπτή έκφραση των μαθητών. Προτάσεις για την αξιολόγηση και τη βελτίωσή της”, εκδ. Κέδρος 2007, εστιάζει στο γράψιμο ως διαδικασία, μέσα από ποικίλα και διαφορετικά είδη κειμένων. Αφηγήματα και κριτικά σημειώματά της για σύγχρονους λογοτέχνες έχουν δημοσιευτεί σε γνωστά περιοδικά. Εξέδωσε οχτώ ποιητικές συλλογές, τελευταία η “Γιατί το μέλλον μια μικρή κουκίδα”, εκδ. Σαιξπηρικόν, 2018. Επίσης, μία συλλογή διηγημάτων: “Βγήκε ένας ήλιος χλωμός”, εκδ. Ταξιδευτής, 2012.